Μια τεράστια καριέρα που «έληξε» σε μια κόλλα χαρτί και λίγες αράδες. Ένα κύκλος που έκλεισε βίαια. Μια πορεία που διακόπηκε απότομα. Στις 29 Σεπτεμβρίου του 1995 ο Νίκος Γκάλης έριχνε το δικό του «the end» στο μαύρο φόντο της οθόνης.
Το φινάλε ήταν βαρύ, αντιστρόφως ανάλογο του υπόλοιπου σεναρίου. Το «γιατί» παραμένει ολοζώντανο. Το Sport-Retro.gr παίζει σε επανάληψη το έργο, ζωντανεύοντας τις μνήμες.
***
«Κάποτε θα γινόταν κι αυτό. Στη ζωή, όλα έχουν μιά αρχή κι ένα τέλος. Πολλές φορές εξαρτάται από μας, πολλές φορές όχι. Ήθελα να σταματήσω αυτό που τόσο αγάπησα κι αγαπώ μέσα στο γήπεδο γιατί πιστεύω ότι ξέρω να παίρνω τις αποφάσεις μου τότε που πρέπει.
Ο Γκάλης πρώτος σκόρερ του Mundobasket
Αυτή μου η επιθυμία θεωρήθηκε από πολλούς αδυναμία. Ποτέ δεν έχω παρακαλέσει άνθρωπο και ποτέ δε ζήτησα χάρη από κανέναν.
Μέχρι και σήμερα έκανα υπομονή περιμένοντας μία κίνηση. Είμαι εγωιστής, αλλά δεν είναι εγωιστικό να πιστεύω μέχρι κι αυτή τη στιγμή ότι είμαι ελεύθερος και ότι δεν ανήκω σε κανέναν.
Γιατί έχω λόγο και τιμή. Φεύγω από το άθλημα που αγάπησα πικραμένος. Με μόνη ικανοποίηση ότι ακόμα και σήμερα πολλοί πιστεύουν ότι μπορώ να αλλάζω τις ισορροπίες.
Ευχαριστώ όλους τους ανώνυμους φιλάθλους για την αγάπη που μου έδειξαν. Ζητώ συγγνώμη αν κάποιους πίκρανα. Τη ζωή πρέπει να την παίρνουμε όπως έρχεται αν θέλουμε να είμαστε ευτυχισμένοι.
Εύχομαι καλή επιτυχία σε όλες τις ομάδες του πρωταθλήματος που αρχίζει αύριο κάνοντας μια ευχή: Να μη ξεχνάμε όλοι ότι το μπάσκετ είναι παιχνίδι και ότι υπάρχουν νικητές και ηττημένοι».
Ο… εορταστικός τραυματισμός του Γκάλη, η απουσία από το Παγκόσμιο
Λέξεις 184. Μετρημένες, αλλά ταυτόχρονα άρρητες. Λέξεις που αποτυγχάνουν να χωρέσουν το άδοξο τέλος του Νίκου Γκάλη από το μπάσκετ. Λέξεις που αδυνατούν να καθρεπτίσουν το μεγαλείο του ίδιου του «διαβόλου», όπως τον είχε αποκαλέσει ο Ντράζεν Πέτροβιτς αρνούμενος -επί της ουσίας- να συγκριθεί μαζί του, όταν μάθαινε πως ο Φίλιππος Συρίγος τον είχε βαπτίσει «γιο του διαβόλου»
Διαβάζεις γραμμή-γραμμή όσα επέλεξε να… πει άηχα, ξέπνοα και ανατριχιάζεις από την ένταση. Ηλεκτρίζεσαι από το ρεύμα που σε διαπερνά.
Από τότε, εκείνη την 29η Σεπτεμβρίου, Παρασκευή ήταν, πέρασαν 23 χρόνια. Το ίδιο όμως ανατριχιαστικό συναίσθημα προκαλεί ακόμη και σήμερα εκείνη η γραπτή δήλωση με την υπογραφή του, η οποία είχε μοιραστεί στα μέσα ενημέρωσης. Μια αγγελία που μετέφερε το μαντάτο που δεν ήθελες ν’ ακούσεις. Να το πιστέψεις ούτε λόγος.
Ο Νίκος Γκάλης είχε πάψει να ελπίζει ότι θα παίξει ξανά. Αν και άτρωτος στο παρκέ, μια αέρινη φιγούρα που αιωρείτο με την μπάλα στα χέρια, είχε σκορπίσει στον ορίζοντα. Η αποχή από το γήπεδο, από την αδιάκοπη προπόνηση, από την καθημερινότητα που τον χόρταινε τον είχε λυγίσει. Πληγή που άνοιξε και δεν έκλεισε ποτέ. Τραύμα θανάσιμο.
