Υπάρχουν φορές που από το ελληνικό ποδόσφαιρο έχουν περάσει θησαυροί που δεν εκτιμήθηκαν όσο θα έπρεπε για την προσφορά τους στο παγκόσμιο στερέωμα. Παίκτες και προπονητές που ανήκουν στο πάνθεον, ακόμα κι αν δεν ήρθαν ως τέτοιοι στη χώρα μας.
Ο Όλεγκ Μπλαχίν (ή Ολέχ Μπλοχίν ορθότερα) αποτελεί μία τέτοια περίπτωση. Επί 12 χρόνια καθόταν στους ελληνικούς πάγκους, αρχίζοντας από τον Ολυμπιακό το 1990 και συνεχίζοντας σε ΠΑΟΚ (δύο θητείες), Ιωνικό (δύο θητείες) και ΑΕΚ, ωστόσο πολλές φορές αντιμετωπίστηκε ως ακόμη ένας ξένος προπονητής.
Ο γεννημένος στις 5 Νοεμβρίου 1952 Ουκρανός ήταν ένας ποδοσφαιριστής πολύ καλύτερος από τον Γιόχαν Κρόιφ και τον Φραντς Μπεκενμπάουερ στα ντουζένια τους, έστω και για έναν χρόνο. Όταν πήρε μόνος του ένα τρόπαιο από τα χέρια της Μπάγερν Μονάχου και το έδωσε στην Ντινάμο Κιέβου. Και αυτό δεν μπορεί να του το στερήσει κανείς.
Τα θέματα του Sport-Retro.gr για τη Σοβιετική Ένωση
Ντεμπούτο στα 17 και Ολυμπιακοί Αγώνες
Ο Μοσχοβίτης πατέρας του, Βλάντιμιρ, είχε πολεμήσει στον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο και μάλιστα επέζησε από την Πολιορκία του Λένινγκαρντ, ίσως της πιο αιματηρής μάχης στην ιστορία. Ακολούθως, έγινε αστυνομικός και όταν γεννήθηκε ο Όλεγκ, ασχολήθηκε με τα αθλητικά. Η Εκατερίνα Ζαχάριβνα από την άλλη, γεννημένη σε ουκρανικό χωριό, ήταν εργάτρια σε εργοστάσιο όταν ανακάλυψε το ταλέντο της στον στίβο, που την έχρισε ακόμα και πρωταθλήτρια της ΕΣΣΔ στο πένταθλο, στο μήκος και τα εμπόδια.
Ήταν αναπόφευκτο οι δυο τους να κάνουν ένα παιδί που θα ήταν μαχητής, θα αντιμετώπιζε ότι βρισκόταν στο διάβα του και κυρίως θα το προσπερνούσε σαν σίφουνας. Μάλιστα, όταν ήταν μικρός, η μητέρα του προσπάθησε να τον πείσει να ακολουθήσει τον δρόμο του στίβου, αφού η ταχύτητα του Όλεγκ είχε αφήσει τους πάντες άναυδους. Σε ηλικία 16 ετών φέρεται να έτρεχε τα 100 μέτρα σε 11 δευτερόλεπτα! Μπορεί να χάθηκε ο συναγωνιστής του Βαλερί Μπορζόβ (ο προπονητής του θρυλικού Ουκρανού σπρίντερ προκαλούσε τον Μπλαχίν για μία μονομαχία με τον αθλητή του), ωστόσο κέρδισε το ποδόσφαιρο.
Ο Μπλαχίν εντάχθηκε στα τμήματα υποδομής της Ντινάμο Κιέβου το 1962 και έμεινε εκεί για επτά χρόνια, μία περίοδο που ο Βίκτορ Μασλόβ έβαζε τις βάσεις για τα σπουδαία που θα ακολουθούσαν, κατακτώντας παράλληλα και τρία πρωταθλήματα Σοβιετικής Ένωσης. Ο Μασλόβ ήταν και ο προπονητής που έδωσε ντεμπούτο στον 17χρονο Μπλαχίν στις 25 Νοεμβρίου 1969, σε αγώνα κόντρα στην Λοκομοτίβ Τιφλίδας στη Γεωργία.
