Στις αρχές της δεκαετίας του 1990, το σοβιετικό στοιχείο ήταν ιδιαίτερα έντονο στον Ολυμπιακό. Στον πάγκο της ομάδας βρισκόταν ο Όλεγκ Μπλαχίν, ενώ τη φανέλα της φορούσαν οι Όλεγκ Προτάσοφ, Γιούρι Σάβιτσεφ και Γενάντι Λιτόβτσενκο.
Ο «Λίτο», όπως αποκαλείτο χαϊδευτικά, αποκτήθηκε από τον πειραϊκό σύλλογο τον Δεκέμβριο του 1990 και η μεταγραφή του θα χαρακτηριζόταν αρκετά ηχηρή εκείνη την εποχή.
Ο Σοβιετικός μέσος δεν σημείωσε πολλά γκολ με τα ερυθρόλευκα, όμως, κατάφερε να βρει τα δίχτυα κόντρα σε Παναθηναϊκό, ΑΕΚ και ΠΑΟΚ.
Το Sport–Retro.gr καταπιάνεται με την καριέρα του βετεράνου πια ποδοσφαιριστή, ο οποίος γεννήθηκε σαν σήμερα (11 Σεπτεμβρίου) το 1963.
Ποδοσφαιριστής της χρονιάς το 1984
Ο Γενάντι Βλαντιμίροβιτς Λιτόβτσενκο αντίκρισε το πρώτο φως της ζωής πριν από 56 χρόνια, στην πόλη Ντνιπροτζέρζινσκ της πάλαι ποτέ Σοβιετικής Ένωσης.
Στα ουκρανικά η προφορά του ονόματός του είναι «Γενάντι Λιτόβτσενκο», ωστόσο, στην Ελλάδα έχει επικρατήσει να αποκαλείται «Γκενάντι Λιτόφτσενκο».
Τα πρώτα ποδοσφαιρικά βήματά του καταγράφηκαν το 1975, όταν εντάχθηκε στις ακαδημίες της Ντνίπρο, στις οποίες «καλλιέργησε» το ταλέντο του μέχρι το 1980.
Αγωνιζόταν στη μεσαία γραμμή, ως επί το πλείστον ως «8άρι», ενώ βοηθούσε τόσο στο δημιουργικό όσο και στο ανασταλτικό κομμάτι.
Το 1981 ο «Λίτο» υπέγραψε το πρώτο επαγγελματικό συμβόλαιο της καριέρας του στην ομάδα Ανδρών της Ντνίπρο κι έπειτα από μία τριετία χρίστηκε αρχηγός της.
Με το κλαμπ της γενέτειράς του πραγματοποίησε εκπληκτικές εμφανίσεις, οι οποίες είχαν ως αποκορύφωμα την κατάκτηση του πρωταθλήματος της Σοβιετικής Ένωσης το 1983.
Ο νεαρός αθλητής ξεχώρισε για το εγκεφαλικό παιχνίδι του, το οποίο προκαλούσε… πονοκέφαλο στους παίκτες και τους προπονητές των αντίπαλων ομάδων. Μάλιστα, το 1984 αναδείχθηκε Σοβιετικός ποδοσφαιριστής της χρονιάς.
Επόμενος «σταθμός» της ποδοσφαιρικής διαδρομής του ήταν η Ντινάμο Κιέβου, με τα χρώματα της οποίας ντύθηκε το 1987, έχοντας προηγουμένως σκοράρει με την Ντνίπρο 36 γκολ σε 183 εμφανίσεις.
Κατά την πρώτη σεζόν του στην Ντινάμο, ο Λιτόβτσενκο βρήκε τα αντίπαλα δίχτυα 7 φορές, ενώ στο τέλος αυτής το πρωτάθλημα κατέκτησε η προηγούμενη ομάδα του.
Το 1989 ο 26χρονος μέσος εξέφρασε την επιθυμία του να μεταγραφεί σε ομάδα του εξωτερικού, οπότε συμφώνησε με τον προπονητή Ανατόλι Πουζάχ (ή Πουσάχ) να αποχωρήσει μετά την ολοκλήρωση της αγωνιστικής περιόδου.
Επί τη ευκαιρία, ο Πουζάχ κατέγραψε ένα αξιοσημείωτο ρεκόρ στο Μεξικό το 1970, όταν έγινε ο πρώτος ποδοσφαιριστής που πέρασε ως αλλαγή σε ματς Παγκοσμίου Κυπέλλου, δεδομένου ότι από την παρθενική διοργάνωση του 1930 έως το 1966 οι αλλαγές επιτρέπονταν μόνο σε περίπτωση τραυματισμού.
