«Αποσύρθηκα πριν από λίγο καιρό από την εθνική ομάδα και τώρα σας ανακοινώνω ότι αποσύρομαι και από την ενεργό δράση γενικά. Έχω σκοπό πάντως να συνεχίσω να περνάω καλά και χωρίς να παίζω ποδόσφαιρο».
Με αυτά τα λόγια στο κανάλι TF1 της γαλλικής τηλεόρασης, ο Φαμπιάν Μπαρτέζ έριξε τους τίτλους τέλους της πλούσιας καριέρας του στις 5 Οκτωβρίου 2006, παρά την προσπάθειά του να την αναστήσει λίγο αργότερα.
Το Sport-Retro.gr θυμάται την καριέρα ενός από τους καλύτερους τερματοφύλακες των περασμένων ετών, αλλά και διάφορες χαρακτηριστικές στιγμές της ποδοσφαιρικής του ζωής…
Πρωταθλητής Ευρώπης με το… καλημέρα
Ο Φαμπιάν Μπαρτέζ ξεκίνησε την καριέρα από τις ακαδημίες της Τουλούζ το 1986 και το 1990 έγινε μέλος της πρώτης ομάδας, αν και το ντεμπούτο του στο πρωτάθλημα δεν ήρθε πριν από τις 21 Σεπτεμβρίου 1991 κόντρα στη Νανσί.
Αυτό συνέβη εξαιτίας του τραυματισμού και των δύο τερματοφυλάκων που βρίσκονταν μπροστά του, έκτοτε όμως κατέγραψε 26 συμμετοχές και προσέλκυσε το ενδιαφέρον της Μαρσέιγ.
Με ύψος μόλις 1,80μ., θεωρητικά θα αντιμετώπιζε δυσκολίες ως τερματοφύλακας, αλλά ο Μπαρτέζ είχε τρομερά αθλητικά προσόντα και μία μίξη αγωνιστικών χαρακτηριστικών που τον «καταδίκασε» να μετατρέπεται από ήρωας σε παλιάτσος (και το ανάποδο) Κυριακή ανά Κυριακή,
Ο Γάλλος ήταν ικανός για το καλύτερο και για το χειρότερο ακόμα και την ίδια στιγμή, εκτός αν μπορεί να εξηγηθεί αλλιώς το παρακάτω βίντεο…
https://www.youtube.com/watch?v=2TDLtljZwG8
Τρομερά αντανακλαστικά μεν πρόβλημα στις εξόδους δε, γενναιότητα και ηγετικές ικανότητες από τη μία, εκκεντρικότητα και νεύρα από την άλλη, πάντα αφοσιωμένος στην ομάδα του, αλλά με έντονη διάσπαση προσοχής, όπως εξάλλου έχει παραδεχτεί και ο ίδιος.
Πολύ καλός με την μπάλα στα πόδια, αλλά με ανορθόδοξες επιλογές πολλές φορές, εξαιρετική αντίληψη του παιχνιδιού, σε συνδυασμό όμως με άγνοια κινδύνου.
Από όποια πλευρά και αν το εξετάσει κανείς, ο Μπαρτέζ ήταν ιδιαίτερος. Ίσως παραπάνω ιδιαίτερος απ’ όσο μπορούσε να αντέξει το ίδιο το ποδόσφαιρο την εποχή που μεσουράνησε.
Στην πρώτη του σεζόν στη Μασσαλία έγινε ο νεότερος γκολκίπερ στην Ιστορία που κατέκτησε το Champions League, καθώς η Μαρσέιγ επικράτησε της Μίλαν με 1-0 στον τελικό των Βρυξελλών στις 26 Μαΐου 1993 (σ.σ. ρεκόρ που έσπασε ο Ίκερ Κασίγιας το 2000).
Έναν χρόνο αργότερα ξέσπασε το σκάνδαλο στημένων αγώνων με πρωταγωνιστή τον πρόεδρο της ομάδας Μπερνάρ Ταπί, αλλά και πληθώρα παικτών, με συνέπεια η Μαρσέιγ να καταλήξει στη 2η κατηγορία.