Τις πρώτες τρεις σεζόν είχε μόλις τρεις συμμετοχές σε πρωτάθλημα και κύπελλο, ωστόσο το 1972 ήρθε η έκρηξη. Άρχισε να παίρνει φανέλα βασικού και αποζημίωσε για την εμπιστοσύνη τον διάδοχο του Μασλόβ, Αλεκσάντρ Σεβίντοβ, με 14 γκολ σε 27 συμμετοχές στο πρωτάθλημα, αν και η Ντινάμο δεν κατάφερε να κατακτήσει για 2η σερί χρονιά τον τίτλο.
Εκείνο το καλοκαίρι βρέθηκε και στην ολυμπιακή ομάδα της ΕΣΣΔ για τους Αγώνες του Μονάχου, φτάνοντας μέχρι την κατάκτηση του χάλκινου μεταλλίου (αποκλείστηκε στα ημιτελικά από την Πολωνία του εκπληκτικού Κάζιμιεζ Ντέινα). Ο Μπλαχίν ήταν ο πρώτος σκόρερ της χώρας του με 6 γκολ (από τα 17) σε 7 παιχνίδια.
Τον έκανε… σούπερμαν ο Λομπανόβσκι
Από εκεί που ο σπουδαίος Ρώσος τεχνικός Κονσταντίν Μπέσκοβ προσκαλούσε τον παραγκωνισμένο Μπλαχίν να ενταχθεί στην Ντινάμο Μόσχας και να «παίζει μέχρι τα 40 του» όταν δεν είχε συμμετοχές στην Ντινάμο Κιέβου, ο νεαρός επιθετικός έγινε βασικός και αναντικατάστατος. Παρέμεινε τέτοιος ακόμα και όταν ο Σεβίντοβ έδωσε τη θέση του σε ένα εμβληματικό προπονητικό δίδυμο που θα άλλαζε τη ροή του σοβιετικού ποδοσφαίρου.
Ο Βαλερί Λομπανόβσκι και ο Όλεγκ Μπαζιλέβιτς ανέλαβαν από κοινού την τεχνική ηγεσία της Ντινάμο Κιέβου το 1973 και την οδήγησαν στις μεγαλύτερες δόξες της ιστορίας της, με πρωτεργάτη τον Μπλαχίν.
Ο Ουκρανός επιθετικός θεωρείτο ήδη από το 1973 ο κορυφαίος ποδοσφαιριστής της Σοβιετικής Ένωσης, αφού κανείς εντός των συνόρων μπορούσε να ανακόψει τις επελάσεις του, κυρίως από αριστερά. Η ταχύτητά του με την μπάλα ήταν τέτοια που ανάγκαζε τους συμπαίκτες του να μάθουν να μην τον… ακολουθούν, αφού δεν θα τον προλάβαιναν, απλά να του πετούν μπάλες για να τις πιάσει στην πλάτη της αντίπαλης άμυνας.
Συνδύαζε ταχύτητα με απόλυτη ισορροπία και ως εκ τούτου με απανωτές ντρίμπλες, μετά από εξαντλητικές προπονήσεις με τη μητέρα του ως παιδί και στη συνέχεια με το… καθεστώς Λομπανόβσκι. Ο κορυφαίος προπονητής της χώρας πειραματίστηκε με τους παίκτες της Ντινάμο Κιέβου, με ένα πρωτοποριακό, όσο και μερικές φορές ‘απάνθρωπο’, όπως το χαρακτήρισε ο Μπλαχίν, πρόγραμμα εκγύμνασης.
Κατέκτησε το Κύπελλο Κυπελλούχων
Οι «καρποί» άρχισαν να δρέπονται το 1974, όταν η Ντινάμο Κιέβου κατέκτησε το νταμπλ και στην Ευρώπη σημείωσε σημαντικές επιτυχίες στο Κύπελλο Κυπελλούχων. Στον 1ο γύρο πέταξε εκτός με δύο νίκες την ΤΣΣΚΑ Σόφιας, την ομάδα που έναν χρόνο νωρίτερα είχε αποκλείσει επεισοδιακά τον Παναθηναϊκό και είχε γίνει η πρώτη ομάδα που απέκλεισε τον Άγιαξ, μετά από τρία χρόνια κυριαρχίας στο Κύπελλο Πρωταθλητριών.
