Τους τελευταίους μήνες η επικοινωνία των συντελεστών του Sport-Retro.gr με τον Χρήστο Σωτηρακόπουλο έχει γίνει πολύ συχνή (και) λόγω της στήλης “Replay” με τις όμορφες ιστορίες από το παρελθόν.
Σε κάθε συνάντησή μας, καθώς και στις περισσότερες τηλεφωνικές συνομιλίες, τουλάχιστον ένα άγνωστο περιστατικό ή μία μαρτυρία θα προστεθούν στο θυμικό μας.
Ο διάσημος δημοσιογράφος έχει έναν σημαντικό λόγο για να αισθάνεται χαρούμενος: έχει βρει από τα μικράτα του το χάπι κατά της ανίας, καθώς δεν έχει σταματήσει στιγμή να απολαμβάνει το επαγγελματικό του αντικείμενο.
Έχει γυρίσει όλο τον κόσμο, έχει γνωρίσει τεράστιες προσωπικότητες του αθλητισμού, της δημοσιογραφίας και της πολιτικής, έχει μεταδώσει δεκάδες αξέχαστες αναμετρήσεις ελληνικού ή μη ενδιαφέροντος και το κυριότερο: έχει πολύτιμη συμβολή στη γιγάντωση του αθλητικού ραδιοφώνου και την τηλεοπτική εδραίωση του Champions League στη χώρα.
Το Sport-Retro.gr συνάντησε τον Χρήστο Σωτηρακόπουλο στο γραφείο του στο Κέντρο Αθλητικού Ρεπορτάζ για μια συνέντευξη εφ’ όλης της ύλης αναφορικά με την πολυετή καριέρα του ως δημοσιογράφος και συγγραφέας.
-Αθλητική Ηχώ, Tuttosport, ρεπορτάζ μπάσκετ… Τα πρώτα σου δημοσιογραφικά βήματα.
«Η «Αθλητική Ηχώ» είναι ένα μεγάλο κομμάτι της ζωής μου. Πήγα παιδί. Μπόρεσα και συνεργάστηκα με πολύ μεγάλους δημοσιογράφους και είχα την ευκαιρία να κάνω, ας το πούμε, βοηθητικό ρεπορτάζ. Το λέω έτσι, διότι δεν ήμουν ρεπόρτερ σε καμία βασική ομάδα. Εξωτερικά κείμενα κάναμε και γράφαμε παραλειπόμενα στις στήλες των καθημερινών, όπως λεγόταν η δεύτερη σελίδα.
Έτσι μπόρεσα και γνώρισα πάρα πολύ κόσμο πηγαίνοντας στις προπονήσεις, βοηθώντας τους ρεπόρτερ της εποχής και βγάζοντας κατ’ επέκταση κάποια καλά αποκλειστικά θέματα για εκείνη την περίοδο.
Με είχε στηρίξει πάρα πολύ ο αείμνηστος Κλεομένης Γεωργαλάς, εκ των εκδοτών της εφημερίδας, γιος του ενός εκ των ιδρυτών, του Γεωργίου Γεωργαλά και συνιδρυτής με τον Ευάγγελο Σέμπο, ο οποίος επίσης εκείνη την περίοδο μου έδωσε την ευκαιρία να συνεργαστώ με πολύ μεγάλα ονόματα. Οπότε, η «Ηχώ» πάντα θα είναι ένα μεγάλο κομμάτι στην καρδιά μου.
Η «Tuttosport» προέκυψε μέσω καραμπόλας. Συνεργάζομαι ακόμη και σήμερα, εκπροσωπώντας κάθε χρόνο την Ελλάδα για το περίφημο «Golden Boy». O άνθρωπος που είναι σήμερα διευθυντής στην «Tuttosport», ο Μάσιμο Φράνκι, ήταν ένα πιτσιρίκι όταν ξεκίνησα εγώ. Πιτσιρίκι ήμουν κι εγώ και μιλάγαμε κάθε Κυριακή βράδυ.
Εγώ του έδινα τα στοιχεία του τι έγινε στην Ελλάδα, που ενδιέφερε πολύ τους Ιταλούς κατά καιρούς είτε γιατί κληρωνόμασταν Εθνική ομάδα Ιταλίας με Ελλάδα σε κάποια και διαφορετικά επίπεδα είτε γιατί υπήρχαν συναντήσεις ελληνικών ομάδων με ιταλικές.
Συνήθως μεγάλο ενδιαφέρον είχαν και οι αναμετρήσεις μπάσκετ. Εκείνη την εποχή, βέβαια, οι ιταλικές ομάδες του μπάσκετ είχαν τις ελληνικές της σφαλιάρας. Μας κέρδιζαν δηλαδή με πάρα πολύ μεγάλες διαφορές.
Έτσι γνώρισα τους ανθρώπους της «Tuttosport», μέσω του Ανδρέα Μπόμη, του ανθρώπου που με έβαλε στη δουλειά στη μεγάλη «Απογευματινή» της εποχής με το τεράστιο αθλητικό τμήμα: τον αείμνηστο Χρήστο Ράπτη, τον μετέπειτα διευθυντή Χάρη Λυμπερόπουλο, τον Νίκο Κατσαρό, τον Ηρακλή Κοτζιά… Τους ανθρώπους δηλαδή που ουσιαστικά με έβαλαν στην ΕΡΤ. Τον Γιάννη Θεοδωρακόπουλο, τον Φαίδωνα Κωνσταντουδάκη… Πάρα πολύ σπουδαίους δημοσιογράφους…
Ο Ανδρέας (σ.σ. Μπόμης) με γνώρισε στους Ιταλούς φίλους του – γιατί οι περισσότεροι top δημοσιογράφοι στην Ιταλία ήταν φίλοι του και τους είπε να επικοινωνούμε, να τους δίνω και να μου δίνουν. Έτσι, λοιπόν, μπήκα και άρχισα να κάνω ανταποκρίσεις. Ήταν μια πολύ μεγάλη εμπειρία.
Αυτά συνέβησαν όταν πρωτοπήγα στην Ιταλία, δοκιμάζοντας να σπουδάσω. Από το 1979 μέχρι το Mundial του 1982. Ως το διάστημα που μπήκα φαντάρος το 1983. Με κάποια καλά χρήματα κάθε φορά που προέκυπτε ένα θέμα, γιατί ήμουν με το «κομμάτι». Αλλά ειλικρινά σου μιλάω ότι ήταν το τελευταίο πράγμα που με ενδιέφερε. Ήταν τόσο μεγάλη η εμπειρία.
