Ο Λόταρ Ματέους στέρησε τρόπαιο από την ομάδα του (Γκλάντμπαχ) για να το πάρει η επόμενη (Μπάγερν)

Όταν προ ετών ο Μάριο Γκέτσε παρακολουθούσε από την κερκίδα τον τελικό του Champions League 2013 μεταξύ της νυν ομάδας του, Ντόρτμουντ, και της επόμενης, Μπάγερν Μονάχου, κανείς δεν μπορούσε να τον κατηγορήσει ότι διαμόρφωσε με οποιονδήποτε τρόπο την έκβαση του αγώνα, αφού ήταν τραυματίας.

Δεν ισχύει το ίδιο και με μία άλλη, προγενέστερη περίπτωση, αφού στον τελικό του Κυπέλλου Γερμανίας 1983-1984, όλα τα φώτα στράφηκαν στον Λόταρ Ματέους. Ο άνθρωπος που σαν σήμερα, στις 8 Δεκεμβρίου 1991, πήρε το πρώτο βραβείο της FIFA για τον κορυφαίο παίκτη του κόσμου, δεν θα έφτανε ποτέ μέχρι αυτό το σημείο αν δεν άντεχε το ψυχολογικό βάρος ενός χαμένου πέναλτι που οδήγησε σε ένα χαμένο τρόπαιο της τότε ομάδας του, Γκλάντμπαχ, προς όφελος της επόμενης, Μπάγερν.

Τα αφιερώματα του Sport-Retro.gr στη Γερμανία

Πήγε στην Γκλάντμπαχ λόγω Puma

Ο Ματέους γεννήθηκε στις 21 Μαρτίου 1961 στο Ερλάνγκεν της Βαυαρίας, με συνέπεια η λογική εξέλιξη της πορείας του να είναι μία ομάδα της περιφέρειας όπως η Νυρεμβέργη ή η Μπάγερν.

Όμως ο δρόμος ήταν διαφορετικός για εκείνον, εξαιτίας της οικογένειάς του. Τόσο ο πατέρας του όσο και άλλοι συγγενείς δούλευαν για λογαριασμό της Puma, η οποία είχε το εργοστάσιό της στο Χερτσογκενάουραχ της Βαυαρίας, εκεί όπου έκανε τα πρώτα ποδοσφαιρικά βήματα σε ηλικία 9 ετών ο Ματέους.

Ο πρώην διεθνής Γερμανός Χανς Νόβακ, με θητεία κυρίως σε Σάλκε και Μπάγερν τη δεκαετία του ’60, διατελούσε εκπρόσωπος Τύπου του εργοστασίου εκείνη την περίοδο και είχε διαγνώσει το ταλέντο του μικρού. Το ίδιο φαίνεται να είχε κάνει και η Μπάγερν, η οποία παραδοσιακά συνεργάζεται με την Adidas, ανταγωνίστρια της Puma, και ο Νόβακ δεν θα άφηνε ποτέ να χαθεί μία τέτοια «νίκη» σε επιχειρηματικό επίπεδο.

Επικοινώνησε με τους υψηλά ισταμένους της Puma, οι οποίοι τα βρήκαν με τον τότε πρόεδρο της Γκλάντμπαχ, Χέλμουτ Γκράσχοφ, κι έστειλαν τον νεαρό ποδοσφαιριστή στην ομάδα με την οποία η Puma διατηρούσε για χρόνια χορηγική συνεργασία.

Ο Ματέους, που στην πρώτη του σεζόν ως παίκτης, το 1978-1979, είχε σημειώσει 20 γκολ σε 22 αγώνες με την τοπική ομάδα, δεν προέβαλε αντίσταση να ενταχθεί στην ομάδα που υποστήριζε από πάντα και αντί να κατηφορίσει 200 χιλιόμετρα νότια στο Μόναχο, ταξίδεψε στη δυτική Γερμανία για να αρχίσει η καριέρα του στην ελίτ του επαγγελματικού ποδοσφαίρου.

Ο θρυλικός Λόταρ Ματέους γιορτάζει με… αποκαλύψεις στο Sport-Retro.gr!