Το παιχνίδι της μοίρας με τον Λαμά
Ο Φαμπιάν Μπαρτέζ παρέμεινε στην ομάδα και τη βοήθησε να κερδίσει την άνοδο στην κορυφαία κατηγορία, ωστόσο η γαλλική ομοσπονδία θεώρησε ότι η Μαρσέιγ πρέπει να τιμωρηθεί περαιτέρω και να παραμείνει άλλον έναν χρόνο στα χαμηλά.
Η πρόταση του Ζαν Τιγκανά έλυσε τα χέρια του ταλαντούχου άσου, ο οποίος το καλοκαίρι του 1995 υπέγραψε με τη Μονακό και αποτέλεσε μέλος ενός νεανικού και ταλαντούχου συνόλου που διέθετε ακόμα τους Τιερί Ανρί, Νταβίντ Τρεζεγκέ και Βίλι Σανιόλ.
Στο ενδιάμεσο είχε ήδη καταγράψει ντεμπούτο με την εθνική ομάδα στις 26 Μαΐου 1994, δηλαδή ακριβώς έναν χρόνο μετά την κατάκτηση του Champions League, στη φιλική νίκη κόντρα στην Αυστραλία με 1-0.
Θα ακολουθούσαν άλλες 86 συμμετοχές που τον καθιστούν ρέκορντμαν αναφορικά με τους Γάλλους διεθνείς τερματοφύλακες.
Η καριέρα του είχε σταθερή ανοδική πορεία και όπως πάντα τότε αρχίζουν να εμφανίζονται τα πρώτα προβλήματα, τα οποία στην προκειμένη ο Μπαρτέζ τα δημιούργησε μόνος του.
Τον Φεβρουάριο του 1996 βρέθηκε θετικός σε χρήση κάνναβης, όμως ευτυχώς για τον ίδιο τιμωρήθηκε με μόλις δύο μήνες ποινή.
Αυτό σήμαινε αφενός ότι θα έκλεινε τη σεζόν αγωνιζόμενος, αλλά ότι θα έχανε την ευκαιρία να διεκδικήσει τη θέση του βασικού τερματοφύλακα της Γαλλίας και στο επερχόμενο Ευρωπαϊκό Πρωτάθλημα της Αγγλίας.
Αυτό φαινόταν σχεδόν σίγουρο, καθώς ο Εμέ Ζακέ τον προτιμούσε μέχρι εκείνη τη στιγμή, όμως πλέον τη θέση αυτή θα κατείχε ο Μπερνάρ Λαμά.
Ο 25χρονος Μπαρτέζ, πάντως, έδωσε το «παρών» στο Ευρωπαϊκό Πρωτάθλημα της Αγγλίας ως αναπληρωματικός και έκτοτε δεν ξανακοίταξε πίσω…
Μπερνάρ Λαμά: Ο γκολκίπερ που δεν φορούσε γάντια και βρέθηκε θετικός σε χρήση κάνναβης
Τα επόμενα τέσσερα χρόνια έκανε θαύματα με τη Μονακό, καθώς κατέκτησε δύο πρωταθλήματα Γαλλίας (1997, 2000) και έφτασε μέχρι τα ημιτελικά του Champions League το 1998, αφού πρώτα κατέγραψε εξαιρετικές εμφανίσεις κόντρα στην επόμενη, όπως αποδείχτηκε, ομάδα του.
Η Μονακό απέκλεισε τη Μάντσεστερ Γιουνάιτεντ στα προημιτελικά μετά από δύο ισοπαλίες και η εμφάνιση του Μπαρτέζ στο ματς του «Ολντ Τράφορντ» (σ.σ. έληξε με σκορ 1-1), ήταν καταλυτική.
Πεναλτάκιας, προληπτικός και… Παγκόσμιος
Στο Παγκόσμιο Κύπελλο του 1998 που διεξήχθη στα γήπεδα της Γαλλίας ήρθε η απογείωση για τον «καραφλό θεό», όπως τον είχαν ονομάσει οι φίλοι της Μονακό.