Πήγα και χτύπησα την πόρτα στο φροντιστήριο αγγλικών που είχε ο μεγάλος Αλκέτας Παναγούλιας. Ο άνθρωπος δηλαδή που είχε πάει την Εθνική ομάδα στο Euro και είχε ψηφιστεί από την «Tuttosport», από την «Gazzetta dello Sport» και από την «Guerin Sportivo» προπονητής της χρονιάς έκανε αγγλικά σε παιδιά! Δεν μπορείς ποτέ να διανοηθείς τον Σκίμπε, τον Ρεχάγκελ, τον Μπάγεβιτς, τον Λεμονή, τον Ρανιέρι, τον οποιονδήποτε προπονητή ότι θα κάνουν και κάτι άλλο για να ζήσουν.
Έτσι, λοιπόν, χτύπησα την πόρτα του Αλκέτα, του είπα ότι είμαι ανταποκριτής της «Tuttosport». Στην αρχή πίστευα ότι δεν με είχε πάρει στα σοβαρά – ήμουν και πιτσιρίκι, αλλά με αντιμετώπισε όπως αντιμετώπιζε τον Διακογιάννη. Γιατί ο Αλκέτας Παναγούλιας ήταν πολύ μεγάλος σε όλα, ήταν πολύ μπροστά από την εποχή του.
Το μπάσκετ ήταν ένα μεγάλο κομμάτι της ζωής μου. Έπαιζα πολύ στο σχολείο και μου άρεσε. Μην σου πω ότι προτιμώ να παίζω μπάσκετ παρά ποδόσφαιρο. Δεν το παρακολουθώ πια επαγγελματικά, αλλά μου αρέσει πάρα πολύ να βλέπω αγώνες. Τότε μετέδωσα για αρκετά χρόνια. Ο Φίλιππας Συρίγος μου έδωσε τεράστιες ευκαιρίες. Άλλος εξαιρετικός, φοβερός και πραγματικός δάσκαλος και δημοσιογράφος.
Με τον τεράστιο Άρη της εποχής. Έμπαινα μέσα στα αποδυτήρια μετά τα παιχνίδια και έμενα μέσα όση ώρα έκαναν μπάνιο ο Γκάλης, ο Γιαννάκης, ο Φιλίππου, ο Ρωμανίδης… Με την Εθνική του μπάσκετ αργότερα. Μέχρι το 1986 έκανα και μπάσκετ – μην σου πω περισσότερο μπάσκετ από ποδόσφαιρο. Κάποια στιγμή είχα κάνει συνέντευξη σε όλους τους σταρ της εποχής.
Θυμάμαι ξεκίναγε ένα δεύτερο ημίχρονο Παναθηναϊκός-Πανιώνιος. Ήμασταν στην ΕΡΤ. Ο Φίλιππος έτοιμος να ξεκινήσει τη μετάδοση. Εγώ ήμουν στη σέντρα του γηπέδου, το τζάμπολ δηλαδή, και έκανα συνέντευξη με τον Κώστα Μίσσα που έπαιζε τότε στον Πανιώνιο και με τον Μιχάλη Κυρίτση, τον προπονητή του Παναθηναϊκού και ο διαιτητής περίμενε να τελειώσουμε εμείς τη live συνέντευξη στον «Τάφο του Ινδού» για να ξεκινήσει το δεύτερο ημίχρονο! Επικές στιγμές. Λέμε ότι η τηλεόραση έχει δύναμη. Τότε η τηλεόραση είχε πραγματικά δύναμη.
-Δηλαδή σταμάτησες οριακά πριν από το 1987;
«Ναι. Ο Φίλιππας επέμενε να συνεχίσω, αλλά θεώρησα ότι δεν μπορούσα πια να κρατάω δύο καρπούζια. Είχα ξεκινήσει να μεταδίδω μεγάλα παιχνίδια στην ΕΡΤ. Τελικούς Κυπέλλων Ευρώπης. Βιντεότον-Ρεάλ, Ντιναμό Κιέβου-Ατλέτικο Μαδρίτης… Πήγαινα σε πολύ μεγάλα ματς. Ημιτελικούς Κυπέλλου Πρωταθλητριών και Κυπελλούχων… Δεν ήταν όπως η σημερινή εποχή που βρίσκεις όποιο στοιχείο θέλεις την ώρα του αγώνα. Τότε έπρεπε να προετοιμαστείς πολύ πριν να πας να κάνεις κάτι. Επέλεξα με πόνο καρδιάς να αφήσω το μπάσκετ.
Αν και το 1987 μου δόθηκε μια τεράστια ευκαιρία χάρη στον Γιάννη Θεοδωρακόπουλο, επικεφαλής Τύπου του Eurobasket, να είμαι στους αγώνες, να παίρνω τους προπονητές και να τους πηγαίνω στη συνέντευξη Τύπου. Αυτό σημαίνει ότι είχα ελεύθερο πάσο σε όλα τα αποδυτήρια και έτσι έζησα απίστευτες στιγμές. Αν υπήρχαν τα σημερινά τηλέφωνα θα είχα μερικές από τις καλύτερες φωτογραφίες της ζωής μου μες στα αποδυτήρια, έτσι όπως ζούσα το απίθανο Eurobasket του 1987.
Ήταν μια τεράστια εμπειρία, γνωρίζοντας από κοντά ανθρώπους. Τον πολύ μεγάλο Γκομέλσκι, μία φυσιογνωμία πολύ υψηλού επιπέδου, τον Μπιανκίνι που επί σειρά ετών ήταν προπονητής της Καντού – κέρδιζε τα πάντα στην Ιταλία – και μετά προπονητής της εθνικής Ιταλίας. Ο Σαν Επιφάνιο ήταν ένας κύριος με το «κ» κεφαλαίο. Κάποια στιγμή με φώναξε και μου λέει ‘θέλεις κάποιο δώρο από την ομάδα μας;’. Ντράπηκα να του πω ‘θέλω μια φανέλα’, όπως είναι τα περισσότερα αναμνηστικά που έχω. Το μόνο που του ζήτησα ήταν ένα pin, το οποίο επειδή δεν είχε πάνω του αναγκάστηκε να ψάξει όλα τα αποδυτήρια! Αν τελικά του είχα ζητήσει μια μπλούζα, θα ήταν πιο εύκολο…».
