Ο Ολυμπιακός ταξίδεψε στο Κάουνας για τις δύο αναμετρήσεις με τη Ζαλγκίρις και πρέπει να κάνει τουλάχιστον μία νίκη, αν θέλει να έχει ελπίδες πρόκρισης στο Final 4 του Βελιγραδίου.
Όπως το 1997, όταν στα προημιτελικά απέκλεισε τον Παναθηναϊκό με σκορ 2-0 (49-69, 65-57) και προκρίθηκε στο Final 4 της Ρώμης, όπου ακριβώς πριν από 21 χρόνια κατέκτησε το πρώτο Κύπελλο Πρωταθλητριών της ιστορίας του.
Στις 24 Απριλίου 1997 επικράτησε 73-58 της Μπαρτσελόνα και πήρε τα ευρωπαϊκά σκήπτρα από τον Παναθηναϊκό, ο οποίος έναν χρόνο νωρίτερα είχε λυγίσει τον ίδιο αντίπαλο στο Παρίσι.
Το δύσβατο μονοπάτι για τη Ρώμη
Η χρονιά για τον Ολυμπιακό μόνο στρωμένη με ροδοπέταλα δεν ήταν. Αντιθέτως ήταν γεμάτη «αγκάθια» που τον πλήγωσαν κατά τη διάρκεια της σεζόν. Η σεζόν αυτή άρχισε με μια πολύ σημαντική αλλαγή για τους “ερυθρόλευκους”.
Ο αναμορφωτής τους, ο πολυνίκης Γιάννης Ιωαννίδης, αποχαιρετούσε το “λιμάνι” και τη θέση του έπαιρνε ο Ντούσαν Ίβκοβιτς, με θητεία μέχρι τότε σε Άρη, ΠΑΟΚ και Πανιώνιο.
Ο Σέρβος προπονητής βρήκε μια ομάδα με συγκεκριμένα χαρακτηριστικά και ίδιο κορμό παικτών, ωστόσο θέλησε να αλλάξει πολλές από τις αρχές της και να βάλει τη δική του σφραγίδα.
Τα αποτελέσματα σε Ελλάδα και Ευρώπη όμως, όχι μόνο δεν ήταν τα επιθυμητά, αλλά ήταν σχεδόν καταστροφικά.
Ο Ολυμπιακός της Α1 εκμεταλλευόταν την κακή κατάσταση των αντιπάλων του και διατηρούσε την πρώτη θέση, αλλά είχε ήδη σημειώσει πέντε ήττες.
Μία εξ αυτών, από τον καταδικασμένο ΒΑΟ, χτύπησε καμπανάκι. Τι καμπανάκι, δηλαδή, ολόκληρο… καμπαναριό σήμανε.
Την ίδια στιγμή η πορεία στην Ευρώπη δεν κυλούσε καλύτερα, καθώς ο Ολυμπιακός προκρίθηκε «ασθμαίνοντας» στη φάση των “16”, όπου θα αντιμετώπιζε με μειονέκτημα έδρας την Παρτίζαν Βελιγραδίου και αν περνούσε, ενδεχομένως θα έπρεπε να αποκλείσει ξανά με ντεζαβαντάζ τον Παναθηναϊκό.
Η κουβέντα που άλλαξε τον ρου της ιστορίας
Ο Ολυμπιακός βρισκόταν σε κρίση και χρειαζόταν ένα ισχυρό σοκ. Οι παίκτες, προεξάρχοντος του αρχηγού Γιώργου Σιγάλα και του Παναγιώτη Φασούλα, προσέγγισαν τον “Ντούντα” και του εξήγησαν ότι η ομάδα δυσκολευόταν να αφομοιώσει τη φιλοσοφία του και τον νέο τρόπο παιχνιδιού, όπως του επιβεβαίωσε και ο Ντράγκαν Τάρλατς.