Ακολούθησαν δύο νίκες επί της Άιντραχτ Φρανκφούρτης και άλλες δύο νίκες στα προημιτελικά επί της Μπούρσασπορ. Η πρώτη ήττα στο τουρνουά ήρθε από την Αϊντχόφεν με 1-2 στην Ολλανδία τον Απρίλιο του 1975, αλλά σε αδιάφορη ρεβάνς νίκης με 3-0 στο Κίεβο.
Στον τελικό η σοβιετική ομάδα ταξίδεψε στη Βασιλεία για να αντιμετωπίσει τη Φερεντσβάρος. Ο αγώνας αποδείχθηκε παράσταση για έναν ρόλο, αφού οι Σοβιετικοί ήταν κατά κράτος ανώτεροι από τους Ούγγρους. Δύο γκολ του Βολόντιμιρ Ονιστσένκο στο 1ο ημίχρονο έδωσαν τον τόνο της συνάντησης, με τον Μπλαχίν να βάζει το κερασάκι στην «τούρτα» στο 2ο μέρος, με ένα φανταστικό σόλο όπου με σπριντ και ντρίμπλες πέρασε έναν αντίπαλο και τον τερματοφύλακα για να γράψει το 3-0.
Super Cup κόντρα στην πρωταθλήτρια… κόσμου
Ο θρίαμβος εκτός συνόρων συνοδευόταν από αντίστοιχες επιτυχίες στη χώρα. Η Ντινάμο Κιέβου ετοιμαζόταν για την κατάκτηση του πρωταθλήματος και ο Μπλαχίν για την κατάκτηση του τίτλου του πρώτου σκόρερ για 4η διαδοχική χρονιά!
Μπροστά τους, όμως, υπήρχαν δύο πολύ σημαντικές αναμετρήσεις για ακόμα μία διοργάνωση, η οποία εκείνη την εποχή έπαιζε πολύ σημαντικό ρόλο. Το Super Cup Ευρώπης ήταν η διοργάνωση που έφερνε αντιμέτωπους τους κατόχους του Κυπέλλου Πρωταθλητριών και του Κυπέλλου Κυπελλούχων σε διπλά παιχνίδια.
Το 1975, πρωταθλήτρια Ευρώπης είχε στεφθεί για 2η σερί χρονιά η Μπάγερν Μονάχου, μία ομάδα που είχε στις τάξεις της τον Φραντς Μπεκενμπάουερ, τον Γκερντ Μίλερ, τον Ζεπ Μάιερ, τον Καρλ Χάιντς Ρουμενίγκε, τον Γκέοργκ Σβάρτσενμπεκ, τη ραχοκοκκαλιά δηλαδή της Δυτικής Γερμανίας στην κατάκτηση του Παγκοσμίου Κυπέλλου έναν χρόνο νωρίτερα.
Το γκολ της ζωής του μπροστά στον «Κάιζερ»
Η μάχη μιας γερμανικής ομάδας με μία σοβιετική 30 χρόνια μετά από τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο ούτως ή άλλως είχε από μόνη της ιδιαίτερη σημειολογία και γι’ αυτό κανείς δεν πήρε αψήφιστα το παιχνίδι της 9ης Σεπτεμβρίου, στο Ολυμπιακό Στάδιο του Μονάχου.
Περίπου 30.000 θεατές βρέθηκαν στις κερκίδες του γηπέδου για να παρακολουθήσουν τον καλύτερο εκπρόσωπο της δυτικής Ευρώπης με τον κορυφαίο εκπρόσωπο του ποδοσφαίρου πίσω από το Σιδηρούν Παραπέτασμα. Ο αγώνας ήταν αμφίρροπος και οι δύο ομάδες είχαν «κολλήσει» στο μηδέν, κάτι που δεν έμοιαζε να αλλάζει, όταν ο Μπλαχίν στο 66′ πήρε την μπάλα 20 μέτρα πίσω από τη σέντρα.
Μετά από 14 δευτερόλεπτα, χωρίς η μπάλα να αλλάξει κάτοχο, το σκορ ήταν 1-0 για τους Σοβιετικούς. Ο 22χρονος επιθετικός είχε σημειώσει ένα από τα καλύτερα τέρματα στην ιστορία της Σοβιετικής Ένωσης, απέναντι στην καλύτερη ομάδα του κόσμου.
