Το πραγματικό του όνομα ήταν Βασίλης Τριανταφύλλου, γονείς του ήταν οι Νίκος Τριανταφύλλου-Πολυξένη Μητροκώστα και γεννήθηκε το 1939 στο Βασιλικό, ένα όμορφο χωριό λίγα μόλις λεπτά έξω από τη Χαλκίδα.
Έβγαλε το Δημοτικό στο Βασιλικό και το νυχτερινό Γυμνάσιο στη Χαλκίδα, ώσπου το διάστημα 1960-1963 διετέλεσε ιδιαίτερος του πολιτικού γραφείου του βουλευτή της Εύβοιας και θείου του Αντώνη Τριανταφύλλου.
«Μαχόμενος για την Ειρήνη είναι Νίκη»
Είχε πετύχει στις εισαγωγικές εξετάσεις της Οδοντιατρικής Σχολής του Πανεπιστημίου Αθηνών, αλλά μετά το πρώτο έτος φοίτησης μεταγράφηκε στην Ιατρική Σχολή του Πανεπιστημίου της Μόντενα (κατά μία εκδοχή, μία ερωτική απογοήτευση τον ώθησε να φύγει για σπουδές στην Ιταλία).
Ύστερα από την αποφοίτησή του, ο Βασίλης Τριανταφύλλου ειδικεύθηκε στη Γενική Αιματολογία, ενώ μέρος των σπουδών του (και της μετέπειτα ζωής του) αφιερώθηκε στην Ψυχοθεραπεία.
Έμελλε να ριζώσει στη Μόντενα και να εργαστεί αποποιούμενος την αμοιβή του, υπέρ φιλανθρωπικών σκοπών στην πανεπιστημιακή κλινική του νοσοκομείου και σε διάφορα ινστιτούτα.
Παράλληλα, όσο η φήμη του εξαπλωνόταν στην Ιταλία εξαιτίας κυρίως του γεγονότος ότι το 1972 αναδείχθηκε σε Ακαδημαϊκός από τη Διεθνή Ακαδημία της Ρώμης, ο νεαρός Ευβοιώτης συντηρούσε 15 Έλληνες φοιτητές στη Μόντενα.
Επίσης, ήταν καθηγητής, με σύμβαση στην Ιατρική και Οδοντιατρική Σχολή του Πανεπιστημίου της Μόντενα, ενώ αποτελούσε μέλος του επιστημονικού επιτελείου της πανεπιστημιακής κλινικής του νοσοκομείου της ίδιας πόλης.
Αγόγγυστος εργάτης στη «μάχη» κατά του καρκίνου για χάρη της μητέρας του, ο Βασίλης Τριανταφύλλου πορεύθηκε με το μότο: «Μαχόμενος για την Ειρήνη είναι Νίκη».
Κοσμοϊστορικά γεγονότα, όπως οι ρίψεις ατομικής βόμβας σε Χιροσίμα/Ναγκασάκι, η δολοφονία του Τζον Κένεντι και τα σκελετωμένα παιδιά της Μπιάφρας, τον συγκλόνισαν και τον επηρέασαν.
«Όσο ζω κι αναπνέω, θα βοηθώ και θα σκέφτομαι πώς να καταπολεμήσω τους πολέμους και τις βόμβες», δήλωνε συχνά.
Η αλλαγή του επιθέτου και η ζωγραφική
Βαθύτατα τοπικιστής με τη Χαλκίδα και λάτρης της Ελλάδας, ο Βασίλης Τριανταφύλλου έγινε Βασίλης Χαλκιδιώτης κατά τα μέσα της δεκαετίας του 1960.
Από αυτό το επίθετο αντλούσε δύναμη στα πρώτα δύσκολα χρόνια που αντιμετώπισε και η αλήθεια είναι ότι το τίμησε μέχρι το τέλος της ζωής του.
Πέρα από διακεκριμένος γιατρός και με απαράμιλλο φιλανθρωπικό έργο, ο Βασίλης Χαλκιδιώτης ξεχώρισε για την ενασχόλησή του με τις τέχνες.
Από πολύ μικρή ηλικία άρχισε να ζωγραφίζει, όμως σχεδόν κανένα (ή και κανένα) από τα πρώτα του έργα δεν διασώθηκε, αφού τα δώρισε η μητέρα του.
Για τον Βασίλη Χαλκιδιώτη η ζωγραφική ήταν ένας ανελέητος χώρος εκφράσεως που δεν συγχωρούσε την έλλειψη αλήθειας, τη συμβατικότητα, τη φιλολογία και τον στόμφο.