Αρχικά πήρε τη θέση του βασικού τερματοφύλακα, καθώς αυτή τη φορά ήταν ο Μπερνάρ Λαμά εκείνος που βρέθηκε θετικός σε χρήση κάνναβης, σε συνδυασμό με το γεγομός ότι ανάρρωνε και από τραυματισμό.
Κράτησε ανέπαφη την εστία του για πέντε παιχνίδια, δέχθηκε μόλις δύο γκολ καθ’ όλη τη διάρκεια του τουρνουά, ενώ απέκρουσε και το χτύπημα του Ντεμέτριο Αλμπερτίνι στον προημιτελικό με την Ιταλία, όταν το ματς οδηγήθηκε στη διαδικασία των πέναλτι.
Συνεπώς, εκτός φυσικά από την υπέρτατη ποδοσφαιρική επιτυχία, την κατάκτηση δηλαδή του Παγκοσμίου Κυπέλλου, ο Μπαρτέζ γιγάντωσε τη φήμη που είχε δημιουργηθεί ότι ήταν σπεσιαλίστας στις αποκρούσεις πέναλτι.
Φήμη που ο ίδιος πάντα αρνιόταν μιας και είχε δηλώσει: «Καμία απόκρουση πέναλτι δεν είναι δύσκολη. Κατά την άποψή μου ένα πέναλτι που χάθηκε είναι ένα άσχημα εκτελεσμένο πέναλτι και αποτελεί ευθύνη του εκτελεστή και όχι επιτυχία του τερματοφύλακα».
Mind games, πάντως, έπαιζε ό,τι και αν έλεγε. Χαρακτηριστική η περίπτωση με τον Μουσταφά Ιζέτ της Λέστερ το Νοέμβριο του 2001, όταν στεκόταν στο δοκάρι αρνούμενος να πάρει θέση στη γραμμή για την εκτέλεση του πέναλτι.
Ο Ιζέτ εκτέλεσε εύστοχα, ο διαιτητής παρατήρησε τον Μπαρτέζ και διέταξε επανεκτέλεση, o Ιζέτ διάλεξε την ίδια γωνία με πριν, ο Μπαρτέζ έπεσε σωστά και απέκρουσε!
Δείτε το περιστατικό στο 0:40 του video:
Κατά τη διάρκεια του Παγκοσμίου Κυπέλλου βγήκε στην επιφάνεια πόσο προληπτικός ήταν, καθώς πριν από την έναρξη του ματς της πρεμιέρας (σ.σ. νίκη με 4-0 κόντρα στη Σαουδική Αραβία), ο Λοράν Μπλαν τον είχε πλησιάσει και του είχε δώσει ένα φιλί στο ξυρισμένο κεφάλι του.
Από εκεί και πέρα αυτό γινόταν πριν από κάθε ματς της εθνικής Γαλλίας, αλλά και στα ευρωπαϊκά ματς της Μάντσεστερ Γιουνάιτεντ, όπου συνυπήρξαν τη διετία 2001-2003.
Όπως εξομολογήθηκε ο Μπλαν αργότερα, πριν από τον ημιτελικό με την Κροατία, όλη η βασική ενδεκάδα φίλησε το κεφάλι του Μπαρτέζ, ο οποίος εκτός αυτού είχε κι άλλα γούρια και παραξενιές.
Φόραγε πάντα κόκκινο κολάν κάτω από το σορτσάκι του, έκοβε μόνος του τα μανίκια της φανέλας του, άκουγε το «I will Survive» της Gloria Gaynor στα αποδυτήρια πριν από τα ματς, ενώ σε μία εποχή που όλοι οι τερματοφύλακες επέλεγαν τον αριθμό 1 αυτός φορούσε το 16.
