Η 16η Οκτωβρίου 1996 γράφτηκε με ολοκόκκινα γράμματα στην ιστορία της Γουατεμάλας. Κόκκινα από το αίμα που χύθηκε στην πρωτεύουσα της χώρας, στην Πόλη της Γουατεμάλας, από τον θάνατο 84 ανθρώπων που προσπάθησαν απλά να δουν την εθνική ομάδα της χώρας τους να παίζει ποδόσφαιρο.
Πρόκειται για μία από τις μεγαλύτερες τραγωδίες της χώρας, η οποία σημειώθηκε λίγα χρόνια μετά από το αντίστοιχο περιστατικό στο «Χίλσμπορο», το οποίο κέρδισε πολύ περισσότερα φώτα δημοσιότητας.
Το χρονικό μιας τραγωδίας
Ήταν βράδυ Τετάρτης όταν χιλιάδες άνθρωποι άρχισαν να συρρέουν στο «Ματέο Φλόρες», το εθνικό στάδιο της χώρας για τον προκριματικό του Παγκοσμίου Κυπέλλου 1998 με αντίπαλο την Κόστα Ρίκα.
Μπορεί η χωρητικότητά του πλέον, για λόγους ασφαλείας, να έχει μειωθεί σε 26.000 θεατές, ωστόσο εκείνη την εποχή ο επίσημος αριθμός φιλάθλων που μπορούσε να κάτσει στις τσιμεντένιες κερκίδες ήταν 37.500.
Καθίσματα υπήρχαν μόνο στα VIP, περίπου 5.000, ενώ με ένα μικρό αλλά συνηθισμένο στρίμωγμα, το γήπεδο μπορούσε να χωρέσει ακόμα και 47.500 θεατές. Για ένα τέτοιο παιχνίδι, το στρίμωγμα έμοιαζε αναπόφευκτο, με συνέπεια η ομοσπονδία να τυπώσει 45.796 εισιτήρια.
Ποδοπατήθηκαν και σκοτώθηκαν
Περίπου μία ώρα πριν από τη σέντρα της αναμέτρησης συνέβη το μοιραίο. Εκατοντάδες άνθρωποι άρχισαν να συνωστίζονται στην θύρα «General Sur», με αποτέλεσμα μία μάζα σωμάτων να σπρώχνει τους θεατές που είχαν μπει ήδη στο γήπεδο προς τα κιγκλιδώματα στο μπροστινό μέρος.
Δεκάδες άνθρωποι έχασαν τις αισθήσεις τους από την έλλειψη οξυγόνου. Άλλοι λιποθύμησαν από τους πόνους λόγω των σπασμένων οστών από τη σύνθλιψη. Οι άνθρωποι ασφαλείας του γηπέδου, αντικρίζοντας τον συνωστισμό, άνοιξαν τις πόρτες ασφαλείας στην κερκίδα που οδηγούν προς τον αγωνιστικό χώρο, όμως δεν κατάφεραν να προλάβουν το μοιραίο.
Ο απολογισμός ήταν τραγικός. Δεκάδες νεκροί και τραυματίες. Τα ΜΜΕ εκτιμούσαν ότι η λίστα μπορεί να φτάσει και σε τριψήφιο νούμερο, με τις αρχές να προσθέτουν διαρκώς ονόματα από την καταμέτρησή τους.
Ο πρόεδρος της Γουατεμάλας, Άλβαρο Αρσού, ο οποίος βρισκόταν στα επίσημα μαζί με τον ομόλογό του της Κόστα Ρίκα, έδωσε εντολή για αναβολή του αγώνα. «Πήρα την απόφαση να αναβάλω αυτόν τον αγώνα. Θα ήθελα να ζητήσω ενός λεπτού σιγή για όλα τα αθώα θύματα. Και εδώ, αυτήν τη στιγμή, κηρύσσω εθνικό πένθος για τις επόμενες τρεις μέρες», δήλωνε από μικροφώνου.
Οι σοροί σε τρεις σειρές
Οι εικόνες ήταν ανατριχιαστικές. Οι διασώστες έβγαζαν άψυχες σορούς από ένα στενό τούνελ μήκους 14 μέτρων και πλάτους μόλις τριών που οδηγούσε στην κερκίδα και τις εναπόθεταν σε τρεις σειρές στον αγωνιστικό χώρο. Σε αυτό το σημείο έπρεπε να κυλάει μία μπάλα, τώρα κυλούσε μόνο αίμα.