Το 1969 ήρθε η αναγνώριση, χάρη σε μία διάλεξη που έδωσε στο Πανεπιστήμιο με θέμα την πυρηνική ενέργεια και τις επιδράσεις της στην υγεία των ανθρώπων.
Ο 30χρονος γιατρός εξασφάλισε άδεια από τον πρύτανη για να παρουσιάσει τέσσερα έργα του στο κοινό, το οποίο ενθουσιάστηκε, ενώ ένας πάμπλουτος Γάλλος, ονόματι Βουζ, αγόρασε τη «Νεκρή Πολιτεία».
Παγκόσμιος Χαλκιδιώτης
Η «Νεκρή Πολιτεία» του αποφέρει χρήματα, όμως τα καλύτερα έρχονται στη συνέχεια: Συνεντεύξεις, τηλεοπτικές εμφανίσεις, πρόταση για έκθεση από το «Μουσείο Ελεύθερης Τέχνης» στη Γαλλία.
Οι Γάλλοι κριτικοί πλέκουν το εγκώμιό του και μία εξ αυτών γράφει: «Ο Βασίλης Χαλκιδιώτης είναι ο ζωγράφος του αιώνα. Στα έργα του βρίσκει κανείς τη φιλοσοφία του προγόνου του, του περίφημου Σοφοκλέους».
Ο Σαλβαδόρ Νταλί δηλώνει: «Επιτέλους γεννήθηκε ένας ζωγράφος μιας νέας Αναγεννήσεως, που έπρεπε να ήταν Έλληνας και είναι».
Ο Κλέλιο Ντάριντα, δήμαρχος της Ρώμης, τον προσκαλεί στο μέγαρο για να εκθέσει τις δημιουργίες του, όσο εκείνος… προθερμαίνεται για να τα βάλει με τον Αριστοτέλη Ωνάση!
Ο Βασίλης Χαλκιδιώτης, πιο σίγουρος για τον εαυτό του πια, εκθέτει ένα έργο που αφορά σε μία μεγάλη προσωπικότητα, φέρει τον τίτλο «Γυμνός Κόσμος» και γνωρίζει την αποθέωση.
Οι εφημερίδες γράφουν χαρακτηριστικά: «Πάνω από 450.000 άνθρωποι είδαν από κοντά τη νέα μεγάλη δημιουργία του Έλληνα ζωγράφου Βασίλη Χαλκιδιώτη».
Αυτή η προσωπικότητα δεν ήταν άλλη από την Τζάκι Κένεντι, η οποία είχε χάσει πλήρως τη συμπάθεια του Ευβοιώτη γιατρού από τότε που παντρεύτηκε τον Ωνάση…
Το στοίχημα με τον Ωνάση για το «Γουέμπλεϊ»
Την Κυριακή 23 Σεπτεμβρίου 1973 δημοσιεύθηκε συνέντευξη του Βασίλη Χαλκιδιώτη στην εφημερίδα «Αθλητική Ηχώ» και συγκεκριμένα στον δημοσιογράφο Γιάννη Αργυρίου.
Ο Αργυρίου θύμισε στον γιατρό και ζωγράφο ότι αυτό το έργο για την Κένεντι προκάλεσε έντονη διαμάχη με τον Ωνάση. Η απάντησή του: «Ναι, ακριβώς έτσι είναι. Ήταν τότε που ο Παναθηναϊκός θα έπαιζε στο «Γουέμπλεϊ» με τον Άγιαξ και ο Ωνάσης δήλωσε ότι θα προσέφερε 300.000 δολάρια στους Έλληνες παίκτες αν νικούσαν.
Γνωρίζοντας πόσο σφιχτοχέρης είναι, τον προκάλεσα σε ένα στοίχημα για το αν θα κρατούσε την υπόσχεσή του. Μου πρότεινε, πάντα μέσω εφημερίδων, να στοιχηματίσουμε 1.000.000 δραχμές. Εγώ δεν είχα τόσα χρήματα και αντί αυτών στοιχημάτιζα τον πίνακα με την Τζάκι.
Πάνω σε αυτή τη διαμάχη μεσολάβησε ένας Αμερικανός πολυεκατομμυριούχος, αγόρασε τον πίνακα και στοιχημάτισε αυτός με τον Ωνάση. Φυσικά, έχασε το στοίχημα, αλλά κέρδισε 20.000.000 δραχμές λίγο αργότερα, όταν ο «Γυμνός Κόσμος» που του ανήκε, πουλήθηκε σε έναν άλλο, επίσης Αμερικανό!»
