9 Ιουνίου 1976: Η βραδιά που ο Ηρακλής έγινε… Θεός. Ο Νίκος Πανταζής στο Sport-Retro.gr

Τα τελευταία 15 χρόνια πολλές ομάδες με κόσμο και διακρίσεις έχουν υποστεί διοικητική αστάθεια, υποβιβασμούς, ταπεινώσεις όλων των ειδών…

Ο Ηρακλής είναι σίγουρα εκείνη που διαχρονικά έχει αντιμετωπίσει τα περισσότερα εξωαγωνιστικά προβλήματα, αρχής γενομένης από τον υποβιβασμό του 1980, σε μία σεζόν μάλιστα που συμμετείχε στον περίφημο τελικό Κυπέλλου με την Καστοριά.

Εν προκειμένω, όμως, το Sport-Retro.gr δεν θα ασχοληθεί με τις «μαύρες» σελίδες της -κατά τ’ άλλα- ένδοξης Ιστορίας του «γηραιού», αλλά με την πιο «χρυσή.

Σαν σήμερα πριν από 41 ολόκληρα χρόνια, δηλαδή στις 9 Ιουνίου 1976, ο Ηρακλής του Λες Σάνον κατέκτησε τον πρώτο (και τελευταίο ως τώρα) μεταπολεμικό τίτλο του: το Κύπελλο Ελλάδας στον τελικό κόντρα στον Ολυμπιακό που κρίθηκε στη διαδικασία των πέναλτι.

Ένα βασικότατο στέλεχος εκείνης της φουρνιάς, ο δεξιός χαφ/εξτρέμ Νίκος Πανταζής, παραχώρησε συνέντευξη στο Sport-Retro.gr για το αξέχαστο αυτό γεγονός που σημάδεψε το ελληνικό ποδόσφαιρο.

Λάτρης και βαθύς γνώστης του “βασιλιά των σπορ”, ο επί σειρά ετών δημοτικός σύμβουλος του Χαλανδρίου αποκάλυψε ενδιαφέρουσες ιστορίες της πορείας του Ηρακλή μέχρι την κατάκτηση του μοναδικού Κυπέλλου της Ιστορίας του.

Το ευτράπελο με τα πέναλτι στη Δράμα, ο δύσκολος συμπαίκτης Χατζηπαναγής, ο υπερτιμημένος σε θέμα τακτικής Σάνον και ο μη ορισμός πριμ πριν από τον τελικό είναι μερικά από τα βασικά σημεία της συνέντευξης του Νίκου Πανταζή.

«Ο Δεληγιάννης είχε κάνει μπάνιο προτού χτυπήσει το πέναλτι!»

Η 34η διοργάνωση του Κυπέλλου Ελλάδας λίγο έλειψε να ολοκληρωθεί με στραπάτσο για τον Ηρακλή, αφού στον 1ο γύρο χρειάστηκε τη διαδικασία των πέναλτι για να ξεπεράσει το εμπόδιο της Βέροιας.

Η ομάδα της Ημαθίας αποτελούσε σταθερή δύναμη της Β’ Εθνικής από το 1972 μέχρι το 1991, ενώ σχεδόν 2 χρόνια μετά τη μονομαχία της με τον «γηραιό» κέρδισε για πρώτη φορά την άνοδο στα μεγάλα σαλόνια.

Στις 2 Νοεμβρίου 1975, αν και χωρίς τον Χατζηπαναγή στη διάθεσή του, ο Ηρακλής παρατάχθηκε ως αδιαφιλονίκητο φαβορί στο Δημοτικό Στάδιο της Βέροιας και προηγήθηκε με τον Γκέσιο στο 35’, αλλά οι γηπεδούχοι ανέτρεψαν τα δεδομένα με τους Τερζή (54’), Σιούτη (75’).

Τελικά, με γκολ του Νίκου Πανταζή στο 78’, ο σύλλογος της Θεσσαλονίκης διαμόρφωσε το 2-2 της κανονικής διάρκειας, προτού πάρει το εισιτήριο στη διαδικασία των πέναλτι με 7-6.