«Ο Γιάννης Διακογιάννης δεν ξεπεράστηκε στην ελληνική τηλεοπτική δημοσιογραφία. Βιβλία έγραψε πολλά. Γράψαμε πολλοί. Έγραψε στις εφημερίδες. Έχουμε γράψει πολλοί. Στην τηλεόραση έχουμε κάνει πολλοί μεταδόσεις. Γιάννης Διακογιάννης, που σε έβαζε μέσα στο νόημα του παιχνιδιού, θεωρώ ότι κανένας μας δεν μπόρεσε να τον πλησιάσει. Και ο Διακογιάννης δεν έκανε ένα πράγμα.
Ο Διακογιάννης έκανε στίβο – δύσκολο πράγμα, το έκανε καταπληκτικά. Έτρεχε o Xoυαντορένα το 1976 στο Μόντρεαλ στα 400μ. και έτρεχες μαζί του. Περιέγραφε κολύμπι. Κολύμπαγε ο Σπιτς και έμπαιναν στο σαλόνι σου οι πιτσιλιές από το νερό. Και στο ποδόσφαιρο σου ξαναλέω ότι εμείς έχουμε όποιο στοιχείο θέλουμε την ώρα του αγώνα. Ο Διακογιάννης έπρεπε ή να το θυμάται ή να το έχει ψάξει.
Νομίζω ότι είναι μία πολύ μεγάλη φυσιογνωμία. Και υπήρξε ένας άνθρωπος, του οποίου η φωνή μας τράβηξε, μας σαγήνευσε και μας έφερε στα νερά της αθλητικής δημοσιογραφίας. Και εκείνη την εποχή, βέβαια, δεν ήταν ένα glamour επάγγελμα».
-Αθλητική Κυριακή
«Θα χρωστάω πάντα σε αυτή. Στο σήμα της, την εμπειρία της, τον Νίκο Κατσαρό, που αυτός ήταν ο άνθρωπος που μου άνοιξε αυτή τη μαγική πόρτα. Σε ηλικία 22 χρονών μου έδωσε την ευκαιρία να βγω σε μία εκπομπή που την έβλεπε όλη η Ελλάδα. Δεν ήταν εύκολο. Έγινε από καραμπόλα. Μετά τον Διακογιάννη δεν ήταν εύκολο να πάει κάποιος σε εκπομπή με ένα άτομο. Υπήρχε ο Διακογιάννης, υπήρχε ο Φουντουκίδης και από εκεί και πέρα όλοι οι υπόλοιποι ήμασταν καινούργιοι στην τηλεόραση. Από τους πιο παλιούς τότε μέχρι τους πολύ καινούργιους που ήμασταν εμείς, καταλαβαίνεις ότι προτιμήθηκε μια λύση με πολλά άτομα για να μπορέσει να ισορροπηθεί η έλλειψη Διακογιάννη.
Εμένα μου έδωσαν τελικά ένα από τα ωραιότερα κομμάτια, το οποίο ήταν το εξωτερικό. Έβγαινα και έλεγα τα γκολ της Ιταλίας, της Ισπανίας, της Γερμανίας… Κάθε φορά για μισή ώρα και βάλε, σε μία εποχή που την εκπομπή έβλεπε μίνιμουμ 2.000.000 κόσμος. Επίσης έκανα πάρα πολλά δελτία. Με όλους έχω κάνει δελτία. Με τον Κουίκ, με τη Στάη, με τον Ζησιμάτο, με τον Σερέζη… Η αλήθεια είναι ότι η τηλεοπτική μου καριέρα συνδέθηκε με το «MEGA». Θεωρώ ότι τηλεοπτικά η αποχώρησή μου για να πάω στο «MEGA» ήταν η καλύτερη κίνηση της ζωής μου».
«Το ΚΑΡ ήρθε σε ένα σημείο της ζωής μου που θεώρησα ότι μπορώ να κάνω κάτι με ένα πολύ μεγάλο ρίσκο. Πήρα όσα χρήματα είχα στην τράπεζα και άνοιξα τη σχολή. Όταν είσαι 30 χρονών λες ‘και να μου στραβώσει κάτι, οκ’. Είναι ένα ρίσκο που δεν θα το κάνεις στα 40 ή τα 50 σου. Το έκανα, μου βγήκε και χάρη σε αυτή τη δημιουργία και την επιτυχία της σχολής, η οποία έχει κλείσει 23 χρόνια, πάνω από 400-500 άνθρωποι έχουν κάνει μεγάλη καριέρα στον χώρο, τελειώνοντας από αυτή.
Διευθυντές, αρχισυντάκτες, προϊστάμενοι, ρεπόρτερ… Το βασικότερο είναι ότι άνοιξε τον δρόμο για να δημιουργηθεί ο «ΣΠΟΡ FM», χάρη σ’ αυτό δημιουργήθηκαν μετά οι συνθήκες για να γίνει η «SportDay» και πάει λέγοντας. Οπότε νομίζω ότι δικαιωθήκαμε όλοι όσοι το κάναμε. Ο Γιώργος Χελάκης, ο Μπάμπης Χριστόγλου… Η ιδέα της σχολής ήταν ένα πράγμα που το κουβάλαγα 2 χρόνια. Έψαχνα, χτύπαγα πόρτες, δεν έβρισκα ανταπόκριση και είπα κάποια στιγμή ‘ή το κάνεις τώρα ή δεν το κάνεις ποτέ’».
-ΣΠΟΡ FM
«Μας προέκυψε ως ευκαιρία να βρούμε τη συχνότητα. Ο Μπάμπης Χριστόγλου, ο Γιώργος Χελάκης και ο Γιώργος Δήμας που μας βοήθησε πολύ να το στήσουμε το πράγμα, ο Παντελής Καλαϊτζίδης, ο τεχνικός μας διευθυντής από την πρώτη μέρα και ο άνθρωπος που επίσης έβαλε τη ζωή του. Και όλα τα 7-8 παιδιά που το ξεκινήσανε. Πραγματικά κάθισαν από πάνω μην τυχόν και δεν βγει. Είπαμε ‘ή τώρα θα βγει σε 10-15 μέρες ή…’. Και τα παιδιά όταν γεννιούνται δεν είναι έτοιμα. Δεν μπορούν να περπατήσουν με τη μία. Είναι ομαδικές οι επιτυχίες, όπως και οι αποτυχίες.
