Ακόμα και οι πιο νεαροί σε ηλικία υποστηρικτές του ΠΑΟΚ γνωρίζουν από πατεράδες, παππούδες, θείους κ.τ.λ. ότι η ομάδα τους διέθετε ένα εκπληκτικό σύνολο κατά τη δεκαετία του 1970.
Δεν είναι τυχαίο ότι από το 1970 μέχρι το 1974 έλαβε μέρος σε όλους τους τελικούς Κυπέλλου, ενώ το ίδιο συνέβη το 1977 και το 1978.
Εν προκειμένω, το Sport-Retro.gr θα ασχοληθεί με την κατάκτηση του 1974 (πέρασαν ακριβώς 43 ολόκληρα χρόνια), σε έναν αξέχαστο αγώνα κόντρα στον Ολυμπιακό που κρίθηκε στη διαδικασία των πέναλτι.
Αυτός ήταν ο 2ος τίτλος του ΠΑΟΚ μετά το Κύπελλο του 1972, ενώ ο τελικός αυτός ήταν ο πρώτος της Ιστορίας που ανέδειξε νικητή μέσω της άσπρης βούλας.
Η ομαδάρα και ο Σάνον
Έπειτα από μία άκαρπη δεκαετία από άποψης τίτλων, ο ΠΑΟΚ είχε αρχίσει να δυναμώνει πολύ με παίκτες όπως ο Δημήτρης Παρίδης, ο Χρήστος Τερζανίδης, ο Κούλης Ιωσηφίδης, ο Κούλης Αποστολίδης, ο Σταύρος Σαράφης, ο Αχιλλέας Ασλανίδης και, βέβαια, ο θρυλικός Γιώργος Κούδας.
Το 1971 αφίχθη στη Θεσσαλονίκη ο Λες Σάνον, παλιός άσος της Λίβερπουλ με προπονητική θητεία σε Μπέρι και Μπλάκπουλ από το 1966 μέχρι το 1970.
Αξίζει να μεταφερθεί όσα αναφέρει για τον Άγγλο τεχνικό ο Γιώργος Κούδας στην αυτοβιογραφία του: «Δεν θα ξεχάσω τη μέρα που έφτασε ο Σάνον στη Θεσσαλονίκη. Για πρώτη φορά θα συνεργαζόμασταν με Άγγλο προπονητή. Οι ποδοσφαιριστές ήμασταν κουμπωμένοι.
Η σχετική φήμη τους ήθελε αυστηρούς, τυπικούς απαιτητικούς χωρίς καμία διάθεση για χαλάρωση και καλαμπούρια. Η ζωή στη Θεσσαλονίκη άλλαξε κάπως τον Λες Σάνον. Έγινε λίγο Έλληνας, αλλά θέλοντας και μη γίναμε και εμείς λίγο Εγγλέζοι».
Ήξερε να ανεβάζει την αυτοπεποίθησή μας. Δεν είναι εύκολο πράγμα να πεις στον ποδοσφαιριστή: «Κοίταξε, παίζεις με τον Ριβέρα ή τον Μπεκενμπάουερ στον ίδιο χώρο, για τον ίδιο σκοπό. Ό,τι θέλει αυτός, θέλουμε και εμείς. Είναι αντίπαλος, αλλά μην τον φοβάσαι, κοίταξέ τον στα μάτια και προσπάθησε να γίνεις σαν αυτόν ή και καλύτερος».
Οι 4 διαδοχικές συμμετοχές σε τελικό Κυπέλλου (1 νίκη το 1972 – 3 ήττες το 1970, το 1971 και το 1973) μαρτυρούσαν ότι ο ΠΑΟΚ είχε εδραιωθεί στις υψηλότερες θέσεις του ελληνικού ποδοσφαιρικού χάρτη.
Τα φιλικά τεστ που κανόνιζε ο Σάνον με ομάδες όπως ο Άγιαξ συνέβαλαν στη βελτίωση των παικτών του «δικεφάλου», αφού αντίπαλοί τους τίθεντο άσοι κορυφαίων πρωταθλημάτων της Ευρώπης.
Η πορεία μέχρι τον τελικό
Μία ημέρα μετά τα Χριστούγεννα του 1973, ο ΠΑΟΚ επιβλήθηκε 5-0 της Καστοριάς και άρχισε ιδανικά τις υποχρεώσεις του στο Κύπελλο Ελλάδας, ενώ ακόμη πιο εύκολο ήταν το έργο του στο β’ γύρο, καθώς συνέτριψε 7-2 τα Νέα Μουδανιά με χατ-τρικ του Κούδα.