Να σημειωθεί ότι ο Σάνον έριξε στη μάχη τον βασικό τερματοφύλακα Φανάρα, όταν πια η παράταση όδευε προς το τέλος της.

Η σύνθεση του Ηρακλή: Δινόπουλος (115′ Φανάρας), Δεληγιάννης, Καλαϊτζίδης (85′ Ζαφειρίδης), Νικολούδης, Χριστοφορίδης, Σεντελίδης, Πανταζής, Κουσουλάκης, Γκέσιος, Αντονίεβιτς, Τουμπόγλου.

O Hρακλής της σεζόν 1975-76


-Τι θυμάσαι από εκείνο το περιπετειώδες ματς στη Βέροια;

ΝΙΚΟΣ ΠΑΝΤΑΖΗΣ: «Είχαμε απογοητευτεί από την ανατροπή στο σκορ, αλλά μία φάση μας κράτησε ζωντανούς. Τότε, επιτρεπόταν ο τερματοφύλακας να πιάσει την μπάλα με τα χέρια. Τη γυρίζει, λοιπόν, ο αριστερός τους μπακ προς τα πίσω. Εγώ δεν θυμάμαι γιατί, αλλά έπαιζα σέντερ φορ. Περιμένω την μπάλα μετά το γύρισμα, αυτή σκάει κι εγώ την περνάω πάνω από το κεφάλι του Γιώργου Μασάδη (σ.σ. «έφυγε» από τη ζωή πριν από λίγες ημέρες). Έτσι ισοφαρίσαμε.

Πάμε στα πέναλτι και ο Δεληγιάννης δεν ήθελε να χτυπήσει. Πήγε στα αποδυτήρια, έκανε μπάνιο και ντύθηκε χωρίς να λογαριάζει ότι θα βαρέσουμε 18 πέναλτι. Τον έφεραν πίσω για να σουτάρει κι αυτός! Αν δεν κάνω λάθος μόνο ο Φανάρας δεν εκτέλεσε εκείνη τη μέρα από την ομάδα μας».

«Επαγγελματικές» ήταν οι δύο επόμενες προκρίσεις κόντρα στον Πιερικό (8 Φεβρουαρίου) και τα Τρίκαλα (10 Μαρτίου) αντίστοιχα, αφού αμφότερες ήρθαν με σκορ 1-0 και εκτελεστή τον Γιάννη Γκέσιο (στο δεύτερο ματς με πέναλτι στο 67’).

Η σύνθεση στο ματς με τον Πιερικό: Φανάρας, Χριστοφορίδης, Καλαϊτζίδης, Ματσουκατίδης, Ξανθόπουλος, Νικολούδης, Χατζηπαναγής, Κουσουλάκης, Γκέσιος, Πανταζής (67′ Κακαρινέλης), Τουμπόγλου.

Η σύνθεση στο ματς με τα Τρίκαλα: Φανάρας, Χριστοφορίδης, Καλαϊτζίδης, Ματσουκατίδης, Ξανθόπουλος, Νικολούδης, Χατζηπαναγής, Κουσουλάκης, Γκέσιος (88′ Τουμπόγλου), Αντονίεβιτς (83′ Κακαρινέλης), Σεντελίδης.

Ο Λες Σάνον, αφιχθείς τον Ιανουάριο του 1975 έπειτα από την επιτυχημένη του θητεία στον συμπολίτη ΠΑΟΚ, είχε δημιουργήσει ένα σύνολο που δεν δεχόταν εύκολα γκολ.

Χαρακτηριστικό είναι ότι από το ξεκίνημα της Α’ Εθνικής της σεζόν 1975-76 μέχρι τον Δεκέμβριο, η εστία του «γηραιού» δεν παραβιάστηκε πάνω από μία φορά σε κανένα ματς (σ.σ. 8 αγωνιστικές).

Ωστόσο, το τελικό πρόσημο αναφορικά με το πρωτάθλημα δεν ήταν θετικό, αφού ο σύλλογος κατέλαβε την 8η θέση και, βέβαια, έβλεπε το Κύπελλο ως τη μοναδική διέξοδο προς τις ευρωπαϊκές διοργανώσεις της επόμενης σεζόν.