Συγκεκριμένα ο τρόπος που αμύνονταν τόσα χρόνια οι “ερυθρόλευκοι” ήταν συγκεκριμένος. Ο εκάστοτε αμυντικός είτε έδινε τον διάδρομο στον επιτιθέμενο και τον οδηγούσε πάνω στους ψηλούς (Φασούλα ή Τάρλατς) είτε πολλές φορές επέτρεπαν ελεύθερο σουτ από την περιφέρεια, όχι όμως στον καλύτερο παίκτη των αντιπάλων.
Προκειμένου να εξουδετερώσουν τον καλύτερο αντίπαλο, επί των ημερών του Γιάννη Ιωαννίδη ρίσκαραν το περιφερειακό σουτ από κάποιον άλλο παίκτη.
Ο Ίβκοβιτς, από την πλευρά του, ήθελε ο ψηλός να προσπαθεί να χαλάσει το σκριν και να βγαίνει μπροστά στον αντίπαλο επιτιθέμενο, χωρίς να ρισκάρει το εύκολο σουτ.
Η κίνηση αυτή άφηνε αρκετά ευάλωτη την άμυνα του Ολυμπιακού και οι παίκτες δεν μπορούσαν να «αφομοιώσουν» αυτό το στυλ παιχνιδιού.
Προς τιμήν του και βάζοντας το καλό της ομάδας πάνω από το «εγώ», ο Ίβκοβιτς αφουγκράστηκε τις ανάγκες των παικτών του και άλλαξε τον τρόπο που αντιμετώπιζε τους αντιπάλους, επιστρέφοντας σε ένα στυλ που θύμιζε πιο πολύ την ομάδα του Ιωαννίδη, μπολιασμένο βέβαια με τη μαεστρία του coaching από τον ίδιο.
Η φυγή του Άντερσον και ο ντοπέ Γκρέι
Τα προβλήματα, βέβαια, για τον Ολυμπιακό είχαν να κάνουν και με το «αντάρτικο» του Γουίλι Άντερσον.
Ο Αμερικανός που είχε έρθει από το ΝΒΑ μετά βαΐων και κλάδων έκανε την επανάστασή του και τον Δεκέμβριο του 1996 άφησε σύξυλη την ομάδα.
Χωρίς να ενημερώσει κανέναν πήγε στις ΗΠΑ, προκειμένου να προβεί σε συζητήσεις για να συνεχίσει την καριέρα του στους Μαϊάμι Χιτ.
Ο Ολυμπιακός εκείνο το διάστημα βρισκόταν στη Μαδρίτη για ένα διεθνές τουρνουά που ο “Ντούντα” έδινε ιδιαίτερη βάση, καθώς ήθελε να βελτιώσει πολλά πράγματα στο αγωνιστικό κομμάτι.
Ο Άντερσον γύρισε κακήν κακώς, αφού αν γινόταν καταγγελία από τον πειραϊκό σύλλογο στη FIBA, δεν θα είχε δικαίωμα συμμετοχής σε καμία ομάδα μέσα στη χρονιά. Όταν, όμως, ο Ίβκοβιτς ενημερώθηκε για τις κινήσεις του, τον… τελείωσε με συνοπτικές διαδικασίες.
Στη θέση του ήρθε ο Έβρικ Γκρέι, ο οποίος όμως πιάστηκε ντοπέ, καθώς είχε κάνει χρήση εφεδρίνης κι έτσι ο Ολυμπιακός πορεύθηκε με μοναδικό ξένο τον Ντέιβιντ Ρίβερς και κοινοτικό τον αείμνηστο Κρίστιαν Βελπ που είχε στεφθεί πρωταθλητής Ευρώπης με την εθνική Γερμανίας το 1993.
«Το πρώτο, το πρώτο…»
Αυτό φώναξε ο αρχηγός Γιώργος Σιγάλας, όταν σήκωνε το πρώτο έπαθλο της χρονιάς, το Κύπελλο Ελλάδας, κόντρα στον Απόλλωνα Πάτρας.
Ένα τρόπαιο που ήρθε δύσκολα με buzzer beater του 20χρονου Δημήτρη Παπανικολάου, ο οποίος έγραψε το τελικό 80-78 στο ΟΑΚΑ.
