Στις 3 Μαρτίου 2017, ένας θρύλος του παγκοσμίου ποδοσφαίρου, ο Ραϊμόν Κοπά, απεβίωσε.
Ο βραχύσωμος μεσοεπιθετικός ήταν ο παίκτης που γιγάντωσε τη Ρεμς, συνέβαλε πολλά στην ευρωπαϊκή κυριαρχία της Ρεάλ Μαδρίτης και προσέφερε στην εθνική Γαλλίας.
Οι Κοπασέβσκι του γαλλικού Βορρά
Ο Ραϊμόν Κοπά είδε το πρώτο φως της ζωής στις 13 Οκτωβρίου 1931 ως Ραϊμόν Κοπασέβσκι, απόρροια της πολωνικής καταγωγής του.
Γεννήθηκε στο Νο λε Μιν, μια κοινότητα του Πα ντε Καλέ στον γαλλικό Βορρά, όπου είχαν μεταναστεύσει δεκάδες χιλιάδες οικογένειες ανθρακωρύχων.
Η περιοχή είχε καταστραφεί από τη γερμανική κατοχή και οι φορείς αναζητούσαν απεγνωσμένα φρέσκο εργατικό δυναμικό για να ξανασταθεί στα πόδια της.
Κατά συνέπεια, τον Σεπτέμβριο του 1919 η Γαλλία υπέγραψε μία συνθήκη με το νεοσύστατο ανατολικό κράτος, η οποία προέβλεπε ότι η Πολωνία επιτρέπει στους ανθρακωρύχους της να εργάζονται νόμιμα στο Πα ντε Καλέ και αλλού.
Αρχικά, μετακινήθηκαν χιλιάδες Πολωνοί από τη γερμανική Βεστφαλία, ενώ κατά τη δεκαετία του 1920 ακολούθησαν αρκετοί από τη βιομηχανική περιοχή της Σιλεσίας.
Εν έτει 1931, τότε δηλαδή που γεννήθηκε ο Κοπά, περίπου 500.000 ήταν οι Πολωνοί που ζούσαν στη Γαλλία, αριθμός που μεταφραζόταν στο 20% των ξένων της χώρας.
Η πλειοψηφία τους βρισκόταν στο Πα ντε Καλέ και όπως πολύ ζοφερά παρουσίασε ο Εμίλ Ζολά στο μυθιστόρημα «Ζερμινάλ», η περιοχή αυτή απείχε πολύ από τον ρομαντισμό του Παρισιού ή τις δεντροστοιχίες στους δρόμους της Προβηγκίας.
Η ζωή των Πολωνών ήταν σκληρή, αφού εργάζονταν για λίγα χρήματα σε ένα γκριζόμαυρο ντεκόρ, όπου τα δυστυχήματα και οι ανθρώπινες απώλειες δεν αποτελούσαν σπάνιο φαινόμενο.
Στον αντίποδα, ως είθισται σε αυτές τις περιπτώσεις, η πολωνική κοινότητα είχε δημιουργήσει καταστήματα και καφέ, ενώ τα παιδιά όπως ο Ραϊμόν προσπαθούσαν να αφομοιώσουν τη γαλλική παιδεία και πραγματικότητα.
Αρκετοί αποφάσισαν να βελτιώσουν τη ζωή τους μέσω της μπάλας και, πράγματι, συνέβαλαν στη βελτίωση του γαλλικού ποδοσφαίρου, όπως μαρτυρά μια έρευνα της «Equipe» το 1986.
Ούτε λίγο ούτε πολύ, τότε διαπιστώθηκε ότι το 6% των παικτών που εκπροσώπησε την εθνική ομάδα από τo ξεκίνημα (1904) είχε πολωνική καταγωγή.
Εκείνο το διάστημα, μάλιστα, και συγκεκριμένα το 1938, στην τελική φάση του -εντός των τειχών- Παγκοσμίου Κυπέλλου τη φανέλα των «τρικολόρ» φόρεσαν οι Ίγκνατσε Κόβαλτσουκ και Μάρτιν Ποβόλνι.
Βέβαια, το πιο χαρακτηριστικό παράδειγμα ήρθε από τη Λανς, η οποία στα μεταπολεμικά χρόνια επάνδρωσε το ρόστερ της με πολλούς Πολωνούς όπως ο Μάριαν Βισνιέβσκι, ο Τέο Σκλουντλάσκι, ο Στέφαν Ζίεμτσακ, ο Άρνολντ Σοβίνσκι και ο κορυφαίος όλων Ζορζ Λεχ.
Αξίζει να σημειωθεί ότι στον τελικό Κυπέλλου του 1949, μεταξύ της Λανς και της επίσης βόρειας Λιλ, οι 9 ποδοσφαιριστές ήταν πολωνικής καταγωγής.
«Γνώριζα ότι σύντομα θα κάνω κι εγώ αυτή τη φρικτή ζωή»
Το 1919 ο παππούς του Ραϊμόν Κοπά αποφάσισε να μεταναστεύσει με τη σύζυγο και τα τέσσερα παιδιά τους στη βόρεια Γαλλία προκειμένου να διεκδικήσουν μία καλύτερη ζωή.