-Ένα σχόλιο για τον Λες Σάνον. Πώς ήταν ως άνθρωπος και ως προπονητής;

ΝΙΚΟΣ ΠΑΝΤΑΖΗΣ: «Ως άνθρωπος ήταν άριστος και είχε καταπληκτική σχέση με όλους. Παίρνω το θάρρος, όμως, επειδή είμαι γυμναστής να πω ότι από άποψη τακτικής δεν ήταν κάτι το ιδιαίτερο. Προσπαθούσε να μας ανεβάσει την ψυχολογία, αλλά μέχρι εκεί. Τόσα χρόνια μετά, που βλέπω διαφορετικά κάποια πράγματα, διαπιστώνω ότι αυτή είναι η αλήθεια.

Εν τω μεταξύ εμείς δεν ακούγαμε τότε τους προπονητές. Ποιος να πει τι στον Χατζηπαναγή, ας πούμε, ή σε μένα που ήμουν τεχνικός παίκτης. Όποτε προηγούμασταν έβγαζε επιθετικό και έβαζε αμυντικό, ενώ όποτε χάναμε έβγαζε αμυντικό και έβαζε επιθετικό. Οι αλλαγές του ήταν συγκεκριμένες κάθε φορά και για μένα αυτό είναι λάθος».

-Μιας και αναφερθήκατε στον Βασίλη Χατζηπαναγή, θα επεκταθείτε λίγο;

«Έστω ότι εσύ μπορούσες να κάνεις 2 πράγματα στο γήπεδο, άλλος μπορούσε 3, άλλος 4, ο Γιούτσος, τον οποίον θεωρώ τον δεύτερο καλύτερο Έλληνα παίκτη μετά τον Λουκανίδη. μπορούσε να κάνει 5. Ο Χατζηπαναγής επίσης μπορούσε να κάνει 5 πράγματα, αλλά είχε και αυτό το 6ο. Αυτό που σχετιζόταν με το ένστικτο.

Λειτουργούσε… εξωποδοσφαιρικά. Ήταν δύσκολος συμπαίκτης γιατί τη μία μπορούσε να σου δώσει την μπάλα ενώ δεν την περίμενες, την άλλη που ήσουν σε καλή θέση για γκολ να μην σου την έδινε… Ήταν δεξιοτέχνης και απρόβλεπτος».

Επτά γκολ στον Παναιτωλικό, στο ΑΣΕΑΔ με τον Παναθηναϊκό

Ο Παναθηναϊκός, ο Ολυμπιακός και η ΑΕΚ ήταν οι άλλες τρεις ομάδες που πήραν το εισιτήριο για την ημιτελική φάση του Κυπέλλου, όμως ο Ηρακλής ήταν εκείνος που έκανε τη διαφορά.

Υπό συνεχή βροχή επί πατρινού εδάφους, οι «κυανόλευκοι» σάρωσαν με 7-1 τον Παναιτωλικό, ο οποίος τότε αγωνιζόταν στην Α’ Εθνική αλλά δεν κατάφερε να προβάλλει την παραμικρή αντίσταση.

Σκόρερ του «γηραιού» σε εκείνο το αξέχαστο ματς της 21ης Απριλίου 1976 ήταν οι Ποντίκης (15’, 86’), Πανταζής (40’, 71’), Χατζηπαναγής (58’) και Αντονίεβιτς (73’, 75’), ενώ οι τυπικά γηπεδούχοι είχαν βρει δίχτυα με τον Γιακουμή στο 56’.

Περισσότεροι από 200 φίλαθλοι υποδέχθηκαν την αποστολή όταν τα μέλη της κατέβηκαν από το αεροπλάνο της επιστροφής, ανοίχτηκαν 7 σαμπάνιες και ένα πανό έγραφε “Σάνον, θεέ του Ηρακλέους, προχώρησε την ομάδα σου όπως πρέπει”.

Η σύνθεση του Ηρακλή: Παπαδόπουλος, Τουμπόγλου (37′ Σεντελίδης), Καλαϊτζίδης, Ματσουκατίδης, Ξανθόπουλος, Χριστοφορίδης, Χατζηπαναγής (Κακαρινέλης), Κουσουλάκης, Πανταζής, Αντωνιάδης, Ποντίκης.

