Ο Ρόκι Μαρτσιάνο γεννήθηκε την 1η Σεπτεμβρίου του 1923. Στις 31 Αυγούστου 1969 «πετούσε» για τo σπίτι του, προκειμένου να γιορτάσει τα γενέθλιά του με αγαπημένα πρόσωπα.
Στην επαγγελματική του καριέρα ως μποξέρ ήταν ο μοναδικός που δεν είχε χάσει αγώνα στην κατηγορία βαρέων βαρών, μέχρι την ώρα που εγκατέλειψε τη δράση.
Ο Ιταλοαμερικανός ήταν παγκόσμιος πρωταθλητής στην κατηγορία του από το 1952 έως το 1956, ενώ είχε καταγράψει 43 νοκ-άουτ σε 49 νίκες και το ποσοστό του ήταν τρομακτικό, καθώς άγγιζε το 88%.
Τα αφιερώματα του Sport-Retro.gr στην πυγμαχία
Στην τελευταία μονομαχία τίτλου, κόντρα στον Άρτσι Μουρ (σ.σ. αντίστοιχη περίπτωση υπό την έννοια ότι πέθανε λίγο πριν από τα 82α γενέθλιά του), έδειξε όλο του το μεγαλείο.
Η πολύωρη μάχη άρχισε στις 21 Σεπτεμβρίου 1955, αλλά όταν ο Μαρτσιάνο ανακηρυσσόταν νικητής επί του «old mongoose» (μτφρ. «γερασμένη μαγκούστα») ήδη ξημέρωνε η 22α Σεπτεμβρίου.
Ο Μουρ είχε ρίξει τον Ιταλοαμερικανό στο καναβάτσο για δύο δευτερόλεπτα, ωστόσο εκείνος δεν τα παράτησε και αφού στάθηκε στα πόδια του κατάφερε να βγάλει νοκ-άουτ τον τελευταίο μεγάλο αντίπαλό του.
Στις 27 Απριλίου 1956, ο «βράχος του Μπρόκτον» ανακοίνωσε την απόσυρσή του από τη δράση, καθώς ήθελε να αφοσιωθεί στην οικογένειά του, αλλά και σε άλλες επιχειρηματικές δραστηριότητες, οι οποίες εκείνο το διάστημα είχαν επεκταθεί στη Φλόριντα, όπου διέμενε ευτυχισμένος με την οικογένειά του.
Κυριακή, 31 Αυγούστου 1969
Πρωί
Η Μπάρμπαρα, σύζυγος του Ρόκι, του είχε επισημάνει ότι είναι σημαντικό να βρεθεί στο σπίτι τους την επόμενη μέρα, διότι η κόρη τους Μέρι Αν του ετοίμαζε πάρτι-έκπληξη για τα 46α του γενέθλια.
Ήδη ο γιος του Ρόκο Κέβιν, ο οποίος ήταν μόλις 17 μηνών, έκανε τα πρώτα του βήματα και ο βετεράνος πυγμάχος ανυπομονούσε να τον απολαύσει από κοντά.
Ο Ρόκι είπε στην Μπάρμπαρα ότι «οι βαλίτσες μου είναι έτοιμες», ωστόσο ως άνθρωπος που τιμά τον λόγο του, χρωστούσε μια χάρη σε έναν επιστήθιο φίλο του.
Αυτός του είχε ζητήσει να παραβρεθεί σε πυγμαχικό αγώνα του γιου του, προκειμένου να σταθεί στο πλάι του και να τον εμψυχώσει, επειδή ο ίδιος δεν θα μπορούσε ο ίδιος να δώσει το «παρών».
Ο Ρόκι Μαρτσιάνο δεν μπορούσε να αρνηθεί, μόνο που αυτή η χάρη απέβη μοιραία, τόσο για τον ίδιο όσο και για άλλους δύο ανθρώπους.
Το μεσημέρι ο πρόεδρος και ιδιοκτήτης εταιρείας παραγωγής υγρών αυτοκινήτου Άντι Γκρανατέλι του παρέθεσε δείπνο στο Σικάγο και, παράλληλα, φρόντισε να του ζητήσει να παραδώσει μερικά πυγμαχικά μαθήματα στον εγγονό του Άντι.