Πρωταθλητής Ευρώπης και φιναλίστ κόσμου

Ο πρώτος προπονητής του ήταν ένα από τα ινδάλματά του από την μεγάλη ομάδα της Μπορούσια της δεκαετίας του ’60 και του ’70, ο Γιουπ Χάινκες. Αυτός ήταν που τον τοποθέτησε στον χώρο του κέντρου ως box-to-box μέσο, μία θέση στην οποία θα γινόταν σημείο αναφοράς στο παγκόσμιο ποδόσφαιρο τα επόμενα χρόνια.

Ο Ματέους υπήρξε μία «ατμομηχανή» για τη μεσαία γραμμή, με πολύ καλή τεχνική κατάρτιση για να τροφοδοτεί επιθετικούς με κάθετες πάσες και έτοιμα γκολ αλλά και με ένα δεξί πόδι με το οποίο μπορούσε να σκοράρει από οποιαδήποτε απόσταση. Όποτε τον βόλευε η περίσταση, αξιοποιούσε και το αριστερό του, σημειώνοντας ορισμένα αξιομνημόνευτα τέρματα εκτός περιοχής.

Αμυντικά ήταν πάντοτε εκεί, βοηθώντας τους συμπαίκτες του τόσο με το δυναμικό παιχνίδι του όσο και με τις αντοχές του. Αν και μικρός το δέμας (1,74μ.), δεν δίσταζε να πηδάει για κεφαλιές δίπλα σε ψηλότερους αντιπάλους και ορισμένες φορές να κερδίζει ακόμα και τερματοφύλακες και να σκοράρει με το κεφάλι!

Οι ικανότητές του έγιναν διακριτές άμεσα στο Μπέκελμπεργκ, αφού στην πρώτη σεζόν του με τα «πουλάρια», έφτασε μέχρι τον τελικό του Κυπέλλου UEFA (έναν χρόνο νωρίτερα είχαν κατακτήσει τη διοργάνωση), όπου ηττήθηκε από την Άιντραχτ Φρανκφούρτης.

Ο ομοσπονδιακός τεχνικός της Δυτικής Γερμανίας, Γιουπ Ντέρβαλ, διέκρινε στο πρόσωπο του Ματέους έναν ποδοσφαιριστή έτοιμοι να συνεχίσει τη σπουδαία ποδοσφαιρική παράδοση των παικτών της προηγούμενη δεκαετίας που είχαν αποχωρήσει από τη δράση και τον κάλεσε στην αποστολή για το Euro 1980.

Το ντεμπούτο του πραγματοποιήθηκε κόντρα στην Ολλανδία, περνώντας στον αγωνιστικό χώρο στο 78′ με το σκορ 3-0 υπέρ των «πάντσερ». Στο επόμενο λεπτό υπέπεσε σε πέναλτι και εν τέλει η Γερμανοί νίκησαν δύσκολα με 3-2. Δεν αγωνίστηκε ξανά, όχι ως τιμωρία, αλλά επειδή στην ίδια θέση ο Ντέρβαλ χρησιμοποιούσε τον Μπερντ Σούστερ.

Ο τελευταίος βοήθησε τα μέγιστα ώστε η Δυτική Γερμανία να στεφθεί πρωταθλήτρια Ευρώπης και κέρδισε τον τίτλο του MVP του τουρνουά, του πρώτου μεγάλου στο οποίο συμμετείχε η Εθνική Ελλάδας.

Ο Ματέους συνέχισε να διαπρέπει με την Γκλάντμπαχ, έστω κι αν η ομάδα είχε χάσει την αίγλη των δύο προηγουμένων δεκαετιών και βρισκόταν στη σκιά άλλων ομάδων. Ο Ντέρβαλ τον ξεχώριζε και τον κάλεσε και για το Παγκόσμιο Κύπελλο 1982, όπου ξανά δεν υπολογιζόταν ως βασικός. Ο ομοσπονδιακός τεχνικός είχε φτιάξει τη σχέση του με τον Πάουλ Μπράιτνερ και τον χρησιμοποιούσε βασικό και μάλιστα στον χώρο του κέντρου, καταλαμβάνοντας έτσι μία θέση που θα μπορούσε να ανήκει στον Ματέους. Ο νεαρός μέσος έπαιξε δύο φορές ως αλλαγή στην 1η φάση ομίλων και μετά δεν αγωνίστηκε ξανά στην πορεία της «νάτσιοναλμανσαφτ» μέχρι τον τελικό και την ήττα από την Ιταλία του εκπληκτικού Πάολο Ρόσι.