Ο «ΣΠΟΡ FM» ήθελε την τρέλα του Χελάκη και την οργανωτικότητά του σε πολλά πράγματα εκείνη την εποχή, που έφερνε σε μία ισορροπία τον δικό μου παρορμητισμό. Ήθελε τον Μπάμπη Χριστόγλου να βγαίνει ξαφνικά τα μεσημέρια και να καθιερώνει ένα νέο είδος ραδιοφώνου. Ήθελε να βάλουμε τον Βασίλη Γερασίμου τη νύχτα, όταν όλα τα ραδιόφωνα έπαιζαν μια κασέτα με μουσική και να νιώθει ο άλλος ότι ακούει ζωντανό πρόγραμμα. Ήθελε τον Γιώργο Δήμα να κάνει έναν σχεδιασμό της εποχής πώς θα ακουγόμαστε σε όλο και περισσότερα μέρη. Ήθελε τον Παντελή Καλαϊτζίδη και τον συγχωρεμένο τον Αντώνη Μπόκτορ.
Ο Μπόκτορ να κρέμεται στον δρόμο της Καλλιθέας με την κεραία για να μπορέσουμε να πιάσουμε σήμα και να βγαίνουμε στον αέρα όταν κοβόταν, γιατί δεν ήταν τότε οι τεχνικές συνθήκες που έγιναν αργότερα. Θέλω να σου πω, λοιπόν, ότι θέλει μια τρέλα για να πετύχεις κάτι. Νομίζω ότι ο «ΣΠΟΡ FM» έφερε κάτι καινούργιο και ο κόσμος το κατάλαβε».
-Μου έχεις διηγηθεί την ιστορία με το επεισόδιο Ολυμπιακού-Ζάχοβιτς, όταν από τα αυτοκίνητα στον δρόμο ακουγόταν ο «ΣΠΟΡ FM»
«Πάρα πολύς κόσμος. Πολλά πράγματα υπήρξαν. Κατάλαβα ότι ο «ΣΠΟΡ FM» έχει δύναμη όταν πέρναγα από πιάτσες ταξί και ξαφνικά άκουγα… εμένα ενώ ήμουν στον αέρα ή κάποιον άλλον. Άκουγες τον ήχο να επαναλαμβάνεται δίπλα σου περνώντας από αυτοκίνητα! Τότε καταλάβαινες ότι έχει πιάσει το πράγμα. Και είναι πολύ σημαντικό γιατί πριν από μια 20ετία το ραδιόφωνο είχε πολύ μεγαλύτερη διείσδυση στην καθημερινότητα. Σήμερα το internet σου βγάζει την είδηση αμέσως. Καλή, κακή, fake ή όχι δεν έχει καμία σημασία, κάποιος είναι μόνιμα με ένα κινητό τηλέφωνο, το πατάει, κάνει refresh και μπήκε. Όταν ήταν βραδιά πολιτική, εξελίξεων, εκλογών κ.τ.λ. έλεγες ‘γύρισε στο “MEGA” να δούμε τι έγινε’. Αυτό το πράγμα κατάφερε να κάνει και ο «ΣΠΟΡ FM» επί σειρά ετών στο αθλητικό ραδιόφωνο.
Όταν βγήκε ο «ΣΠΟΡ FM», η «ΕΡΑ Σπορ» ήταν περίπου στο 3,5% και στο 1% ο «Sprint FM», ένα ραδιόφωνο που είχε βγάλει με πολύ μεγάλη προσπάθεια η ομάδα του «Φιλάθλου». Σύνολο; 4,5%. Βγήκε ο «ΣΠΟΡ FM», αλλά δεν έφαγε τους άλλους για να πάρει. Μετά από μερικά χρόνια είχε 7,8,9,10,11% ο «ΣΠΟΡ FM», από 6,7,8% η «ΕΡΑ Σπορ» και είχαν βγει και κάποια άλλα αθλητικά ραδιόφωνα που είχαν 2-3%. Αυτό σημαίνει ότι η πίτα του αθλητικού ραδιοφώνου έγινε 20%. Για μένα αυτή ήταν η μεγαλύτερη επιτυχία. Μεγαλώσαμε την πίτα, χωρίς να φάμε τις σάρκες των άλλων για να επιζήσουμε. Κι αυτό σημαίνει ότι στον ανταγωνισμό και εμείς και κάποιοι άλλοι γίναμε καλύτεροι».
–«Ταξίδι στ’ Αστέρια». Το τελευταίο βιβλίο σου.
«Καταρχήν, τα βιβλία τα νιώθεις σαν παιδιά σου. Πραγματικά το εννοώ αυτό. Τα παίρνεις φρεσκοτυπωμένα, τα έχεις, τα βλέπεις, τα αγκαλιάζεις, τα κρατάς… Εννοείται ότι τίποτα δεν μπορεί να αντικαταστήσει την αίσθηση των παιδιών σου, αλλά από εκεί και πέρα, ίσως το πλησιέστερο πράγμα σε δημιουργία στον δικό μας χώρο είναι ένα βιβλίο. Ειδικά αν ένα βιβλίο πάει καλά. Αν το πάρει κόσμος, αν το ψηφίσει κόσμος, όπως έγινε και με το «Ταξίδι στ’ Αστέρια» που πήρε Βραβείο Κοινού στα «Public». Αυτό σημαίνει ότι χιλιάδες κόσμος μπήκε και ψήφισε. Και ψήφισε και δύο φορές μάλιστα. Σημαίνει ότι κάποιοι το πήραν στα χέρια τους, του άρεσε και το κάνανε.