Οι Βαυαροί έχασαν την κατοχή της μπάλας έξω από την περιοχή των Σοβιετικών και η πρώτη σκέψη σε τέτοιες περιπτώσεις είναι η μπάλα να πεταχθεί μπροστά και αριστερά. Εκεί βρισκόταν όπως πάντα ο Μπλαχίν, ο οποίος άρχισε μία κούρσα με πλήρη ταχύτητα προς το αντίπαλο γήπεδο.
Όταν πάτησε στο μισό γήπεδο της Μπάγερν, εκεί βρίσκονταν πέντε αντίπαλοι, ο Μάιερ και κανένας συμπαίκτης. Αυτά δεν ήταν αρκετά στοιχεία για να αποτρέψουν τον Μπλαχίν να εφορμήσει κατά μέτωπο. Ήδη είχε αφήσει έναν αντίπαλο πίσω από το σπριντ και πλέον ερχόταν αντιμέτωπος με τον Σβάρτσενμπεκ.
Ο Μπλαχίν είχε φτάσει στο ύψος της μεγάλης περιοχής, όταν αποφάσισε να κόψει παράλληλα με την εστία. Βλέποντας ότι ακόμα δεν υπήρχε κανείς συμπαίκτης γύρω του, συνέχισε μόνος την προσπάθεια. «Μία σκέψη είχα στο μυαλό μου. Όλοι οι δικοί μας ήταν πίσω, δεν είχα κάτι να χάσω. Θα τα καταφέρω, θα τα καταφέρω και, και…», θυμάται.
Αν και βρισκόταν περιτριγυρισμένος από τέσσερις αμυνόμενους, με δύο κοφτές ντρίμπλες απέφυγε τους δύο παίκτες που ήταν πιο κοντά του και βρέθηκε ανάμεσα στους άλλους δύο, που πλέον δεν τον προλάβαιναν. Απέναντι από τον Μάιερ και μπροστά στα μάτια του ηττημένου Μπεκενμπάουερ, έπιασε ένα σουτ με το αριστερό και η μπάλα κατέληξε στο πλαϊνό των διχτυών για το 1-0.
Ακόμα δύο γκολ στην Μπάγερν
Η ρεβάνς ήταν προγραμματισμένη έναν μήνα αργότερα, στις 6 Οκτωβρίου. Το ενδεχόμενο νίκης εις βάρος των Γερμανών, της καθεστηκυίας τάξης στο ποδόσφαιρο της εποχής, προκάλεσε πανζουρλισμό στη Σοβιετική Ένωση και δη στο Κίεβο.
Πάνω από 600.000 φίλαθλοι έκαναν αίτηση για εισιτήριο και τελικά «μόλις» 105.000 εξ αυτών κατόρθωσαν να βρεθούν στις εξέδρες του Ολυμπιακού Σταδίου. Έξω από το γήπεδο πωλούνταν αναμνηστικά και έγχρωμα προγράμματα του αγώνα, που είχε αποκτήσει διαστάσεις εθνικής υπόθεσης. Μέσα στο γήπεδο, οι παίκτες του Λομπανόβσκι ήταν έτοιμοι να αντιμετωπίσουν την πρόκληση.
Στο 40ό λεπτό, μετά από ακόμα μία προωθημένη πάσα από αριστερά με στόχο τον Μπλαχίν, ο επιθετικός της Ντινάμο Κιέβου νίκησε στο σπριντ τον προσωπικό αντίπαλο, μπήκε στην περιοχή και με αριστερό σουτ έγραψε το 1-0.
Με την έναρξη του 2ου μέρους, στο 53ο λεπτό, η Ντινάμο Κιέβου κέρδισε ένα φάουλ περίπου 25 μέτρα μακριά από την εστία του Μάιερ. Ο συνήθης εκτελεστής σε τέτοιες περιπτώσεις ήταν ο Βλάντιμιρ Μουντιάν, ενώ δίπλα του για κομπίνα στηνόταν ο Βλάντιμιρ Βερεμέεβ. Όχι αυτήν τη φορά. Ο Μπλαχίν τους πλησίασε, σχεδόν τους έσπρωξε μακριά από την μπάλα και ανέλαβε εκείνος την ευθύνη. «Ο Μουντιάν ετοιμαζόταν και ο Βερεμέεβ ήταν εκεί, όμως πήρα την εκτέλεση και σούταρα. Το τείχος ήταν ανοιχτό για μερικά δευτερόλεπτα και αν τους εξηγούσα, θα έκλεινε».