Παραλίγο πρωταθλητής Γερμανίας

Η κυριαρχία του γερμανικού ποδοσφαίρου στις αρχές της δεκαετίας του ’80 παρέσυρε προς τα επάνω και συλλόγους όπως η Γκλάντμπαχ. Η σεζόν 1983-1984 ήταν ιστορική για τη Bundesliga. Στην 32η αγωνιστική σημειώθηκαν 53 τέρματα, τα περισσότερα όλων των εποχών σε αγωνιστική με 9 παιχνίδια, ενώ το τέλος της χρονιάς βρήκε τις 18 ομάδες να έχουν σκοράρει 1.084 φορές, αριθμός ρεκόρ μέχρι σήμερα.

Η σεζόν ήταν ιστορική επειδή στην 34η αγωνιστική ισοβάθμησαν τρεις ομάδες, ενώ η Μπάγερν τερμάτισε στην 4η θέση με έναν βαθμό λιγότερο και η Βέρντερ Βρέμης στην 5η με δύο βαθμούς λιγότερους από τις πρωτοπόρες.

Σε μία τέτοια χρονιά που ο καθένας θα μπορούσε να είχε στεφθεί πρωταθλητής, η Στουτγκάρδη που ήταν πρωτοπόρος τις τελευταίες αγωνιστικές αναδείχθηκε νικήτρια λόγω καλύτερης διαφοράς τερμάτων, με το Αμβούργο να τερματίζει 2ο και την Γκλάντμπαχ στην 3η θέση.

Παρ’ όλα αυτά, η Μπορούσια του Ματέους είχε την ευκαιρία να πάρει ένα τρόπαιο μέσα στη σεζόν, αφού πέντε μέρες μετά από το τέλος του πρωταθλήματος, αντιμετώπιζε την Μπάγερν στον τελικό του DFB-Pokal.

26 γκολ σε 3 ημιτελικούς

Η διοργάνωση ήταν… αντιπροσωπευτική της σεζόν, τουλάχιστον στα ημιτελικά, αφού για να προκριθεί η Γκλάντμπαχ χρειάστηκε να νικήσει με 5-4 στην παράταση τη Βέρντερ. Μάλιστα, κρατούσε μια άνετη πρόκριση στα χέρια της όταν στο 76′ ο Ούβε Ραν έκανε το 3-1, ωστόσο οι φιλοξενούμενοι ανέτρεψαν το σκορ μέσα στα επόμενα 6 λεπτά. Ο Χανς Γεργκ Κρινς ισοφάρισε σε 4-4 στο 5ο λεπτό των καθυστερήσεων και ο ίδιος παίκτης έδωσε τη νίκη πρόκριση στους γηπεδούχους στο 107′.

Οργασμός γκολ σημειώθηκε και στον έτερο ημιτελικό. Σάλκε και Μπάγερν σημείωσαν από 4 γκολ στη διάρκεια του 90λεπτού και από 2 η κάθε μία στην παράταση. Ο Όλαφ Τον ολοκλήρωσε το χατ τρικ στο 123′, με συνέπεια να στείλει το ζευγάρι σε επαναληπτικό, αφού δεν προβλέπονταν πέναλτι σε αυτόν τον γύρο. Η Μπάγερν κατάφερε να νικήσει με 3-2 στο Μόναχο και πήρε την πρόκριση στον τελικό του «Βάλντσταντιον» της Φρανκφούρτης.

Ο σάλος με τη μεταγραφή του Ματέους

Υπήρχε όμως μία μικρή λεπτομέρεια, ένα κοινό μυστικό που το γνώριζαν όλοι. Όταν ο Χάινκες άφηνε στον πάγκο για 70 λεπτά τον Ματέους στην αναμέτρηση με την Βάλντχοφ Μάνχαϊμ είχε τον λόγο του. Ακόμα κι όταν το σκορ ήταν 2-2, δίστασε να τον βάλει αλλαγή. Ο Ματέους σκόραρε στην τελευταία φάση του αγώνα, έδωσε τη νίκη στην ομάδα του με 3-2, πανηγυρίζοντας έξαλλα προς το μέρος του προπονητή του.

