Στις 18 Ιουλίου 1971, το “Μαρακανά” άνοιξε τις πύλες του για δεκάδες χιλιάδες κόσμου που πήρε τη θέση του για ένα κοσμοϊστορικό, όσο και δυσάρεστο γεγονός.
Δεν υπήρχε προγραμματισμένος κάποιος αγώνας πρωταθλήματος, που θα δικαιολογούσε την ταυτόχρονη παρουσία 138.575 θεατών στις κερκίδες του μεγαλύτερου “ναού” του ποδοσφαίρου.
Τα θέματα του Sport-Retro.gr για τη Βραζιλία
Υπήρχε κάτι πιο σημαντικό, που οδήγησε ακόμα και δημοσιογράφους από την Ευρώπη να αψηφήσουν το κατακαλόκαιρο και τα έξοδα, ώστε να κάνουν το υπερατλαντικό παιχνίδι και να βρεθούν στο Ρίο ντε Ζανέιρο για να καλύψουν μία ιστορική στιγμή: το “αντίο” του Πελέ στην εθνική Βραζιλίας!
Η εξήγηση για το τέλος
Έναν χρόνο μετά από την απόλυτη εποποιία της ομάδας, την κατάκτηση του Παγκοσμίου Κυπέλλου με τον πιο εντυπωσιακό τρόπο στα γήπεδα του Μεξικού, ο MVP εκείνης της διοργάνωσης αποφάσισε ότι είχε έρθει η ώρα να αποχωρήσει με το κεφάλι ψηλά.
“Είναι καλύτερα να σταματήσω τώρα που βρίσκομαι στο απόγειο της φόρμας μου. Είναι λυπηρό, το γνωρίζω, ειδικά για μένα”, είχε δηλώσει τον Μάρτιο του 1971 στον Τύπο της Βραζιλίας, όταν πρωτοανακοίνωσε την απόφαση να αποχωρήσει από την εθνική Βραζιλίας.
Έκτοτε, ασκήθηκαν μεγάλες πολιτικές πιέσεις ώστε, σε μία εποχή δικτατορίας, η εθνική Βραζιλίας να παραμείνει ψηλά με ηγέτη τον Πελέ, για να χρησιμοποιείται ως όχημα προπαγάνδας εις βάρος των φιλάθλων. Το “μαύρο διαμάντι” είχε πάντοτε στενούς δεσμούς με τον εγχώριο πολιτικό κόσμο, όμως αυτήν τη φορά δεν επρόκειτο να επηρεαστεί στις αποφάσεις του.
Στόχος του ήταν να ολοκληρώσει τις υποχρεώσεις του με τη “σελεσάο” το καλοκαίρι του 1971, μετά από 14 σεζόν στις οποίες είχε κατακτήσει τρεις φορές το Παγκόσμιο Κύπελλο, και μετά από ακόμα τρία χρόνια, ήθελε να ολοκληρώσει γενικότερα την καριέρα του ως ποδοσφαιριστής.
“Θα αποσυρθώ χωρίς πολλές γιορτές”, δήλωνε, εξαιτίας της πικρίας που αποκόμισε από τις πολιτικές πιέσεις, χωρίς να διαβλέπει σε εκείνο το χρονικό σημείο ότι το τέλος του συμβολαίου του με τη Σάντος τον Δεκέμβριο του 1974 θα διαδεχόταν μία συνεργασία με τους Νιου Γιορκ Κόσμος μέχρι το 1977.
Βραζιλία ’70 κόντρα σε “Βραζιλία της Ευρώπης”
Ο Έντσον Αράντες ντο Νασιμέντο, ή Έντσον όπως τον φώναζε η τότε σύζυγός του, Ροζεμάρι ντος Ρέις Σόλμπι, την οποία παντρεύτηκε την εποχή του καρναβαλιού το 1996 μετά από πέντε χρόνια σχέσης, είχε φροντίσει να προετοιμάσει από μόνος του το “αντίο” του.
Στην ομάδα με την οποία θα αγωνιζόταν, ήθελε όλους τους παίκτες του θριάμβου του ’70. Δεν του χάλασαν το χατίρι, πλην του συμπαίκτη του στη Σάντος Κάρλος Αλμπέρτο, του ποδοσφαιριστή με τον οποίο η συνεργασία στον τελικό κόντρα στην Ιταλία απέφερε ένα από τα πιο εμβληματικά τέρματα της διοργάνωσης.