Το Νε λε Μιν είναι μία μικρή πόλη που δεν απέχει πολύ από τη Λιλ και τότε το ντεκόρ της αποτελείτο από μαύρη σκόνη και οτιδήποτε παραπέμπει σε ανθρακωρυχείο, εν αντιθέσει με σήμερα που έχει φυτρώσει πυκνό χορτάρι.
Ο πατέρας του Φράντσισεκ (γαλλιστί Φρανσουά) και ο αδερφός του Ανρί είχαν ήδη ακολουθήσει τα χνάρια του παππού, προτού πάρει την ίδια απόφαση και ο ίδιος σε ηλικία 14 ετών.
Ο μικρός Ραϊμόν δεν ήταν καλός μαθητής και, όπως αναφέρει στην αυτοβιογραφία του, αυτό αποδίδεται στο γεγονός ότι στο σπίτι του δεν μιλούσαν γαλλικά.
Τι έχει πει ο ίδιος για την επαγγελματική παράδοση της οικογένειας; «Έβλεπα τον πατέρα μου και τον αδερφό μου να πηγαίνουν στη δουλειά. Όταν είχαν πρωινή βάρδια, ξυπνούσαν από τις 04:00. Σήκωναν τον αδερφό μου κι εμένα και η μητέρα μου (σ.σ. Ελένα, γαλλιστί Ελέν) τους έφτιαχνε καφέ. Πλένονταν, ντύνονταν και πήγαιναν στα ορυχεία.
Κι εγώ τους παρακολουθούσα και παρατηρούσα τα πάντα. Γνώριζα ότι σύντομα θα κάνω κι εγώ αυτή τη φρικτή ζωή. Αυτό δεν με παρηγορούσε καθόλου, αλλά ήμουν 14 και ήξερα ότι οι γονείς μου περίμεναν από μένα να δουλέψω για να βγάλουμε περισσότερα χρήματα».
Πράγματι, ο νεαρός Ραϊμόν αποφάσισε να δοκιμάσει την τύχη του στα ορυχεία με την ελπίδα ότι θα γίνει ηλεκτρολόγος για να έχει καλύτερες συνθήκες. Αλίμονο…
Ο λόγος περνά σ’ εκείνον:
«Επισκέφθηκα πέντε ή έξι ηλεκτρολόγους και συστήθηκα σε όλους με τον ίδιο τρόπο».
-Καλημέρα. Θα ήθελα να γίνω μαθητευόμενος ενός ηλεκτρολόγου.
-Αυτό είναι πολύ σπουδαίο. Πώς σε λένε;
-Ραϊμόν Κοπασέβσκι.
«Αμέσως το χαμόγελο εξαφανιζόταν από το πρόσωπο του συνομιλητή μου και η όψη του σκλήραινε».
-Λυπάμαι, αλλά δεν έχουμε τίποτα για εσάς.
-Δεν υπάρχει ευκαιρία για όλους;
-Δυστυχώς, πραγματικά δεν έχουμε τίποτα. Αν αλλάξει κάτι, θα επικοινωνήσουμε μαζί σας. Παρακαλώ αφήστε τη διεύθυνσή σας στη γραμματεία.
«Φυσικά, ποτέ δεν έλαβα απάντηση. Στο τέλος κατάλαβα ότι δεν υπήρχε ελπίδα. Η θέση των Πολωνών ήταν κάτω στα ορυχεία. Έπρεπε να εγκαταλείψω τα όνειρά μου».
Σε αυτό το σημείο να σημειωθεί ότι ο πατέρας του πέθανε στα 56 του και ο αδερφός του στα 64 του, αμφότεροι από πυριτίαση, μία ασθένεια που πλήττει τους πνεύμονες και που προκαλείται από την εισπνοή χαλαζία.
Ο Κοπά έγινε galibot ή αλλιώς chtimi, δηλαδή ανθρακωρύχος, για δυόμιση χρόνια και έσπρωχνε καροτσάκια γεμάτα άνθρακα, επί οκτώ ώρες ημερησίως στα 600μ. κάτω από τη γη.
Ήταν μία βαρετή και κουραστική δουλειά, την οποία φοβόταν πολύ επειδή συχνά ξεκολλούσαν κομμάτια βράχων και γίνονταν εκρήξεις αερίου.
Ο φόβος του έγινε πραγματικότητα όταν ήταν 16 ετών. Τη στιγμή που έσπρωχνε ένα άδειο καροτσάκι παρατήρησε μία ρωγμή στην οροφή και λίγο αργότερα έπεσε πάνω του ένας βράχος.
Ένας συνάδελφος και φίλος τον έβγαλε αμέσως στην επιφάνεια, ο Κοπά δεν έχασε τη ζωή του, όμως ο αντίχειρας και ο δείκτης του αριστερού του χεριού έσπασαν και σε έναν βαθμό ακρωτηριάστηκαν.
Ο Κοπά πήρε αναρρωτική άδεια έξι μηνών και όταν επέστρεψε του προσφέρθηκε μία πιο ανθρώπινη θέση εργασίας στην επιφάνεια και όχι στα έγκατα της γης.
Άνθρακες… ο θησαυρός
Η μοίρα του πολωνοθρεμμένου Κοπά δεν τον ήθελε να γερνά πρόωρα στα ανθρακωρυχεία της περιοχής, αλλά να μαγεύει με τις ντρίμπλες του στα ευρωπαϊκά γήπεδα.