Για περίπου πέντε χρόνια, η σχέση τους ήταν σχέση πατέρα – γιου. Ο Χάινκες, εξάλλου, στήριξε τον Ματέους όταν οι Ντέρβαλ και Μπέρτι Φογκτς τον μάλωναν για το «μεγάλο στόμα» του, όταν πιάστηκε να οδηγεί μεθυσμένος, όταν τον χώρισε προσωρινά η τότε σύντροφός του Σίλβια. Αν και μόλις 39 ετών, ο Χάινκες έπαιζε τον ρόλο προπονητή – παιδαγωγού για έναν παίκτη μεγάλης κλάσης, που είχε στην βιτρίνα του μετάλλιο πρωταθλητή Ευρώπης και φιναλίστ κόσμου, που είχε τον κόσμο στα πόδια του.

Εκτός των άλλων, ο Ματέους είχε υπογράψει και 3ετές συμβόλαιο με την Μπάγερν πολύ πριν από τη λήξη της σεζόν 1983-1984, κάτι που δεν «κάθισε» καλά στον Χάινκες. Εκείνη την εποχή, δεν μπορούσε να κατανοήσει την απόφαση του Ματέους να αφήσει την Γκλάντμπαχ για την Μπάγερν, έναν σύλλογο που δεν είχε απομακρυνθεί τόσο από την Μπορούσια σε σχέση με το σήμερα. Αν και τρία χρόνια αργότερα ο Χάινκες θα έκανε το αντίστοιχο δρομολόγιο, τότε έπρεπε να προστατεύσει την ομάδα και τον εαυτό του.

Δεν είναι η πρώτη φορά που συναντούσε μία τέτοια περίπτωση. Στο παρελθόν είχε χάσει συμπαίκτες όπως ο Γκίντερ Νέτσερ, ο Ούλι Στίλικε, ο Ράινερ Μπόνχοφ, ο Άλαν Σίμονσεν «επειδή οι απαιτήσεις του δεν μπορούσαν να εκπληρωθούν πλέον ή επειδή χρειαζόμασταν τα έσοδα από τη μεταγραφή για να καλύψουμε τις ‘τρύπες’ του μπάτζετ», όπως εξήγησε ο Γκράσχοφ.

Η Μπάγερν προσέλκυσε τον Ματέους για αρκετά χρήματα και όχι για το «50% της τελευταίας προσφοράς της Γκλάντμπαχ», όπως επιχείρησε να περάσει στην τηλεόραση. «Ανοησίες», έλεγε ο Χάινκες για τις δηλώσεις του γενικού διευθυντή των Βαυαρών, Ούλι Χένες.

Ο Ματέους θα εισέπραττε 500.000 μάρκα ετησίως συν 200.000 μάρκα από διαφημίσεις, συν μπόνους που υπολογίζονταν στα 100.000 μάρκα, με συνέπεια να εξελιχθεί στον πιο ακριβοπληρωμένο παίκτη της Bundesliga.

Υπήρχε ένα μεγάλο «αγκάθι», όμως. Εκείνη την εποχή, μία μεταγραφή μπορούσε να ολοκληρωθεί μόνο αν ο παίκτης βρισκόταν σε μεταγραφική λίστα. Γι’ αυτόν τον λόγο, η Μπάγερν έβαλε όρο στο συμβόλαιο ότι εάν χαλούσε η μετακίνηση του Ματέους, ο παίκτης όφειλε να δίνει στην ομάδα 50.000 μάρκα για κάθε ένα από τα τρία χρόνια που είχε υπογράψει.

Πλέον, είχε ανοίξει πόλεμος μεταξύ των δύο συλλόγων για τα μάτια του παίκτη. Η Γκλάντμπαχ αύξησε την προσφορά του από 374.000 μάρκα ετησίως συν μπόνους σε 474.000 μάρκα συν μπόνους. Ο Γκράσχοφ χαρακτήριζε «απρόσωπο διαπραγματευτή» τον Χένες και ο τελευταίος αποκαλούσε «ανέντιμο» τον επικεφαλής της Γκλάντμπαχ.

Αυτό που δεν μπορούσε να διανοηθεί ο Χένες ήταν ότι η αύξηση των 100.000 μάρκων στην πρόταση της Γκλάντμπαχ προήλθε κατά το ήμισυ από τον σύλλογο και το υπόλοιπο 50% θα το έβαζε ο ίδιος ο Χάινκες! «Σε πέντε χρόνια θα είμαστε ξανά κορυφαία ομάδα και δουλεύω όπως ποτέ στη ζωή μου», έλεγε ο Γερμανός προπονητής, εξηγώντας το πλάνο και την πίστη του στην ομάδα και στον παίκτη.