Μπορεί ο σπουδαίος Βραζιλιάνος δεξιός μπακ να μην κατάφερε να βρεθεί εκείνη την ημερομηνία στο “Μαρακανά” για να δεχθεί ακόμα μία “τυφλή” πάσα από τον καλό φίλο του, ωστόσο η ενδεκάδα της Βραζιλίας για το αποχαιρετιστήριο φιλικό παιχνίδι ήταν εξαιρετική.
Ο Ζαϊρζίνιο επίσης δεν αγωνίστηκε σε αυτό το παιχνίδι, ωστόσο υπήρχαν τα υπόλοιπα τρία “δεκάρια” εκείνης της μαγικής “σελεσάο”, μαζί με τον Πελέ. Κλοντοάλντο, Ζέρσον και Ριβελίνο έδωσαν μία νότα μαγείας σε εκείνη την ομάδα, σε ένα άκρως απαιτητικό φιλικό κατά τα άλλα.
Αυτό διότι για αντίπαλο ο Πελέ διάλεξε μία εθνική ομάδα που είχε το προσωνύμιο “Βραζιλία της Ευρώπης”, τη Γιουγκοσλαβία. Οι “πλάβι” ήταν οι φιναλίστ στο Euro 1968 μετά από έναν αμφιλεγόμενο τελικό κόντρα στην Ιταλία, οι οποίοι είχαν αποκλείσει τους προηγούμενους πρωταθλητές κόσμου Άγγλους στα ημιτελικά.
Πραγματοποίησαν το υπερατλαντικό ταξίδι με μπροστάρη τον αρχηγό τους Ντράγκαν Τζάιτς, τον αριστερό εξτρέμ του Ερυθρού Αστέρα, που είχε συνεπάρει τον ίδιο τον Πελέ. “Λυπάμαι που δεν είναι Βραζιλιάνος, επειδή ποτέ δεν έχω δει τέτοιο φυσικό ταλέντο”, είχε δηλώσει για τον Γιουγκοσλάβο αντίπαλό του.
ΒΡΑΖΙΛΙΑ: Φέλιξ, Μπρίτο, Εβεράλντο (Μάρκο Αντόνιο), Βαγκίνιο, Ζεκίνια, Κλοντοάλντο, Ζέρσον, Πιάζα, Ριβελίνο, Ζε Μαρία (Εουρίκο), Πελέ (Κλαουντιομίρο)
ΓΙΟΥΓΚΟΣΛΑΒΙΑ: Βούκτσεβιτς, Χόλτσερ, Παούνοβιτς, Ράμλιακ (Αντόνιεβιτς), Ατσίμοβιτς, Όμπλακ, Πάβλοβιτς, Πέτκοβιτς (Μπιέκοβιτς), Τζάιτς, Φιλίποβιτς (Γέρκοβιτς), Στεπάνοβιτς
Ξεπέρασε τα 1.000 γκολ
Το παιχνίδι άρχισε σύμφωνα με τον προγραμματισμό, με τον Πελέ να φοράει τη φανέλα της “σελεσάο” μόνο για το 1ο ημίχρονο. Στα πρώτα λεπτά, κανείς από τους παίκτες στον αγωνιστικό χώρο δεν ήθελε να κλέψει τη δόξα από τον “βασιλιά” σε μία τέτοια, απολύτως προσωπική περίσταση.
Ο Πελέ ήταν ο πρωταγωνιστής, παίζοντας 1-2 με τους συμπαίκτες του, περνώντας με ντρίμπλες του αντιπάλους του και δοκιμάζοντας διαρκώς τα πόδια του, στην αναζήτηση ενός τελευταίου τέρματος. Εξάλλου, σε εκείνο το χρονικό σημείο είχαν περάσει ήδη δύο έτη από τη στιγμή που η καταμέτρηση έπιασε τετραψήφιο αριθμό, από το “Milésimo”, το 1.000ό τέρμα του Βραζιλιάνου στην καριέρα του, με πέναλτι κόντρα στη Βάσκο ντα Γκάμα.
