Η συμβουλή στον Ίβκοβιτς, η ταβέρνα του Ωρωπού και τα ντέρμπι ΠΑΟΚ-Άρης. Ο Νίκος Μπουντούρης στο Sport-Retro.gr

Το μπάσκετ στην Ελλάδα άρχισε δειλά-δειλά να κάνει την εμφάνισή του μετά τον Α’ Παγκόσμιο Πόλεμο με μπροστάρηδες ομάδες όπως η ΧΑΝ Αθηνών, η ΧΑΝ Θεσσαλονίκης, ο Παναθηναϊκός, ο Άρης, ο Ηρακλής, η ΑΕΚ, ο Πανελλήνιος, ο Σπόρτιγκ, ο Τρίτων και ο Εθνικός Γ.Σ.

Εν αντιθέσει με το ποδόσφαιρο που έχει καταγράψει λίγες επιτυχίες (προπολεμικός Άρης, ΠΑΟΚ των 70s’, πέντε πρωταθλήματα, έξι κύπελλα κ.ά.), η Θεσσαλονίκη δικαιούται να καμαρώνει για το γεγονός ότι γιγάντωσε το «πορτοκαλί» άθλημα κατά τη δεκαετία του 1980.

Η δεύτερη μεγαλύτερη πόλη της χώρας είχε τα πρωτεία επί σειρά ετών και όταν τίθεντο αντιμέτωποι οι «κίτρινοι» με τους «ασπρόμαυρους» ή οι «ασπρόμαυροι» με τους «κίτρινους» αν προτιμάτε, το ποσοστό τηλεθέασης χτύπαγε… κόκκινο (ουδέτερο χρώμα).

Ο Άρης έχτισε δυναστεία με τα 7 διαδοχικά πρωταθλήματα, τα 6 Κύπελλα σε 8 χρόνια και τις τρεις διαδοχικές συμμετοχές σε Final 4 Κυπέλλου Πρωταθλητριών.

Ο ΠΑΟΚ, από την πλευρά του, διέθετε μία εξαιρετική ομάδα που είχε την ατυχία να πέσει πάνω στην «αρμάδα» του Νίκου Γκάλη, του Παναγιώτη Γιαννάκη και του προπονητή Γιάννη Ιωαννίδη, με 5 ήττες σε τελικούς πρωταθλήματος και άλλες 3 σε τελικούς Κυπέλλου (σ.σ. τις πρώτες δύο έχασε από τον Άρη και το 1991 από τον Πανιώνιο).

Ωστόσο, ο «δικέφαλος» έχει κάθε λόγο να αισθάνεται υπερήφανος για το Κύπελλο Κυπελλούχων του 1991, αφού άνοιξε τον χορό των ελληνικών κατακτήσεων ευρωπαϊκών τροπαίων, σε συλλογικό επίπεδο, που πλην ελαχίστων… διαλειμμάτων κράτησε για 22 χρόνια.

Παράλληλα, το 1992 πανηγύρισε το πολυπόθητο δεύτερο πρωτάθλημα της ιστορίας του και το τελευταίο μέχρι σήμερα για ομάδα της Θεσσαλονίκης.

Ακριβώς 25 χρόνια μετά τη νίκη τίτλου στο ΣΕΦ, ο Νίκος Μπουντούρης παραχώρησε συνέντευξη στο Sport-Retro.gr, όπου αναφέρθηκε μεταξύ άλλων στον σπουδαίο ΠΑΟΚ της εποχής, τον Ντούσαν Ίβκοβιτς και τα ντέρμπι με τον Άρη.

Αναλυτικά:

-Όταν ήρθε στον ΠΑΟΚ ο Ντούσαν Ίβκοβιτς προερχόσασταν από το Κύπελλο Κυπελλούχων του 1991, αλλά και πολλούς χαμένους εγχώριους τελικούς. Πώς κατάφερε να σας ανεβάσει επίπεδο τόσο στο αγωνιστικό όσο και στο ψυχολογικό σκέλος;

«Υπήρχε μια καλή «προϊστορία» στην ομάδα. Από τα χρόνια του Κώστα Πολίτη είχε αλλάξει ο ρυθμός μας. Ήταν ένας καταξιωμένος προπονητής στη συνείδηση των Ελλήνων φιλάθλων μετά το Eurobasket του 1987. Ύστερα είχε έρθει ο Σάκοτα, με τον οποίον πήραμε το κύπελλο στη Γενεύη και την επόμενη χρονιά ο ΠΑΟΚ έψαχνε ένα μεγαλύτερο όνομα. Το βρήκε στο πρόσωπο του Ίβκοβιτς.