Επέλεξε τον Ολυμπιακό λόγω Προτάσοφ
Ο Λιτόβτσενκο κατέκτησε με την Ντινάμο το νταμπλ του 1990 και τον Δεκέμβριο της ίδιας χρονιάς μετακόμισε στην Ελλάδα για χάρη του Ολυμπιακού.
Η άφιξη του 27χρονου μέσου στο «λιμάνι» είχε ως αποτέλεσμα να γίνει ο τρίτος ξένος και συγκεκριμένα το τρίτο «Μιγκ» της ομάδας, στις τάξεις της οποίας ανήκαν ήδη οι Όλεγκ Προτάσοφ και Γιούρι Σάβιτσεφ.
Στο «τιμόνι» της τεχνικής ηγεσίας βρισκόταν ο συμπατριώτης τους Όλεγκ Μπλαχίν, ο οποίος σημειωτέον διατηρεί το ρεκόρ του πρώτου σκόρερ της Ντινάμο Κιέβου μέχρι σήμερα.
Ο «Λίτο» υπέγραψε συμβόλαιο τριετούς διάρκειας, με τη διοίκηση του συλλόγου να διατηρεί το δικαίωμα μονομερούς ανανέωσης για δύο επιπλέον χρόνια.
Σύμφωνα με το ρεπορτάζ της εφημερίδας «Έθνος», ο Λιτόβτσενκο μόλις αφίχθη στο Ανατολικό Αεροδρόμιο του Ελληνικού δήλωσε ότι ο κόσμος του Ολυμπιακού είναι φανταστικός, όπως επίσης ότι ήρθε στην ομάδα για να κάνει καριέρα.
Πέρα από αυτό, στη στήλη της ίδιας εφημερίδας αναφερόταν ότι για τον Σοβιετικό είχε δείξει ενδιαφέρον και μία αγγλική ομάδα, η οποία πρόσφερε για την απόκτησή του 450.000.000 δραχμές, όσα δηλαδή έδωσε το κλαμπ του Πειραιά για τον εντάξει στο δυναμικό του.
Παρ’ όλα αυτά, ο Λιτόβτσενκο προτίμησε να μεταγραφεί στον Ολυμπιακό, λόγω του εγκάρδιου φίλου του Όλεγκ Προτάσοφ, ο οποίος τον υποδέχτηκε στο αεροδρόμιο.
Όταν τον είδε, τον ασπάστηκε και του είπε «έκανες την καλύτερη επιλογή», προτού συμπληρώσει «με τον Λιτόβτσενκο ο Ολυμπιακός θα γίνει καλύτερος».
Στην «τελετή» υποδοχής έδωσε το «παρών» κι ο Αργύρης Σαλιαρέλης.
Η πρώτη εμφάνιση του Λιτόβτσενκο με τους «ερυθρολεύκους» πραγματοποιήθηκε στο στάδιο «Γεώργιος Καραϊσκάκης», σε έναν αγώνα κόντρα στην Παναχαϊκή για το πρωτάθλημα στις 16 Δεκεμβρίου 1990.
Στη συγκεκριμένη αναμέτρηση η τριπλέτα των Σοβιετικών έδωσε τα «ρέστα» της, με το νέο μεταγραφικό απόκτημα να κλέβει την παράσταση για τη μαχητικότητα, την ομαδικότητα, αλλά και τα ηγετικά προσόντα του.
Για την ιστορία να σημειωθεί ότι εκείνο το απόγευμα το πειραϊκό κλαμπ επικράτησε πανηγυρικά των φιλοξενούμενων με 6-0.
Κατά την πρώτη του σεζόν στην ομάδα, ο «Λιτό» αγωνίστηκε σε 24 ματς, ενώ έβαλε ένα μόλις γκολ από το σημείο του πέναλτι, στη νίκη με 3-1 επί της ΑΕΚ τον Μάιο του 1991.
Κύπελλο και γκολ κόντρα στον Παναθηναϊκό
Ο σπουδαιότερος τίτλος που κατέκτησε ο Λιτόβτσενκο με τον Ολυμπιακό ήταν το Κύπελλο Ελλάδας το 1992, όταν στο πρώτο παιχνίδι του τελικού οι «ερυθρόλευκοι» ήρθαν ισόπαλοι 1-1 με τον ΠΑΟΚ και στο δεύτερο επιβλήθηκαν 2-0.
Στον επαναληπτικό τελικό ο Γενάντι έδωσε τον καλύτερό του εαυτό, αφού στο 21ο λεπτό και κατόπιν εξαιρετικής συνεργασίας με τον Προτάσοφ έγραψε το 1-0 με ένα γκολ σπάνιας ομορφιάς.