Ο αριθμός πλέον είχε φτάσει στα 1.086 με σύλλογο και εθνική. Μόνο με το εθνόσημο στο στήθος, ο Πελέ έπαιξε σε 114 αγώνες και σκόραρε 95 φορές, αν και αυτά που αναγνωρίζονται ως επίσημα παιχνίδια (φιλικά ή για κάποια διοργάνωση) είναι μόλις 92 (67 νίκες, 14 ισοπαλίες, 11 ήττες και καμία ήττα στα παιχνίδια που αγωνίστηκε μαζί με τον Γκαρίντσα), στα οποία σκόραρε 77 φορές.
“Το πιο ταιριαστό συνώνυμο της τελειότητας”
Οι προσπάθειες του Πελέ στο φιλικό με τη Γιουγκοσλαβία δεν “καρποφόρησαν”. Παρ’ όλα αυτά, όταν ο Βέλγος διαιτητής Βιτάλ Λορό σφύριξε τη λήξη του ημιχρόνου, ουδείς φίλαθλος στην κερκίδα σταμάτησε να πανηγυρίζει.
Ο Πελέ έβγαλε τη φανέλα του, την έσφιξε στη δεξιά γροθιά του και άρχισε να κάνει τον γύρο του θριάμβου στον στίβο του “Μαρακανά”. Οι παίκτες της Βραζιλίας και της Γιουγκοσλαβίας έκαναν pasillo για να περάσει από μέσα ο κορυφαίος παίκτης του κόσμου, ενώ ένα τεράστιο πανό που ξεδιπλώθηκε στην κερκίδα έγραφε “Να ζήσει ο Βασιλιάς”.
Ο Γερμανός εκφωνητής του κρατικού “ARD”, Ρούντι Μίχελ, έδωσε το στίγμα της περίστασης, αποκαλώντας τον Πελέ ως “το πιο ταιριαστό συνώνυμο της τελειότητας εντός ποδοσφαιρικού γηπέδου” και προσθέτοντας ότι πρόκειται για “έναν μαέστρο και σολίστα την ίδια στιγμή” και “ένα όνομα γνωστό σε κάθε στάδιο στα πέρατα του κόσμου”.
Η φανέλα του Πελέ κατέληξε σε καφετέρια
Όταν ολοκληρώθηκε ο γύρος του θριάμβου, ο Πελέ φόρεσε το κοστούμι του και κάθισε στα επίσημα, ώστε να παρακολουθήσει τη συνέχεια του αγώνα με τη νέα ιδιότητά του στα παιχνίδια της εθνικής Βραζιλίας, αυτήν του θεατή.
Η Γιουγκοσλαβία ήταν ήδη μπροστά στο σκορ από το γκολ του Τζάιτς στο 35ο λεπτό (στην 50ή διεθνή συμμετοχή του), στο οποίο απάντησαν σημειολογικά οι Ριβελίνο και Ζέρσον, δύο από τους παίκτες που ανέλαβαν να καλύψουν το κενό που θα άφηνε ο Πελέ στην εθνική ομάδα. Το γκολ της ισοφάρισης ήρθε στο 60′, αυτό της ανατροπής στο 65′, για να ισοφαρίσει στο 70′ ο Γιούριτσα Γέρκοβιτς στο τελικό 2-2.
Ένας άλλος Γιουγκοσλάβος, πάντως, έγινε διάσημος από αυτό το παιχνίδι. Ο στόπερ Ντράγκαν Χόλτσερ, επί χρόνια βασικός σε εκείνη την καταπληκτική ομάδα των Βαλκανίων, μπορεί να έχει τη δική του σπουδαία ιστορία, αφού γεννήθηκε σε στρατόπεδο συγκέντρωσης των Ναζί από φυλακισμένους γονείς, ωστόσο όλοι θα θυμούνται τη σχέση του με αυτό το παιχνίδι.
Κι αυτό διότι ήταν ο Γιουγκοσλάβος ποδοσφαιριστής πρόλαβε να ζητήσει (και να πάρει) από τον Πελέ τη φανέλα του, τη φανέλα που φόρεσε στο τελευταίο διεθνές παιχνίδι του. Η εν λόγω φανέλα με το νούμερο 10 στην πλάτη βρισκόταν σε περίοπτη θέση σε καφετέρια του Σπλιτ για περίπου 20 χρόνια, μαζί με μία φωτογραφία του Χόλτσερ που ποζάρει δίπλα στις πινακίδες του γηπέδου και μία δήλωση που επιβεβαίωνε ότι ήταν αυθεντική. Τον Οκτώβριο του 2010 πωλήθηκε σε ηλεκτρονική δημοπρασία για 9.737 ευρώ.