Είδαμε κάτι διαφορετικό σε προσωπικότητα. Ήταν αυστηρός, δίκαιος, με πολλές απαιτήσεις εντός κι εκτός γηπέδου – με την έννοια της αυστηρότητας. Ο Ίβκοβιτς ανέβασε επίπεδο την ομάδα, μας πίεσε, παίξαμε πιο πειθαρχημένα, βελτιωθήκαμε στην άμυνα και γενικότερα παίξαμε καλύτερο μπάσκετ».

-Πώς ήταν το κλίμα μεταξύ των παικτών; Κάνατε παρέα κι εκτός γηπέδων;

«Υπήρχε μια μεγαλύτερη γενιά με παίκτες όπως ο Φασούλας, ο Σταυρόπουλος, ο Κόρφας… Εγώ ήμουν 5-6 χρόνια νεότερος από κάποιους, ακόμα και 8 από μερικούς άλλους. Συνεπώς δεν ήμασταν όλοι μαζί. Πάντα σε όλες τις μεγάλες ομάδες πρέπει να υπάρχει σεβασμός στα αποδυτήρια, στις προπονήσεις, να τηρείται η παλαιότητα κ.τ.λ. Δεν θεωρώ ότι υπήρχε η έννοια της παρέας, αλλά της πολύ ποιοτικής συνεργασίας.

Ήμουν πολύ τυχερός γιατί είχα πολύ αξιόλογους συμπαίκτες που ενέπνεαν σεβασμό. Ήταν πολύ σωστοί απέναντι σε μας τους νεότερους. Επίσης, αυτό που θέλω να πω είναι ότι ερχόμενος ο Ντούσαν, άρχισε να μου δίνει περισσότερο χρόνο συμμετοχής παρότι ήμουν μόλις 20 ετών. Άρα ο χρόνος του Νίκου του Σταυρόπουλου άρχισε να περιορίζεται, όμως δεν το έπαιρνε στραβά. Αντίθετα όταν έβγαινε αλλαγή μου έδινε συμβουλές και γενικότερα όλο αυτό μου έκανε πιο εύκολη τη ζωή».

-Εκείνη τη χρονιά είχατε νικήσει τον Άρη στην παράταση με το τρομερό τρίποντο του Πρέλεβιτς στην εκπνοή. Αξέχαστο, όμως, έμεινε και το τάιμ άουτ που με την παρέμβασή σου, ο Ντούσαν Ίβκοβιτς θεώρησε καλό να αναπροσαρμόσει τα πλάνα της τελευταίας επίθεσης. Το είπες ενθυμούμενος τι είχε γίνει στους περυσινούς τελικούς με τη λάθος πάσα του Μπάρλοου;

«Όχι, δεν είχα στο μυαλό μου τα περυσινά. Απλά φοβόμουν μην μας κλέψουν την μπάλα. Εξάλλου δεν θα χάναμε, αλλά θα παίζαμε κι άλλη παράταση. Είχα και λίγο θράσος. Η ουσία είναι ότι ο προπονητής άκουσε έναν πιτσιρικά 21 ετών και άλλαξε το πλάνο του. Δεν συμβαίνει συχνά αυτό.

To περίφημο τάιμ άουτ και το τρίποντο του Πρέλεβιτς

Τη σεζόν εκείνη ήμουν ήδη δύο χρόνια στον ΠΑΟΚ, με καθιέρωσε στην πεντάδα και μέσα από αυτό ήρθε και η καθιέρωσή μου στην Εθνική, ένα γεγονός που είχε μεγάλη συμβολή ο κόουτς Ίβκοβιτς».

-Πήρατε την πρωτιά στην κανονική διάρκεια και τα πλέι οφ. Σύμφωνα με το τότε σύστημα, στους τελικούς με τον Ολυμπιακό χρειαζόσασταν μόνο μια νίκη για τον τίτλο. Είχατε άγχος λόγω των προηγούμενων τελικών ή σκεφτόσασταν ότι αυτό το πρωτάθλημα δεν χάνεται;

«Το πιο σημαντικό ήταν ότι ο Ίβκοβιτς, επειδή ήταν και μεγάλος προπονητής, κατάφερε να μας αποβάλλει το άγχος. Είχαμε δουλέψει πολύ, είχαμε καταγράψει αρκετά μεγάλα σερί νικών και, γενικώς, ήμασταν σίγουροι για τις δυνατότητές μας. Από τη στιγμή που κάναμε σοβαρές εμφανίσεις δεν είχαμε στο μυαλό μας αν θα χάσουμε ή όχι.

