Μία μεγάλη και αθόρυβη καριέρα που τον κατέταξε ανάμεσα στους μεγαλύτερους παίκτες που φόρεσαν τη φανέλα της Ρόμα, όπως είπαν εξάλλου ανάμεσα σε άλλους, ο Νιλς Λίντχολμ και ο Φάμπιο Καπέλο.
Ο Αλνταΐρ ή «Πλούτο» (σ.σ. έτσι τον αποκαλούσαν συμπαίκτες και φίλαθλοι, αφού λάτρευε τον συγκεκριμένο ήρωα της Disney), έγραψε τη δική του ιστορία στα ευρωπαϊκά γήπεδα, αλλά και με τη φανέλα της εθνικής Βραζιλίας.
Στις 30 Νοεμβρίου ο βετεράνος κεντρικός αμυντικός έχει γενέθλια και το Sport-Retro.gr θυμάται κάποιες από τις σημαντικότερες ποδοσφαιρικές στιγμές του.
Διαβάστε τα αφιερώματα του Sport-Retro.gr στην Ιταλία
Το ξεκίνημα
O Αλνταΐρ Νασιμέντο ντος Σάντος, όπως είναι το πλήρες όνομά του, γεννήθηκε στη γειτονιά Μπάνκο ντε Βιτόρια της Ιλέους στις 30 Νοεμβρίου 1965.
Καταγόταν από φτωχή οικογένεια και πουλούσε καρύδες μαζί με τον πατέρα του, καθώς κάπως έπρεπε να ζήσουν μαζί με αυτόν και τα 15 αδέρφια του.
Μοναδική του διέξοδος ήταν το ποδόσφαιρο και όνειρό του να αγωνιστεί στη Βάσκο ντα Γκάμα, σύλλογο που υποστήριζε από παιδί, αφού εκεί αγωνιζόταν και το ίνδαλμά του, ο Ρομπέρτο Ντιναμίτε.
Το νεαρό φτωχόπαιδο από την Μπάνκο ντε Βιτόρια ήθελε να γίνει επιθετικός, αλλά τα δοκιμαστικά του στην ομάδα της καρδιάς του δεν πήγαν καλά και απορρίφθηκε.
Τότε εμφανίστηκε η Φλαμένγκο, η οποία τον προσέγγισε και του έδωσε την ευκαιρία να λάμψει σε έναν διαφορετικό ρόλο: αυτόν του αμυντικού.
Άρχισε την καριέρα του και κατέκτησε το πρωτάθλημα Βραζιλίας το 1986, μόλις στην πρώτη σεζόν του με την ομάδα του Ρίο ντε Ζανέιρο.
Πριν από το ντεμπούτο του, ο θρυλικός αρχηγός Μενγκάο του είχε πει: «Να είσαι ο εαυτός σου και να μην πηγαίνεις κόντρα στη φύση σου, μόνο έτσι θα φτάσεις όσο πιο ψηλά μπορείς».
Πράγματι, ο νεαρός που ονειρευόταν να γίνει γκολτζής μετατράπηκε τελικά σε έναν σιωπηλό αμυντικό ογκόλιθο, ο οποίος φαινόταν στα παιχνίδια κυρίως όταν δεν ήταν εκεί, όπως είπε πολύ αργότερα ο Φάμπιο Καπέλο.
Ένας Βραζιλιάνος από την… Ευρώπη
Η τακτική προσήλωσή του στα μετόπισθεν, γεγονός σπάνιο για Βραζιλιάνο αμυντικό, τουλάχιστον εκείνα τα χρόνια, η άνεση να παίζει τόσο ως λίμπερο όσο και ως στόπερ, η έφεσή του στο ψηλό παιχνίδι που μεταφραζόταν συχνά σε γκολ και φυσικά η καλή του τεχνική κατάρτιση τράβηξαν το ενδιαφέρον αρκετών ευρωπαϊκών συλλόγων.
Η Μπενφίκα ήταν αυτή που κέρδισε την υπογραφή του το 1989 και τον έκανε δικό της για μία μόλις σεζόν, καθώς μετά ήρθε η Ρόμα η οποία «έδεσε» τον Αλνταΐρ με την ιστορία της.
Σε κάθε περίπτωση στη μοναδική του σεζόν με τους «αετούς» της Λισαβόνας, ο Βραζιλιάνος έφτασε μέχρι τον τελικό του Κυπέλλου Πρωταθλητριών, όπου όμως η ομάδα υπέκυψε στην ανωτερότητα της Μίλαν.
