Το 2003 ήταν το έτος που ο 15χρονος Σέρχιο Αγκουέρο έκανε το ντεμπούτο του με την Ιντεπεντιέντε και ο Κριστιάνο Ρονάλντο έπαιρνε μεταγραφή από τη Σπόρτινγκ Λισαβόνας στη Μάντσεστερ Γιουνάιτεντ, ωστόσο ακόμα δεν τολμούσαν να κοιτάξουν στα μάτια τον κορυφαίο επιθετικό της εποχής.
Ο Βραζιλιάνος Ρονάλντο, το «Φαινόμενο», είχε οδηγήσει τη Ρεάλ Μαδρίτης ήδη σε ένα πρωτάθλημα μετά από τη μετακίνησή του από την Ίντερ το καλοκαίρι του 2002, όταν κατέκτησε το Παγκόσμιο Κύπελλο, ενώ είχε αρχίσει εξαιρετικά τη χρονιά 2003-2004.
Η φόρα του ήταν τέτοια που πλέον σκόραρε μέσα σε 14 δευτερόλεπτα από τη σέντρα ενός αγώνα. Οποιουδήποτε αγώνα. Ακόμα και derbi madrileño κόντρα στην Ατλέτικο Μαδρίτης…
Τα αφιερώματα του Sport-Retro.gr για την Ισπανία
Οι galacticos, οι «Έλληνες» και οι αποχωρήσεις
Το 2003 η νοοτροπία της Ρεάλ αποτυπώθηκε στον μέγιστο βαθμό, όσον αφορά στις επιθυμίες του Φλορεντίνο Πέρεθ. Οι galacticos συμπλήρωσαν το κομμάτι του παζλ που τους έλειπε, αφού έβαλαν στις τάξεις τους τον πιο εμπορικό ποδοσφαιριστή της δεκαετίας, τον Ντέιβιντ Μπέκαμ.
Η μάχη με την Μπαρτσελόνα για τον αρχηγό της Αγγλίας βρήκε νικήτρια τη Ρεάλ, με συνέπεια οι Καταλανοί να… αναγκαστούν να στραφούν στην περίπτωση του Ροναλντίνιο για να προσθέσουν έναν αστέρα στο ρόστερ τους, με τη γνωστή κατάληξη…
Επιπροσθέτως, ο Πέρεθ θεώρησε ότι ο Βιθέντε ντελ Μπόσκε, πιστός στρατιώτης της Ρεάλ ως παίκτης και ως προπονητής, παρά τα δύο πρωταθλήματα και τα δύο Champions League που κατέκτησε, δεν ταίριαζε με το προφίλ του συλλόγου και γι’ αυτό τον άφησε να φύγει. Στη θέση του ανέλαβε ο Κάρλος Κεϊρόζ, μέχρι πρότινος βοηθός προπονητή του Άλεξ Φέργκιουσον στη Μάντσεστερ Γιουνάιτεντ, με θητεία στην εθνική Πορτογαλίας και στη Σπόρτινγκ Λισαβόνας στην αρχή της προηγούμενης δεκαετίας.
Τα 35.000.000 ευρώ για τον Μπέκαμ ήταν τα μοναδικά χρήματα που δαπάνησε η ομάδα για μεταγραφές και τα οποία εν πολλοίς τα πήρε πίσω με την πώληση για 20.000.000 ευρώ του Κλοντ Μακελελέ και για 8.000.000 ευρώ του Γκέρεμι στην Τσέλσι του Ρομάν Αμπράμοβιτς πλέον.
Ο Γκέρεμι ήταν ένας από τους πολλούς παίκτες που αργότερα πέρασαν από την Ελλάδα, οι οποίοι συμπεριλήφθηκαν στο πάρε-δώσε της Ρεάλ εκείνο το καλοκαίρι. Ο Αλβέρο Μεχία (Εργοτέλης) και ο Χόρδι Λόπεθ (ΟΦΗ) προωθήθηκαν από τη δεύτερη ομάδα, ο δανεισμός του Ραούλ Μπράβο (Ολυμπιακός, Βέροια, Άρης) στη Λιντς ολοκληρώθηκε και επέστρεψε στο ρόστερ, ο Νταβίδ Αγκάνθο (Άρης) από δανεικός στη Βαγιαδολίδ πήγε δανεικός στη Λεβάντε, ο Βάλντο (Αστέρας Τρίπολης) πήρε μεταγραφή στην Οσασούνα για 1.800.000 ευρώ και ο Φλάβιο Κονσεϊσάο (Παναθηναϊκός) πήγε δανεικός στην Ντόρτμουντ.