Το «Ταξίδι στ’ Αστέρια» είναι, ουσιαστικά, τα 60 χρόνια του Κυπέλλου Ευρώπης Πρωταθλητριών ομάδων ή UEFA Champions League, όπως έχουμε συνηθίσει να το λέμε. Το μάζευα χρόνια. Έχει μέσα μια καταγραφή πολλών γεγονότων, αλλά ταυτόχρονα έχει και μια πολύ μεγάλη προσωπική κατάθεση στοιχείων, ιστοριών, γεγονότων, φωτογραφιών… Γιατί τα 25 από αυτά τα χρόνια – τα 30 αν βάλουμε και το κομμάτι της ΕΡΤ πιο πριν – τη μισή ιστορία του θεσμού ταξιδεύω στα διάφορα μέρη της Ευρώπης, περιγράφω τους τελικούς, τους ημιτελικούς, τις ελληνικές ομάδες…
(Λάβετε μέρος στον σχετικό διαγωνισμό του Sport-Retro.gr για το βιβλίο)
Είναι ένα κομμάτι της ζωής μου. Παράλληλα, λοιπόν, με τη ζωή μου που άλλαζε όπως όλων των ανθρώπων στα 30, τα 35, τα 40, τα 45 με τα καλά και τα κακά τους, παράλληλα με τις γεννήσεις των παιδιών μου, παράλληλα με τα γενέθλια των παιδιών μου που πολλές φορές τα έχανα γιατί ήμουν σε μεταδόσεις, παράλληλα με τις υπέροχες μέρες που έζησα μαζί με όλους τους συναδέλφους στο «MEGA». Το «MEGA» μας έδωσε την ευκαιρία να πάρουμε αυτό το προϊόν και να το απογειώσουμε. Στην Ελλάδα το Champions League συνδέθηκε εντελώς με το «ΜΕGA».
Και μετά, βέβαια, όταν το προϊόν πήγε στη «NOVA» ή το «Supersport» μου ζητήθηκε και ήμουν εκεί. Τώρα είμαι στην «Cosmote TV», επίσης ένα υπέροχο κομμάτι της ζωής μου γιατί κάνω κι άλλα πράγματα. Κάνω το αγγλικό ποδόσφαιρο, κάνω πράγματα που μου αρέσουν… Αλλά το Champions League ας πούμε ότι είναι το κεντρικό σημείο αναφοράς και γύρω του υπάρχουν τα υπόλοιπα. Οπότε είναι μαζί η ζωή μου μέσα από ένα βιβλίο. Αυτό είναι τα τελευταία 25 χρόνια από τα 60 του βιβλίου. Και με πήρε 6 μήνες τουλάχιστον το τελευταίο κομμάτι του, χωρίς ανάσα για να το ολοκληρώσω και να προλάβει να βγει στο deadline το περυσινό. Και μια δεκαετία τουλάχιστον για να μαζέψω πράγματα.
Και πάλι όταν βγήκε βρήκα καμιά 15αριά-20αριά λάθη. Δεν μπορεί να μην υπάρχουν λάθη σε ένα βιβλίο. Όπως επίσης ότι άφησα μερικά πράγματα απ’ έξω, όπως κάποιες φωτογραφίες που σου έδειξα πριν από λίγο. Κάποια εξ αυτών θα μπορούσαν να είχαν μπει μέσα».
-Έχεις μεταδώσει εκατοντάδες ματς και πρέπει να απαντήσεις γρήγορα: Ποιο είναι το πρώτο που σου έρχεται στο μυαλό;
«Το Μίλαν-Λίβερπουλ 3-3. Ο τελικός της Κωνσταντινούπολης. Πολύ εύκολη η απάντηση γιατί είναι ένα παιχνίδι που έχει τα πάντα, έχει ανατροπή, έχει τη Λίβερπουλ μετά από πάρα πολλά χρόνια, έχει μία κακή μετάδοση από μέρους μου. Δεν έχω λειτουργήσει απολύτως επαγγελματικά εκείνη τη μέρα και είναι κακή η μετάδοση, αλλά τέλος πάντων ελπίζω ότι το έχω διορθώσει με πολλές άλλες μεταδόσεις. Μου ξέφυγε το ματς, όπως ξέφυγε πολύ περισσότερο από μένα στον Αλέξη Σπυρόπουλο εκείνη η μετάδοση. Πέρασε πολύ συναισθηματικό στοιχείο που δεν έπρεπε. Από την άλλη, αυτό είναι και το ποδόσφαιρο. Έχεις τα πάνω σου, έχεις τα κάτω σου, έχεις καλές μέρες, έχεις κακές μέρες… Όλοι μας. Δεν μπορεί οι ποδοσφαιριστές να έχουν καλές ή κακές μέρες και να μην έχουμε κι εμείς. Δηλαδή τι είμαστε εμείς για να μην έχουμε;»
Στην παραπάνω φωτογραφία διακρίνονται (σαν ρολόι): 1. Φανέλα εθνικής Ισπανίας με τις υπογραφές όλων των παικτών που κατέκτησαν το Παγκόσμιο Κύπελλο του 2010, 2. Σερ Άλεξ Φέργκιουσον σε μπλουζάκι του τρεμπλ το 1999, 3. Φανέλα από το τελευταίο πρωτάθλημα της Λίβερπουλ το 1990, 4. Φανέλα Μίλαν με Πίρλο και Μαλντίνι, 5. Φανέλα Μπέργκαμπ από τον ημιτελικό με τη Βιγιαρεάλ τη χρονιά που η Άρσεναλ έπαιξε τελικό Champions League (2006), 6. Φανέλα Όουεν από ματς της Αγγλίας, 7. Η πρώτη φανέλα του Δώνη στην Μπλάκμπερν, 8. Στο κέντρο φανέλα Εθνικής Ελλάδας με τις υπογραφές όλων των παικτών
-Γνωρίζω, όμως, ότι η… αγωνιστική αδυναμία σου δεν είναι η Λίβερπουλ, αλλά ο Άγιαξ.