Το φάουλ δεν ήταν καλό. Πήρε ελάχιστο ύψος και πήγε πάνω στο τείχος. Όχι ακριβώς πάνω, αλλά στο κενό που άφησε, καταλήγοντας στο τέρμα της Μπάγερν. Το 2-0 ήταν γεγονός και δεν άφηνε περιθώρια αμφισβήτησης για τον τελικό νικητή του αγώνα και τον κάτοχο του τροπαίου.
Θρίαμβος στη «Χρυσή Μπάλα»
Το τέλος της χρονιάς βρήκε τον Μπλαχίν κάτοχο του Κυπέλλου Κυπελλούχων, του Super Cup Ευρώπης, του πρωταθλήματος ΕΣΣΔ και του τίτλου του πρώτου σκόρερ με 18 γκολ σε 28 αγώνες. Ήταν μία σεζόν αξιοζήλευτη, η οποία τον έχρισε φαβορί στην ψηφοφορία της «Χρυσής Μπάλας» από το περιοδικό «France Football».
Όταν ανακοινώθηκαν τα αποτελέσματα στις 30 Δεκεμβρίου 1975, η διαφορά ήταν συγκλονιστική. Ο Μπλαχίν είχε συγκεντρώσει 122 πόντους, από 26 ψηφοφόρους και βρισκόταν στην κορυφή. Ο Μπεκενμπάουερ, αν και πρωταθλητής Ευρώπης με την Μπάγερν, είχε συγκεντρώσει μόλις 42 πόντους από 12 ψηφοφόρους. Στην 3η θέση ήρθε ο Κρόιφ με 27 πόντους από 11 ψηφοφόρους.
Μάλιστα, ο «ιπτάμενος Ολλανδός» δεν ψηφίστηκε από κανέναν από τους συνολικά 26 ψηφοφόρους ως κορυφαίος. Αντιθέτως, οι 20 από τους 26 επέλεξαν τον Μπλαχίν ως κορυφαίο, οι 4 τον Μπεκενμπάουερ και οι υπόλοιποι δύο τον Μάιερ. Η Δυτική Γερμανία είχε πέντε παίκτες στην κορυφαία δεκάδα (Μπεκενμπάουερ, Μπέρτι Φογκτς, Μάιερ, Γιουπ Χάινκες, Πάουλ Μπράιτνερ), η Ολλανδία δύο (Κρόιφ, Ρουντ Χέελς), αλλά η πιο σημαντική ατομική διάκριση της εποχής κατέληξε στον μοναδικό ανατολικό του top-10, στον μοναδικό παίκτη που ψήφισαν όλοι (20 για 1η θέση, 5 για 2η και 1 για 4η), στον Μπλαχίν.
«Όλη η ομάδα ήταν υπέροχη κι αν η Χρυσή Μπάλα κατέληξε στον Μπλαχίν, δεν σημαίνει ότι οι υπόλοιποι ήταν κατωτέρου επιπέδου. Ως μέρος του μοντέλου του ’75, οποιοσδήποτε από μία ομάδα 5-6 ατόμων θα μπορούσε να κατακτήσει αυτήν τη διάκριση. Ίσως από τύχη ξεχώρισα στο ομαδικό παιχνίδι, από τα παιχνίδια με την Μπάγερν», εξηγεί ο ίδιος σε συνέντευξή του το 2010.
«Ίσως αν δεν σκόραρα κόντρα στην Μπάγερν, να μην μου έδιναν τη Χρυσή Μπάλα. Δεν χρειάζεται εξήγηση για το πόσο κλειστή κοινωνία ήμασταν τότε. Το πρωτάθλημα της ΕΣΣΔ δεν το έβλεπε σχεδόν κανείς εκτός συνόρων. Πού θα μας έβλεπαν πλην των ευρωπαϊκών διοργανώσεων και των αγώνων με τις εθνικές ομάδες; Γι’ αυτό θεωρώ ότι αυτό το βραβείο απονεμήθηκε κατά τύχη σε μένα. Φυσικά, προηγήθηκε κολοσσιαία δουλειά, όμως για να πάρω τη Χρυσή Μπάλα στα 22 μου, ειδικά προερχόμενος από τη Σοβιετική Ένωση… Ειλικρινά, δεν μπορούσα να φανταστώ ότι ήταν εφικτό».