Το καλοκαίρι πριν από τη μεταγραφή του, βέβαια, είχε έρθει η καταξίωση με την εθνική Βραζιλίας.
Έγινε η αμυντική… κολώνα το 1989, όταν η «σελεσάο» κατέκτησε το πρώτο της Copa América μετά από 40 χρόνια ανομβρίας.
Με την εθνική Βραζιλίας ο Αλνταΐρ κατέγραψε 81 συμμετοχές από το 1989 έως το 2000, ενώ σημείωσε και τρία γκολ.
Κορυφαία του στιγμή ήταν η κατάκτηση του Παγκοσμίου Κυπέλλου το 1994 στις ΗΠΑ, όπου ο ίδιος υπήρξε βασικό στέλεχος, ενώ το 1997 κατέκτησε άλλο ένα Copa América, καθώς και το Κύπελλο Συνομοσπονδιών.
Ανάμεσα σε αυτά υπάρχει και το χάλκινο μετάλλιο του 1996 στους Ολυμπιακούς Αγώνες της Ατλάντα.
Πίσω στη συλλογική καριέρα του σπουδαίου Βραζιλιάνου αμυντικού, όμως, είχε έρθει η πρόταση της Ρόμα το 1990, όταν εκείνος όδευε προς τα 25 του.
Ο Σβεν Γκόραν Έρικσον, προπονητής της Μπενφίκα εκείνη την εποχή, είπε χαρακτηριστικά στον πρόεδρο της ιταλικής ομάδας Ντίνο Βιόλα πως αν δεν έπαιρνε τον Αλνταΐρ θα διέπραττε τεράστιο λάθος.
Η Βραζιλία που εξαφάνισε το jogo bonito και κατέκτησε Copa América και μετά Παγκόσμιο Κύπελλο
Συνεπώς, ο Βραζιλιάνος κατέληξε στο κλαμπ που επρόκειτο να γίνει θρύλος, να μπει στο Hall of Fame από το 2012 και να εξελιχθεί στον πρώτο ξένο σε επίσημες συμμετοχές με 434.
Κατά ειρωνικό τρόπο, μάλιστα, το πρώτο του ευρωπαϊκό ματς με τους «τζιαλορόσι» ήταν κόντρα στην πρώην ομάδα του, την Μπενφίκα, σε μία σεζόν όπου η Ρόμα έφτασε μέχρι τον τελικό του Κυπέλλου UEFA (σ.σ. ήττα από την Ίντερ) και κατέκτησε το Coppa Italia.
Η Ρόμα έσπασε κατάρα 22 ετών και στέρησε βέβαιο σκουντέτο από τη Λάτσιο
O Αλνταΐρ ήταν ένας παίκτης που αναλογικά με την αξία του δεν κατέκτησε όσα δικαιούτο, αν και το 2001 κατέκτησε το ιταλικό πρωτάθλημα με τη φανέλα της Ρόμα.
Το 2003 αποχώρησε από την ομάδα μετά από 13 χρόνια, καθώς το ταλαιπωρημένο γόνατό του και η προχωρημένη ποδοσφαιρικά ηλικία του δεν του επέτρεπαν να παραμείνει σε υψηλό επίπεδο.
Η συνέχεια τον βρήκε επί μία σεζόν στην Τζένοα και για λίγους μήνες στην ομάδα της γενέτειράς του στο Ρίο Μπράνκο.
Το 2007 κατέληξε στην άσημη Μουράτα από το Σαν Μαρίνο, έπειτα από προτροπή του παλιού του φίλου Μάσιμο Αγκοστίνι, ο οποίος αγωνιζόταν για χρόνια στην Ιταλία ως επιθετικός.
Ο Αγκοστίνι πρότεινε στη διοίκηση της ομάδας να αποκτήσει τον 32χρονο Αλνταΐρ εν όψει των υποχρεώσεών της στα προκριματικά του Champions League τη σεζόν 2007-08.
Λογικό αν σκεφτεί κανείς πως την προηγούμενη σεζόν για το Κύπελλο UEFA, η Μουράτα είχε δεχθεί 7 γκολ σε δύο ματς από τον ΑΠΟΕΛ και γνώρισε ντροπιαστικό αποκλεισμό.
Με αντίπαλο την Τάμπερε Γιουνάιτεντ από τη Φινλανδία, η ομάδα του Σαν Μαρίνο ήταν πιο ανταγωνιστική, αλλά τέθηκε νοκ-άουτ με δύο ήττες και συνολικό σκορ 4-1.