-Περιμένατε ότι θα νικήσετε τόσο εύκολα ή εκπλαγήκατε κι εσείς οι ίδιοι;

ΝΙΚΟΣ ΠΑΝΤΑΖΗΣ: «Παίζαμε υπό καταρρακτώδη βροχή. Καιρικές συνθήκες που δεν ευνοούσαν παίκτες όπως ο Χατζηπαναγής και εγώ. Ο Κουσουλάκης και ο Ορφανίδης, για παράδειγμα, δεν καταλάβαιναν από λασπωμένα, αλλά εμείς που ήμασταν πιο τεχνίτες επηρεαζόμασταν. Προσωπικά ποτέ δεν κοίταζα την μπάλα, αλλά αν το γήπεδο είναι ανώμαλο, ο αντίπαλος θα στην πάρει κι ας μην έχει την αγωνιστική σου αξία.

Αν δεν κάνω λάθος το ματς ήταν Τετάρτη. Πιάνουμε εκπληκτικό θέαμα σαν να ήμασταν η Μπαρτσελόνα. Μερικές φορές σου πιάνουν και όλα. Mετά από λίγες ημέρες (σ.σ. 2 Μαΐου) ξαναπαίζαμε εκτός έδρας με τον Παναιτωλικό, αυτή τη φορά για το πρωτάθλημα.

Μας έλεγαν «εντάξει βάλατε 7 γκολ τις προάλλες, σήμερα αφήστε μας να κερδίσουμε». Τώρα που το σκέφτομαι ίσως να ήταν και λίγο πιο χαλαροί αυτοί στον αγώνα του Κυπέλλου γιατί «καίγονταν» για βαθμούς στο πρωτάθλημα. Δεν είχαμε κι εμείς κίνητρο, ήμασταν χαλαροί και μας νίκησαν 3-1».

-Μία παρένθεση για να μας αναλύσεις τη διάταξη που εφαρμόζατε συνήθως.

«Παίζαμε 4-3-3 με τον Γκέσιο ή τον Ποντίκη φουνταριστό, τον Χατζηπαναγή αριστερά κι εμένα δεξιά. Οι αμυντικοί «κουβαλούσαν» την μπάλα μέχρι το κέντρο και πάλι πίσω. Δεν ήταν όπως τώρα που παίζουν όλη την πτέρυγα. Ο μοναδικός που έκανε μερικές προωθήσεις και επιχειρούσε κανένα σουτ ήταν ο Κουσουλάκης.

Όλοι ήμασταν καλοί παίκτες και ο Χατζηπαναγής ήταν το κερασάκι στην τούρτα. Εκείνος είχε τη φαντασία, ο Γκέσιος είχε κεφάλι και πόδι, εγώ ήμουν κάτι ενδιάμεσο… Τότε, όταν παίζαμε ένας με έναν, δεν υπήρχε περίπτωση να δώσουμε πάσα. Επιχειρούσαμε ή να ντριμπλάρουμε ή να τελειώσουμε τη φάση με σουτ».

Παραδοσιακά, ο Ηρακλής δυσκόλευε τον Παναθηναϊκό στο Καυτανζόγλειο, με αποκορύφωμα τα τέλη της δεκαετίας του 1970 μέχρι το 1986, όπου σε 7 εντός έδρας ματς τον νίκησε 6 φορές.

Η αρχή αυτής της καλής παράδοσης έγινε στις 12 Μαΐου 1976, όταν υπό το βλέμμα 26.000 θεατών επικράτησε 3-2 με γκολ των Ματσουκατίδη (5’), Ποντίκη (14’), Γκέσιου (72’) κι ενώ στο ενδιάμεσο οι «πράσινοι» είχαν ισοφαρίσει με τους Λιβαθηνό (41’), Γιαννακούλα (43’).

Ύστερα από το γκολ του Γκέσιου προκλήθηκαν επεισόδια στις εξέδρες του Καυτανζογλείου, με συνέπεια να επέλθει 8λεπτη διακοπή.