Επίσης, θα πρέπει να αναλογιστούμε και κάτι άλλο. Οι τότε μάχες μας με τον Άρη ήταν σίγουρα μεγάλες, αλλά δεν πρέπει να ξεχνάμε ότι στην πεντάδα τους ήταν παίκτες όπως ο Γκάλης, ο Γιαννάκης, ο Λευτέρης Σούμποτιτς που εκτελούσε, είχαν πάντα έναν καλό ξένο, είχαν τον Λυπηρίδη, τον Αγγελίδη, τον Ρωμανίδη, τον Φιλίππου… Φοβάμαι μην ξεχάσω κανέναν.

Εμείς, από την πλευρά μας, είχαμε νέα παιδιά και ο Μπάνε ήταν 22-23 ετών. Μόνο ο Νίκος Σταυρόπουλος ήταν ηλικιακά κοντά στους Γκάλη-Γιαννάκη, ο Φασούλας ήταν λίγο μεγαλύτερος, αλλά ήταν ψηλός, οπότε δεν είχε ιδιαίτερη συμβολή στο δημιουργικό σκέλος. Για να μάθουν και οι νεότεροι, το δίδυμο Γκάλης-Γιαννάκης ήταν σαν να λέμε Διαμαντίδης-Σπανούλης σε αξία και εμπειρίες. Σίγουρα υπήρχε η πίκρα που χάναμε, αλλά πέρα απ’ αυτό ο ΠΑΟΚ κυνηγούσε έναν πολύ δυνατό και φτασμένο αντίπαλο».

-Αναφερόμαστε σε μία σεζόν με πάρα πολλές νίκες. Θα μας περιγράψεις ένα εορταστικό περιστατικό από τα ματς με τον Ολυμπιακό ή άλλη ομάδα;

«Θυμάμαι χαρακτηριστικά ένα ματς με τον Ολυμπιακό, που είχαμε νικήσει. Είχε χιονίσει τότε στην Αθήνα και δεν γυρίσαμε στη Θεσσαλονίκη με αεροπλάνο, αλλά με λεωφορείο.

Κατά τις 11 το βράδυ, λοιπόν, μας είχε πιάσει πείνα. Κατεβαίνουμε σε μία ταβέρνα στον Ωρωπό, μπαίνουμε μέσα και βλέπουμε ανθρώπους να γλεντάνε, να χορεύουνε… Ε, μπήκαμε κι εμείς, κάναμε τον χαβαλέ μας (γέλια). Σκέψου την έκπληξη των ανθρώπων, εκεί που χόρευαν, να βλέπουν ξαφνικά μπροστά τους την ομάδα του ΠΑΟΚ, τον Φασούλα κ.τ.λ.

Το κλίμα ήταν τόσο καλό που η βραδιά είχε και συνέχεια. Φτάσαμε στη Λάρισα κατά τις 3 το πρωί και πήγαμε σε ένα νυχτερινό κέντρο που μας είχαν καλέσει. Σκέψου, γυρίσαμε κατά τις 6 το πρωί στη Θεσσαλονίκη».

-Ο ΠΑΟΚ ξαναπήρε Κύπελλο Ελλάδας και Ευρώπης, αλλά όχι πρωτάθλημα. Γιατί;

«Την επόμενη χρονιά είχε έρθει ο Λέβινγκστον. Διαθέταμε μία πολύ καλή ομάδα και ήταν ευκαιρία να πάρουμε το Πρωταθλητριών. Δυστυχώς, μέσα σε 2 εβδομάδες αποκλειστήκαμε από την Μπένετον στον ημιτελικό του Final 4 και από τον Ολυμπιακό στο πρωτάθλημα.

Το 1994 ξαναπαίξαμε σε τελικούς, αλλά δεν τα καταφέραμε. Είχε αρχίσει ο Ολυμπιακός να γίνεται δύναμη και λόγω Ιωαννίδη. Πιστεύω, όμως, ότι ήταν πιο πολύ οικονομικό το ζήτημα.

Έβλεπα τις προάλλες μιας φωτογραφία του 1995. Ήταν ο Μπάνε 29 ετών, μετά ήμουν εγώ 24, ο Μπαλογιάννης 24, ο Μαματζιόλας 24, ο Στογιάκοβιτς 18, ο Ρεντζιάς 19, ο Σωτήρης Νικολαΐδης 21, ο Τσέκος 29… Ο ΠΑΟΚ θα μπορούσε να είναι δυνατός για πολλά χρόνια ακόμη.

Σκέψου ότι μετά από εμάς ήρθαν παίκτες όπως ο Βασιλειάδης, ο Βασιλόπουλος, ο Μαυροκεφαλίδης… Αν υπήρχε οικονομική δυνατότητα, η ομάδα θα ήταν πιο ψηλά για 10-15 χρόνια ακόμη».