Ο Σιγάλας, βέβαια, εννοούσε ότι θα ακολουθήσουν και τα άλλα δύο τρόπαια που διεκδικούσε η ομάδα εκείνη τη χρονιά,
Ο Σιγάλας έμελλε να αποδειχθεί προφητικός. Ο Ολυμπιακός υπερκέρασε το εμπόδιο της Παρτίζαν στους “16” με 2-1 νίκες παρά το μειονέκτημα έδρας, ενώ στα προημιτελικά απέκλεισε τον Παναθηναϊκό ξανά με ντεζαβαντάζ.
Το Final 4 της Ρώμης
Στο Final 4 της Ρώμης ο Ολυμπιακός θα αντιμετώπιζε την Ολίμπια Λουμπλιάνας και η Μπαρτσελόνα τη γαλλική Βιλερμπάν.
Η ομάδα του Ίβκοβιτς, με έναν διαστημικό Ρίβερς και έναν εξαιρετικό Φράνκο Νάκιτς, νίκησε τη σλοβενική ομάδα με 74-65.
Ο Σιγάλας κλείδωσε τον Μάρκο Μίλιτς, ο οποίος έβαλε μόνο 5 πόντους, με συνέπεια οι “ερυθρόλευκοι” να προκριθούν χωρίς ιδρώτα στον τρίτο τους τελικό τα τέσσερα τελευταία χρόνια.
Στον άλλο ημιτελικό η Μπαρτσελόνα νίκησε τους Γάλλους με 77-70 και ήλπιζε ότι μετά τον χαμένο τελικό του 1996 από τον Παναθηναϊκό θα πάρει εκδίκηση από μία άλλη ελληνική ομάδα.
ΟΛΥΜΠΙΑΚΟΣ (Ντούσαν Ίβκοβιτς): Ρίβερς 28, Νάκιτς 10, Τάρλατς 10, Τόμιτς 8, Σιγάλας 7, Φασούλας 6, Παπανικολάου 5, Βελπ, Γαλακτερός, Μπακατσιάς.
ΟΛΙΜΠΙΑ ΛΟΥΜΠΛΙΑΝΑΣ (Ζμάγκο Σάγκαντιν): Στεπάνια 12, Ντανέου 11, Χάουπτμαν 10, Τούσεκ 7, Μακ Ντόναλντ 7, Χένρι 6, Μίλιτς 5, Χόρβατ 4, Νεστέροβιτς 3, Κράλιεβιτς.
Το μπρα ντε φερ των… loser
Ο Ολυμπιακός είχε φτάσει σε δύο σερί τελικούς, το 1994 και το 1995, χωρίς να πιει νερό, ενώ η Μπαρτσελόνα ήταν η περυσινή φιναλίστ, καθώς είχε ηττηθεί από τον Παναθηναϊκό.
Κοινώς, ανταγωνίζονταν οι ομάδες που είχαν χάσει τους τρεις τελευταίους τελικούς, με τη διαφορά ότι αυτή τη φορά ο ένας από τους δύο θα κατακτούσε το τρόπαιο.
Με σκοπό να αποφορτίσει τους παίκτες του, ο Ίβκοβιτς αντί για προπόνηση τους πήγε στην παραλία της Όστια, καθώς είχε διαγνώσει ότι η ήττα στον τελικό του 1994 από την Μπανταλόνα οφειλόταν εν πολλοίς στο άγχος και την έλλειψη καθαρού μυαλού.
Στην παραλία οι παίκτες του “Θρύλου” χαλάρωσαν και έκαναν διαγωνισμό ποιος θα πετάξει πιο μακριά τις πέτρες, ενώ παράλληλα αποπειράθηκαν για πλάκα να ρίξουν στη θάλασσα τον βενιαμίν Δημήτρη Παπανικολάου.
Ο εξωπραγματικός Ρίβερς
Ο Ίβκοβιτς είχε βρει τον τρόπο να σταματήσει τον Σάσα Τζόρτζεβιτς, σούπερ σταρ της Μπαρτσελόνα και μετέπειτα προπονητή του Παναθηναϊκού.