«Αυτό δεν το ξέρει πολύς κόσμος. Έχω αδυναμία στον μεγάλο Άγιαξ του 1971-1973 και της εθνικής Ολλανδίας των 70s’. Γιατί, περισσότερο από τη Λίβερπουλ σε αυτό το κομμάτι, ο μεγάλος Άγιαξ έχει αλλάξει το ποδόσφαιρο. Γιατί οι Ολλανδοί είναι αυτοί που έμαθαν σε εμάς πόσο ωραίο είναι το ποδόσφαιρο. Γιατί ήταν αυτοί που άλλαξαν αυτό που βλέπουμε μέχρι και σήμερα. Γιατί χωρίς τον Άγιαξ και την κατάργηση των θέσεων, χωρίς τον Ρίνους Μίχελς, χωρίς τον τεράστιο Γιόχαν Κρόιφ, δεν θα μπορούσε ποτέ να αλλάξει αυτό το πράγμα.Συνεπώς, φαντάσου αργότερα να γνωρίζεις τον Κρόιφ, να περνάς γενέθλια μαζί του… Φαντάσου αργότερα να φέρνεις ανθρώπους, να είναι στην Ελλάδα, να τους πηγαίνεις για φαγητό, να δουν ματς στο γήπεδο, να χαζέψουν τη θάλασσα ή οτιδήποτε. Τον Σουρμπίρ, τον Κρολ, τον Χουλσόφ, τον αείμνηστο τον Xέρι Μιούρεν… Αυτούς που έβλεπες παιδί να σου αλλάζουν όλη την εικόνα να είναι στο ίδιο τραπέζι μαζί σου, να βγαίνουν στο ραδιόφωνο να σου μιλήσουν κάποια στιγμή και να λένε ας πούμε ‘γεια σου φίλε μου Χρήστο’ ή να σου λένε ‘τι δώρο να σου στείλουμε;’, να ζητάς μια φανέλα και να σου τη στέλνουν.
Όπως το ίδιο έχει συμβεί και με τη Λίβερπουλ με τη φανέλα που βλέπεις πίσω. Με τον Νταλγκλίς, που την πήρε ο Ρας, υπέγραψαν όλοι της ομάδας του 1986 που πήρε το νταμπλ και μου την έστειλαν πίσω. Είναι απλές, μικρές στιγμές, που όμως νομίζω ότι είναι από τα ωραιότερα κομμάτια αυτής της δουλειάς. Σε αποζημιώνουν και για πολλές άλλες στιγμές, όπως σε κάθε δουλειά, που δεν είναι πάντα ρόδινες».
-Ποιο είναι το σημαντικότερο δώρο που έχεις δεχθεί; Αυτή η φανέλα της Λίβερπουλ πίσω σου ή το τηλεφώνημα-πρόσκληση στα γενέθλιά του Κρόιφ;
«Αυτό είχε συμβεί μέσω του Σουρμπίρ, αλλά όχι γιατί με θυμήθηκε. Του είχε πει ο Σουρμπίρ ‘υπάρχει ένας φίλος μου και να τον ψάξεις’. Πόσο σημαντικό είναι αυτό το πράγμα… Μια παραμονή Χριστουγέννων στο σπίτι του Κένι Νταλγκλίς, επειδή ήξερε ότι είμαι φίλος με τον Χάνσεν και με τον Ρας. Περάσαμε μια εκπληκτική μέρα. Καθόσουν και γέλαγες με τους ανθρώπους που έβλεπες παιδί και που σε έκαναν επίσης να αγαπήσεις και το ποδόσφαιρο και μία ομάδα. Μία μέρα που έπιασα τελικά μετά από 10 προσπάθειες μέσω του ατζέντη του, της γυναίκας του κ.τ.λ. τον Τζορτζ Μπεστ σε ένα μπαρ. Πού αλλού θα τον έβρισκα εξάλλου… Που μου μίλησε για τη «Χρυσή Μπάλα» το 1996.
Μια μέρα που ο περίφημος και μεγάλος, αείμνηστος πια, Σερ Στάνλεϊ Μάθιους όχι μόνο μου μίλησε στον «ΣΠΟΡ FM» στην περίφημη «Χρυσή Μπάλα», αλλά δεν γράφτηκε η συνέντευξή μας. Τον πήρα δεύτερη φορά και του ζήτησα συγγνώμη γιατί ο ηχολήπτης ήταν καινούργιο παιδί εκείνη την εποχή και δεν είχε πατήσει το rec! Του ξανάκανα τη συνέντευξη και μου είπε ‘βεβαίως, αυτά συμβαίνουν’. Μου έκανε τόσο μεγάλη εντύπωση. Ο άνθρωπος των 46 ετών που πήρε τη «Χρυσή Μπάλα» και έπαιζε μέχρι 60 χρονών ποδόσφαιρο. Ο άνθρωπος που έγινε πρώτος Σερ να σου μιλάει λες και είναι ο πιο απλός άνθρωπος του πλανήτη. Και να βλέπεις σε μικτές ζώνες μερικές φορές κάποιους 18χρονους που μόλις έχουν βάλει ένα γκολ να περνούν από μπροστά σου με τα ακουστικά και να κάνουν ότι μιλάνε στο τηλέφωνο για να αποφύγουν τους δημοσιογράφους.
Άλλη μια εκπληκτική στιγμή: Είχαμε ψάξει πριν από χρόνια στο Λος Άντζελες με έναν συνάδελφο τη Νάντια Κομανέτσι. Έμενε εκεί. Η οποία αφού μας βρήκε, μας είπε ότι θα έρθει να μας πάρει με το αυτοκίνητό τους για να μην χαθούμε. Για να της κάνουμε τη συνέντευξη! Θέλω να σου πω ότι όλες αυτές οι στιγμές σε αυτόν τον χώρο είναι δώρο.
Η συνέντευξη με τον Σπιτς στη Βουλιαγμένη το 2003. Τον είχε φέρει μια εταιρεία στην Ελλάδα και μου λένε ‘τον θέλεις για συνέντευξη;’. Φυσικά λέω. Στο «Active» είχε γίνει. Ο οποίος Σπιτς όχι μόνο ήρθε, αλλά έμπαινε μισός εκεί, μισός εδώ, μισός στο νερό… Για να τραβήξει ο φωτογράφος καλές φωτογραφίες! Μιλάμε για τον άνθρωπο που με το που τελείωσαν οι Ολυμπιακοί Αγώνες του 1972 τράβηξε την περίφημη φωτογραφία με τα 7 χρυσά μετάλλια. Την ίδια στιγμή έγινε επαγγελματίας, δεν μπορούσε να ξανασυμμετάσχει σε Αγώνες, αλλά είχε λύσει το πρόβλημα της ζωής του για 10 γενιές, γιατί ήταν ο πρώτος μέχρι να έρθει η ώρα του Φελπς να κάνει όσα έκανε. Ο φωτογράφος είχε μείνει άφωνος.