Η απονομή, πάντως, πραγματοποιήθηκε το 1977, πριν από έναν αγώνα του Κυπέλλου Πρωταθλητριών κόντρα στην Μπάγερν, στο οποίο ο Μπλαχίν έχασε πέναλτι! Κατά ειρωνική σύμπτωση, μια δεκαετία αργότερα, όταν το 1986 απονεμήθηκε η Χρυσή Μπάλα στον επόμενο Ουκρανό και συμπαίκτη του Μπλαχίν που την κατέκτησε, στον Ίγκορ Μπελάνοβ, απέτυχε κι αυτός σε πέναλτι, αυτήν τη φορά κόντρα στην Μπεσίκτας.
Δικά του όλα τα ρεκόρ της ΕΣΣΔ
Ακολούθησαν πολλά χρόνια ποδοσφαιρικής καριέρας και ακόμη περισσότερα γκολ. Συνολικά κατέκτησε οκτώ πρωταθλήματα Σοβιετικής Ένωσης και πέντε κύπελλα. Αναδείχθηκε πρώτος σκόρερ πέντε φορές, οι τέσσερις σερί, ενώ όταν δεν τα κατάφερνε, ήταν σχεδόν πάντα ψηλά στη λίστα. Το 1985-1986 οδήγησε ξανά την Ντινάμο Κιέβου στην κατάκτηση του Κυπέλλου Κυπελλούχων, με τον ίδιο πρώτο σκόρερ του τουρνουά.
Συνολικά κέρδισε τον τίτλο του Σοβιετικού Ποδοσφαιριστή της Χρονιάς για τρία χρόνια και του Ουκρανού Ποδοσφαιριστή της Χρονιάς για εννέα χρόνια, επιδόσεις που συνιστούν ρεκόρ μέχρι σήμερα.
Με την εθνική ομάδα, υπό τις οδηγίες και πάλι του Λομπανόβσκι (παρά τις κακές σχέσεις τους) συμμετείχε (και σκόραρε) σε δύο Παγκόσμια Κύπελλα, το 1982 και το 1986, ενώ κατέκτησε και δεύτερο χάλκινο μετάλλιο στους Ολυμπιακούς Αγώνες του 1976.
Αποτελεί τον παίκτη με τις περισσότερες συμμετοχές με την εθνική Σοβιετικής Ένωσης (112) και με τα περισσότερα γκολ (42). Όταν το κομμουνιστικό καθεστώς του επέτρεψε να αποχωρήσει από την Ντινάμο Κιέβου το 1988 (κι ενώ νωρίτερα είχαν προσπαθήσει να τον αποκτήσουν ομάδες όπως η Ρεάλ Μαδρίτης), στα 35 του, ο Μπλαχίν ήταν ο πρώτος σκόρερ του συλλόγου σε όλες τις διοργανώσεις με 266 τέρματα και ο πρώτος σκόρερ στο πρωτάθλημα της ΕΣΣΔ με 211.
Για όλους αυτούς τους λόγους κονταροχτυπιέται για τον τίτλο του Κορυφαίου Σοβιετικού όλων των εποχών με τον Λεβ Γιασίν και για τον τίτλο του Κορυφαίου Ουκρανού με τον Αντρέι Σεβτσένκο. Παρ’ όλα αυτά, υπάρχουν κάποιοι νεότεροι συνάδελφοί του που δεν τον γνωρίζουν. Και γι’ αυτό παίρνει τα μέτρα του, χρησιμοποιώντας… αυτό το γκολ κόντρα στην Μπάγερν.
«Το γκολ αυτό δεν το βλέπω ξανά, ειλικρινά, όμως όταν ήμουν προπονητής στη Μόσχα, οι ξένοι παίκτες απλά δεν ήξεραν τίποτα για μένα. Επειδή η βαθμολογική κατάσταση ήταν άσχημη, ήθελα να τους ταρακουνήσω και για να τους εξηγήσω ποιος είναι ο Μπλαχίν, τους έδειξα το βίντεο. Ομολόγησαν ότι δεν πίστευαν στα μάτια τους».
https://www.youtube.com/watch?v=t4eFVFZAJcU