Ο πρώτος δύσκολος αντίπαλος ήταν η ΑΕΚ, όμως ο «δικέφαλος» της Θεσσαλονίκης επικράτησε 3-1 με τα γκολ των Παρίδη, Ασλανίδη και Σαράφη (είχε ισοφαρίσει προσωρινά ο Νικολάου).
Έπειτα, στο πλαίσιο της προημιτελικής φάσης του θεσμού, ο ΠΑΟΚ έκαμψε με 2-0 την αντίσταση του Αιγάλεω στο γήπεδο της Τούμπας χάρη σε δύο γκολ του Παναγιώτη Κερμανίδη.
Ο Πιερικός αποδείχθηκε σκληρό καρύδι στον ημιτελικό του Καυτανζογλείου, απόρροια και των συνεχόμενων αγώνων του «δικεφάλου» σε πρωτάθλημα και Κύπελλο.
Ο Ασλανίδης σημάδεψε το δοκάρι με σουτ μόλις στο 1ο λεπτό, προτού οι τυπικά γηπεδούχοι (και συμμετέχοντες στη Β’ Εθνική) απειλήσουν με τους Καλαμπάκα (24’) και Αδαμόπουλο (26’).
Οι περίπου 3.500 θεατές σηκώθηκαν από τις θέσεις τους στο 88ο λεπτό, όταν με κεφαλιά του Σαράφη, έπειτα από σέντρα του Ασλανίδη, ο ΠΑΟΚ λύγισε τον Πιερικό με 1-0 και πήρε το εισιτήριο για έναν ακόμη τελικό, τον πρώτο από τους 4 που θα ακολουθούσαν (σ.σ. μέχρι την κατασκευή του ΟΑΚΑ) στο γήπεδο της Νέας Φιλαδέλφειας.
Με την πρόκρισή του, ο ΠΑΟΚ είχε εξασφαλίσει ήδη την συμμετοχή του στο Κύπελλο Κυπελλούχων της επόμενης σεζόν, αφού ο Ολυμπιακός που απέκλεισε τον Άρη στον άλλο ημιτελικό είχε το απόλυτο προβάδισμα για την κατάκτηση του πρωταθλήματος.
Τα εμπόδια του καθεστώτος, το τελετουργικό και οι ειδικές εμφανίσεις
Η διοίκηση του ΠΑΟΚ «εξερράγη» όταν η Εθνική Ενόπλων της ζήτησε 5 παίκτες της ομάδας παραμονές του 3ου τελικού με τον Ολυμπιακό μέσα σε διάστημα 3 ετών.
Ήταν προφανές ότι το χουντικό καθεστώς ήθελε να βάλει εμπόδια στον «δικέφαλο», τα στελέχη του οποίου απαίτησαν τη μετάθεση του αγώνα και την παρουσία ξένου διαιτητή.
Την Κυριακή 16 Ιουνίου 1974 οι δύο κορυφαίες εκείνη την εποχή ελληνικές ομάδες παρατάχθηκαν στον αγωνιστικό χώρο του γηπέδου της ΑΕΚ, κι ενώ τις δύο προηγούμενες φορές (1971, 1973) είχαν διασταυρώσει τα ξίφη τους στο Στάδιο Καραϊσκάκη.
Ήταν ο πρώτος τελικός στην Ιστορία της διοργάνωσης για τον οποίο υπήρξε τελετουργικό πριν από την έναρξή του, ενώ λίγο αργότερα οι παίκτες του «δικεφάλου» φόρεσαν τις ειδικές εμφανίσεις που τους είχε φέρει από την Αγγλία ο Λες Σάνον.
Ο τιτάνας Γιάννης Διακογιάννης πήρε τη θέση του πίσω από το μικρόφωνο της ΕΙΡΤ και ο Ελβετός διαιτητής Βάλτερ Χίνγκερμπιχλερ στη σέντρα, γεγονός που μαρτυρούσε ότι δικαιώθηκε το αίτημα του ΠΑΟΚ.
Λίγο λιγότεροι από 30.000 θεατές είχαν κατακλύσει τις εξέδρες του γηπέδου της Νέας Φιλαδέλφειας, εκ των οποίων οι 12.000 υποστηρικτές του συλλόγου της Θεσσαλονίκης.