Μερικοί από τους νεκρούς είχαν σκισμένα ρούχα, με συνέπεια οι πυροσβέστες να τους σκεπάζουν με κουβέρτες ή με τα τζάκετ τους και στη συνέχεια να τους σταυρώνουν τα χέρια στο στήθος. Τα άκρα αρκετών νεκρών ήταν σπασμένα και γυρισμένα σε αφύσικη θέση, με συνέπεια οι διασώστες να τα ισιώνουν όσο ήταν δυνατό.
Ανάμεσα στα πτώματα που στοιβάχτηκαν στο γρασίδι και αρκετά μικρά παιδιά, που φορούσαν φανέλα της εθνικής ομάδας της χώρας τους, με βαμμένα μπλε και άσπρα πρόσωπα.
Συγγενείς που βρίσκονταν στις κερκίδες αναζητούσαν τους δικούς τους ανθρώπους που είχαν χάσει μέσα στον πανικό. Ρωτούσαν τους αστυνομικούς και τους πυροσβέστες, μήπως ήταν μεταξύ των νεκρών. Άλλοι φώναζαν απλά το όνομα των ανθρώπων τους, περιμένοντας μία απάντηση.
Όλα αυτά, μέσα σε μία σοκαριστική βουβαμάρα, όπου όλα τα βλέμματα των ανθρώπων στο γήπεδο ήταν στραμμένα στην επιχείρηση διάσωσης και που κανείς τους δεν ήθελε να ενοχλήσει στον παραμικρό βαθμό.
Οι συγγενείς έψαχναν τους ανθρώπους τους
Τα ασθενοφόρα πηγαινοέρχονταν συνεχώς. Οι σειρήνες ήταν ο μοναδικός ήχος που έσπαγε τη σιωπή. Προτεραιότητα στη διακομιδή δόθηκε στους τραυματίες, αφού οι νεκροί κείτονταν στον αγωνιστικό χώρο του γηπέδου. Πολλές φορές, τα οχήματα γέμισαν με πάνω από έναν τραυματία.
Τα νοσοκομεία της πρωτεύουσας κατακλύστηκαν από τους φιλάθλους που χρειάζονταν ιατρική βοήθεια, αντιμετωπίζοντας κυρίως προβλήματα ασφυξίας, αντιμετωπίζοντας σοκ και έχοντας σπασμένα μέλη.
Στο νοσοκομείο San Juan de Dios στο κέντρο της Πόλης της Γουατεμάλας συγκεντρώθηκαν εκατοντάδες συγγενείς, ζητώντας ενημέρωση για την κατάσταση των δικών τους ανθρώπων. Από τα μεγάφωνα στην είσοδο του νοσοκομείου ακούγονταν τα ονόματα των τραυματιών και όσων δεν τα κατάφεραν. Το νοσοκομείο δέχθηκε πάνω από 80 τραυματίες.
Οι μαρτυρίες που κόβουν την ανάσα
Ένας από αυτούς ήταν ο 46χρονος Αλμπέρτο Τσαμάλε, ένας εργάτης οικοδομής, ο οποίος κούτσαινε και ζαλιζόταν και ο οποίος έχασε τέσσερις αδερφούς και μία ανιψιά, που πέθαναν όλοι δίπλα του στη σύνθλιψη. «Η ομοσπονδία φταίει που άφησε τόσους ανθρώπους να μπουν στο γήπεδο», φώναζε, έχοντας ενημερωθεί από τους διασώστες για τον χαμό των συγγενών του.
«Ήμουν στις κερκίδες, όμως ήταν γεμάτες. Τότε, περισσότερος κόσμος έμπαινε μέσα. Έφυγα όταν άρχισαν να πέφτουν πάνω μας. Δεν ξέρω κάτι άλλο», πρόσθεσε ένας άλλος από τους τραυματίας, ο Κάρλος Γκαρσία.
«Ξαφνικά, αισθάνθηκα κόσμο να πέφτει πάνω μου και λιποθύμησα. Ξύπνησα εδώ, στο νοσοκομείο», ήταν η μαρτυρία της 24χρονης Γουέντι Πατρίσια Μπονίγια.
Ο ρεπόρτερ της «ECO Television» που κάλυπτε τον αγώνα, Έντγκαρ Βάγε, σημείωσε: «Άρχισαν να προσέρχονται πολλοί άνθρωποι και πολύ γρήγορα. Άφησαν πολλούς περισσότερους να μπουν στο γήπεδο από όσο χωρούσε στο σημείο αυτό και αυτό προκάλεσε συνωστισμό. Ο ένας πατούσε πάνω στον άλλον που καθόταν ήδη εκεί. Γι’ αυτό οι άνθρωποι ποδοπατήθηκαν μέχρι θανάτου».