Ο Σπιτς μας είπε ότι όταν ήταν στο Πανεπιστήμιο τους είχαν πει ότι ‘η σχέση του αθλητή με τους δημοσιογράφους πρέπει να είναι καλή γιατί ο πρωταθλητισμός δεν θα υπήρχε χωρίς αυτούς που προβάλλουν τα σπορ τους’. Όπως, βέβαια, και οι δημοσιογράφοι ξεχνούν πολλές φορές ότι χωρίς αυτούς δεν θα είχαμε κι εμείς αντικείμενο».
-Επανέρχομαι στο Champions League. Αγώνες ελληνικού ενδιαφέροντος.
«Το ΑΕΚ-Ρεάλ 3-3. Θεωρώ ότι είναι μια μαγική βραδιά. Η Ρεάλ με πλήρη… εξάρτυση, σύνθεση, μπαλάσκες, όπλα, τα πάντα, άρχισε να γκαζώνει με τον Ζιντάν πρώτο για να πιάσει την ΑΕΚ που είχε φύγει με 3-1 μπροστά στο σκορ. Ήταν επικό. Το 2-2 της ρεβάνς ήταν επίσης ένα εξαιρετικό αποτέλεσμα, αλλά είναι ένα ματς που, τέλος πάντων, είναι φοβερό το αποτέλεσμα, όχι όμως και η εμφάνιση. Στο ΑΕΚ-Ρεάλ η ΑΕΚ θα μπορούσε να έχει κερδίσει 5-3, 6-3 εκείνη τη Ρεάλ. Γιατί είχε χάσει ευκαιρίες με τον Νικολαΐδη, με τον Μαλαδένη… Είχε πάθει έναν πανικό η Ρεάλ το πρώτο ημίωρο.
Εννοείται το 0-1 του Παναθηναϊκού με τον Άγιαξ. Με το γκολ του Βαζέχα. Ακούμπησε έναν τελικό Κυπέλλου Ευρώπης, οπότε κι αυτό το ματς δεν μπορεί να μου φύγει από το μυαλό. Από την τελευταία δεκαετία ευχαριστήθηκα τη νίκη του Ολυμπιακού στην Άρσεναλ. Γιατί δεν ήρθε… κλεφτοκοτάδικα – επίτρεψε μου την έκφραση. Δηλαδή να καθόμαστε πίσω, να πετάμε την μπάλα και να πετύχεις ένα γκολ για να κερδίσεις. Ήρθε γκολ-γκολ, γκολ-γκολ. Κι εκεί που ισοφαρίζεσαι και λες ‘γυρίζει το παιχνίδι’, να πετυχαίνεις ένα τρίτο γκολ.
Εκείνη την ημέρα κέρδισε πάρα πολλούς πόντους διεθνώς ο Σίλβα. Είχα βγάλει τον Ρας μετά από 2-3 μέρες να μου μιλήσει για τα προβλήματα που είχε η Λίβερπουλ εκείνη την εποχή με την απόλυση του Ρότζερς και τον ερχομό του Κλοπ. Μου είχε πει ‘μου άρεσε πολύ ο τρόπος που αυτό το νεαρό παιδί – δεν θυμάμαι το όνομά του – παρέταξε τον Ολυμπιακό στο «Έμιρεϊτς». Αυτό μην νομίζεις ότι δεν συζητιέται. Ότι βρήκε o Σίλβα δουλειά στην Αγγλία μετά τον Ολυμπιακό δεν είναι τυχαίο».
-Ποιοι είναι οι κορυφαίοι παίκτες που έχεις δει με τα μάτια σου;
«Οι λίστες αυτές εμπεριέχουν πάντα πολύ προσωπική κατάσταση. Τον Πελέ ας πούμε δεν τον είδα. Τον Ντι Στέφανο δεν τον είδα. Κοίτα, Μέσι-Ρονάλντο δεν μπορεί να μην είναι. Τους έχουμε δει πολύ, τους έχουμε ευχαριστηθεί πολύ… Πολλοί δεν έχουν καταλάβει τι έχουν και βλέπουν κάθε βδομάδα. Όταν τελειώσουν, τότε θα το συνειδητοποιήσουν. Εγώ βάζω τον Κρόιφ πάρα πολύ ψηλά. Εννοείται θα βάλω τον Μαραντόνα. Τον Μπεστ τον πρόλαβα τηλεοπτικά και ήταν μια μαγική εικόνα. Ο Φαν Μπάστεν είναι ο πληρέστερος σέντερ-φορ που έχω δει. Ο ΠΛΗΡΕΣΤΕΡΟΣ ΣΕΝΤΕΡ-ΦΟΡ. Και ήταν 27 ετών μόλις.
Αν βάλω αυτούς, θα προσθέσω και τον πληρέστερο παίκτη που είδα ποτέ να φορά τη φανέλα της Λίβερπουλ γιατί τον είδα και τον ευχαριστήθηκα πολύ μες στο γήπεδο. Και αυτός είναι ο Κένι Νταλγκλίς. Στη μέρα του μπορούσε να παίξει στη Βραζιλία του 1970. Ήταν τέτοιο μέγεθος δηλαδή. Θα σου πω κι έναν Ιταλό που έχω στην καρδιά μου. Κι αυτός είναι ο Ρομπέρτο Μπάτζιο. Τον λατρεύω γιατί είναι κι ένα εξαιρετικό παιδί. Ήταν πάντα ένας κύριος με όλα τα γράμματα κεφαλαία».
-Έχεις γράψει 5 βιβλία. Πού θα τα βρουν οι ενδιαφερόμενοι;
«Όλα τα βιβλία που κυκλοφορούν πλέον είναι εκδόσεις «Τόπος». Το πρώτο με τα 50 χρόνια του Κυπέλλου Πρωταθλητριών δεν υπάρχει πια, εξάλλου το καινούργιο έχει πολύ περισσότερα πράγματα. Το «Παιχνίδι χωρίς όρια» του 2008 με τις ιστορίες από όλο τον κόσμο έγινε best seller και έφτασε τις 40.000 πωλήσεις. Το 2011 ήταν «Της Κυριακής τα είδωλα» με τις ιστορίες από το ελληνικό ποδόσφαιρο, το 2014 βγήκαν οι «Στιγμές Μουντιάλ», το οποίο είναι ένα συμπαθέστατο βιβλίο που το παίρνει κάποιος και βρίσκει συγκεκριμένα πράγματα, ωραίες ιστορίες από το Μουντιάλ.
