Ο Κλάιντ Μπεστ, γεννηθείς στις 24 Φεβρουαρίου 1951, αποτελεί έναν παίκτη σύμβολο της Γουέστ Χαμ αλλά και του αγγλικού ποδοσφαίρου γενικότερα.
Ο επιθετικός, με καταγωγή από το νησί των Βερμούδων που βρίσκεται στον βόρειο Ατλαντικό Ωκεανό, έγινε ο πρώτος μαύρος άσος που αγωνίστηκε για τα «σφυριά», αψηφώντας την έντονη ρατσιστική βία της εποχής.
ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΤΑ ΑΦΙΕΡΩΜΑΤΑ ΤΟΥ SPORT-RETRO.GR ΣΤΗΝ ΑΓΓΛΙΑ
Έφτασε στην Αγγλία σε ηλικία 17 ετών το 1968, εντυπωσίασε τόσο τον διευθυντή των ακαδημιών Τζον Λάιαλ, όσο και τον προπονητή Ρον Γκρίνγουντ και κέρδισε ένα συμβόλαιο για το επόμενο έτος.
Πραγματοποίησε το ντεμπούτο του εναντίον της Άρσεναλ τον Αύγουστο του 1969 μπροστά σε 40.000 θεατές στο «Μπόλεϊν Γκράουντ».
Αυτή ήταν η πρώτη από τις συνολικά 221 εμφανίσεις του με τη φανέλα της Γουέστ Χαμ, ενώ μετά από 8 ημέρες σκόραρε το πρώτο από τα 58 συνολικά γκολ του, απέναντι στη Χάλιφαξ Τάουν για το League Cup.
Ο Μπεστ είχε αρχίσει να μπαίνει στις καρδιές των φιλάθλων, σε μία εποχή που ο ρατσισμός κυριαρχούσε στα γήπεδα αλλά και στην αγγλική κοινωνία.
Φυσικά και ο ίδιος γινόταν στόχος τέτοιων επιθέσεων, όμως όπως είχε δηλώσει σε συνέντευξή του: «Δεν έπρεπε να λυγίσω. Σκεφτόμουν ότι εκτός από εμένα υπήρχαν τόσοι άλλοι μαύροι που δεν είχαν την τύχη να είναι ποδοσφαιριστές για να ξεχνούν το χρώμα τους με ένα γκολ ή μία καλή εμφάνιση. Επίσης, ούτε οι άνθρωποι του χρώματός μου ούτε εκείνοι που μου επιτίθεντο, ήθελα να με δουν να λυγίζω».
Στην προσπάθειά του να τα ξεπεράσει όλα αυτά, ο Μπεστ είχε τη συμπαράσταση αρκετών συμπαικτών του, ανάμεσα στους οποίους ο αείμνηστος θρυλικός αρχηγός της ομάδας Μπόμπι Μουρ και ο Χάρι Ρέντναπ.
Όταν ο Μπόμπι Μουρ έγινε αρχηγός του Ολυμπιακού
«Μου έλεγαν πάντα πόσο θαρραλέος ήμουν και ότι τους εμπνέω. Μου τόνιζαν πόσο σημαντικό ήταν για εμένα και όλους τους μαύρους παίκτες να μην τα παρατήσω. Με βοήθησαν πολύ σε κάθε δύσκολη στιγμή και φυσικά είχαν δίκιο. Εξάλλου το παιχνίδι ανήκει σε όλους, ανεξαρτήτως φυλής ή χρώματος», δήλωνε χρόνια αργότερα.
Ανάμεσα σε εκείνους που στάθηκαν στο πλευρό του Μπεστ και, παράλληλα, άνοιξαν τον δρόμο για να σπάσει η προκατάληψη απέναντι στους μαύρους, αναφορικά με το ποδόσφαιρο τουλάχιστον, ήταν φυσικά και ο προπονητής των «σφυριών» Ρον Γκρίνγουντ.
«Ο Ρον ήταν πολύ καλός τύπος και δίκαιος. Δεν έκανε εξαιρέσεις βάσει χρώματος αλλά ούτε και ονόματος του παίκτη.
Θυμάμαι χαρακτηριστικά ένα ματς κόντρα στην Μπλάκπουλ. Οι περισσότεροι παίκτες της ομάδας είχαμε βγει σε ένα μπαρ το προηγούμενο βράδυ και αρκετοί είχαν πιει αρκετά. Την επόμενη μέρα χάσαμε 4-0 και έγινε γνωστό το περιστατικό της προηγούμενης βραδιάς.
Τιμώρησε με πρόστιμο όσους ήταν στο μπαρ. Ανάμεσά τους και ο Μπόμπι Μουρ, ο οποίος προς τιμήν του είπε στον Γκρίνγουντ ότι εγώ δεν είχα καταναλώσει ούτε σταγόνα αλκοόλ. Κάτι που ήταν αλήθεια. Γι’ αυτό κι ο Ρον με εξαίρεσε από την τιμωρία και γλίτωσα με μία απλή επίπληξη», έχει πει ο ήρωας της ιστορίας.
Λαμβάνοντας υπόψη τα λεγόμενα του Μπεστ, καταλήγει κανείς στο συμπέρασμα ότι οι προσωπικότητες που αποτελούσαν τότε τη Γουέστ Χαμ ήταν οι κατάλληλες για να γράψουν ένα ξεχωριστό κεφάλαιο της ιστορίας του αγγλικού ποδοσφαίρου.