Από τις 18 Οκτωβρίου του προηγούμενου χρόνου (1994), τον άγριο τσακωμό με τον Κώστα Πολίτη στο παιχνίδι με τους Αμπελόκηπους στο κλειστό του Μετς και την αιφνίδια αποχώρησή του από τον Παναθηναϊκό ήταν ανενεργός. Ένα περιφερόμενο φάντασμα δίχως οντότητα και λόγο ύπαρξης. Μα όταν κάνεις σχέδια, ξέρεις ποιος γελάει από κάπου…
Ο Ευρω-κόουτς δεν τον είχε στην αρχική 5άδα με τους νεοφώτιστους, ο Γκάλης αρνήθηκε να μπει όταν του ζητήθηκε, επικαλούμενος αδιαθεσία, και στ’ αποδυτήρια κατά την ανάπαυλα μεταξύ των δύο ημιχρόνων επήλθε η οριστική ρήξη.
Το γυαλί που είχε ραγίσει λίγες ημέρες πριν, στο ματς κυπέλλου με το Περιστέρι που είχε συνδυαστεί με αποκλεισμό, θρυμματίστηκε. Θιγμένος, μάζεψε τα πράγματά του κι έφυγε. Άλλωστε ποτέ δεν κοίταξε πίσω.
«Εξοστρακισμένος» από ένα χώρο που είχε ευεργετήσει. Όπως ο Αριστείδης ο δίκαιος. Κι αν στην Αρχαία Αθήνα επρόκειτο για μέτρο προστασίας του δημοκρατικού πολιτεύματος, ο Νίκος Γκάλης ποιον απειλούσε;
Ο πάντα συγκαταβατικός και ισορροπιστής Παύλος Γιαννακόπουλος είχε παλέψει να τον μεταπείσει να επιστρέψει, εκτιμώντας ότι η απόλυση του Πολίτη από την τεχνική ηγεσία του «τριφυλλιού» μετά την ήττα με 67-65 στη Γλυφάδα από τον Ολυμπιακό στις 6 Νοεμβρίου (19 ημέρες μετά το επεισόδιο) και ο ερχομός του Ευθύμη Κιουμουρτζόγλου θα εξομάλυναν την περίπλοκη κατάσταση. Μάταια.
VIDEO: Το τελευταίο ματς του Νίκου Γκάλη με την Εθνική Ελλάδας
Ο «Νικ» ήταν αγύριστο κεφάλι, όλοι οι μεγάλοι ήταν εγωιστές, και η σεζόν τον βρήκε με δελτίο κρεμασμένο στον τοίχο. Εν ισχύ, πληρωνόταν δηλαδή, αλλά φυσικά χωρίς διέξοδο να παίξει σ’ άλλη ομάδα. Κάθε νέα ημέρα ήταν σαν την προηγούμενη, μια μαρτυρική ημέρα της μαρμότας.
Ο Γκάλης λέγεται πως είχε σχεδόν συμφωνήσει να παίξει στην ΑΕΚ – όχι στον ΠΑΟΚ. Όλοι την ίδια πληροφορία είχαν.
Πίστευε ακόμη ότι είναι σε θέση να υπηρετήσει το ρόλο του ηγέτη για τον οποίο είχε έρθει σε τούτο τον ελληνικό μπασκετόκοσμο, όταν τον Οκτώβρη του 1979 με καπαρντίνα κι άφρο μαλλί πατούσε το πόδι του στη Θεσσαλονίκη.
Το ήξερε το σώμα του, το όριζε ο ίδιος. Από τον Παναθηναϊκό όμως δεν ενέδωσαν, δεν τον αποδέσμευσαν και το τέλος ήταν πια προδιαγεγραμμένο.
Το «αντίο» του ήταν η αποφυλάκιση από το στενό κελί του. Την άλουστη από φως απομόνωση, στην οποία είχε εγκλωβιστεί για 11 μήνες.
Ντοκουμέντο: Το πρώτο ματς του Νίκου Γκάλη με την Εθνική ομάδα
Είτε τον έδιωξαν είτε επέλεξε να φύγει, το καζαντζακικό «είμαι ελεύθερος» της δήλωσής του που συνοδεύτηκε από το «δεν ανήκω σε κανέναν» ήταν η αλήθεια που είχε μέσα του. Τον αντιπροσώπευε απόλυτα τη χρονική στιγμή που συντάχθηκε. Ακόμη και σήμερα, αν τον ρωτήσεις, το ίδιο πιστεύει.