Από τις υπόλοιπες κινήσεις, ξεχωρίζει η προώθηση του Χουανφράν από τη δεύτερη ομάδα, χωρίς να πιάσει ποτέ αλλά στη συνέχεια έκανε μία τεράστια καριέρα στην Ατλέτικο, καθώς και η αποχώρηση του αρχηγού Φερνάντο Ιέρο μετά από 14 χρόνια προσφοράς, του Φερνάντο Μοριέντες που πήγε δανεικός στη Μονακό και του Στιβ Μακμάναμαν ως ελεύθερος.
Το περιβραχιόνιο κατέληξε στον Ραούλ, ο οποίος μαζί με τους Ζινεντίν Ζιντάν, Ρομπέρτο Κάρλος, Λούις Φίγκο, Μπέκαμ και φυσικά Ρονάλντο συνέθεταν την ομάδα των galacticos που ήταν φαβορί για όλους τους διαθέσιμους τίτλους της σεζόν. Μαζί τους οι Ίκερ Κασίγιας, Ιβάν Ελγκέρα, Γκούτι, Εστεμπάν Καμπιάσο (μετέπειτα του Ολυμπιακού), Θέσαρ Σάντσεθ, Ρομπέρτο Σολδάδο και Ντιέγκο Λόπεθ που συμπλήρωναν ένα εκπληκτικό ρόστερ.
Καλή εκκίνηση και πρωτιά στη βαθμολογία
Η χρονιά άρχισε με ιδανικό τρόπο, αφού με το 3-0 στη Μαδρίτη επί της Μαγιόρκα, η Ρεάλ κατακτούσε το πρώτο τρόπαιο της σεζόν, το Supercopa de España. Παρά τη 18ημερη περιοδεία στην Ασία για 10.000.000 ευρώ, που περισσότερο χαλάρωσε παρά εκγύμνασε τους παίκτες λόγω των διαρκών υποχρεώσεων σε επίπεδο marketing, η ομάδα έκανε πολύ καλή εκκίνηση και στο πρωτάθλημα.
Στις πρώτες 8 αγωνιστικές είχε μόνο δύο στραβοπατήματα, στην Κοινότητα της Βαλένθια, με ισοπαλία κόντρα στη Βιγιαρεάλ και ήττα από τη Βαλένθια. Μεταξύ άλλων είχε συντρίψει με 7-2 τη Βαγιαδολίδ, είχε περάσει νικηφόρα από το Βίγκο κόντρα στη Θέλτα και βρισκόταν σε τροχιά τίτλου.
Ακόμα και η πρώτη πραγματική γκέλα της σεζόν, το 0-0 στη Σαραγόσα, δεν είχε αρνητικό αντίκτυπο. Στις αρχές Νοεμβρίου γνώρισε τη συντριβή με 1-4 από τη Σεβίλλη, όμως αυτή ήταν η τελευταία ήττα στο πρωτάθλημα για τους επόμενους δύο μήνες. Ακολούθησε μία δύσκολη νίκη με 2-1 επί της Αλμπαθέτε που την έφερε πάνω από τη Βαλένθια στη βαθμολογία για πρώτη φορά και η ισοπαλία 1-1 στην έδρα της Οσασούνα, ώστε στις 3 Δεκεμβρίου να φτάσει η ώρα του πρώτου ντέρμπι της σεζόν, με αντίπαλο την Ατλέτικο.
Μάλιστα, σε ένα πρόγραμμα «φωτιά», τρεις ημέρες αργότερα ήταν προγραμματισμένο το επόμενο ντέρμπι, στο «Καμπ Νόου» με αντίπαλο την Μπαρτσελόνα και την επόμενη αγωνιστική έπρεπε να αντιμετωπίσει τη Λα Κορούνια που έκανε κι αυτή πρωταθλητισμό εκείνη τη σεζόν.
Στο Champions League είχε ήδη τέσσερις νίκες και μία ισοπαλία στον όμιλο με Μαρσέιγ, Πόρτο και Παρτίζαν, ενώ στο κύπελλο είχε περάσει ήδη στον 3ο γύρο, με συνέπεια όλα τα βλέμματα να στραφούν στις υποχρεώσεις στο πρωτάθλημα.