Ο αρχηγός του Ολυμπιακού «ζωγράφισε» και στο 2ο ημίχρονο, όταν στο 62’ έβγαλε σέντρα-διαβήτη στον Γιώτη Τσαλουχίδη, ο οποίος με τη σειρά του βρήκε τα δίχτυα με κεφαλιά, χωρίς να αφήσει κανένα περιθώριο αντίδρασης στον Τόντσι Γκάμπριτς.
Την ίδια χρονιά, ο Σοβιετικός εμπλούτισε την προσωπική τροπαιοθήκη του και με το Super Cup, όπου ο Ολυμπιακός έκαμψε την αντίσταση της ΑΕΚ με 3-1.
Αδιαφιλονίκητα, το σημαντικότερο γκολ που σημείωσε ο Λιτόβτσενκο με τη φανέλα του Ολυμπιακού ήταν στο ντέρμπι με τον Παναθηναϊκό στο Ολυμπιακό Στάδιο, στις 2 Μαΐου 1993.
Ο 30χρονος χαφ τίναξε τα δίχτυα στο 56ο λεπτό κι έγραψε το 3-1 για την ομάδα του, η οποία αν και αγωνιζόταν με 10 παίκτες αναδείχθηκε νικήτρια με 3-2. Αυτή ήταν μία από τις τελευταίες εμφανίσεις του Σοβιετικού με την ερυθρόλευκη στολή.
Εκείνη την περίοδο, τεχνικός ηγέτης του Ολυμπιακού ήταν ο Λιούμπομιρ Πέτροβιτς, με τον οποίο ο Λιτόβτσενκο δεν είχε και τις καλύτερες σχέσεις.
Το γεγονός αυτό και ο τραυματισμός που υπέστη στο δεύτερο μισό της σεζόν 1992-1993 οδήγησαν στη λύση της συνεργασίας του με την ομάδα του Πειραιά, έχοντας συνολικά σημειώσει 9 γκολ σε 81 εμφανίσεις
Στη συνέχεια, ο «Λίτο» έπαιξε μπάλα για την Μπόρισφεν Μπόρισπιλ, η οποία δεν υπάρχει πια, ενώ έκανε ένα πέρασμα από την αυστριακή Αντμίρα Βάκερ Μέντλινγκ.
Ακολούθησαν οι Άρσεναλ Κιέβου, ΑΕΛ Λεμεσού και Τσερνομόρετς Οδησσού, ώσπου το καλοκαίρι του 1996 κρέμασε τα ποδοσφαιρικά παπούτσια του.
Επί σειρά ετών διετέλεσε προπονητής πολλών ομάδων, όπως ήταν οι ΤΣΣΚΑ Κιέβου, Κρίβμπας, Άρσεναλ Κιέβου κ.ά. Άξιο αναφοράς είναι το γεγονός ότι είναι κάτοχος του διπλώματος «UEFA Pro», οπότε μπορεί να προπονήσει κλαμπ που λαμβάνουν μέρος σε ευρωπαϊκές διοργανώσεις.
Ανήλικος στην εθνική!
Προτού διαβεί το κατώφλι της ενηλικίωσης, ο Λιτόβτσενκο κλήθηκε στην εθνική της Σοβιετικής Ένωσης, προκειμένου να ενταχθεί στην αποστολή που θα λάμβανε μέρος στους Ολυμπιακούς Αγώνες της Μόσχας το 1980.
Η συγκίνηση ήταν τόσο έντονη για τον 17χρονο τότε ποδοσφαιριστή, ο οποίος πολύ καιρό αργότερα δήλωσε ότι έτρεμαν τα πόδια του τη στιγμή που άκουγε τον εθνικό ύμνο της χώρας του σε αυτήν τη σπουδαία διοργάνωση.
Η παρθενική συμμετοχή του Λιτόβτσενκο σε Παγκόσμιο Κύπελλο καταγράφηκε στο Μεξικό το 1986, όταν χρησιμοποιήθηκε μόνο στο παιχνίδι κόντρα στον Καναδά, στο πλαίσιο της φάσης των ομίλων.
Έλαβε μέρος και στο Mundial της Ιταλίας το 1990, αλλά η χώρα του δεν προκρίθηκε στη φάση των «16», με αποτέλεσμα ο θρυλικός Βαλερί Λομπανόφσκι να υποβάλει την παραίτησή του.
Επίσης, ο Γενάντι έδωσε 4 παιχνίδια για την εθνική Ουκρανίας από το 1993 μέχρι το 1994.