-Από την ομάδα του 1992 έχεις κρατήσει επαφές;

«Βρισκόμαστε, συμμετέχουμε σε αγώνες Βετεράνων με τον Νίκο Σταυρόπουλο, τον Τζον Κόρφα όποτε έρχεται Ελλάδα και άλλους. Γενικώς δεν συζητάμε για το τότε. Ήταν ωραίες στιγμές που δεν στηρίχτηκαν στη φιλία, αλλά στον σεβασμό και την εμπιστοσύνη.

Ήξερα ότι είχα δίπλα μου το καλύτερο 2άρι (σ.σ. Μπάνε Πρέλεβιτς), ο Μπάνε ήξερε ότι είχε δίπλα του έναν καλό πλέι μέικερ που δεν θα τον προδώσει. Είχαμε εκλεκτούς ξένους, αξιόλογους ψηλούς, καλούς προπονητές… Οι φίλαθλοι του ΠΑΟΚ έβλεπαν για αρκετά χρόνια μια ομάδα που έπαιζε σπουδαίο μπάσκετ και κατέγραφε εξαιρετικές πορείες.

Σκεφτείτε και τη συνέχεια της ομάδας μετά το 1992. Είχε έρθει ο Σκοτ Σκάιλς ως παίκτης-προπονητής, ο Στογιάκοβιτς, ο Ρετζιάς, ο Γιαννούλης… Υπήρχαν 10 Έλληνες πρώτης γραμμής και 2 πολύ καλοί ξένοι. Πολλοί από εμάς μετά παίξαμε σε Παναθηναϊκό και Ολυμπιακό, ο «Πέτζα» πήγε στο ΝΒΑ, ο Ρετζιάς το ίδιο…»

-Η τελευταία ερώτηση αφορά τον Νίκο Μπουντούρη. Πώς κινείσαι επαγγελματικά αυτήν την περίοδο;

«Έχω μια δική μου ομάδα στα Βριλήσσια, όπου είμαι προπονητής. Υπάρχουν αρκετά παιδιά, συμμετέχουμε στην ΕΣΚΑ και στόχος μας είναι να αναδείξουμε νέα ταλέντα. Πέρυσι δώσαμε δύο παιδιά στον Παναθηναϊκό και ένα στον Ολυμπιακό. Δεν ζητάμε χρήματα, θέλουμε να βγάλουμε παίκτες. Κι αυτό είναι πολύ ευχάριστο για μένα».

Αν πατήσετε ΕΔΩ μπορείτε να δείτε πολλά videos του Νίκου Μπουντούρη

***

Έτσι κύλησε η χρονιά

Η σεζόν 1991-92 συνδέθηκε με μερικές σημαντικές διαφοροποιήσεις στην Α1 Ανδρών, αρχής γενομένης από το γεγονός ότι ήταν η τελευταία που διοργανώθηκε υπό την αιγίδα της ΕΟΚ (σ.σ. την επόμενη ανέλαβε ο ΕΣΑΚΕ που τότε ονομαζόταν ΕΣΑΚ).

Παράλληλα, ήταν η τελευταία χρονιά που μετείχαν 12 ομάδες και η τελευταία που στη διαδικασία των πλέι οφ συνυπολογίζονταν τα αποτελέσματα της κανονικής περιόδου.

Ο ΠΑΟΚ είχε τη χαρά να διαθέτει στον πάγκο του έναν εκ των κορυφαίων Ευρωπαίων προπονητών, τον Ντούσαν Ίβκοβιτς, γνωστό από τη θητεία του στον Άρη τη διετία 1980-1982, καθώς και τις κόντρες του με τον Νίκο Γκάλη.

Το ρόστερ αποτελείτο από τους εξής: Μπάνε Πρέλεβιτς, Τζον Κόρφας, Παναγιώτης Φασούλας, Νίκος Φιλίππου, Νίκος Μπουντούρης, Κεν Μπάρλοου, Πιτ Παπαχρόνης, Νίκος Σταυρόπουλος, Γιώργος Βαλαβανίδης, Γιώργος Μακαράς, Γιώργος Κουκλάκης, Θεόδωρος Αστεριάδης, Αχιλλέας Μαματζιόλας, Νίκος Κατσίκης, Δημήτρης Δημακόπουλος.

Μία εξαιρετική ομάδα που θα έπρεπε να αποβάλλει από πάνω της τη ρετσινιά του loser, αφού όχι μόνο δεν κατάφερε να κερδίσει ποτέ τον Άρη σε ματς που έκρινε τίτλο, αλλά προερχόταν και από τον χαμένο τελικό Κυπέλλου με τον Πανιώνιο.