Όταν επισκεπτόταν το σπίτι των παππούδων του σε πολύ μικρή ηλικία, έβλεπε συχνά ανθρώπους να παίζουν ποδόσφαιρο στο γειτονικό γήπεδο και γοητευόταν από το θέαμα.
«Δημιούργησα την πρώτη ποδοσφαιρική μου ομάδα σε ηλικία 8 ετών. Οι περισσότεροι από τους φίλους μου είχαν πολωνική καταγωγή. Κατά συνέπεια, είχαμε φτιάξει δύο ομάδες και οι Πολωνοί έπαιζαν εναντίον των Γάλλων. Τις περισσότερες φορές δεν παίζαμε με μπάλα, αλλά με κουρέλια και κονσερβοκούτια», έχει πει ο ίδιος.
O μικρός έπαιζε το πρωί στο σχολείο, το απόγευμα στον κήπο του σπιτιού του, τις Κυριακές στα ημίχρονα των αγώνων της τοπικής ομάδας, καθώς και σε οικογενειακές συγκεντρώσεις. Πολλές φορές «συμπαίκτης» του ήταν και ο αδερφός του, που προτιμούσε να αγωνίζεται ως τερματοφύλακας.
Στην αυτοβιογραφία του μιλά για τις ομηρικές μάχες της παρέας του με τον φύλακα του σταδίου, ο οποίος τους εμπόδιζε να παίξουν για να μην τσαλαπατούν το γρασίδι.
Η αλήθεια είναι ότι δεν περνούσε καν από το μυαλό του ότι θα ασχοληθεί επαγγελματικά με το ποδόσφαιρο, όπως αλήθεια είναι ότι ήταν και πολύ ταλαντούχος με την μπάλα στα πόδια του.
Παρεμπιπτόντως, η πρώτη μπάλα της ζωής του ήταν δώρο Γερμανών στρατιωτών που είχαν καταλάβει την περιοχή και κάποιες φορές έπαιζαν με τους ντόπιους πιτσιρικάδες. «Θα μπορούσε να πει κανείς ότι αυτοί οι αγώνες ήταν μία πράξη αντίστασης, έτσι δεν είναι;», είχε πει χαριτολογώντας ο Κοπά.
Ο πρώτος άνθρωπος που αντιλήφθηκε τα προτερήματά του ήταν ο Κονστάν Τισόν, προπονητής της Νο λε Μιν, ο οποίος του είπε όταν ήταν 14 ετών: «Μικρέ, θα προχωρήσεις, απλά φρόντισε να δουλέψεις πολύ».
Ο πρόεδρος, αντίθετα, δεν έκανε τίποτα για να βοηθήσει τον Κοπά, αδιαφορώντας για το γεγονός ότι πάντα αγωνιζόταν μία κατηγορία πάνω από την ηλικία του.
Επόμενος προπονητής του ήταν ο Ζαν Μπατμάλ, ο οποίος τον βοήθησε να βελτιωθεί στην ντρίμπλα και τις προσποιήσεις, με συνέπεια η Νο λε Μιν να κυριαρχήσει στο τοπικό πρωτάθλημα και το Κύπελλο.
Επιπλέον, ο Κοπά επιλέχθηκε σε μία ομάδα επιλέκτων της περιοχής και σκόραρε δύο γκολ στην, κατά τ’ άλλα, βαριά ήττα-αποκλεισμό με 6-3 από την ομάδα της Λορένης.
Το επόμενο έτος, δηλαδή το 1948, ο Τισόν αντικατέστησε τον Μπατμάλ και επί των ημερών του η δεύτερη ομάδα της Νο λε Μιν κατέκτησε το Κύπελλο του Βορρά, αφού το 0-3 του ημιχρόνου στον τελικό με την Οσέλ, μετατράπηκε σε 3-3 με ισάριθμα γκολ του Κοπά (σ.σ. η ομάδα του ήρωά μας πήρε το τρόπαιο χάρη στα περισσότερα κόρνερ).
Προτού κλείσει τα 17 του, ο ταλαντούχος μεσοεπιθετικός προάχθηκε στους άνδρες και στο ντεμπούτο του κόντρα στην Τουρσουάν σημείωσε το νικητήριο γκολ.
Στα 18 του έλαβε μέρος σε έναν ποδοσφαιρικό διαγωνισμό στη Λιλ (σ.σ. έπρεπε να εκτελέσει στημένα και να κάνει χρονομετρημένη κούρσα σαν σλάλομ), αναδείχθηκε κορυφαίος παίκτης του Πα ντε Καλέ και προκρίθηκε στον τελικό του Παρισιού.
Στη γαλλική πρωτεύουσα κατέλαβε τη δεύτερη θέση, όμως ένας εκ των κριτών, ο Γκαμπριέλ Ανό της «Equipe», δεν σταμάτησε να τον παρατηρεί με θαυμασμό.
Να σημειωθεί ότι το πρωί ήταν 11ος λόγω του άγχους του, αλλά το απόγευμα επανήλθε εντυπωσιακά και αν δεν έχανε το ένα από τα τέσσερα πέναλτι που εκτέλεσε (σ.σ. το μοναδικό σε τέσσερα χρόνια), ενδεχομένως να μην έχανε την πρωτιά από τον Ζαν Σοπέν για 0,75 πόντους.