Το τελευταίο είναι το «Ταξίδι στ’ Αστέρια». Όλα είναι εκδόσεις «Τόπος». Τα βρίσκει σε όλα τα μεγάλα βιβλιοπωλεία ή μπαίνει στην ιστοσελίδα toposbooks.gr και κάνει την παραγγελία διαδικτυακά. Ο νεότερος κόσμος μπαίνει πλέον και τα χειρίζεται εύκολα, εν αντιθέσει με εμάς. Εγώ προτιμώ το πιο παραδοσιακό. Να πάω, να χαζέψω σε ένα βιβλιοπωλείο, να κάτσω πολλή ώρα, να χαζέψω, να πάω στο «Public», να πάω στον «Ιανό»… Τα νεότερα παιδιά, βάζω μέσα και εκείνα της ηλικίας σου, μπαίνουν μέσα στο διαδίκτυο, βλέπουν το story και 5 κριτικές και το παραγγέλνουν κατευθείαν. Η διαδικασία τους αυτή είναι όπως πηγαίνουμε εμείς στο σούπερ μάρκετ».
-Οι αναγνώστες μπορούν να σε διαβάζουν και στη στήλη «Replay» του Sport-Retro.gr.
«Το Sport-Retro.gr είναι για μένα μία πάρα πολύ ωραία ενασχόληση. Μου αρέσει πολύ αυτή η ιδέα. Στο είχα πει όταν με πήρες και μου είπες ότι το προχώρησες. Ήμουν στο «Μπερναμπέου» με εκείνο το περίφημο ματς που γύρισε ο Ρονάλντο το παιχνίδι της Ρεάλ με την Μπάγερν. Σου είπα θα το δω μόλις γυρίσω, το είδα, με εντυπωσίασε και από το καλοκαίρι σου είπα ότι ‘είμαι στη διάθεσή σου’ γιατί πραγματικά πιστεύω ότι οι καλές δουλειές πρέπει να προβάλλονται.
Θεωρώ ότι δεν υπάρχει κάτι αντίστοιχο, εννοείται στην Ελλάδα. Και είναι δύσκολο να βρεις κάτι αντίστοιχο, ασχέτως αν δυσκολεύει κάποιους η γλώσσα, ακόμα και στο εξωτερικό. Με τόσο προσεγμένες ιστορίες, τόσο προσεγμένα κείμενα, τόσο προσεγμένες φωτογραφίες… Δεν υπάρχουν αλλού και δόξα τω Θεώ στο internet περνάω πολλές ώρες του μήνα, παρακολουθώντας τις εξελίξεις εδώ και πάρα πολλά χρόνια σε ιστοσελίδες, σε trends, το τι κυκλοφορεί, το τι γράφεται…
Τα κείμενα που γίνονται είναι ένα κι ένα. Και χαίρομαι γιατί δίνεις την ευκαιρία εσύ και γενικότερα οι πρωτεργάτες της σελίδας να συνεργαστείτε με τα παιδιά του ΚΑΡ. Και τα 4-5 παιδιά βλέπω πόσο πολύ έχουν βελτιωθεί μέσα από αυτή τη συνεργασία μαζί σας. Στην αρχή τους βοήθησα κι εγώ να βελτιώνουν τα κείμενά τους. Βλέπω, πλέον, ότι μόνα τους σκέφτονται και φτιάχνουν διαφορετικά κείμενα. Είναι πραγματική απόλαυση να διαβάζει κάποιος την ιστοσελίδα γιατί κάθε μέρα 2-3 κείμενα που ανεβαίνουν είναι πολύ προσεγμένα.
Ακόμα κι αυτό αν θες, το ουκ εν τω πολλώ το ευ, γιατί δεν χρειάζεται να υπάρχουν καθημερινά 100 καινούργια πράγματα για να είναι κάτι καλό. Θεωρώ ότι το Sport-Retro.gr θα βελτιωθεί κι άλλο, είμαι βέβαιος γι’ αυτό. Και θέλω να σου πω ότι καλύπτει ένα πολύ μεγάλο κενό. Η ιστορική μνήμη που πρέπει να καταγράφεται και να παραμένει είναι πολύ σημαντικό ότι συμβαίνει μέσω αυτής της ιστοσελίδας.
Αφήνω την τιμή στην άκρη. Είναι μεγάλη μου χαρά να συνεργάζομαι μαζί σας. Είναι χαρά μου να μπορώ να σου δίνω κείμενα και να τα διαβάζει όσο το δυνατόν περισσότερος κόσμος γίνεται. Μου χαρίζει μεγάλη ευχαρίστηση όταν μου λένε τα παιδιά στη σχολή ότι ‘μπήκαμε, είδαμε αυτό το θέμα και δεν ξέραμε ότι έχει υπάρξει αυτό’.
Δεν υπάρχει μεγαλύτερη ικανοποίηση από το να μάθεις σε κάποιον κάτι καινούργιο από το παρελθόν. Είναι αλληγορικό, αλλά υπέροχο. Του μαθαίνεις κάτι που έχει συμβεί στο παρελθόν, ενώ ο ίδιος δεν το έχει ακούσει ποτέ. Κι επειδή πάντα η Ιστορία θα αφήνει τα ίχνη της και θα καθορίζει το μέλλον, νομίζω ότι η συγκεκριμένη ιστοσελίδα θα πηγαίνει ολοένα και καλύτερα».
***
Όσες συνεντεύξεις και να σου δώσει ο Χρήστος Σωτηρακόπουλος, πάντα θα αισθάνεσαι ότι κάτι έχεις ξεχάσει να ρωτήσεις, ήταν οι σκέψεις μας κατά την αποχώρηση από το Κέντρο Αθλητικού Ρεπορτάζ.
Ευτυχώς που ένα σεβαστό μέρος των επαγγελματικών του βιωμάτων υπάρχει στα βιβλία που έχει γράψει και του ευχόμαστε ολόψυχα να συνεχίσει με την ίδια όρεξη…
***
Συνέντευξη: Μάνος Ανδρουλάκης
Παραγωγή: Θοδωρής Κώτσικας
Διαβάστε ακόμη:
ΔΙΑΓΩΝΙΣΜΟΣ: Το Sport-Retro.gr σας… «Ταξιδεύει στ’ Αστέρια» του Χρήστου Σωτηρακόπουλου!
Replay: Η στήλη του Χρήστου Σωτηρακόπουλου στο Sport-Retro.gr