Η «αγαπημένη» Ατλέτικο του Ρονάλντο
Ο Ρονάλντο, περσινός δεύτερος σκόρερ της Primera Division με 23 γκολ (τον ξεπέρασε μόνο ο Ρόι Μακάι με 29 γκολ) είχε κάνει πολύ καλή αρχή στη νέα χρονιά. Σκόραρε κόντρα στη Μαγιόρκα στο Supercopa, είχε σημειώσει τρία γκολ στο Champions League και στο πρωτάθλημα είχε ήδη 10 γκολ και 3 ασίστ στις πρώτες 13 αγωνιστικές.
Οι ρυθμοί του παρέμειναν υψηλοί για δεύτερη διαδοχική σεζόν στη Ρεάλ και όλα έδειχναν ότι είχε αφήσει πολύ πίσω τους καταστροφικούς τραυματισμούς της εποχής Ίντερ.
Η πρώτη μεγάλη δοκιμασία, όμως, ήταν η επερχόμενη με την Ατλέτικο, κόντρα στην οποία είχε πετύχει δύο γκολ στη νίκη 4-0 μέσα στο «Βιθέντε Καλδερόν» την προηγούμενη σεζόν. Οι «ροχιμπλάνκος» ήδη ήταν η αγαπημένη αντίπαλος του Βραζιλιάνου, πάντως, αφού εναντίον τους είχε πετύχει 8 γκολ σε μόλις τρία παιχνίδια στη θητεία του στην Μπαρτσελόνα το 1996-1997, με ένα χατ τρικ στη Μαδρίτη για το πρωτάθλημα, ένα χατ τρικ στη Βαρκελώνη για τα προημιτελικά του κυπέλλου και ακόμα δύο γκολ στο «Καμπ Νόου», στο ντεμπούτο του με τους «μπλαουγκράνα» για το Supercopa.
Ατλέτικο με Νικολαΐδη, Ιμπαγάσα, Σιμεόνε, Τόρες
Η τελευταία νίκη της Ατλέτικο σε ντέρμπι ήταν εκείνη του 1999-2000 στο πρωτάθλημα και μάλιστα μέσα στο «Σαντιάγο Μπερναμπέου» (στον 2ο γύρο το ντέρμπι έληξε ισόπαλο 1-1) και η επόμενη ήρθε το 2012-2013 στο κύπελλο, οπότε όλα έδειχναν ότι στον αγώνα υπήρχε ένα απόλυτο φαβορί και ένα μεγάλο αουτσάιντερ.
Οι 78.000 θεατές που βρήκαν εισιτήριο για τον αγώνα, δικαιώθηκαν για την επιλογή τους. Η Ατλέτικο, παρότι διέθετε αξιόλογο ρόστερ με τους Χερμάν Μπούργος στο τέρμα, Σέρτζι Μπαρχουάν στην άμυνα, Αριέλ Ιμπαγάσα (μετέπειτα Ολυμπιακού και Πανιωνίου) και Ντιέγκο Σιμεόνε στο κέντρο και Φερνάντο Τόρες, Κίκι Μουσάμπα στην επίθεση, δεν μπορούσε να κοιτάξει στα μάτια εκείνη τη Ρεάλ.
Ακόμα και η παρουσία του Ντέμη Νικολαΐδη στη γραμμή κρούσης, του Έλληνα επιθετικού που είχε φύγει από την ΑΕΚ εκείνο το καλοκαίρι και είχε υπογράψει στην Ατλέτικο, παίρνοντας φανέλα βασικού και έχοντας 3 γκολ σε 9 παιχνίδια πρωταθλήματος μέχρι εκείνο το σημείο (θα ολοκλήρωνε τη χρονιά με 22 αγώνες, 6 γκολ και μία ασίστ), δεν ήταν αρκετή για να διαφοροποιήσει τις ισορροπίες του αγώνα.
Το πιο γρήγορο γκολ στην ιστορία των ντέρμπι
Δεκατέσσερα δευτερόλεπτα ήταν αρκετά για τη Ρεάλ και τον Ρονάλντο. Με τη σέντρα του αγώνα, οι «μερένγκες» προηγήθηκαν με 1-0 χάρη σε τέρμα του Βραζιλιάνου, που σημείωσε το πιο γρήγορο γκολ στην ιστορία των derbi madrileño.
Ο Ρονάλντο ήταν αυτός που εκκίνησε τον αγώνα, κάνοντας τη σέντρα στον Ραούλ. Ο Ισπανός έδωσε ακριβώς πίσω του στον Μπέκαμ και αυτός αριστερά του στον Ζιντάν, ώστε να οργανώσει -όπως κάθε φορά- μία επίθεση της Ρεάλ.