Με τον Ρίβερς να παίζει εκπληκτική άμυνα πάνω του, αλλά και όλη την ομάδα να τον αντιμετωπίζει πολύ αποτελεσματικά, ο Σέρβος έμεινε στα ρηχά, σημειώνοντας μόλις 6 πόντους με πολύ άσχημα ποσοστά.
Αργότερα ομολόγησε: «Αυτό το πράγμα δεν το είχα ξανασυναντήσει. Προτού πάρω την μπάλα ήξεραν τι θα κάνω».
Ο Ντέιβιντ Ρίβερς πήρε από το χέρι τον Ολυμπιακό, έκανε μυθικά πράγματα σε ημιτελικό/τελικό και δικαίως αναδείχθηκε MVP του τουρνουά.
Κοντά και ο Τάρλατς που πήρε πιο πολλά επιθετικά ριμπάουντ από ολόκληρη την Μπαρτσελόνα μαζί (8 έναντι 7).
Πρόκειται, όμως, για ένα Final 4 που αν είχε όνομα, αυτό θα ήταν χωρίς αμφιβολία “Ντέιβιντ Ρίβερς”.
Ο Ολυμπιακός παρά το μουδιασμένο του ξεκίνημα έκλεισε το ημίχρονο προηγούμενος με 31-29, ενώ όταν για πρώτη φορά έφτασε σε διψήφιο νούμερο τη διαφορά (46-35), δεν κοίταξε ποτέ πίσω και έφτασε εύκολα στο τελικό 73-58.
ΟΛΥΜΠΙΑΚΟΣ (Ντούσαν Ίβκοβιτς): Ρίβερς 26, Σιγάλας 7, Νάκιτς, Τάρλατς 11, Φασούλας 6, Μπακατσιάς 1, Παπανικολάου 11, Γαλακτερός, Τόμιτς 9 , Βελπ 2.
ΜΠΑΡΤΣΕΛΟΝΑ (Αΐτο Ρενέσες): Τζόρτζεβιτς 6 (2/9δ., 0/2τρ., 2/2, 3ρ., 7ασ., 2κλ., 4λ.), Φερνάντεθ, Καρνισόβας 14 (1/3δ., 3/4τρ., 3/3β., 3ρ.), Χιμένεθ 16 (7/11δ., 0/1τρ., 2/4β., 8ρ., 2ασ., 2κλ.), Ρίβας 6, Ρ. Τζοφρέσα 9, Μπος, Εστεγέρ 3, Αντρέου 2, Ντουένιας 2.
Το μυθικό τρεμπλ
Ο Ολυμπιακός έθεσε τις βάσεις για να φτάσει σε ένα μυθικό τρεμπλ. Όπερ και εγένετο, αφού στους τελικούς νίκησε 3-1 την ΑΕΚ του Γιάννη Ιωαννίδη, ο οποίος… ελέγχεται κατά πόσο χάρηκε με την επιτυχία της πρώην ομάδας του να κατακτήσει το Κύπελλο Πρωταθλητριών εν τη απουσία του.
Ο Ντούσαν Ίβκοβιτς ήταν, όμως, ο άνθρωπος που «ξόρκισε» την κατάρα των τελικών για τον σύλλογο του Πειραιά, τον οδήγησε στη… Γη της Επαγγελίας και την κατάκτηση του πολυπόθητου τροπαίου.
Μια ομάδα που είχε πολύ έντονο το ελληνικό στοιχείο, η οποία παρουσιάστηκε πνευματικά και σωματικά πανέτοιμη για να κατακτήσει αυτό που είχε στερηθεί στις δύο προηγούμενες παρουσίες της σε τελικό Κυπέλλου Πρωταθλητριών.
Ευχή όλων των υγιών φιλάθλων είναι να προκριθούν και οι δύο ελληνικές ομάδες στο Final 4 του Βελιγραδίου, όπως επίσης η ΑΕΚ να κατακτήσει το Champions League, προκειμένου το ελληνικό μπάσκετ να αναρριχηθεί και πάλι στην κορυφή της Ευρώπης.