Λέγεται επίσης ότι είχε προτείνει στην εθνική ομάδα και το τηρούσαν όλοι ότι είναι γούρι να κάθονται στις ίδιες θέσεις στο πούλμαν που τους μετέφερε στο γήπεδο, λόγος για τον οποίο εικάζεται πως συνέβη και μία παρεξήγηση μεταξύ του Τιερί Ανρί και του Σαμίρ Νασρί χρόνια αργότερα.
Το Παγκόσμιο Κύπελλο της Γαλλίας το 1998
Το τέλος εκείνου του Παγκοσμίου Κυπέλλου τον βρήκε πρωταθλητή κόσμου, καλύτερο τερματοφύλακα του τουρνουά και συνολικά δεύτερο καλύτερο τερματοφύλακα στον κόσμο για τη σεζόν 1997-98, πίσω μόνο από τον Χοσέ Λουίς Τσιλαβέρτ, σύμφωνα με την IFFHS.
Το καλοκαίρι του 2000 θα κατακτούσε και την κορυφή της Ευρώπης με τη Γαλλία, ενώ ψηφίστηκε ως ο καλύτερος τερματοφύλακας του τουρνουά, γεγονός που του έδινε την απαιτούμενη ώθηση για τη μεγαλύτερη μεταγραφή της καριέρας του.
«Καπνίζει πολύ, δεν ακούει τις οδηγίες μου, αλλά είναι ο καλύτερος»
Ο Άλεξ Φέργκιουσον, ο οποίος έψαχνε τον αντικαταστάτη του αποχωρήσαντα από το 1999 Πέτερ Σμάιχελ, εισηγήθηκε να σπαταληθούν 7.800.000 λίρες για να έρθει στο Μάντσεστερ ο Φαμπιάν Μπαρτέζ.
«Έχει τα προσόντα να γίνει καλύτερος από τον Σμάιχελ και είναι ήδη πολύ καλύτερος από τον Μαρκ Μπόσνιτς», υποστήριζε τότε ο Σερ, σχολιάζοντας παράλληλα και τη μέτρια παρουσία του Αυστραλού τερματοφύλακα την προηγούμενη σεζόν.
Την πρώτη του σεζόν ήταν αλάνθαστος και απάντησε με εμφατικό τρόπο σε όσους έλεγαν πως δεν θα αντέξει τον καιρό της Αγγλίας και τους ρυθμούς της Premier League.
Τότε, ο Σκωτσέζος τεχνικός δήλωσε «είναι απλά ο καλύτερος τερματοφύλακας στον κόσμο» και οι φίλαθλοι της Μάντσεστερ Γιουνάιτεντ τον χαρακτήρισαν «υπέροχο Φαμπ» (σ.σ fabulus Fab).
Ο Φέργκιουσον γενικά έδειχνε να τον πιστεύει πολύ, ενώ όταν τον ρώτησαν για τις αδυναμίες του Μπαρτέζ, απάντησε: «Προτιμώ έναν καπνιστή από τους πολλούς αλκοολικούς που έχουν εμφανιστεί στο αγγλικό ποδόσφαιρο. Όσο για το γεγονός ότι αφαιρείται εύκολα, το γνωρίζω. Πιστεύω ότι υπάρχουν φορές που δεν έχει ακούσει κουβέντα από όσα λέω στα αποδυτήρια, αλλά αφού αποδίδει όπως πρέπει δεν με ενοχλεί».
Το παπούτσι του Σερ Άλεξ Φέργκιουσον στον ΜπΕΚΑΜ
Επικό περιστατικό, μάλιστα, είχε καταγραφεί με τον Νίκι Μπατ, στον οποίο ο Μπαρτέζ είχε πει πριν από ματς να έχει το νου του γιατί θα του στέλνει μακρινές μπαλιές και τον Άγγλο να του απαντά ότι αυτό θα ήταν καταστροφικό, μιας και πριν από λίγο είχαν ενημερωθεί πως εκείνο το απόγευμα δεν θα βρισκόταν στην ενδεκάδα…
Όσο για τον ίδιο τον Μπαρτέζ, δήλωσε κάποια στιγμή: «Δεν μπορώ να συντονίσω την προσοχή μου. Ό,τι λέγεται στα αποδυτήρια απλά μπαίνει από το ένα αυτί και από το άλλο βγαίνει».