Ο Ρομπέρτο Κάρλος έκανε την αγαπημένη κίνησή του, μια κούρσα από αριστερά, με συνέπεια ο «Ζιζού» να του δώσει την μπάλα. Ο Γάλλος συνέχισε τη δική του κίνηση παράλληλα με τον Βραζιλιάνο συμπαίκτη του, με συνέπεια να μαζέψουν γύρω τους τέσσερις αντιπάλους.
Αυτό το γεγονός άφησε αφύλαχτο τον Ρονάλντο περίπου 15 μέτρα έξω από την περιοχή, με τον συμπαίκτη του στην εθνική Βραζιλίας να τον βρίσκει με μία παράλληλη συρτή μπαλιά.
Σε αυτό το σημείο, το «Φαινόμενο» βρισκόταν περίπου 35 μέτρα μακριά από την αντίπαλη εστία. Κάνοντας ένα κοντρόλ με το δεξί, προωθεί την μπάλα περίπου 5 μέτρα και ετοιμάζεται να σουτάρει. Ο Σιμεόνε τρέχει να τον ανακόψει και κάνει ένα απεγνωσμένο τάκλιν με τα δύο πόδια. Όμως ο Βραζιλιάνος είχε διαφορετικά σχέδια.
Όπως αποδείχθηκε, ο Ρονάλντο δεν είχε σκοπό να σουτάρει, αλλά έκανε προσποίηση. Βλέποντας τον Αργεντινό αμυντικό μέσο να πέφτει κατά πάνω του, βρήκε… χώρο ανάμεσα στα πόδια και του πέρασε από εκεί την μπάλα. Μάλιστα, της έδωσε τόση δύναμη, ώστε εκτός από τον Σιμεόνε να αφήσει πίσω του και την τριάδα της άμυνας.
Ο Ραούλ του έκανε σκριν για να παρεμποδίσει τον Ματίας Λέκι (μετέπειτα του Ηρακλή) που τον κυνηγούσε να τον προφτάσει και με την ταχύτητα και την απαράμιλλη εκρηκτικότητά του, ξαφνικά ο Ρονάλντο είχε βρεθεί τετ α τετ με τον Μπούργος μέσα σε 12 δευτερόλεπτα αγώνα!
Η δουλειά του δεν τελείωσε εκεί. Με μία νέα προσποίηση ξεγέλασε τον Μπούργος, ο οποίος έβγαινε από την εστία του και άρχισε να πέφτει. Ο Βραζιλιάνος άγγιξε για 3η φορά την μπάλα από τη στιγμή που πήρε την πάσα από τον Ρομπέρτο Κάρλος (όλη η προηγούμενη κίνηση που άρχισε πριν από το τάκλιν του Σιμεόνε είχε γίνει χωρίς να αγγίξει ξανά την μπάλα), αλλά ανεπαίσθητα, ίσα ίσα για να τη στρώσει καλύτερα στο δεξί πόδι, και με ένα σκαφτό, φαλτσαριστό σουτ, την πέρασε πάνω από τον Αργεντινό τερματοφύλακα και την έστειλε στα δίχτυα.
Κέρδισε και τα τρία ντέρμπι
Επρόκειτο για ένα γκολ βγαλμένο από τις «χρυσές σελίδες» στην ιστορία των galacticos, που αντικατόπτριζε πλήρως την ικανότητα των μονάδων του ρόστερ που ορισμένες φορές λειτουργούσαν αρμονικά και ως σύνολο.
Λίγο αργότερα, στο 20ό λεπτό, ο Ραούλ έκανε το 2-0 για τους «μερένγκες» και πλέον η ομάδα του Γκρεγκόριο Μανθάνο δεν είχε καμία τύχη επιστροφής στον αγώνα. Ακόμα κι όταν ο Ισπανός προπονητής αντικατέστησε στο 59′ τους Νικολαΐδη και Μουσάμπα για να βάλει στη θέση τους τον Βέλικο Παούνοβιτς και τον Ροντρίγκο Φάμπρι, δεν κέρδισε τίποτα απτό.