Αυτό το γεγονός έδωσε «πάτημα» στον Παναθηναϊκό για να υποβάλλει ένσταση, καθώς τα στελέχη του υποστήριξαν ότι ο αγώνας δεν ολοκληρώθηκε στο 90λεπτο, ενώ παράλληλα ότι ο σκόρερ του συγκεκριμένου γκολ βρισκόταν σε θέση οφσάιντ.

Η Κεντρική Επιτροπή Κυπέλλου αποφάνθηκε ότι το ματς έληξε κανονικά, εν αντιθέσει με την ΕΠΟ που με ψήφους 9-6 αποφάσισε την επανάληψή του!

Οι «κυανόλευκοι» προσέφυγαν στο ΑΣΕΑΔ, ενώ παράλληλα διοργάνωσαν εκδηλώσεις και παραστάσεις διαμαρτυρίας με τη συμμετοχή των αρχών της Θεσσαλονίκης και άλλων αθλητικών Σωματείων.

Τελικά, έπειτα από συνεδρίαση που κράτησε λίγο περισσότερο από μία ώρα, το Ανώτατο Συμβούλιο Επίλυσης Αθλητικών Διαφορών δικαίωσε τον Ηρακλή και ενέκρινε την πρόκρισή του στον τελικό Κυπέλλου της 9ης Ιουνίου κόντρα στον Ολυμπιακό.

Να σημειωθεί ότι αρχικά ο αγώνας είχε οριστεί για τις 2 Ιουνίου, όμως οι ενστάσεις και οι συνεδριάσεις τον «μετέφεραν» μία εβδομάδα μπροστά.


-Πώς ζήσατε αυτήν την πολύκροτη ιστορία;

ΝΙΚΟΣ ΠΑΝΤΑΖΗΣ: «Εγώ πιστεύω ότι πιο πολύ εμείς αδικηθήκαμε παρά ο Παναθηναϊκός. Καταρχήν θα σου πω ότι όπως στο ματς με τον Παναιτωλικό, έτσι και με τον Παναθηναϊκό, κάναμε ένα εκπληκτικό ξεκίνημα που το 2-0 θα μπορούσε άνετα να είναι… 7-0. Κάναμε ένα φοβερό παιχνίδι. Ο διαιτητής μας σταμάτησε πολλές φορές.

Θυμήθηκα τώρα μια απίστευτη φάση. Βγαίνει ο Χατζηπαναγής μόνος με τον Κωνσταντίνου κι εγώ δεξιά του. Σηκώνει το πόδι να τον πλασάρει, ο Κωνσταντίνου κάνει μια βουτιά στη γωνία του, ο Χατζηπαναγής «κόβει» ξανά την μπάλα και βγαίνει σε άδεια εστία.

Ξαφνικά σταματάει, ούτε πάσα σε μένα ούτε τίποτα, και ο Κωνσταντίνου σηκώνεται. Ακόμα ένα απότομο «κόψιμο», αυτή τη φορά από το δεξί στο αριστερό σε άδεια εστία, του φεύγει η μπάλα μισό μέτρο, έρχεται ο Καψής της δίνει μία και τη στέλνει κόρνερ! Ο κόσμος παραληρούσε. Τέτοια ευκαιρία δεν γινόταν να χαθεί».

«Δεν είχαμε ορίσει πριμ γιατί δεν το πιστεύαμε!»

Ανήμερα του τελικού της 9ης Ιουνίου, η «Αθλητική Ηχώ» αναφέρει: «Οι Πειραιείς επιτίθενται, με στόχο την 17η κατάκτηση του τροπαίου, ενώ οι Θεσσαλονικείς με τους οποίους αγωνίζεται ο Φαναράς, φιλοδοξούν να πάρουν, για πρώτη φορά, το Κύπελλο Ελλάδος.