Λίγες ώρες πριν από την Ανάσταση των Καθολικών του 1972, η οποία έπεφτε Πρωταπριλιά, η ομάδα υποδέχθηκε την Τότεναμ για το πρωτάθλημα, υπό το βλέμμα 30.763 θεατών.
Πώς το «Ποτέ την Κυριακή» μετατράπηκε σε «Sunday Football» για τους Άγγλους
Όταν ο Κέβιν Κίγκαν «δεν ήθελε να παίζει τις Κυριακές»
Η Γουέστ Χαμ μπήκε στον αγωνιστικό χώρο με επικεφαλής τον Κλάιντ Μπεστ και έγινε ο πρώτος αγγλικός σύλλογος που άρχισε ματς πρωταθλήματος με τρεις μαύρους παίκτες στη βασική ενδεκάδα!
Επί της ουσίας, κατέρριψε στην πράξη μία προκατάληψη πολλών ετών και έβαλε τα θεμέλια για ένα πρωτάθλημα που θα χωρούσαν όλοι.
Αναφερόμενος σχετικά στην αυτοβιογραφία του με τίτλο «The Acid Test», η οποία κυκλοφόρησε το 2016, ο Μπεστ θυμάται την ημέρα που ο ίδιος μαζί με τους Κλάιβ Τσάρλς και Έιντ Κόκερ έγραψαν ιστορία στο ματς που έληξε με νίκη 2-0 υπέρ των «σφυριών».
«Ήταν ένα αξέχαστο παιχνίδι της καριέρας μου και μάλιστα απέναντι στην Τότεναμ. Η 1η Απριλίου 1972 αποτελεί ορόσημο στην ποδοσφαιρική μου ζωή, όπως και σε αυτή του Ρον Γκρίνγουντ, ο οποίος έγινε ο πρώτος προπονητής που επέλεξε όχι έναν ή δύο, αλλά τρεις μαύρους παίκτες στον ίδιο αγώνα πρωταθλήματος.
Επέλεξε εμένα, τον Κλάιβ Τσάρλς και τον Έιντ Κόκερ. Hταν Πρωταπριλιά εν τω μεταξύ, και κάποιοι κακεντρεχείς ρωτούσαν αν θα παίξουμε ή αν απλώς θα μαζεύαμε τις μπάλες στην προθέρμανση.
Το μεγαλύτερο μερίδιο αυτής της κίνησης το πιστώνεται ο Γκρίνγουντ. Ήταν πρωτοπόρος με κάθε έννοια της λέξης και αργότερα υπό τις οδηγίες του, ο Βιβ Άντερσον έγινε ο πρώτος μαύρος παίκτης που χρίστηκε διεθνής με την Αγγλία.
Ήταν ένας κορυφαίος προπονητής και αναλόγου επιπέδου άνθρωπος, ο οποίος έδειξε σε όλους ότι το χρώμα του δέρματος δεν είχε καμία σημασία μπροστά στις ποδοσφαιρικές ικανότητες».
H Γουέστ Χαμ άνοιξε το σκορ με τον Τρέβορ Μπρούκινγκ εκείνο το απόγευμα και σφράγισε τη νίκη με γκολ του βραχύσωμου Έιντ Κόκερ, που πανηγυρίστηκε έξαλλα από τους φιλάθλους.
Ο μέσος με την αμερικανική υπηκοότητα (σ.σ. αγωνίστηκε με την εθνική ομάδα των ΗΠΑ στο Παγκόσμιο Κύπελλο του 1986) δεν στέριωσε στο Λονδίνο, αφού αποχώρησε μετά από μόλις 11 συμμετοχές.
Σε κάθε περίπτωση, όμως, έβαλε το κερασάκι στην τούρτα σε ένα ματς που ναι μεν είναι ιστορικό κατά μία έννοια, όμως από την άλλη απλώς έγιναν τα αυτονόητα, όπως τονίζει στην αυτοβιογραφία του ο Κλάιντ Μπεστ.
«Δεν νιώθαμε σαν τρεις μαύροι παίκτες σε μια λευκή ομάδα, αλλά σαν να είμαστε ανάμεσα σε συμπαίκτες και φίλους.
Θεωρώ ότι πολλά αγγλικά κλαμπ εκείνη την εποχή ήταν είτε αφελή είτε προκατειλημμένα στο να δώσουν μία ευκαιρία σε μαύρους παίκτες.
Το μοναδικό… οφσάιντ του Μπιλ Σάνκλι
Οι μαύροι παίκτες είχαν ρυθμό, κίνηση και μπορούσαν να προσφέρουν εξίσου με τους λευκούς, όμως τότε αυτό δεν αναγνωριζόταν εύκολα, γεγονός που αποτελεί μεγάλο λάθος αφού ένας ποδοσφαιριστής πρέπει να κρίνεται από την ικανότητά του και τη συμπεριφορά του.
Μερικοί από τους σπουδαιότερους παίκτες της ιστορίας, όπως ο Πελέ ή ο Εουσέμπιο, ήταν μαύροι αλλά στην Αγγλία δεν μας δόθηκαν ίσες ευκαιρίες για να δείξουμε το ταλέντο μας. Τουλάχιστον νιώθω ότι έβαλα κι εγώ ένα λιθαράκι για να γίνει όλο αυτό πιο δίκαιο, όπως είναι σήμερα».