Το πλάνο ήταν μετά το Σικάγο να κάνουν τη στάση στην Αϊόβα, προκειμένου να εμψυχώσει τον γιο του φίλου του και μετά να απολαύσει τις οικογενειακές στιγμές εν όψει των γενεθλίων του.
Όταν ο Μοχάμεντ Άλι «μετέφερε» την Ολυμπιακή Φλόγα στον βωμό της Ατλάντα
Κυριακή, 31 Αυγούστου 1969
Απόγευμα
Ο Γκλεν Μπελζ, πιλότος του ιδιωτικού μονοκινητήριου Νewton Cessna 172, ιδιοκτησίας του Ρόκι Μαρτσιάνο, συνέστησε στους επιβάτες, τον Ρόκι και τον 22χρονο Φράνκι Φάρελ, γιο του Ιταλού φίλου του Λούις Φράτο, να δέσουν τις ζώνες τους.
Ο 37χρονος ήταν άπειρος σε πιλοτάρισμα κάτω από κακές καιρικές συνθήκες, ενώ μετρούσε μόλις 35 ώρες βραδινών πτήσεων από τις 231 στο σύνολο.
-«Όλα έτοιμα, κύριοι»; φέρεται να ρώτησε ο Γκλεν, του οποίου το σκίρτημα των λέξεων φανέρωναν μια αγωνία.
-«Είμαστε τέλεια, έχουμε και ένα πάρτι να προλάβουμε», θα του απάντησε ο Μαρτσιάνο με βαριά φωνή, η οποία μαρτυρούσε πως δεν είχε φοβηθεί ποτέ στη ζωή του.
Κυριακή, 31 Αυγούστου 1969
Δειλινό (μεταξύ Σικάγο και Αϊόβα)
Κάθισε στα δεξιά του πιλότου. Μια στάση στη Αϊόβα, ένας αγώνας μποξ, μερικές συμβουλές κι ένα νοκ-άουτ πριν να ξανασηκωθεί το μονοκινητήριο με προορισμό τη Φλόριντα.
Ο γιος του περπατούσε, η κόρη του ετοίμαζε το πάρτι-έκπληξη που μόνο για εκείνη είχε παραμείνει «κρυφό».
Την επόμενη μέρα είχε τα γενέθλιά του κι ο Ρόκι ανυπομονούσε να παραβρεθεί με τα αγαπημένα του πρόσωπα για να γιορτάσει.
Κυριακή, 31 Αυγούστου 1969
Δειλινό (Φλόριντα)
Η Μπάρμπαρα ήταν οργανωτική και πάντα ήθελε να κουμαντάρει τον «βράχο». Εκείνος μαλάκωνε μόνο στο βλέμμα της και την άφηνε να τον κυριεύσει. Ο μικρός Κέβιν έπαιζε ανέμελος στο παιδικό, ενώ η Μπάρμπαρα με τη Μάρι Αν στην κουζίνα ετοίμαζαν και τις τελευταίες λεπτομέρειες για το πάρτι.
-«Θα αργήσει ο μπαμπάς, μαμά;», ρώτησε η μικρή
-«Όχι, αγάπη μου. Ο μπαμπάς πετάει στον ουρανό κι έρχεται, καλύτερα να βιαστούμε και να τα έχουμε όλα έτοιμα».
Κυριακή, 31 Αυγούστου 1969
20:50 (λίγο έξω από την Αϊόβα)
Τα συντρίμμια του μικρού Cessna είχαν απλωθεί παντού, λίγο μακριά από το αεροδρόμιο της Αϊόβα. Τα πτώματα του Μπελζ και του του 28χρονου Φράνκι κείτονταν στο χώμα.
Ο Ρόκι ήταν ακόμη μέσα στην καμπίνα του αεροσκάφους, δεμένος στη ζώνη του, με το κεφάλι του να έχει γείρει στα πλάγια.
Το τελευταίο καμπανάκι είχε ακουστεί λίγο νωρίτερα, κι ο Ρόκι δεν μπόρεσε να σηκωθεί, όπως είχε κάνει με τον Μουρ στον τελευταίο αγώνα του, ώστε να βγάλει νοκ-άουτ κι αυτόν τον μεγάλο αντίπαλο.