Ακόμα και τις δύο φορές που οι «κίτρινοι» δεν κατέκτησαν το Κύπελλο, το 1986 και το 1991, «θύτης» δεν ήταν ο ΠΑΟΚ, αλλά ο Παναθηναϊκός και η ΑΕΚ αντίστοιχα.

Του βγήκε η ψυχή…

Αν θα μπορούσε να απομονωθεί η τιτάνια προσπάθεια του ΠΑΟΚ για την κατάκτηση του τίτλου, τότε το ντέρμπι της 21ης Δεκεμβρίου 1991 με τον Άρη ως γηπεδούχο αποτελεί το πιο ενδεικτικό παράδειγμα.

Ο «δικέφαλος» είχε συνεχώς τα ηνία του αγώνα, προηγήθηκε 81-71 στα 1:34 και… κατάφερε (με κόντρα διαιτησία ειν’ η αλήθεια) να μην νικήσει στην κανονική διάρκεια.

Το πλάνο στο «κίτρινο» πανό το οποίο έγραφε «Πότε; Ποτέ, ποτέ, ποτέ», ύστερα από το εύστοχο τρίποντο του Ντίνου Αγγελίδη που έγραψε το 83-83, αποτύπωσε το κοντράστ μεταξύ των οπαδών των δύο ομάδων.

Το καλάθι του Λευτέρη Σούμποτιτς στα 8’’ για το 85-85 και το χαμένο λέι-απ του Πρέλεβιτς στην τελευταία επίθεση πανηγυρίστηκε σαν νίκη από τους υποστηρικτές του Άρη, οι οποίοι μόλις πριν από λίγα λεπτά γίνονταν αποδέκτες της «καζούρας» των… απέναντι για τη διαφαινόμενη ήττα.

Τα πιθανά βήματα του Νίκου Γκάλη στην ύστατη κατεβασιά των «κιτρίνων» και το σίγουρο επιθετικό φάουλ του Σούμποτιτς στον Τζον Κόρφα τη στιγμή που γινόταν αποδέκτης της μπάλας για το καλάθι της παράτασης λένε τη μισή αλήθεια.

Η άλλη μισή λέει ότι ο Πρέλεβιτς αστόχησε στο λέι-απ και πως οι Νίκος Φιλίππου-Κεν Μπάρλοου μπερδεύτηκαν μεταξύ τους στην προσπάθεια για το buzzer-beater.

Η παροιμία «έβαλα τα χέρια μου κι έβγαλα τα μάτια μου» είχε αποτυπωθεί στο παρκέ του Αλεξάνδρειου, ασχέτως αν το εξωπραγματικό τρίποντο με ταμπλό (συνοδεία βημάτων) του Μπάνε χάρισε στον ΠΑΟΚ τη νίκη στην παράταση με 99-96.

Όλα αυτά μετά τους τελικούς του 1991, οι οποίοι έληξαν με νικητή τον Άρη και για να καταλάβουν οι νεότεροι το σασπένς τους, θύμιζαν τους περυσινούς μεταξύ του Ολυμπιακού και του Παναθηναϊκού.

Πρώτος και καλύτερος

Ο Άρης πήρε ρεβάνς στον β’ γύρο, καθώς επικράτησε 82-65, ωστόσο ο ΠΑΟΚ κατέλαβε την πρώτη θέση της κανονικής περιόδου με 20 νίκες και 2 ήττες (σ.σ. η δεύτερη εκτός έδρας από το Παγκράτι σε ματς για τη 2η αγωνιστική, με το τρίποντο του Γιάννη Γιαννόπουλου λίγο μπροστά από το κέντρο).

Οι «κίτρινοι», από την πλευρά τους, δεν έχασαν ξανά στο Αλεξάνδρειο, αλλά οι ήττες από Ολυμπιακό, ΑΕΚ και Ηρακλή αποδείχθηκαν μοιραίες.

Στα πλέι οφ, όπου συμμετείχαν οι ΠΑΟΚ, Ολυμπιακός, Άρης και ΑΕΚ, μεταφέρθηκαν τα μεταξύ τους αποτελέσματα και η επιμέρους βαθμολογία από την κανονική περίοδο.

Σημειωτέον ότι στις 17 Μαρτίου ο “δικέφαλος” έδωσε δεύτερο διαδοχικό τελικό Κυπέλλου Κυπελλούχων (σ.σ. είχε μετονομαστεί σε Ευρωπαϊκό Κύπελλο) μόνο που αυτή τη φορά ηττήθηκε από τη Ρεάλ Μαδρίτης.