Στο δεύτερο ματς ο Αλνταΐρ έπεσε πολύ δυνατά και αργοπορημένα πάνω σε έναν αντίπαλο, με αποτέλεσμα να αποβληθεί με δεύτερη κίτρινη κάρτα.
«Δεν αισθανόμουν πια ποδοσφαιριστής. Ήταν λανθασμένη η απόφασή μου να συνεχίσω να αγωνίζομαι», δήλωσε χρόνια μετά.
Tο χρίσμα στον Τότι
Εντούτοις, το σιωπηλό και «γκρίζο» τέλος της καριέρας του Αλνταΐρ στο Σαν Μαρίνο δεν επισκιάζει επ’ ουδενί τη σπουδαιότατη καριέρα του.
Τουναντίον, η παραδοχή του ότι έκανε λάθος τον κάνει ακόμα μεγαλύτερο και έρχεται να προστεθεί ως άλλη μία απόδειξη πως ήξερε να αναγνωρίζει πότε είχε έρθει η ώρα να κάνει πίσω, αλλά και να γνωρίζει ποιο ήταν το σωστό για την ομάδα.
«Είσαι κομμάτι της ιστορίας της Ρόμα που δεν θα ξεχαστεί ποτέ. Τα αποδυτήρια θα είναι πολύ άδεια τώρα που φεύγεις. Δεν θέλω να ακουστώ πολύ μελοδραματικός, αλλά πέρασα 13 χρόνια μαζί σου και μοιραστήκαμε όλων των ειδών τα συναισθήματα.
Με είδες να μεγαλώνω και να ωριμάζω και θέλω να ξέρεις ότι υπήρξες πρότυπο για εμένα. Ελπίζω να είσαι περήφανος για το περιβραχιόνιο που μου έδωσες. Ευχαριστώ για όλα».
Το πρώτο τρόπαιο του Φραντσέσκο Τότι ήρθε το 1996 σε «μαγικό» Euro
Με αυτά τα λόγια επέλεξε να αποχαιρετίσει ο Φραντσέσκο Τότι τον Αλνταΐρ, όταν αποχωρούσε από τη Ρόμα για λογαριασμό της Τζένοα το 2003.
Ο Βραζιλιάνος, εξάλλου, ήταν που στις 31 Οκτωβρίου 1999 παρέδωσε από μόνος του το περιβραχιόνιο του αρχηγού (σ.σ. το φορούσε από το 1998 μετά την αποχώρηση του Αμπέλ Μπάλμπο) στον 23χρονο τότε Τότι.
«Σε βλέπω να μεγαλώνεις και να γίνεσαι κάθε μέρα καλύτερος, ενώ παραμένεις ταυτόχρονα ταπεινός. Μία μέρα θα γινόσουν αρχηγός έτσι κι αλλιώς, οπότε ξεκίνα από σήμερα.
Είσαι Ρωμαίος, αγαπάς τη Ρόμα και πιστεύω ότι είσαι ο καταλληλότερος», του είχε πει τότε ο Αλνταΐρ.
Παράλληλα, δήλωσε αστειευόμενος στον Τύπο: «Νιώθω καλύτερα. Εξάλλου προτιμώ να παίζω ποδόσφαιρο και να δίνω συμβουλές στους συμπαίκτες μου, παρά να διαφωνώ με τους διαιτητές».
Ο ίδιος πάλι το 2013 απέδειξε ότι εκτός από ποδοσφαιρικό μεγαλείο διέθετε περίσσια ταπεινότητα, καθώς μεσολάβησε για να επαναφερθεί η φανέλα με το Νο6 που είχε αποσυρθεί προς τιμήν του και να δοθεί στον νεοαποκτηθέντα Κέβιν Στρόoυτμαν, ο οποίος του τη ζήτησε προσωπικά.
«Είναι τιμή για εμένα να φοράω τη φανέλα ενός θρύλου με τη δική του συγκατάθεση», υπογράμμισε με χαρά ο νεαρός άσος, όταν πια συνειδητοποίησε το μέγεθος της κίνησης του Βραζιλιάνου.
Οι προσπάθειες του Στρόουτμαν, ο οποίος πλέον αγωνίζεται στη Μαρσέιγ, δεν καρποφόρησαν και η φανέλα με το Νο6 είναι ξανά «ορφανή».
Περιμένει αυτόν που θα καταφέρει να τη γεμίσει, όπως έκανε ο επί 13 χρόνια κάτοχός της και ίσως το «αναντικατάστατος» να είναι βαριά λέξη, αλλά Αλνταΐρ δύσκολα θα υπάρξει ξανά…