Βρήκε ομάδα και… γυναίκα
Παραδόξως, η Λιλ και οι άλλες δυνάμεις του γαλλικού Βορρά δεν αντιλήφθηκαν έγκαιρα την αξία του επειδή, όπως είπε ο ίδιος «ήταν μικρός, πολύ αδύνατος, ιδιαίτερα ατομιστής ή αρκετά… bolshie (σ.σ. υποτιμητικός χαρακτηρισμός για τους αριστερούς)».
Η αλήθεια είναι ότι περίμενε πρόταση από τη Ρεμς, τη στιγμή που η διοίκηση της Νο λε Μιν επιθυμούσε την παραμονή του για ακόμη έναν χρόνο.
Τελικά, η Ανζέρ ήταν η ομάδα που απέσπασε την υπογραφή του και η πόλη που έμελλε να γνωρίσει τη μελλοντική του σύζυγο Κριστιάν, αδερφή ενός συμπαίκτη του.
Ο ταλαντούχος άσος είχε απορρίψει την πρώτη πρόταση, ωστόσο από τη στιγμή που η Ρεμς δεν εκδήλωσε ενδιαφέρον πήρε την απόφαση να μετακινηθεί στα δυτικά της Γαλλίας.
Ο πατέρας του συναίνεσε στη σχετική πρόταση, η οποία προέβλεπε 100.000 φράγκα, ημιεπαγγελματικό συμβόλαιο και εύρεση βασικής δουλειάς ως ηλεκτρολόγος.
Κατά την άφιξη στη νέα του ομάδα, ο προπονητής Καμίλ Κοτέν τον καλωσόρισε και είπε: «Δεν θα λέγεσαι πια Ραϊμόν Κοπασέβσκι, αλλά Ραϊμόν Κοπά! Ακούγεται πιο εύηχο».
Τελικά, η διοίκηση δεν του βρήκε δουλειά, αλλά του προσέφερε επαγγελματικό συμβόλαιο με απολαβές 21.000 φράγκα τον μήνα, χωρίς να υπολογίζονται τα μπόνους.
Η σεζόν 1949-50, η πρώτη δηλαδή του Κοπά στην Ανζέρ και τη δεύτερη κατηγορία, άρχισε με ήττα στο Μονακό, αλλά το πρώτο εντός ήταν άκρως επιτυχημένο με νίκη 4-0 επί της δεύτερης ομάδας της Μαρσέιγ και τον νεοφερμένο να σημειώνει δύο γκολ.
Μεταξύ άλλων, ο πολωνοθρεμμένος μεσοεπιθετικός σκόραρε το μοναδικό γκολ του ματς του β’ γύρου με τη Μονακό και ισοφάρισε 2-2 τη Νιμ, χαρίζοντας τον βαθμό στην ομάδα του.
Την επόμενη αγωνιστική περίοδο, η Ανζέρ κατέγραψε ακόμα μία μέτρια χρονιά, όμως ο Κοπά είχε πια κερδίσει για τα καλά τα βλέμματα των κορυφαίων συλλόγων της χώρας.
Στις 15 Απριλίου 1951, σε ένα φιλικό ματς με τη Ρεμς που έληξε 4-4, ο 20χρονος τότε άσος κατέγραψε σπουδαία εμφάνιση και, εκτός από τον αντίπαλο, τον γλυκοκοίταζαν πια η Μπορντό και η Λανς.
Η αποχώρηση από την Ανζέρ ήταν θέμα χρόνου…
Έκανε μεγάλη τη Ρεμς
Ο Ραϊμόν Κοπά δοκιμάστηκε από τη Ρεμς σε έναν φιλικό αγώνα με την εθνική Ισπανίας στο «Τσαμαρτίν», ικανοποίησε και λίγο αργότερα συμμετείχε σε τουρ στην Αλγερία.
Η μεταγραφή, πάντως, δεν έγινε άμεσα επειδή η Ανζέρ αξίωνε 1.800.000 φράγκα, ωστόσο ο πρόεδρος Ανρί Ζερμέν πείστηκε για την αξία του νεαρού και απάντησε «οui» για την ολοκλήρωση του deal.
Το νέο «αγκάθι» (ο Κοπά ζητούσε 500.000 και ο Ζερμέν ήταν διατεθειμένος να δώσει 300.000) ξεπεράστηκε χάρη στην παρέμβαση του προπονητή Αλμπέρ Μπατό, ο οποίος έπεισε τον πρόεδρο της Ρεμς.
O μετέπειτα «Μικρός Ναπολέων» αφίχθη την 1η Αυγούστου 1951 και αρχικά φιλοξενείτο από τον Μπατό, προτού βρει στέγη στον ξενώνα του ζευγαριού Αλεγκρετί (έμποροι ποδηλάτων) μαζί με τους αδικοχαμένους σε τροχαίο συμπαίκτες του Φρανσίς Μεανό και Αντόνιο Αμπενόσα.
Αναφορικά με το ξεκίνημά του στη Ρεμς, ο Κοπά έβαλε τα 9 από τα 32 γκολ της Ρεμς σε τέσσερα φιλικά προετοιμασίας, εκ των οποίων τα 2 στο ανεπίσημο ντεμπούτο του με την αδύναμη Σαρλβίλ Μοχόν.