Aναφορικά με τα πλέι οφ, ο ΠΑΟΚ ήταν καλύτερος και με πέντε νίκες σε έξι ματς κατέκτησε την πρώτη θέση που τον έφερνε αγκαλιά με τον τίτλο.

Τότε, ο πρωταθλητής αναδεικνυόταν στις τέσσερις νίκες μεταξύ του πρώτου και του δεύτερου των πλέι οφ, συνυπολογίζοντας όμως τα μεταξύ τους αποτελέσματα σε κανονική διάρκεια και πλέι οφ.

Κατά συνέπεια, ο ΠΑΟΚ υπερτερούσε 3-1 του Ολυμπιακού (δύο νίκες οι Θεσσαλονικείς στην κανονική διάρκεια, από μία αμφότεροι στα πλέι οφ) και χρειαζόταν ακόμα μία.

Πρωτάθλημα στον Πειραιά

Στις 22 Απριλίου 1992, ο ΠΑΟΚ κατέβηκε στην Αθήνα με τον τίτλο του φαβορί απέναντι στον Ολυμπιακό του Γιάννη Ιωαννίδη, του Ζάρκο Πάσπαλι, του Αργύρη Καμπούρη και του νεαρού Γιώργου Σιγάλα.

Με την ώθηση 500 περίπου φιλάθλων του, οι οποίοι έγιναν ουκ ολίγες φορές αποδέκτες συνθημάτων εναντίον της Μακεδονίας, ο «δικέφαλος» ευνοήθηκε από τον τραυματισμό του Καμπούρη μόλις στο 2’.

Ο ΠΑΟΚ προηγήθηκε 44-36 στο ημίχρονο και όλα έδειχναν ότι το πρωτάθλημα θα παραμείνει στη Θεσσαλονίκη, αφού ένας… Ζάρκο δεν θα μπορούσε να φέρει την άνοιξη για τον άτιτλο από το Κύπελλο του 1980 Ολυμπιακό.

Με επιμέρους σκορ 19-10, η ομάδα του Ίβκοβιτς πλησίασε ακόμα περισσότερο στον τίτλο και παρά τη μείωση της διαφοράς στους 9 πόντους, οι «ερυθρόλευκοι» δεν απείλησαν περισσότερο.

Έξι λεπτά πριν από τη λήξη, ο «Ντούντα» έριξε στο παρκέ τη δεύτερη ομάδα, καθώς τα πάντα είχαν πια κριθεί και το πρωτάθλημα είχε βαφτεί «ασπρόμαυρο» για πρώτη φορά από το 1959.

Ο μετέπειτα «ερυθρόλευκος» Φασούλας ήταν ο κορυφαίος του αγώνα, ο Πρέλεβιτς ξεχώρισε κυρίως στο β’ ημίχρονο, ο Μπάρλοου προσέθεσε 17 πόντους και οι Μπουντούρης-Κόρφας συνέβαλαν για τη νίκη με 97-82.

ΟΛΥΜΠΙΑΚΟΣ (Γιάννης Ιωαννίδης): Ελληνιάδης 6, Σιγάλας 6, Αγγέλου, Καμπούρης, Πάσπαλι 35, Καρατζάς 10, Γιαννόπουλος 7, Παπαδάκης 3, Παπαδάκος 11, Σταμάτης 4.

ΠΑΟΚ (Ντούσαν Ίβκοβιτς): Σταυρόπουλος 2, Μπουντούρης 15, Πρέλεβιτς 20, Βαλαβανίδης, Μπάρλοου 17, Κόρφας 12, Παπαχρόνης, Φασούλας 24, Φιλίππου 2, Μακαράς 5.

Διαιτητές: Βιδάλης-Μάνος.

Δάκρυα συγκίνησης, τραγούδια, μπουγελώματα και πανηγυρισμοί συνέθεσαν το ντεκόρ αμέσως μετά το τέλος του τελικού στα αποδυτήρια του ΣΕΦ.

Ο Νίκος Βεζυρτζής ασπάστηκε έναν-έναν τους παίκτες της ομάδας και τους υπενθύμισε την υπόσχεση τίτλου που είχαν δώσει όλοι μαζί από την αρχή της σεζόν.

«Είναι μια μεγάλη μέρα για τον ΠΑΟΚ. Ο ΠΑΟΚ ήταν η καλύτερη ομάδα φέτος. Πέρυσι δωρίσαμε το πρωτάθλημα, φέτος το κατακτήσαμε επάξια. Δεν σταματάμε εδώ. Θέλουμε και το Κύπελλο. Από τη νέα χρονιά θα παίζουμε στην Ευρώπη στο Πρωταθλητριών. Πιστεύω να τα καταφέρουμε θαυμάσια.