Κυριακή, 31 Αυγούστου 1969
Λίγα λεπτά πριν από την πρόσκρουση
O Μπελζ προσπάθησε να κάνει προσγείωση σε ένα μικρό αεροδρόμιο έξω από το Νιούτον της Αϊόβα.
Επικοινώνησε με τα ραντάρ της περιοχής Ντεμουάν για να ζητήσει βοήθεια, ώστε να βρει τον αεροδιάδρομο, καθώς η κακοκαιρία σε συνδυασμό με το σκοτάδι, δεν του επέτρεπαν να εστιάσει.
Το μονοκινητήριο, το οποίο παρεμπιπτόντως δεν είχε πολλά καύσιμα, χτύπησε σε ένα δέντρο 2 μίλια μακριά από τον αεροδιάδρομο.
Κυριακή, 31 Αυγούστου 1969
Λίγα λεπτά μετά την πρόσκρουση
Μια αυτόπτης μάρτυρας του ατυχήματος, η κ. Κολίν Σβαρτς, είπε: «Είδα τα φώτα του αεροπλάνου, καθώς περνούσε πάνω από το κεφάλι μου μέσα στα σύννεφα. Το αεροπλάνο φαινόταν ότι ερχόταν ανάποδα από το αεροδρόμιο. Σαν να είχε χάσει τον δρόμο του…
Η πορεία του ήταν τρελή κι ακανόνιστη. Ξαφνικά το έχασα από το οπτικό πεδίο μου, αφού είχε εξαφανιστεί στο δάσος. Ο ήχος του κινητήρα του αεροσκάφους σταμάτησε. Τότε άκουσα αυτόν το φοβερό θόρυβο και ήξερα ότι είχε πέσει».
Το ίνδαλμα του Ρόκι… Μπαλμπόα
Ο Σιλβέστερ Σταλόνε υποστήριξε πως η ταινία ήταν βασισμένη πάνω στην πραγματική ζωή του Ρόκι Μαρτσιάνο, ωστόσο αυτό αποδείχθηκε αναληθές.
Μετά από πολλά χρόνια δικαστικών αγώνων, ένας άλλος μεγάλος «γίγαντας» των ρινγκ πήρε την πατρότητα του πρωταγωνιστή: ο Τσακ Γουέπνερ.
Ωστόσο, ο Μαρτσιάνο αποτελούσε το ίνδαλμα του νεαρού Ρόκι Μπαλμπόα, ο οποίος στις προπονήσεις ήθελε να γίνει εικόνα και ομοίωση του «βράχου του Μπρόκτον».
O Ρόκι ήταν ένας άνθρωπος που σέβονταν όλοι, από τους φίλους και την οικογένειά του, μέχρι τους αντιπάλους που είχε ρίξει στο «καναβάτσο» στους μεταξύ τους αγώνες στα ρινγκ.
Αξίζει να αναφερθούν τα λόγια και οι σκέψεις πολλών αντιπάλων μποξέρ στην κηδεία του:
Τζέρσεϊ Τζο Γουόλκοτ: «Ήταν ένας άνθρωπος με θάρρος μέσα στο ρινγκ. Έξω από αυτό ήταν πράος και ευγενικός»
Τζο Λιούις: «Κάτι χάθηκε από τη ζωή μου. Δεν νιώθω μόνο εγώ έτσι. Κάτι έχει χαθεί από τη ζωή του καθενός»
Τζο Φρέιζερ: «Ήταν ένας σπουδαίος μαχητής, αλλά και ένας σπουδαίος άνθρωπος»
Τζόι Μαξίμ: «Δεν υπήρχε άλλος όμοιος με τον Ρόκι. Ήταν μια μοναδική αυθεντία»
Σόνι Λίστον: «Αυτός ο άνθρωπος ήταν ένας από τους μεγαλύτερους πρωταθλητές στην Ιστορία. Αρνήθηκε να δεχτεί την ήττα και έτσι κανείς δεν τον νίκησε»
Τέλος, ο Μοχάμεντ Άλι είπε πως έφτασε στο Φορτ Λόντερντεϊλ, σπάζοντας τα όρια ταχύτητας και αγνοώντας τα κόκκινα φώτα για να παραβρεθεί εγκαίρως στην κηδεία.
Στέφανος Κλιάφας
Τελειόφοιτος Κέντρου Αθλητικού Ρεπορτάζ