«Είναι τρομερό, είναι τρομερό», φώναζε ο αμυντικός των γηπεδούχων, Μάρλον Ιβάν Λεόν, ενώ έκλαιγε μπροστά στη θέα των πτωμάτων. «Τι σημασία έχει το ποδόσφαιρο πλέον», υπερθεμάτιζε ο προπονητής του, Οράσιο Κορδέρο.
Τα αίτια της τραγωδίας
Η αναζήτηση των αιτιών της τραγωδίας οδηγεί σε τρεις δρόμους, που σε συνδυασμό με την υπέρμετρη προσέλευση κόσμου, οδήγησε στο μοιραίο.
Σύμφωνα με την έρευνα της FIFA, στην αγορά κυκλοφόρησαν πλαστά εισιτήρια για τον αγώνα, με συνέπεια στο γήπεδο να προσπαθήσουν να εισέλθουν περίπου 50.000 φίλαθλοι. Μάλιστα, αρκετοί εξ αυτών κάθονταν στις σκάλες, πάνω σε τοίχους ή κιγκλιδώματα, δίπλα στους προβολείς, ακόμα και στην οροφή των δημοσιογραφικών.
Όταν, δε, οι άνθρωποι του γηπέδου μπλόκαραν την είσοδο για να μην μπουν άλλοι θεατές, αφού οι εξέδρες είχαν γεμίσει, τότε ο κόσμος άρχισε να κλοτσάει και να γκρεμίζει τις θύρες της νότιας κερκίδας και κατόρθωσε να μπει στο γήπεδο, που για αρκετούς εξ αυτών μετατράπηκε στον τάφο τους.
Ο εκπρόσωπος της κυβέρνησης, Όσκαρ Μίας, έδωσε μία διαφορετική πτυχή στην υπόθεση, υποστηρίζοντας ότι ο πανικός προκλήθηκε όταν οι θεατές προσπάθησαν να απομακρυνθούν από έναν καυγά μεταξύ μεθυσμένων φιλάθλων στις κερκίδες.
«Σημειώθηκε συνωστισμός, επειδή ο κόσμος προσπάθησε να απομακρυνθεί από τον καυγά. Αρκετοί έχασαν την ισορροπία τους και έπεσαν πάνω σε άλλους», εξήγησε.
Καμία καταδίκη για την τραγωδία
Ο ανώτατος εισαγγελέας της χώρας, Βίκτορ Ούγκο Πέρες, ανακοίνωσε την ύπαρξη 84 νεκρών και 147 τραυματιών. Ως αιτία θανάτου των περισσοτέρων θυμάτων ορίστηκε η ασφυξία από το ποδοπάτημα που σημειώθηκε στις κερκίδες.
Συνολικά, 13 αξιωματούχοι κατηγορήθηκαν για τους θανάτους και τους τραυματισμούς, όμως όλοι κατάφεραν να απαλλαχθούν από τις κατηγορίες, με συνέπεια να μην υπάρξει καμία καταδίκη.
Η ποδοσφαιρική ομοσπονδία της χώρας δεν ανέλαβε την ευθύνη για την έλλειψη ασφαλείας στις εγκαταστάσεις του γηπέδου, υποστηρίζοντας ότι ήταν ευθύνη των διοργανωτών του τουρνουά.
Μετά από την τραγωδία, η FIFA προέβη σε ορισμένες συστάσεις σχετικά με την ασφάλεια του βασικού γηπέδου της χώρας, που οδήγησε στην τοποθέτηση καθισμάτων και στη μείωση της χωρητικότητας.
Ακόμα και σήμερα, όμως, υπάρχουν αρκετά προβλήματα ασφαλείας, έστω και μικρότερου βεληνεκούς σε σχέση με το 1996, που οδήγησε στον θάνατο 84 ανθρώπων. Ίσως γι’ αυτό το 2016, το Κογκρέσο της χώρας αποφάσισε τη μετονομασία του γηπέδου σε «Ντοροτέο Γκουαμούτς Φλόρες» (το κανονικό όνομα του Ματέο Φλόρες, του εμβληματικού δρομέα μεγάλων αποστάσεων της Γουατεμάλας), ώστε να αφήσει πίσω αυτήν τη «μαύρη σελίδα» στην ιστορία της χώρας.