Παρά τις καλές του εμφανίσεις, πάντως, είχε δείξει κομμάτι της… τρέλας του όταν συμμετείχε σε ένα φοβερό περιστατικό με τον Πάολο ντι Κάνιο της Γουέστ Χαμ στον 4ο γύρο του Κυπέλλου Αγγλίας.
Συγκεκριμένα, ο Γάλλος τερματοφύλακας έμεινε ακίνητος σε τετ-α-τετ με τον Ιταλό άσο και σήκωσε το δεξί του χέρι για να νομίζει ο ότι βρισκόταν σε θέση οφσάιντ!
Τελικά ο Ντι Κάνιο σκόραρε και αργότερα υπογράμμισε: «Καλύτερα να βάλω γκολ και να δω μετά αν είχε δίκιο ο τερματοφύλακας ή ο διαιτητής».
Δείτε εδώ το περιστατικό:
Σε μία άλλη περίπτωση, μάλιστα, το διάστημα που βρισκόταν στη Γιουνάιτεντ, είχε αποχωρήσει τραυματίας από ένα εκτός έδρας ματς κόντρα στη Σαουθάμπτον και στον δρόμο για τα αποδυτήρια, σταμάτησε στο γραφείο του προπονητή των αντιπάλων Γκόρντον Στράχαν για να κάνει ένα τσιγάρο!
Όταν το αντιλήφθηκε ο Στράχαν μετά το τέλος του ματς, εξοργίστηκε και δήλωσε χαρακτηριστικά: «Μάλλον ζήτησε αλλαγή, επειδή είχε τσιγαρόβηχα!»
Ο ήρωας που έγινε «κλόουν»
Στο πρώτο μισό της σεζόν 2001-02 εμφανίστηκαν τα πρώτα σύννεφα, αφού τα λάθη διαδέχονταν το ένα το άλλο, με αποκορύφωμα την πολύ κακή του εμφάνιση στην ήττα με 3-1 από την Άρσεναλ στο «Χάιμπουρι».
Εκτός αυτού γύρισε και έκανε άσεμνη χειρονομία προς τους οπαδούς των γηπεδούχων, μία κίνηση που δεν είδε ο διαιτητής, αλλά κατέγραψαν οι κάμερες.
Ο Τύπος άσκησε δριμύτατη κριτική και τον χαρακτήρισε «κλόουν», αλλά ο Φέργκιουσον τον στήριξε παρά το γεγονός ότι κατά καιρούς τόνισε πως πρέπει να βελτιωθεί αν δεν θέλει να μείνει στον πάγκο.
Ο Μπαρτέζ το εκτίμησε, κοινώς άρχισε να δείχνει ένα τελείως διαφορετικό πρόσωπο στο δεύτερο μισό της σεζόν και δικαίωσε τον πολύπειρο προπονητή του.
Η επόμενη σεζόν άρχισε με τον Γάλλο άσο να έχει βιώσει το καταστροφικό Παγκόσμιο Κύπελλο του 2002, όπου η χώρα του αποκλείστηκε από τη φάση των ομίλων.
Πραγματοποίησε, πάντως, καλές εμφανίσεις στο μεγαλύτερο μέρος της σεζόν και στέφθηκε γι’ ακόμη μία φορά πρωταθλητής Αγγλίας, ωστόσο η ήττα από τη Ρεάλ Μαδρίτης με 3-1 για τα προημιτελικά του Champions League τον Απρίλιο του 2003, θα ήταν και το τελευταίο του ματς με τη Γιουνάιτεντ.
Ο Φέργκιουσον του χρέωσε την ευθύνη για το πρώτο γκολ του Ρονάλντο και αποφάσισε να μην τον χρησιμοποιήσει ξανά, ενώ συναίνεσε στον δανεισμό και κατόπιν στην πώλησή του στη Μαρσέιγ.