Δεν αγωνίστηκε στο πρώτο ματς του πρωταθλήματος, αλλά στη συνέχεια καθιερώθηκε στο αρχικό σχήμα, διέπρεψε με χατ-τρικ στο 8-1 επί της Μαρσέιγ, έβαλε γκολάρα στο 5-2 επί της Ρασίνγκ και με 8 γκολ συνολικά, είχε συμβολή στην 4η θέση.
Οι άλλες δύο σεζόν ήταν ακόμη καλύτερες γιατί με την άφιξη του επίσης πολωνικής καταγωγής Λέον Γκλοβάτσκι (ενδεχομένως Λεόν Γκλοβατσκί για τους Γάλλους), ο Κοπά μετακινήθηκε σε ρόλο κεντρικού χαφ, πίσω από τους επιθετικούς Γκλοβάτσκι και Μπραμ Απέλ.
Το τέλος του 1953 βρήκε τη Ρεμς πρωταθλήτρια Γαλλίας και νικήτρια του Latin Cup χάρη στο 2-1 επί της Βαλένθια στο Οπόρτο και το 3-0 επί της Μίλαν στη Λισαβόνα.
Το νερό είχε μπει, πλέον, για τα καλά στο αυλάκι και σε αυτό το σημείο είναι καλό να τονιστεί ότι ο Κοπά ήταν ένας ποδοσφαιριστής εξαιρετικής τεχνικής στον χειρισμό της μπάλας, ιδιαίτερα ικανός στην οργάνωση και την κατεύθυνση των συμπαικτών του με πανέξυπνες πρωτοβουλίες, αλλά και με έφεση στο σκοράρισμα.
Τα στατιστικά του Ραϊμόν Κοπά από την «Εquipe»
(Championnat=Πρωτάθλημα, C.d’Europe=Kύπελλο Πρωταθλητριών, Selection=Εθνική Γαλλίας)
Η Ρεμς κατετάγη στη δεύτερη θέση πίσω από τη Λιλ τη σεζόν 1953-54, όμως το 1955 επανήλθε στον θρόνο και πήρε το εισιτήριο για το παρθενικό Κύπελλο Πρωταθλητριών της Ιστορίας.
H αγωνιστική περίοδος 1955-56 βρήκε την ομάδα του Κοπά στη 10η θέση, αλλά στην Ευρώπη ήταν ισχυρότατη, απέκλεισε κατά σειρά τις Άαρχους, ΜΤΚ, Χιμπέρνιαν και έφτασε στον τελικό του «Παρκ ντε Πρενς» κόντρα στη Ρεάλ Μαδρίτης.
Οι Γάλλοι άγγιξαν τη νίκη, αφού προηγήθηκαν 2-0 και 3-2, όμως τα γκολ των Μαρκίτος και Ριάλ έγραψαν το τελικό 4-3 και χάρισαν το τρόπαιο στους «μερένγκες».
Ήταν προφανές ότι ακόμα και η σπουδαία Ρεμς της εποχής δεν θα μπορούσε να τον κρατήσει για μεγάλο χρονικό διάστημα στις τάξεις της.
Κοπά… España
Η ηγετική παρουσία του Κοπά στο νεοσύστατο Κύπελλο Πρωταθλητριών δεν θα μπορούσε να περάσει απαρατήρητη από τους κορυφαίους συλλόγους της Ευρώπης, όπως η Μίλαν.
Ωστόσο, η Ρεάλ Μαδρίτης ήταν αυτή που θαμπώθηκε περισσότερο από τον βραχύσωμο Γάλλο, με συνέπεια να προσφέρει 520.000 φράγκα, ένα ποσό ιλιγγιώδες για την εποχή, προκειμένου να τον εντάξει στο δυναμικό της.
Το ύψος του ποσού γίνεται εύκολα αντιληπτό αν κρίνει κανείς από το γεγονός ότι με αυτό η Ρεμς απέκτησε τους Ροζέρ Πιαντονί, Ζαν Βενσάν και Ζιστ Φοντέν, οι οποίοι οδήγησαν την ομάδα τους σε έναν ακόμη τελικό Κυπέλλου Πρωταθλητριών, εκείνον του 1959 (ήττα 2-0 στη «ρεβάνς» με τους «μερένγκες» επί γερμανικού εδάφους).
Ο Κοπά, η σύζυγος και η κορούλα τους ταξίδεψαν στη Μαδρίτη τον Αύγουστο του 1956, λίγο πριν ο ίδιος πραγματοποιήσει το ανεπίσημο ντεμπούτο του (με τη δεύτερη ομάδα) σε ένα 14-1 επί της Σοσό.
Αρχικά, έπαιξε στο δεξί «φτερό», όμως ένα 0-4 από την Μπαρτσελόνα έφερε αλλαγές στην ενδεκάδα και τον ίδιο να παίρνει θέση «φουνταριστού», σημειώνοντας 2 γκολ στο 5-0 επί της Ατλέτικο Μαδρίτης και άλλα 2 στο 2-0 επί της Γρανάδα.
Εντούτοις, ο Xoσέ Βιγιαλόνγκα Γιορέντε τον επανέφερε στο δεξί άκρο, διότι προτιμούσε να τοποθετεί τον Αλφρέδο ντι Στέφανο στην κορυφή.