Ο Ολυμπιακός εμφανίζεται λόγω προϊστορίας, δυναμικότητος και ευνοϊκότερου περιβάλλοντος επικρατέστερος για την νίκη. Οπωσδήποτε όμως ο Ηρακλής έχει τις αγωνιστικές δυνατότητες με μια καλή εμφάνιση και την ανάλογη τύχη στις κρίσιμες στιγμές του αγώνος, να ανατρέψει τα λογικά προγνωστικά και να πάρει αυτός το Κύπελλο».

Περίπου 25.000 θεατές, εκ των οποίων σχεδόν 8.000 υποστηρικτές του «γηραιού» (σ.σ. επεστράφησαν μόνο 1.050 εισιτήρια τους) δίνουν το «παρών» στο γήπεδο της Νέας Φιλαδέλφειας.

Ο Ολυμπιακός διέθετε μία εξαιρετική ομάδα που προερχόταν από 3 διαδοχικές κατακτήσεις πρωταθλημάτων, όμως ο Ηρακλής του Βασίλη Χατζηπαναγή ήταν διψασμένος να πάρει ρεβάνς για τους χαμένους τελικούς του 1947 και του 1957.

-Πώς είχατε προετοιμαστεί για εκείνο το πολύ σπουδαίο παιχνίδι;

ΝΙΚΟΣ ΠΑΝΤΑΖΗΣ: «Τότε, δεν φορούσα το περιβραχιόνιο, αλλά ουσιαστικά ήμουν ο αρχηγός γιατί εγώ μιλούσα με τον πρόεδρο και καθορίζαμε τα πριμ. Στον ημιτελικό με τον Παναθηναϊκό είχαμε πάρει 500.000 δραχμές. Στον τελικό, λοιπόν, δεν είχαμε καθορίσει πριμ.

Δεν πίστευε κανένας ότι μπορούμε να το πάρουμε! Λέγαμε ο ένας στον άλλον «ρε μήπως να βάλουμε;» και απαντούσαμε «μην λες βλακείες, μακάρι να παίξουμε καλά και μέχρι εκεί».

Ωστόσο, το «μέχρι εκεί» εκείνης της βραδιάς, δεν θα επαναλαμβανόταν ποτέ μέχρι σήμερα από τον Ηρακλή…

Ο Βασίλης Χατζηπαναγής «αδειάζει» την αντίπαλη άμυνα στο 27ο λεπτό και δίνει το προβάδισμα στον Ηρακλή, ο οποίος χάνει ευκαιρίες -κυρίως με τον Γιάννη Γκέσιο- για να διευρύνει το σκορ.

Ο προπονητής των κατόχων του τροπαίου Γιώργος Δαρίβας ρίχνει στη μάχη τον Τάκη Συνετόπουλο και η εικόνα του τελικού αλλάζει, δεδομένου ότι στο 61’ ο Βασίλης Σιώκος ισοφαρίζει με κεφαλιά.

Με συρτό σουτ στο 72ο λεπτό, ο μετέπειτα «ερυθρόλευκος» Βαγγέλη Κουσουλάκη ξαναβάζει σε θέση οδηγού τον Ηρακλή, προτού ο Μίλτον Βιέρα φέρει εκ νέου το ματς στα ίσα, έπειτα από ωραίο συνδυασμό με τους Γιάννη Κυράστα και Μάικ Γαλάκο στο 82’.

Η παράταση εξελίσσεται ιδανικά για την ομάδα του Λες Σάνον, αφού ο Χατζηπαναγής με μαγική ενέργεια στο 101’ και ο Γκέσιος προ κενής εστίας στο 110’ της δίνουν για πρώτη φορά αβαντάζ δύο γκολ.


Ακολουθεί ένταση με παίκτες του Ολυμπιακού να κινούνται απειλητικά προς την πλευρά του διαιτητή Λέλου Βαμβακόπουλου, ο οποίος αποβάλλει τον Κώστα Δαβουρλή.

Οι ψυχραιμότεροι σβήνουν τη… φωτιά και όλοι πιστεύουν ότι ο τελικός έχει τελειώσει, αφού η ομάδα του Πειραιά πρέπει να σημειώσει δύο γκολ με παίκτη λιγότερο σε διάστημα 18 λεπτών. Κι όμως το καταφέρνει!