Συγχαρητήρια σε όλους τους παίκτες, τεχνική ηγεσία και στον λαό του ΠΑΟΚ, που στάθηκε και στέκεται κοντά μας. Θέλω να ευχαριστήσω από τα βάθη της καρδιάς μου τον Θανάση Μαντά. Τον άνθρωπο που στέκεται κοντά μας και μακάρι να βρίσκονται κι άλλοι τέτοιοι σαν κι αυτόν. Ένα μέρος του φετινού τίτλου ανήκει και σ’ αυτόν», δήλωσε ο πρόεδρος του ΠΑΟΚ.

Στο μεταξύ, οπαδοί των νικητών μπήκαν στο παρκέ και πανηγύρισαν με τους παίκτες, οι οποίοι ξαναβγήκαν από τα αποδυτήρια για να κόψουν τα διχτάκια και να συνεχίσουν… δημοσίως τους πανηγυρισμούς.

Ύστερα από τους χαμένους τελικούς Κυπέλλου του 1990 (Άρης) και του 1991 (Πανιώνιος), ο «δικέφαλος» έφυγε θριαμβευτής από το ΣΕΦ και μπήκε στο αεροπλάνο για ένα ολονύχτιο πάρτι στη Θεσσαλονίκη.

Τα… έχασε ο Ίβκοβιτς

Εν μέσω Μεγαλοβδομάδας, η Θεσσαλονίκη γιόρτασε… πρόωρα την Ανάσταση, εξαιτίας των ξέφρενων πανηγυρισμών των οπαδών του ΠΑΟΚ.

Με τη λήξη του τελικού, χιλιάδες φίλαθλοι, πεζοί ή με όχημα, κατέβηκαν στο κέντρο με κασκόλ, σημαίες, καπνογόνα και λοιπά… εξαρτήματα, προκειμένου να εκδηλώσουν τη χαρά τους για τον πρώτο εγχώριο τίτλο σε ομαδικό σπορ από το 1985.

Περίπου 2.000 εξ αυτών άρχισαν να καταφθάνουν στο «Μακεδονία» από τις 23:00 της Μ. Τετάρτης και λίγο πριν από τα μεσάνυχτα βρέθηκαν στην πίστα του αεροδρομίου, αφού προηγουμένως έσπασαν μια τζαμαρία που στεκόταν εμπόδιο.

Δεκάδες μπουκάλια σαμπάνιας και καπνογόνα «συνέπεσαν» με την άφιξη της αποστολής από την Αθήνα, ενώ ο Φασούλας συνέχισε την… πτήση στους ώμους των φιλάθλων, οι οποίοι δεν γνώριζαν τι θα συμβεί έναν χρόνο αργότερα.

Ο πρόεδρος Νίκος Βεζυρτζής απολάμβανε τους ασπασμούς των παρευρισκόμενων, τη στιγμή που ο Ντούσαν Ίβκοβιτς έδειχνε ημιλιπόθυμος από την ένταση το σήμα της νίκης.

«Δεν υπάρχουν λόγια γι’ αυτή τη στιγμή. Αυτός ο κόσμος ζητούσε τόσα χρόνια τον τίτλο. Αυτή τη στιγμή δικαιώνεται και πανηγυρίζει. Έχει απόλυτο δίκιο», ψέλλισε σε δημοσιογράφους ο «Ντούντα».

«Ένας κόσμος, μα τι κόσμος…»

Νωρίτερα, ο Ίβκοβιτς είχε πει στη συνέντευξη Τύπου: «Από το καλοκαίρι που ήρθα στον ΠΑΟΚ είχα μιλήσει με τους παίκτες και τη διοίκηση. Πήραμε την απόφαση να πάρουμε το πρωτάθλημα και τώρα τα καταφέραμε. Όταν ήρθα στον ΠΑΟΚ όλοι μιλούσαν για τον τίτλο, έπρεπε όμως να δουλέψουμε πολύ.

Αυτό το βάλαμε σαν στόχο και σκοπό κι εφέτος η ομάδα είχε σοβαρότητα και οργάνωση. Φυσικά έχει κι ένα μεγάλο πρόεδρο και μία σπουδαία διοίκηση. Έχει όμως κι έναν κόσμο, μα τι κόσμος! Νομίζω ότι δεν υπάρχει τέτοιος κόσμος όχι μόνο στην Ελλάδα, αλλά και στην Ευρώπη, αφού οι φίλαθλοι του ΠΑΟΚ όπου και να παίζει τον ακολουθούν κατά χιλιάδες.