Το τέλος της σεζόν βρήκε τον Κοπά να κατακτά αυτό που δεν κατέκτησε την περασμένη χρονιά (2-0 τη Φιορεντίνα στον τελικό του «Σαντιάγκο Μπερναμπέου») και να γίνεται ο πρώτος Γάλλος που σηκώνει το Κύπελλο Πρωταθλητριών.
Η άφιξη του Φέρεντς Πούσκας, του μοναδικού παίκτη δηλαδή που είχε για ίνδαλμα ο Γάλλος, δυνάμωσε ακόμη περισσότερο τη Ρεάλ Μαδρίτης.
Στη μεταξύ τους μονομαχία για το «Χρυσό Παπούτσι» του 1958, ο Κοπά αναδείχθηκε νικητής χάρη στις εξαιρετικές εμφανίσεις του (και) στο Παγκόσμιο Κύπελλο της Σουηδίας.
Φυσικά, είχε προηγηθεί το τρίτο Κύπελλο Πρωταθλητριών των «μερένγκες» και δεύτερο του Γάλλου χάρη στο 3-2 επί της Μίλαν στην παράταση του τελικού του «Χέιζελ».
Ύστερα από το Παγκόσμιο Κύπελλο, ο «Κοπίτα» όπως τον αποκαλούσαν οι Ισπανοί φίλαθλοι, απόλαυσε μερικές ημέρες διακοπών σε Ανζέρ και Κορσική, προτού επεκτείνει κατά έναν χρόνο τη συνεργασία του με τη Ρεάλ Μαδρίτης.
Η κορυφαία ομάδα της Ευρώπης του προσέφερε πενταετές συμβόλαιο με απολαβές 200.000 φράγκα ετησίως, όμως εκείνος δεν ήθελε να παραμείνει για τόσο μεγάλο διάστημα σε μία ξένη χώρα.
Η μοίρα, πάντως, του έλαχε στο τελευταίο του ματς με τη Ρεάλ Μαδρίτης να τεθεί αντιμέτωπος με την πρώην αλλά και μέλλουσα ομάδα του στον τελικό του Κυπέλλου Πρωταθλητριών το 1959.
Σε εκείνο το ματς ο Κοπά δεν έκανε τη διαφορά, αφού δέχθηκε ένα χτύπημα στο γόνατο από τον Ζαν Βενσάν, όμως η Ρεάλ Μαδρίτης κατέκτησε το τέταρτο διαδοχικό τρόπαιο κι εκείνος το τρίτο.
Εκτός από το «Χρυσό Παπούτσι» του 1958, ο «Κοπίτα» αναδείχθηκε δεύτερος το 1959 και τρίτος το 1956 και το 1957, ενώ αξίζει να σημειωθεί πως πανηγύρισε περισσότερα Κύπελλα Πρωταθλητριών (3) από πρωταθλήματα (2).
Κατά την τριετή θητεία του στον πιο επιτυχημένο σύλλογο του πλανήτη, ο Κοπά έβαλε 48 γκολ σε 158 αναμετρήσεις και συνέβαλε στη γιγάντωσή του.
Επιστροφή στη Ρεμς
Ο τραυματισμός στο γόνατο στον τελικό του 1959 έθεσε νοκ-άουτ για μερικές εβδομάδες τον Κοπά, ο οποίος άρχισε τις προπονήσεις τον Αύγουστο και 8 ημέρες αργότερα ξαναφόρεσε τη φανέλα της Ρεμς σε ένα φιλικό ματς με την Τρουά.
Ύστερα από τα πρωταθλήματα του 1949, του 1953, του 1955 και του 1958 (τα δύο ενδιάμεσα υπό την παρουσία του «Μικρού Ναπολέοντα»), η κορυφαία γαλλική ομάδα της εποχής κατέκτησε κι εκείνα του 1960 και του 1962.
Η τιμητική δεύτερη θέση του 1963 ήταν η αρχή του τέλους τόσο για την καριέρα του Κοπά όσο και για την πορεία της Ρεμς, η οποία αποδυναμώθηκε με την αποχώρηση του προπονητή των επιτυχιών Αλμπέρ Μπατό.
Ο Γάλλος άσος δεν τα πήγε εξίσου καλά με τον νέο τεχνικό Ζορζ Βεριέστ και αποκορύφωμα ήταν η άρνησή του να ακολουθήσει μία εντολή σε αγώνα, γεγονός που είχε ως αποτέλεσμα την τιμωρία του για δυόμιση μήνες.
«Οι ποδοσφαιριστές είναι σκλάβοι», είχε πει τότε στον Τύπο, με συνέπεια να του επιβληθεί νέα, εξάμηνη αυτή τη φορά, «καμπάνα» και η Ρεμς να υποβιβαστεί στη δεύτερη κατηγορία το 1964.
Παρά το γεγονός ότι όδευε στα 34 του, ο Κοπά είχε προτάσεις από τη Ρασίνγκ και τη Σταντ Φρανσέ, χωρίς ωστόσο να απαρνηθεί την ομάδα που δοξάστηκε όσο κανείς άλλος.
Από τα μεγαλεία του Κυπέλλου Πρωταθλητριών κατέληξε στη Β’ Γαλλίας, θυμήθηκε τα… παλιά με την Ανζέρ και βοήθησε στην επάνοδο του 1966, προτού επέλθει ο δεύτερος υποβιβασμός το 1967.
