Σαν σήμερα (18/10) πριν από 17 χρόνια ο Μάικ Μπατίστ, εμβληματικός σέντερ του Παναθηναϊκού, συμμετείχε για πρώτη φορά στη Euroleague. Ποιος να φανταζόταν τότε ότι ο Αμερικανός της Σαρλερουά θα έγραφε με χρυσά γράμματα το όνομα του στη διοργάνωση.
Κάθε χρόνο υπάρχουν εκατοντάδες Αμερικανοί που κάνουν το υπερατλαντικό ταξίδι με στόχο να παίξουν σε κάποια ομάδα της Ευρώπης.
Πίσω στο μακρινό 2000, ένας 23χρονος άσημος φόργουορντ, απόφοιτος του Arizona State, ήρθε στο Βέλγιο για να υπογράψει επαγγελματικό συμβόλαιο με τη Σαρλερουά.
Ο νεαρός τότε Μάικ Μπατίστ ταξίδευε γεμάτος όνειρα στη «γηραιά ήπειρο», όμως σε καμία περίπτωση δεν φανταζόταν αυτό που θα ακολουθούσε.
Το ημερολόγιο έδειχνε 18 Οκτωβρίου του 2000, όταν ο θρυλικός «μπουλντόζας» του Παναθηναϊκού άνοιγε το μεγαλύτερο κεφάλαιο της καριέρας του.
Στο παρκέ της «La Coupule» του Βελγίου, η Σαρλερουά υποδεχόταν την Αγία Πετρούπολη, με τον 23χρονο Αμερικανό να δηλώνεται στο φύλλο αγώνα και να γράφει τα πρώτα του χιλιόμετρα στην κορυφαία διοργάνωση της Ευρώπης. Κάπως έτσι άρχισαν όλα…
Από το 2014 μπορεί να έχει κρεμάσει τα μπασκετικά του παπούτσια, όμως κανείς δεν ξεχνά τον «μπουλντόζα», ο οποίος έγινε συνώνυμο της «πράσινης» αυτοκρατορίας, κατακτώντας 3 φορές το βαρύτιμο τρόπαιο της Euroleague.
Η πρώτη φορά, όμως, που ο… Mr Batiste συστήθηκε στο ευρωπαϊκό κοινό καταγράφηκε στις 18 Οκτωβρίου του 2000, όταν ως παίκτης της Σαρλερουά τη βοήθησε να επικρατήσει 80-68 της Αγίας Πετρούπολης.
Στο… παρθενικό του ματς ο 23χρονος, τότε, Αμερικανός αγωνίστηκε για 25 λεπτά, σημειώνοντας 16 πόντους με 2/3 βολές, 7/15 δίποντα και 0/1 τρίποντα, ενώ είχε συμπληρώσει τα στατιστικά του με 8 ριμπάουντ, 1 ασίστ και 1 κλέψιμο.
Για την ομάδα του Τζιοβάνι Μπότζι ο Μάικ ήταν ο δεύτερος σκόρερ πίσω από τον συμπατριώτη του Λένι Μπράουν, ο οποίος είχε σταματήσει στους 20.
Δεύτερος διαιτητής της αναμέτρησης ήταν ο Σωτήρης Λαϊνιώτης, ο οποίος μπορεί να υπερηφανεύεται ότι είναι ο πρώτος Έλληνας που είδε τον «μπουλντόζα» εν δράσει.
Οι πρωταθλητές Βελγίου εκείνη τη σεζόν δεν προχώρησαν περισσότερο από τη φάση των ομίλων, ωστόσο ο Μάικ Μπατίστ αγωνίστηκε σε όλα τα ματς (10) και πρόλαβε στην παρθενική του σεζόν στην κορυφαία διασυλλογική διοργάνωση να γράψει στο κοντέρ του 161 πόντους (16,1 μ.ο.), 92 ριμπάουντ (9,19 μ.ο.) και 9 κλεψίματα (0,9 μ.ο.).
Η Ευρώπη, πλέον, είχε αρχίσει να τον μαθαίνει και αυτή έμελλε να είναι μόλις η πρώτη σελίδα ενός πελώριου βιβλίου γεμάτου με τίτλους.
Έπειτα από ένα διάλειμμα με την ιταλική Μπιέλα και τους Μέμφις Γκρίζλις, ο Μπατίστ επέστρεψε στη Euroleague τη σεζόν 2003-04, όταν ο Ζέλικο Ομπράντοβιτς αποφάσισε να του εμπιστευτεί μία θέση στο ρόστερ του Παναθηναϊκού.
Αυτό ήταν, τα πράγματα είχαν πάρει πλέον το δρόμο τους. Οι Έλληνες φίλαθλοι δεν άργησαν να τον αγαπήσουν και ο “Μιχάλης” τους το ανταπέδωσε, σηκώνοντας 3 φορές τη Euroleague (2007, 2009, 2011), 9 το πρωτάθλημα Ελλάδας, 7 το Κύπελλο, ενώ 5 φορές έφτασε και μέχρι το Final 4.
Ο 40χρονος Αμερικανός, o οποίος πλέον βρίσκεται στο προπονητικό τιμ των Σαρλότ Χόρνετς, το 2011 συμπεριλήφθηκε στην κορυφαία πεντάδα της διοργάνωσης, ενώ έναν χρόνο μετά βρέθηκε στη δεύτερη καλύτερη πεντάδα της Euroleague.
Όταν αποφάσισε να ρίξει τους τίτλους τέλους, το κοντέρ του Μπατίστ έγραφε ότι αγωνίστηκε συνολικά σε 237 αγώνες Euroleague, όπου κατά μέσο όρο σημείωνε 10,5 πόντους στα 21 λεπτά που αγωνιζόταν.
Από εκεί και πέρα κατά μέσο όρο κατέβαζε 4,7 ριμπάουντ, ενώ είχε στο σύστημα αξιολόγησης 11,4 βαθμούς, με τη σεζόν 2009-10 να είναι η καλύτερη του καθώς μέτρησε 17,5 βαθμούς.
ΑΝΑΣΤΑΣΗΣ ΚΑΡΑΜΟΥΣΑΔΑΚΗΣ
Διαβάστε ακόμη:
Η αρχή της εποποιίας του Παναθηναϊκού
22 Φεβρουαρίου 1958: Το πρώτο ματς στην Ιστορία της Euroleague