Είναι κάτι το ανεπανάληπτο. Συγχαρητήρια στους παίκτες για τη μεταξύ μας συνεργασία. Πιστεύω ότι όλα τα παιδιά έδειξαν τις δυνατότητές τους και δίκαια φτάσαμε εδώ που φτάσαμε. Έχουμε ακόμα το Κύπελλο και στόχος μας είναι να το κατακτήσουμε. Το πρωτάθλημα εφέτος ήταν δυνατό παρά τα προβλήματα που είχαμε με τα ταξίδια και με τα πολλά εκτός έδρας παιχνίδια.

Είχαμε σωστή οργάνωση και πάθος για να τα καταφέρουμε. Στο παιχνίδι με τον Ολυμπιακό, παρότι στην αρχή είχαμε κάποιο άγχος, οι παίκτες βρήκαν τον ρυθμό και κατάφεραν να φτάσουν στην επιτυχία. Τώρα θα πρέπει στην Ευρώπη να δούμε τι πρέπει να κάνουμε για να είμαστε ακόμη καλύτεροι».

Ο… αιώνιος αντίπαλος Γιάννης Ιωαννίδης, από την πλευρά του, συνεχάρη τον ΠΑΟΚ για την κατάκτηση του πρωταθλήματος, έκανε λόγο για δικαίωση των μελών του και «ματς γιορτή για εκείνους, ωστόσο δεν παρέλειψε να εκφράσει τη δυσαρέσκειά του για μία διαιτητική απόφαση.

«Σ’ αυτό το ματς αν ήταν διαφορετικοί διαιτητές ίσως το αποτέλεσμα να ήταν διαφορετικό. Ίσως να υπάρχει πρόβλημα ημερομηνιών», είπε χαρακτηριστικά ο «ξανθός».

Ο Ζάρκο Πάσπαλι έσταξε μέλι για τον αντίπαλο: «Ο ΠΑΟΚ ήταν η καλύτερη ομάδα εφέτος. Πρόσφερε το καλύτερο μπάσκετ στην Ελλάδα, αλλά και στην Ευρώπη, όπου η παρουσία του ήταν εντυπωσιακή, ασχέτως αν έχασε τον τελικό του Κυπέλλου Κυπελλούχων στο τελευταίο δευτερόλεπτο από ένα λάθος.

Πιστεύω ότι μπορεί να προσφέρει ακόμα περισσότερα και να μπορέσει του χρόνου, γιατί όχι, να κατακτήσει το Κύπελλο Πρωταθλητριών».

Επιτυχία ναι, εδραίωση όχι

Η πικρή αλήθεια είναι ότι παρά τις τεράστιες δυνατότητες αυτή η ομάδα δεν κατάφερε να πάρει τη σκυτάλη από τον Άρη και να δημιουργήσει τη δική της δυναστεία.

Η γιγάντωση του Ολυμπιακού μετά την έλευση του Σωκράτη Κόκκαλη και η ενδυνάμωση του Παναθηναϊκού ελέω Γιαννακόπουλων έβαλαν τέλος στην κυριαρχία της Θεσσαλονίκης, μεταφέροντας τον… δικομματισμό στην πρωτεύουσα.

Ο ΠΑΟΚ είχε σαφώς καλύτερη πορεία εκτός των συνόρων, αφού για πέντε διαδοχικές σεζόν έφτασε σε τετράδα ευρωπαϊκής διοργάνωσης και σε δύο περιπτώσεις (1991 Κύπελλο Κυπελλούχων, 1994 Κύπελλο Korać) κατέκτησε το τρόπαιο.

Ποτέ μέχρι σήμερα, όμως, ο «δικέφαλος» της Θεσσαλονίκης δεν κατάφερε να αποκτήσει μία σταθερότητα, η οποία θα μετουσιωνόταν σε τίτλους.

Οι οπαδοί του δεν χρειάζονται τα πρωτεία για να εκτιμήσουν περισσότερο την αξία που πρεσβεύει ο ΠΑΟΚ ως σύλλογος, χωρίς αυτό να σημαίνει ότι δεν θα ήθελαν μια ανάλογη δυναστεία με του συμπολίτη.

*Oι φωτογραφίες προέρχονται από την επίσημη ιστοσελίδα της ΚΑΕ ΠΑΟΚ και από την εφημερίδα “Θεσσαλονίκη”

Διαβάστε ακόμη:

Η χαμένη ευκαιρία του ΠΑΟΚ

Διαβάστε ακόμα
Σχόλια
Loading...
error: Content is protected !!