Τότε, λίγο πριν από τα 36 του, ο «Μικρός Ναπολέων» πήρε την απόφαση να κρεμάσει τα ένδοξα ποδοσφαιρικά του παπούτσια.
Το τελευταίο επίσημο ματς του Κοπά
Η διεθνής καριέρα του Κοπά
Φυσικά, ξεχωριστό κεφάλαιο στην καριέρα του Κοπά αποτέλεσε η παρουσία του στην εθνική Γαλλίας, η οποία έπρεπε να περιμένει να συμπληρώσει το 21ο έτος της ζωής του για να φορέσει τη φανέλα της επειδή είχε πολωνική καταγωγή.
Πράγματι, επέλεξε τη γαλλική υπηκοότητα και στις 20 Απριλίου 1952 αγωνίστηκε σε ένα ματς της δεύτερης ομάδας με το Σαρ (σ.σ. τότε ήταν αυτόνομο κράτος ενώ από το 1959 αποτελεί τμήμα της Γερμανίας και είναι πιο γνωστό ως Ζάαρλαντ).
Κατόπιν, ακολούθησε το εκκωφαντικό 7-1 επί της Αγγλίας, με τον Κοπά να βάζει το πρώτο και το τελευταίο γκολ, προτού πραγματοποιήσει το ντεμπούτο του με την πρώτη ομάδα στις 5 Οκτωβρίου 1952 (3-1 τη Δυτική Γερμανία στο «Κολόμπ»).
Τα πρώτα γκολ του με την πρώτη ομάδα σημειώθηκαν στον τρίτο του αγώνα (11/11/1952) σε ένα εντός έδρας φιλικό ματς με τη Βόρεια Ιρλανδία (3-1 το σκορ, εκείνος βρήκε δίχτυα στο 36’ και το 89’).
Ο Κοπά και άλλοι πέντε παίκτες της Ρεμς επιλέχθηκαν για την τελική φάση του Παγκοσμίου Κυπέλλου της Ελβετίας το 1954, όμως η ομάδα δεν έδειξε καλό πρόσωπο.
Οι Γάλλοι διεθνείς προτίμησαν τη διασκέδαση από τη σκληρή προετοιμασία, με συνέπεια ο μασέρ της ομάδας να αποδεικνύεται πιο ταχύς από αρκετούς παίκτες στα σπριντ!
Η ήττα της 16ης Ιουνίου από τη Γιουγκοσλαβία με 1-0 αποδείχθηκε καθοριστική, ενώ ο Κοπά κατηγορήθηκε ότι τροφοδοτούσε μόνο τον φίλο του και συμπαίκτη Λέον Γκλοβάτσκι, ο οποίος έχασε πάρα πολλές ευκαιρίες.
Μάλιστα, ένας οργισμένος άνδρας περίμενε στα αποδυτήρια τους «τρικολόρ» για να τους τα ψάλλει, ενώ ο σταρ της Ρεμς είχε την… τιμητική του: «Κοπά, γύρνα στη χώρα σου. Εκεί είναι η αληθινή σου πατρίδα».
Για την ιστορία, η Γαλλία νίκησε δύσκολα το Μεξικό με 3-2, αλλά η ισοπαλία στο ματς Βραζιλία-Γιουγκοσλαβία την έθεσε νοκ-άουτ.
Πάντως, οι φιλικές νίκες σε Δυτική Γερμανία και Ισπανία, όπως κι εκείνη στο «Κολόμπ» επί της Αγγλίας (με πέναλτι του Κοπά) βοήθησαν τους φιλάθλους να ξεχάσουν το στραπάτσο της Ελβετίας.
Ύστερα από το ματς της Μαδρίτης με τη «φούρια ρόχα», μάλιστα, στις 17 Μαρτίου 1955, έλαβε το παρατσούκλι «Μικρός Ναπολέων» από τον Ντέσμοντ Χάκετ της «Daily Express», εξαιτίας του ύψους και, βέβαια, των στρατηγικών ικανοτήτων του.
Η έλευση του Αλμπέρ Μπατό βοήθησε την εθνική ομάδα να ανοίξει τα φτερά της, με συνέπεια η εικόνα της στην τελική φάση του Παγκοσμίου Κυπέλλου του 1958 να αποδειχθεί εκ διαμέτρου αντίθετη από εκείνη του 1954.
Ο Κοπά απουσίασε από τα ματς των προκριματικών, επειδή η ομοσπονδία δεν καλούσε παίκτες που αγωνίζονται στο εξωτερικό, όμως δεν θα μπορούσε να λείψει από τα γήπεδα της Σουηδίας.
Στις 8 Ιουνίου, ο άσος της Ρεάλ Μαδρίτης φόρεσε τη φανέλα με το εθνόσημο για πρώτη φορά μετά τις 15 Φεβρουαρίου 1956 και τον φιλικό αγώνα με την Ιταλία.
Η Γαλλία πέρασε ως πρώτη του 2ου ομίλου χάρη στο ασύλληπτο 7-3 επί της Παραγουάης και το 2-1 επί της Σκωτίας (έχασε 3-2 από τη Γιουγκοσλαβία), εν συνεχεία απέκλεισε με 4-0 τη Βόρεια Ιρλανδία, προτού αποκλειστεί από τη Βραζιλία του Πελέ με 5-2 στα ημιτελικά.