Η Ρεάλ έφτασε στη νίκη με 2-0 και στις 6 Δεκεμβρίου έκανε το ίδιο και στη Βαρκελώνη. Το 2-1 επί της Μπαρτσελόνα, με τον Ρονάλντο να σκοράρει ξανά, διατήρησε τους «μερένγκες» στην κορυφή του βαθμολογικού πίνακα και τους έδωσε μεγάλη ψυχολογική ώθηση. Ακολούθησε η νίκη με το ίδιο σκορ επί της Λα Κορούνια στη Μαδρίτη και τίποτα δεν έδειχνε ικανό να σταματήσει την αρμάδα του Κεϊρόζ, που πήρε και τον άτυπο τίτλο της πρωταθλήτριας χειμώνα.
Διάλυση μέσα σε δύο μήνες
Η εικόνα παρέμεινε καλή μέχρι τα τέλη Φεβρουαρίου. Κατόπιν, ήρθε ο καταστροφικός Μάρτιος για να προσγειώσει την ομάδα. Πρώτα ήταν η απώλεια του κυπέλλου, χάνοντας στον τελικό μέσα στο «Μπερναμπέου» από τη Σαραγόσα με 2-3 στην παράταση. Στο πρωτάθλημα καταγράφηκε ένα σερί τριών αγώνων δίχως νίκη που όμως δεν στοίχισε την πρωτιά στη βαθμολογία.
Στις αρχές Απριλίου ήρθαν δύο απανωτά στραπάτσα. Στα προημιτελικά του Champions League, η Μονακό του Άκη Ζήκου, του Λιουντοβίκ Ζιουλί, του Μοριέντες και του Ντιντιέ Ντεσάμπ έκανε την ανατροπή και απέκλεισε τους «μερένγκες» με νίκη 3-1 στο Μόντε Κάρλο. Τέσσερις μέρες αργότερα, στις 11 Απριλίου 2004, η Οσασούνα διέλυσε με 3-0 τη Ρεάλ μέσα στη Μαδρίτη, με συνέπεια η πρωταθλήτρια να πέσει μετά από μήνες από την κορυφή της βαθμολογίας. Μέχρι το τέλος της σεζόν, η Ρεάλ απέφυγε την ήττα μόνο σε ένα παιχνίδι, στη ρεβάνς κόντρα στην… Ατλέτικο, επικρατώντας με 2-1 στο «Καλδερόν».
Στις τελευταίες 5 αγωνιστικές γνώρισε ισάριθμες ήττες. Συνολικά, στις τελευταίες 12 αγωνιστικές είχε 3 νίκες, 2 ισοπαλίες και 7 ήττες. Η Βαλένθια ήταν η πρώτη ομάδα που την προσπέρασε στη βαθμολογία και εν τέλει κατάφερε να πάρει πίσω το στέμμα της πρωταθλήτριας, που της είχε πάρει η Ρεάλ την περσινή χρονιά.
Η Μπαρτσελόνα, με τον Ροναλντίνιο σε εξαιρετική κατάσταση, νίκησε στο «Μπερναμπέου» με 2-1 στον 2ο γύρο και τερμάτισε στη 2η θέση με 72 βαθμούς, 5 πίσω από τις «νυχτερίδες». Ακόμα και η Λα Κορούνια προσπέρασε τη Ρεάλ, συγκεντρώνοντας 71 βαθμούς.
Η ομάδα του Κεϊρόζ τερμάτισε 4η με 70 βαθμούς, θέση στην οποία δεν έχει βρεθεί έκτοτε. Τα 54 γκολ που δέχθηκε (11η χειρότερη αμυντική επίδοση) έκαναν τη ζημιά, παρότι είχε την καλύτερη επίθεση με 72 γκολ (η Βαλένθια είχε 71, η Μπαρτσελόνα 63).
Ο Ρονάλντο με 24 γκολ αναδείχθηκε πρώτος σκόρερ της κατηγορίας, ενώ συνολικά σημείωσε 31 τέρματα σε όλες τις διοργανώσεις (σε 48 αγώνες), πραγματοποιώντας την πιο παραγωγική χρονιά στα 4,5 χρόνια που έμεινε στη Ρεάλ.
Το τέλος της χρονιάς δεν τον βρήκε ξανά πρωταθλητή. Τουναντίον, μετά από εκείνη τη χρονιά η καριέρα του πήρε την κατιούσα, αφού από το καλοκαίρι του 2004 η Ρεάλ άρχισε να αγοράζει σπουδαίους επιθετικούς (κάτι που από το 2000 είχε συμβεί μόνο με εκείνον), με την αρχή να γίνεται με τον Μάικλ Όουεν.