Η επιστροφή του «βασιλιά» Ερίκ
Την ίδια χρονιά έφτασε μέχρι τον τελικό του Κυπέλλου UEFA, όπου αποβλήθηκε μετά από 45 λεπτά αγώνα, αφού υπέπεσε σε πέναλτι πάνω στον Μίστα και παρακούθησε την ομάδα του να ηττάται με 2-0 από τη Βαλένθια.
Το 2005 τιμωρήθηκε με τρεις μήνες ποινή αποκλεισμού, καθώς έφτυσε τον διαιτητή της φιλικής αναμέτρησης της Μαρσέιγ με τη Γουιντάντ της Καζαμπλάνκα, ωστόσο μετά από πολιτικές πιέσεις η ποινή του αυξήθηκε από τη γαλλική ομοσπονδία στους έξι μήνες.
Το απόλυτο μουντιαλικό ρεκόρ και το πρόωρο τέλος
Το 2006 ήταν ξανά βασικός τερματοφύλακας της εθνικής στο Παγκόσμιο Κύπελλο της Γερμανίας, όταν οι Γάλλοι έφτασαν μέχρι τον τελικό, όπου λύγισαν στα πέναλτι από τους Ιταλούς.
Ο Φαμπιάν Μπαρτέζ κράτησε ανέπαφη την εστία του για τρία ματς σε εκείνο το τουρνουά, συνολικά έφτασε τα 10 χωρίς να δεχτεί γκολ σε 17 εμφανίσεις και ισοφάρισε το ρεκόρ του Πίτερ Σίλτον.
«Δεν μου είχε περάσει ποτέ από το μυαλό το ρεκόρ. Ήθελα να μην δέχομαι γκολ κάθε φορά που έπαιζα. Χαίρομαι για τη διάκριση, αλλά αν δείτε ποιοι παίκτες αποτελούσαν την άμυνα εκτός από εμένα, θα καταλάβετε ότι αφενός μεν ήταν συλλογική δουλειά, αφετέρου δε ότι ήταν πιο εύκολο απ’ όσο δείχνει», δήλωσε για τη διάκρισή του ο ίδιος.
Τον Αύγουστο του 2006 ενημέρωσε πως θέλει να συνεχίσει να παίζει ποδόσφαιρο για δύο ακόμη χρόνια, εν τέλει όμως δεν βρήκε την κατάλληλη πρόταση και στις 5 Οκτωβρίου ανακοίνωσε το τέλος της καριέρας του.
Επέστρεψε στις 17 Δεκεμβρίου για λογαριασμό της Ναντ, η οποία αναζητούσε κάποιον για να καλύψει το κενό του Μικαέλ Λαντρό από τη στιγμή που η επιλογή με τον Βλάντιμιρ Στοΐκοβιτς δεν της έχει βγει.
Έπειτα, όμως, από συμπλοκή που είχε με έναν οπαδό, ο Μπαρτέζ είπε πως δεν φανταζόταν έτσι την παρουσία του στην ομάδα και ότι δεν νιώθει πως είναι ασφαλές το μέρος για να συνεχίσει, με αποτέλεσμα να αποχωρήσει τόσο από τα «καναρίνια» όσο και οριστικά από το ποδόσφαιρο στις 27 Απριλίου 2007.
Όταν αποχώρησε από τη δράση, ο Γάλλος συνέχισε όλων των ειδών τις τρέλες – γενικώς δείχνει να περνάει καλά και χωρίς να παίζει ποδόσφαιρο, όπως είχε πει ότι θα κάνει εξάλλου.
Αρχικά έβγαλε τα γάντια του τερματοφύλακα και έβαλε εκείνα του… οδηγού, καθώς ακολούθησε καριέρα στον μηχανοκίνητο αθλητισμό με τη Ferrari.
Το 2010 είχε κι ένα σύντομο πέρασμα από την εθνική Γαλλίας ως προπονητής τερματοφυλάκων, ενώ από το 2012 είναι πρόεδρος της ποδοσφαιρικής ομάδας Λουζενάκ της τρίτης κατηγορίας της Γαλλίας.