Παγκόσμιο Κύπελλο 1958: Nτιντί vs Κοπά
Παρηγοριά των «τρικολόρ» αποτέλεσε η τρίτη θέση με το εκκωφαντικό 6-3 επί της Δυτικής Γερμανίας, στο τελευταίο «μουντιαλικό» ματς του Κοπά.
Να σημειωθεί ότι ο πρώτος αγώνας των «τρικολόρ» μετά το Παγκόσμιο Κύπελλο ήταν το 7-1 επί της Ελλάδας την 1η Οκτωβρίου 1958 για την προκριματική φάση του νεοσύστατου Ευρωπαϊκού Πρωταθλήματος (ο Κοπά άνοιξε το σκορ στο 23ο λεπτό).
Το 18ο και τελευταίο διεθνές γκολ του σημειώθηκε με πέναλτι στις 27 Μαρτίου 1960, στην εκτός έδρας νίκη με 4-2 επί της Αυστρίας, ενώ στις 11 Νοεμβρίου 1962 κατέγραψε το 45ο και ύστατο ματς με αντίπαλο την Ουγγαρία σε φιλικό του «Κολόμπ».
Επηρεασμένος από την ασθένεια του γιου του, ο Κοπά δεν απέδωσε τα προσδοκώμενα στον αγώνα με τους «Μαγυάρους», με συνέπεια η ομάδα του να ηττηθεί 3-2.
Ο προπονητής Ζορζ Βεριέστ, αυτός δηλαδή που προαναφέρθηκε, άσκησε έντονη κριτική στους δημοσιογράφους κι εκείνος δεν κάθισε με σταυρωμένα τα χέρια.
«Ακόμα κι αν παίξω μόνο με το αριστερό πόδι, θα έχω θέση στο αρχικό σχήμα. Θα σας δείξω, όχι αργότερα από την Τετάρτη, στο ευρωπαϊκό ματς με την Αούστρια Βιέννης», είπε.
Πράγματι, ο Κοπά ήταν τρομερός κόντρα στον αυστριακό σύλλογο, έβαλε δύο γκολ, συνέβαλε τα μέγιστα για τη νίκη με 5-0 και η πρόκριση στην προημιτελική φάση επέτρεψε στη Ρεμς να συμμαζέψει τα οικονομικά της.
Υπό την πίεση των φιλάθλων και την ήττα με 1-0 από τη Βουλγαρία στο πρώτο ματς για την προκριματική φάση του Ευρωπαϊκού Πρωταθλήματος 1964, ο Βεριέστ υποχρεώθηκε να τον καλέσει στη ρεβάνς του Παρισιού
Προτού ενσωματωθεί στην αποστολή, ο Κοπά του ζήτησε να συνομιλήσουν, ενώ το «παρών» έδωσε και ο βοηθός Ανρί Γκουερέν.
Από αυτή τη συζήτηση η κατάσταση έγινε ακόμα χειρότερη, αφού ο Γκουερέν ανακοίνωσε στους δημοσιογράφους ότι ο Κοπά μίλησε υποτιμητικά για τους συμπαίκτες του και είναι υπεύθυνος για το «ναυάγιο» μεταξύ των δύο πλευρών.
Το «αστέρι» των «τρικολόρ» αντέδρασε, ωστόσο δεν κατάφερε να αποφύγει τον τρίμηνο αποκλεισμό από την εθνική ομάδα.
Όταν η χώρα απέκλεισε τελικά τη Βουλγαρία με 3-1 και προκρίθηκε στον επόμενο γύρο, οι εφημερίδες έγραψαν: «Η Γαλλία νίκησε, ο Κοπά έχασε».
H ζωή μετά το ποδόσφαιρο
Όχι και τόσο δικαιολογημένος ο μεσότιτλος αν κρίνει κανείς από το γεγονός ότι τη σεζόν 1970-71 δέχθηκε να θεωρηθεί ενεργός, καθώς η Ρεμς έπρεπε να δηλώσει τουλάχιστον 11 επαγγελματίες παίκτες.
Επίσης, λίγο πριν κλείσει τα 42 του, ο Ζιστ Φοντέν, παλιός συμπαίκτης του στη Ρεμς και τότε τεχνικός διευθυντής στη νεοσύστατη Παρί Σεν Ζερμέν, του ζήτησε να την ενισχύσει στη δεύτερη κατηγορία.
Ο Κοπά αρνήθηκε, αλλά δέχθηκε να συμμετάσχει σε ένα φιλικό προετοιμασίας με τη Σoμίρ στις 29 Αυγούστου 1973, σημειώνοντας μάλιστα 3 γκολ!
Πότε σταμάτησε το ποδόσφαιρο; Το 2001 σε ηλικία 70 ετών λόγω ενός προβλήματος στο δεξί γόνατο. Και στις 08:15 της Παρασκευής 3 Μαρτίου 2017 άρχισε το μεγάλο ταξίδι για να ξαναβρεί τον Φέρεντς Πούσκας, τον Αλφρέδο ντι Στέφανο και τους άλλους θρύλους της Ρεάλ Μαδρίτης, της Ρεμς και της εθνικής Γαλλίας…