Έχετε διαβάσει ονόματα όπως Σαλβαδόρ Νταλί, Αριστοτέλης Ωνάσης, Τζάκι Κένεντι, έχετε ενημερωθεί για την πολυεπίπεδη προσωπικότητα, την πρόοδο στην ιατρική, τις διακρίσεις στη ζωγραφική, επομένως είναι η ώρα για το… κερασάκι στην τούρτα.
Στις 25 Ιανουαρίου 1973, ο Πάπας Παύλος ΣΤ’ του απένειμε ιδιοχείρως ένα βραβείο ειρήνης με τη φράση: «Για τους αγώνες που έκανες για την ειρήνη, σου αξίζει αυτό τα βραβείο».
Θα πρέπει να σημειωθεί ότι την ίδια χρονιά απονεμήθηκε το Βραβείο Νόμπελ Ειρήνης σε μία αμφιλεγόμενη προσωπικότητα, τον Χένρι Κίσινγκερ, τότε σύμβουλο Εθνικής Ασφαλείας και υπουργό Εξωτερικών των ΗΠΑ.
Το δώρο στον Ολυμπιακό
Στην προαναφερθείσα συνέντευξη ο Χαλκιδιώτης επιβεβαιώνει ότι είχε χαρίσει ένα έργο του στον Ολυμπιακό και παραθέτει το χρονικό της ιστορίας.
«Είναι γεγονός πέρα για πέρα. Συγκεκριμένα, πριν από λίγο καιρό με πλησίασαν δύο δημοσιογράφοι και με ρώτησαν αν ήμουν διατεθειμένος να δωρίσω στον σύλλογο του Πειραιά ένα από τα έργα μου. Δέχτηκα και τους έδωσα ένα για λογαριασμό του Ολυμπιακού, με παράγοντες του οποίου μίλησα προηγουμένως.
Όταν ήρθα και πάλι στην Ελλάδα, με πλησίασαν και μου είπαν αν ήθελα να παραιτηθώ από κάθε δικαίωμα για τον πίνακα που τους είχα δώσει. Δέχτηκα και πάλι και υπέγραψα ένα συμφωνητικό. Μόλις υπέγραψα, μου έκαναν γνωστό ότι ήδη ο πίνακάς μου έχει πουληθεί αντί ενός τεράστιου χρηματικού ποσού».
-Δηλαδή κ. Χαλκιδιώτη, ούτε λίγο ούτε πολύ, χαρίσατε μια περιουσία στον Ολυμπιακό.
«Ακριβώς».
-Σκέφτεστε να κάνετε κάτι παρόμοιο και για τον Α.Ο. Χαλκίδας;
«Ασφαλώς. Ένα από τα σχέδιά μου είναι να βοηθήσω και ηθικά και υλικά τον σύλλογο της πόλης που γεννήθηκα. Ήδη συζήτησα με τους εξαιρετικούς κυρίους που βρίσκονται αυτή τη στιγμή στη διοίκηση και ιδιαίτερα με τους κ.κ. Εμμανουηλίδη, Σίδερη, Σταματούκο και Ορφανάκο, οι οποίοι μου ανέλυσαν το τεράστιο οικονομικό πρόβλημα που αντιμετωπίζει η ομάδα.
Αποφάσισα και τους δώρισα έναν από τους πλέον αντιπροσωπευτικούς μου πίνακες, του οποίου η τιμή δεν θα είναι χαμηλότερη των 600.000 δραχμών με τα ελληνικά δεδομένα. Αυτή είναι η πρώτη μου προσφορά. Θέλω κι ελπίζω να βοηθήσω κι εγώ, ώστε ο αγαπητός μου Α.Ο. Χαλκίς να ξαναβρεθεί στην Α’ Εθνική, γιατί πιστεύω ότι εκεί είναι η θέση του».
***
Στις 13 Σεπτεμβρίου 2011, ο Βασίλης Χαλκιδιώτης διακομίστηκε στο Νοσοκομείο «Ευαγγελισμός» και στις 7 Δεκεμβρίου 2011 «έφυγε» μετά από τη μάχη με τον καρκίνο.
Η τελευταία του κατοικία βρίσκεται στο Βασιλικό Χαλκίδας, ενώ επιθυμία της οικογενείας ήταν αντί στεφάνων να γίνει κατάθεση χρημάτων στο γηροκομείο της Χαλκίδας.
Πρόκειται για μία διεθνούς φήμης προσωπικότητα, που δυστυχώς αρκετοί Έλληνες δεν γνωρίζουν και μακάρι μέσω του συγκεκριμένου αφιερώματος να μάθουν.
Περισσότερα για τη ζωή, το έργο, τη φιλανθρωπία και τις δράσεις του Βασίλη Χαλκιδιώτη μπορείτε να διαβάσετε ΕΔΩ και ΕΔΩ.