Εν τέλει, οι δύο ομάδες ήρθαν σε συμβιβασμό και ο παίκτης κατέληξε στην Μπάγερν. Το ποσό που έδωσαν οι Βαυαροί ήταν ρεκόρ για μεταγραφή εντός Bundesliga, αφού η Μπορούσια εισέπραξε καθαρά 2.350.000 μάρκα, την ώρα που η μετακίνηση του Κλάους Άλοφς από την Φορτούνα Ντίσελντορφ στην Κολονία το 1981 κόστισε 2.250.000 μάρκα.

Μόνο που πριν από τη μετακίνηση στο Μόναχο, ο Ματέους έπρεπε να δώσει ένα τελευταίο παιχνίδι με τα χρώματα της Γκλάντμπαχ, στον πρώτο εγχώριο τελικό της καριέρας του, και μάλιστα απέναντι στην Μπάγερν…

Έχασε το πέναλτι κόντρα στην Μπάγερν

Ο τελικός διεξήχθη μπροστά σε 61.146 θεατές που αγωνιούσαν για την έκβαση αλλά και για την τύχη του Ματέους. Το παιχνίδι δεν είχε την ίδια παραγωγικότητα με τους ημιτελικούς των δύο φιναλίστ. Ο Φρανκ Μιλ, παρτενέρ του Έβαλντ Λίνεν στην επίθεση της Γκλάντμπαχ, άνοιξε το σκορ για την Μπορούσια στο 33ο λεπτό και όλα έδειχναν ότι ο σύλλογος θα κατακτούσε το 3ο κύπελλο της ιστορίας του.

Ο Βόλφγκανγκ Ντρέμλερ, όμως, κατάφερε να ισοφαρίσει για την Μπάγερν στο 82ο λεπτό και να στείλει το παιχνίδι στην παράταση και από εκεί στα πέναλτι. Η πρώτη εκτέλεση της βραδιάς ανήκει στον Ματέους. Ο Χάινκες επέλεξε να… απομακρύνει τον Γερμανό μέσο από τα κρίσιμα πέναλτι όσο το δυνατόν περισσότερο και του έδωσε την πρώτη εκτέλεση. Δεν είχε σημασία…

Η μοίρα ήθελε πρωταγωνιστή τον 23χρονο διεθνή ποδοσφαιριστή και αυτό ακριβώς συνέβη. Ο Ματέους πήρε αρκετά μέτρα φόρα, έκανε τζόγκινγκ, πλάσαρε με το δεξί κι έστειλε την μπάλα ψηλά πάνω από τα δοκάρια του Ζαν Μαρί Πφαφ, που είχε πέσει και σωστά.

Τραγωδία. Ο Ματέους έβαλε την μπλούζα στο πρόσωπό του προσπαθώντας να κρύψει την απογοήτευσή του. Ο τερματοφύλακας της Γκλάντμπαχ, Ούλριχ Ζούντε, που περίμενε να πάρει θέση στην εστία τον έπιασε και τον αγκάλιασε για να τον παρηγορήσει. Ο Ματέους κούνησε συγκαταβατικά το κεφάλι σε ένα νόημα από τον πάγκο, αλλά τίποτα δεν μπορούσε να τον συνεφέρει, με συνέπεια να πιάσει το κεφάλι του με τα χέρια και να περπατάει σαν χαμένος.

Ο Σέρεν Λέρμπι έβαλε το πέναλτι της Μπάγερν και ακολούθησαν αρκετά εύστοχα ακόμα, μέχρι να αποτύχει ο Κλάους Άουγκενταλερ. Το παιχνίδι έφτασε στον… ξαφνικό θάνατο, με τις εκτελέσεις να γίνονται μία μία. Στην 8η από πλευράς Γκλάντμπαχ, ο Νόρμπερτ Ρίνγκελς έστειλε την μπάλα στο δοκάρι. Ο Μίχαελ Ρουμενίγκε, ο παρτενέρ στην επίθεση του αδερφού του και κορυφαίου Γερμανού της εποχής, Καρλ Χάιντς Ρουμενίγκε (είχε σκοράρει το 5ο πέναλτι της Μπάγερν), έστησε την μπάλα στη βούλα και ευστόχησε.