Εκμεταλλευόμενος αδράνεια της άμυνας των τυπικά γηπεδούχων στο 115’, ο Πέτρος Καραβίτης μειώνει και κρατά ζωντανό τον Ολυμπιακό. Ένας ακόμη αείμνηστος άσος εκείνης της ομάδας, ο Λάκης Γκλέζος, ισοφαρίζει σε 4-4 με κοντινή προσπάθεια στο 118’ κι ενώ είχε προηγηθεί επιθετικό φάουλ στον Γρηγόρη Φανάρα. Τι τελικός! Εξίσου συναρπαστικός με εκείνους του 1988 και του 2009.

Προτού οι παίκτες στήσουν την μπάλα 14 φορές απέναντι στους Γρηγόρη Φανάρα και Παναγιώτη Κελεσίδη, ο Νίκος Πανταζής αφηγείται πώς έζησε τον φοβερό αυτό αγώνα στην κανονική διάρκεια και την παράταση.

«Εκτός από το γκολ του Βασίλη είχαμε χάσει κι ευκαιρίες. Θυμάμαι μία κεφαλιά μου από καλή θέση που δεν βρήκε στόχο. Και ο Γκέσιος είχε χάσει ευκαιρίες. Όταν μπήκαμε στα αποδυτήρια για το ημίχρονο, είχαμε αρχίσει να το πιστεύουμε.

Ο Βαμβακόπουλος έπαιζε… 150-0 υπέρ του Ολυμπιακού. Για μένα τα δύο γκολ τους στην παράταση δεν έπρεπε να μετρήσουν γιατί είχαν γίνει φάουλ στον Φανάρα. Έβγαινε στην αντεπίθεση ο Ματσουκατίδης και έτρωγε κλωτσιές από τους αμυντικούς. Βγάζαμε αντεπιθέσεις ακόμα και με… στραβοκλωτσιές γιατί αυτοί ανέβαιναν συνέχεια και άφηναν κενούς χώρους. Αν δεν είχε κάνει τις αλλαγές ο Σάνον, θα το είχαμε πάρει και νωρίτερα».

Ο Ολυμπιακός αποδεικνύεται… εξάψυχος όχι όμως και επτάψυχος, αφού στη διαδικασία των πέναλτι ο Φανάρας απέκρουσε τις εκτελέσεις των Συνετόπουλου και Σιώκου, συμβάλλοντας τα μέγιστα για να κατακτήσει ο Ηρακλής το μοναδικό Κύπελλο της υπεραιωνόβιας Ιστορίας του.

ΝΙΚΟΣ ΠΑΝΤΑΖΗΣ: «Το περίεργο ήταν ότι κερδίσαμε με τον μοναδικό άστοχο παίκτη να είναι ο Χατζηπαναγής! Ο Τουμπόγλου, αντίθετα, που ήταν «μηχανάκι» αλλά όχι από τα πρώτα, έβαλε το νικητήριο πέναλτι».

Η σειρά των πέναλτι: Κυράστας (1-0), Σεντελίδης (1-1), Καραβίτης (2-1), Avτονίεβιτς (2-2), Σταυρόπουλος (3-2), Χριστοφορίδης (3-3), Βασιλόπουλος (4-3), Ποvτίκης (4-4)*, Συνετόπουλος (απόκρουση), Χατζηπαναγής (απόκρουση), Γκλέζος (5-4), Κουσουλάκης (5-5), Σιώκος (απόκρουση), Τουμπόγλου (5-6).

*Η εκτέλεση επαναλήφθηκε, καθώς στην πρώτη ο Κελεσίδης είχε κινηθεί προτού αποκρούσει.

Οι συνθέσεις και τα highlights του τελικού:

ΗΡΑΚΛΗΣ (Λες Σάνον): Φανάρας, Σεντελίδης, Ξανθόπουλος, Χριστοφορίδης, Καλαϊτζίδης, Τουμπόγλου, Κουσουλάκης, Αντονίεβιτς, Χατζηπαναγής, Γκέσιος (113′ Ποντίκης), Πανταζής (80′ Ματσουκατίδης).