Συγκλονιστικός τελικός, πέναλτι με… αλλαγή
Μόλις 20 λεπτά χρειάστηκε ο Ολυμπιακός για να προηγηθεί με τον Τριαντάφυλλο, προτού ο Ιωσηφίδης σημαδέψει το αντίπαλο δοκάρι με σουτ και χάσει την ευκαιρία να ισοφαρίσει.
Ο ΠΑΟΚ ισοφάρισε στο 51’ με σουτ του Παρίδη, ενώ ένα τέταρτο αργότερα ο Γούναρης υπέπεσε σε πέναλτι (χέρι) και ο Καραβίτης έστησε την μπάλα στην άσπρη βούλα για πρώτη φορά στη βραδιά, αλλά ο Στέφας απέκρουσε και διατήρησε το 1-1.
Αντίθετα, στο 73ο λεπτό, ο Παρίδης μπήκε στην περιοχή, τον ανέτρεψε ο Βιέρα και ο Ασλανίδης με πέναλτι έδωσε το προβάδισμα στον «δικέφαλο», προτού ισοφαρίσει ο Κρητικόπουλος με δύσκολη κεφαλιά στο 82’.
Το ματς οδηγήθηκε στην ημίωρη διαδικασία της παράτασης, όπου το 2-2 παρέμεινε και, κατά συνέπεια, οι δύο ομάδες θα γίνονταν οι πρώτες ελληνικές που θα έλυναν τις διαφορές τους… ατάκα κι επιτόπου στα πέναλτι.
Το χαρτάκι του Σάνον στον Ελβετό διαιτητή έγραφε: Σαράφης, Αποστολίδης, Κούδας, Αναστασιάδης και Παρίδης, όμως ο μοναδικός αγγλομαθής άσος του ΠΑΟΚ, ο Κούλης Αποστολίδης, έπεισε πρώτα τον προπονητή του κι έπειτα τον Χίνγκερμπιχλερ να αναλάβει εκείνος την τελευταία εκτέλεση.
Το χαμένο πέναλτι του Γιώργου Κούδα δεν αποδείχθηκε μοιραίο για τον «δικέφαλο», αφού προηγουμένως είχαν αστοχήσει οι Πουπάκης και Περσίδης από πλευράς Ολυμπιακού.
Η σειρά των πέναλτι (με πρώτο τον Ολυμπιακό): Παπαδημητρίου 1-0, Σαράφης 1-1, Πουπάκης (άουτ), Παρίδης 1-2, Περσίδης (άουτ), Κούδας (απόκρουση), Γκλέζος 2-2, Αναστασιάδης 2-3, Σιώκος 3-3, Αποστολίδης 3-4.
Ο Λάκης Πετρόπουλος, προπονητής του Ολυμπιακού, δεν προπόνησε τους παίκτες του από την άσπρη βούλα, σύμφωνα με την εφημερίδα «Απογευματινή». Το μόνο σίγουρο ήταν ότι δεν αποδείχθηκε η ανωτερότητα της ομάδας του.
Ο Λες Σάνον πήρε το Κύπελλο και με τον Ηρακλή το 1976. Την ίδια χρονιά που ο ΠΑΟΚ κατέκτησε το 1ο πρωτάθλημα της Ιστορίας του. Το 2ο το κατέκτησε το 1985. Την ίδια ημερομηνία με το 2ο Κύπελλο (16 Ιουνίου). Πόσο ωραία “δένουν” οι ποδοσφαιρικές ιστορίες…
Οι συνθέσεις και τα highlights του τελικού:
ΠΑΟΚ (Λες Σάνον): Στέφας, Γούναρης, Τσιλιγκιρίδης, Ιωσηφίδης, Πέλλιος, Τερζανίδης (113’ Φουντουκίδης), Παρίδης, Σαράφης, Αποστολιδης, Κούδας, Ασλανίδης (95’ Αναστασιάδης)
ΟΛΥΜΠΙΑΚΟΣ (Λάκης Πετρόπουλος): Πουπάκης, Γκαϊτατζής, Αγγελής, Σιώκος, Γκλέζος, Περσίδης, Κρητικόπουλος, Βιέρα Τριαντάφυλλος, Δεληκάρης, Λοσάντα (55′ Καραβίτης, 105′ Παπαδημητρίου).
Διαιτητής: Βάλτερ Χίνγκερμπιχλερ.
Διαβάστε ακόμη:
Όταν χάθηκε το… τόπι: ΠΑΟΚ – Ολυμπιακός 1-7 και ΠΑΟΚ – Ολυμπιακός 6-1
Ο θρίαμβος του Ολυμπιακού στην Τούμπα και το χειροκρότημα των ΠΑΟΚτσήδων