Η Μπάγερν ήταν κυπελλούχος Γερμανίας για 7η φορά στην ιστορία της, νικώντας με 7-6 την Γκλάντμπαχ στα πέναλτι. Έστω κι αν η Μπορούσια είχε αστοχήσει μόνο σε ένα, αφού κανείς δεν θυμόταν το δεύτερο (και πιο κρίσιμο) πέναλτι του Ρίνγκελς.

Οι φίλαθλοι της Γκλάντμπαχ άρχισαν να τον αποκαλούν «Ιούδα» και να σπέρνουν φήμες ότι αστόχησε επίτηδες στην εκτέλεση πέναλτι, για να δώσει το τρόπαιο στην επόμενη ομάδα του. «Οι επιστροφές μου στο Μπέκελμπεργκ δεν χαρακτηρίζονταν φιλικές. Κάθε φορά που άγγιζα την μπάλα άκουγα ένα εκκωφαντικό σφύριγμα. Αν και έπρεπε να το περιμένω, παρ’ όλα αυτά με εξέπληττε, επειδή ήμουν αγαπημένος της κερκίδας για πέντε χρόνια. Τότε αντιλαμβάνεσαι πόσο εύκολα η αγάπη μετατρέπεται σε μίσος», δήλωνε αργότερα στο «Kicker» ο Ματέους.

Ο «Ιούδας» που έγινε πρωταθλητής κόσμου

Μεγαλώνοντας, ο ίδιος τρέφει τα ίδια συναισθήματα για την πρώτη ομάδα του και τον κόσμο της, θεωρώντας ότι είναι λίγοι εκείνοι που τον κατηγορούν μέχρι σήμερα για υπαιτιότητα. Παρ’ όλα αυτά, όταν τον Μάρτιο του 2012 ο κεντρικός αμυντικός της Γκλάντμπαχ, Ντάντε, βρέθηκε σε παρόμοια θέση, οι φίλοι των «πουλαριών» δεν… ξέχασαν.

Ο Βραζιλιάνος βρισκόταν στο στόχαστρο της Μπάγερν και για μήνες φημολογείτο ότι υπήρχε συμφωνία, κάτι που ο ίδιος διέψευδε. Ο ημιτελικός του κυπέλλου μεταξύ των δύο ομάδων οδηγήθηκε στα πέναλτι, με τον Ντάντε να αναλαμβάνει μία εκτέλεση και να αποτυγχάνει να σκοράρει. Η Μπάγερν προκρίθηκε στον τελικό και 50.000 θεατές στο γήπεδο φώναζαν «Ματέους» προς τον εμβρόντητο Βραζιλιάνο, ο οποίος εν τέλει κατέληξε στους Βαυαρούς.

Η μεταγραφή του Ματέους στην Μπάγερν, όμως, αποδείχθηκε η πιο ορθή κίνηση θα μπορούσε να κάνει. Ένα καλοκαίρι νωρίτερα είχε σταματήσει το ποδόσφαιρο ο Μπράιτνερ και το 1984 ο Καρλ Χάιντς Ρουμενίγκε αποχωρούσε για την Ίντερ, με συνέπεια ο Ούντο Λάτεκ να χρειάζεται ένα αστέρι στην ομάδα.

Στην πρώτη σεζόν του, ο Ματέους κατέκτησε το πρώτο από τα τρία σερί πρωταθλήματα που θα έπαιρνε με την Μπάγερν στην πρώτη θητεία του στην ομάδα. Θα ακολουθούσε μία μεταγραφή στην Ίντερ (όπου επίσης ουσιαστικά διαδέχθηκε τον Ρουμενίγκε) και αμέτρητοι τίτλοι με συλλόγους και εθνική ομάδα, με αποκορύφωμα το Παγκόσμιο Κύπελλο του 1990.

Εκείνη τη χρονιά κατέκτησε και τη Χρυσή Μπάλα και τον επόμενο Δεκέμβριο, έχοντας κατακτήσει το Κύπελλο UEFA με την Ίντερ με εξαιρετική απόδοση, του απονεμήθηκε και το «παρθενικό» βραβείο της FIFA για τον καλύτερο παίκτη του κόσμου.

Διαβάστε ακόμα
Σχόλια
Loading...
error: Content is protected !!