ΟΛΥΜΠΙΑΚΟΣ (Γιώργος Δαρίβας): Κελεσίδης, Κυράστας, Σιώκος, Γκλέζος, Αγγελής, Καραβίτης, Βιέρα (91′ Βασιλόπουλος), Δαβουρλής, Κρητικόπουλος (46′ Συνετόπουλος), Γαλάκος, Σταυρόπουλος.

Διαιτητής: Λέλος Βαμβακόπουλος.

«Another perfect day with Iraklis»

Ο μεσότιτλος είναι «δανεισμένος» από ένα παλιό πανό των οπαδών του Ηρακλή, μόνο που στην προκειμένη το αφιέρωμα αφορά στην… πιο «perfect day».

Ο αρχηγός Γρηγόρης Φανάρας σηκώνει στον ουρανό της Αθήνας το βαρύτιμο τρόπαιο, ενώ την ίδια ώρα στη Θεσσαλονίκη χιλιάδες φίλαθλοι βγαίνουν στους δρόμους με σημαίες και φωνάζουν: «Ήτα Ρο Άλφα Κλης, Κυπελλούχος Ηρακλής».

ΝΙΚΟΣ ΠΑΝΤΑΖΗΣ: «Είχαμε πάει στα μπουζούκια, νομίζω στον Μενιδιάτη, και την άλλη μέρα στη Θεσσαλονίκη έγινε υποδοχή… πολέμου. Όλη αυτή η πορεία ήταν ένα όνειρο από την αρχή μέχρι το τέλος».

Κατά τις 21:30 της 10ης Ιουνίου, η «κυανόλευκη» αποστολή προσγειώνεται στο αεροδρόμιο της Μίκρας και περισσότεροι από 10.000 θεατές την υποδέχονται με πρωτόγνωρο ενθουσιασμό.

Ύστερα από το 1970 (Άρης), το 1972 και το 1974 (ΠΑΟΚ), το Κύπελλο έρχεται στη Θεσσαλονίκη και το 1976, αυτή τη φορά χάρη στον Ηρακλή του Χατζηπαναγή, του Πανταζή, του Φανάρα, του Γκέσιου, του Κουσουλάκη, του Νικολούδη, του προπονητή Σάνον…

Δεκάδες χιλιάδες θεατές περιμένουν την αποστολή, η οποία στο μεταξύ έχει επιβιβαστεί σε λεωφορείο, στους δρόμους της πόλης και ξεσπούν σε ζητωκραυγές, ενώ το γλέντι κρατά μέχρι τις πρώτες πρωινές ώρες.

***

Δίπλα στα προπολεμικά πρωταθλήματα ΕΠΣΜ του 1927 και του 1938, ο Ηρακλής τοποθετεί το Κύπελλο του 1976. Τα όνειρα για το μέλλον πολλά. Συμμετέχει σε άλλους 2 τελικούς (1980, 1987), καταλαμβάνει την 3η θέση στην Α’ Εθνική της σεζόν 1983-84, βγαίνει ουκ ολίγες φορές στην Ευρώπη…

Σταδιακά, ο «γηραιός» γίνεται όλο και πιο γερασμένος. Αντιμετωπίζει διοικητικά και οικονομικά προβλήματα, γνωρίζει υποβιβασμούς, αποδυναμώνεται περισσότερο παρασκηνιακά.

Ας είναι. Μια βραδιά δική του, ολόκληρη η Ιστορία πολλών άλλων που αναζητούν φιλάθλους (ή μάλλον πελάτες) με το τουφέκι. Κι αυτή η βραδιά ήταν η 9η Ιουνίου 1976. Η βραδιά που από ημίθεος έγινε ΘΕΟΣ.

*Οι φωτογραφίες προέρχονται από την εφημερίδα “Αθλητική Ηχώ” και το βιβλίο του δημοσιογράφου Γιώργου Καράδαλη “Ηρακλής Κυπελλούχος Ελλάδος ’76”

 

Διαβάστε ακόμη:

Η Ιστορία του Καυτανζογλείου, τα εγκαίνια, τα ρεκόρ, τα μεγάλα ματς…

Διαβάστε ακόμα
Σχόλια
Loading...
error: Content is protected !!