Η Αθήνα τίμησε τον Στρατηγό της

Μίμης Δομάζος. Ο θρύλος του Παναθηναϊκού, ο θρύλος του ελληνικού ποδοσφαίρου. Ο Στρατηγός.

Πάντα δίπλα του, αχώριστος φίλος εκτός από συμπαίκτης, ο απαράμιλλος γκολτζής Αντώνης Αντωνιάδης. Ο Ψηλός.

Σε μία κυκλική αμφιθεατρική αίθουσα του Τεχνόπολις, ο Δήμος Αθηναίων τίμησε το δίδυμο που γιγάντωσε τον Παναθηναϊκό εκτός των συνόρων, ανήμερα της 46ης επετείου από τον τελικό του Κυπέλλου Πρωταθλητριών της σεζόν 1970-71 ή, αλλιώς, το Έπος του «Γουέμπλεϊ».

Το Sport-Retro.gr δεν θα μπορούσε να λείψει από αυτήν την εκδήλωση.

Λίγα μέτρα πιο πέρα, παλιές δόξες του «τριφυλλιού» όπως ο Αριστείδης Καμάρας, ο Τότης Φυλακούρης, ο Νίκος Τζουνάκος, ο “Λώρης” Θεοφάνης, ο Γιώργος Ροκίδης, ο Γιώργος Βλάχος (σ.σ. ταξίδεψε από την Κρήτη), ο Γιώργος Δεληγιάννης, ο Σπύρος Λιβαθηνός και ο Μιχάλης Γεροθόδωρος παρακολουθούσαν με νοσταλγία.


Η δημοσιογράφος Πόπη Δομάζου, κόρη του Μίμη, προλόγισε και «κατεύθυνε» με μαεστρία την εκδήλωση, ωστόσο ήταν όλα τόσο γνήσια, τόσο αυθόρμητα και καθόλου κλισεδιάρικα, που δεν χρειάστηκε ιδιαίτερη προσπάθεια.

Το πάνελ αποτελείτο από τα δύο τιμώμενα πρόσωπα, δηλαδή τον «Στρατηγό» και τον «Ψηλό», τον δήμαρχο Γιώργο Καμίνη και τους Γιώργο Λιάνη, Λιάνα Κανέλλη, Γιάννη Ζουγανέλη, Αλέξη Σπυρόπουλο.

Αφού βραβεύθηκαν μερικοί εκ των χορηγών της εκδήλωσης και προβλήθηκαν πλάνα από την καριέρα του Δομάζου και την πορεία μέχρι το «Γουέμπλεϊ», ο κ. Καμίνης πήρε πρώτος τον λόγο και αναφέρθηκε στα παιδικά του χρόνια.

«Αιγαίου 2 και Συγγρού. Απέναντι μετά ήταν τα γραφεία της ΕΠΟ. Εκεί έμενα. Στην Αιγαίου 1 ήταν αλάνα και παίζαμε μπάλα. Έφευγα από το σχολείο, πέταγα την τσάντα κι έτρεχα απέναντι όπου με περίμενε όλη η γειτονιά… Στην Αιγαίου 3 έμενε η Άλκηστις Πρωτοψάλτη. Και παίζαμε μαζί μπάλα.

Για πρώτη φορά πήγα στο γήπεδο στην κοντινή Νέα Σμύρνη. Κάθε αγώνας με τον Παναθηναϊκό ήταν γιορτή. Δυστυχώς, κατά κανόνα εξελισσόταν και σε θρήνο σε όλη την περιοχή γιατί ο Πανιώνιος έχανε από τον Παναθηναϊκό», θυμήθηκε ο δήμαρχος Αθηναίων, ο οποίος έκλεισε την ομιλία του με την υπόσχεση ότι θα τιμηθεί η ομάδα του «Γουέμπλεϊ».

Αναφορικά με το φλέγον ζήτημα του συλλόγου είπε: «Ο Παναθηναϊκός πρέπει να αποκτήσει γήπεδο και θα κάνουμε ο, τι είναι δυνατόν για να πραγματοποιηθεί. Αυτή την προσπάθεια που καταβάλλει ο σύλλογος εμείς θα την στηρίξουμε με όλες μας τις δυνάμεις.

Θα επιδιώξουμε να βρεθεί μια λύση που να είναι προς το συμφέρον όλων. Να αποκτήσει η ομάδα της πόλης ένα σύγχρονο γήπεδο αντάξιο της ιστορίας της, αλλά και των προσδοκιών των φιλάθλων της. Θα καθίσουμε κάτω, να βρούμε τη λύση που θα συμφέρει όλους. Το θέμα θα το λύσουμε και το γήπεδο θα το κάνουμε».

Κατόπιν, θέση μπροστά από το μικρόφωνο πήρε ο Άρης Ξηντάρας, εκδότης του βιβλίου του Μίμη Δομάζου, προκειμένου να αρχίσει η παράθεση των όμορφων ιστοριών του παρελθόντος.

«Στον τελικό με τον Άγιαξ είχαμε προσπαθήσει να πάρουμε μαζί μας το εικόνισμα της Παναγιάς της Τήνου, αλλά ευτυχώς οι ψυχραιμότεροι μας εμπόδισαν.

Τότε, διά στόματος Ασλανίδη, κατόπιν εντολής του Παπαδόπουλου, κάθε παίκτης του Παναθηναϊκού θα λάμβανε ως δώρο από ένα διαμέρισμα για την πορεία μέχρι τον τελικό. Ακόμα το περιμένουν…

Επίσης, είχε δημιουργηθεί σχετικό γραμματόσημο. Ο Παναθηναϊκός έχασε στον τελικό και τότε δόθηκε η εντολή να πεταχτούν τα γραμματόσημα. Θυμάμαι είχα βάλει 2-3 στην τσέπη. Μου έλεγε τότε ο συλλέκτης ο Οικονόμου: «Είναι το πιο σπάνιο γραμματόσημο. Για κάθε ένα που θα βρίσκεις, θα παίρνεις 50.000 δραχμές».

Ο Αντώνης Αντωνιάδης ήταν ο επόμενος «επισκέπτης» του βήματος: «Κατά τη γνώμη μας είναι ο πρώτος τη τάξει Έλλην ποδοσφαιριστής όλων των εποχών. Δεν το λέμε έτσι, το λένε οι αριθμοί. Έπαιξε 23 χρόνια ποδόσφαιρο και στα 22 ήταν ο καλύτερος.

Είναι ένας άνθρωπος παθιασμένος με την μπάλα, την αγαπά τόσο πολύ που στα 75 του ακόμη παίζει σε αγώνες των Παλαιμάχων ποδοσφαιριστών του Παναθηναϊκού για φιλανθρωπικούς σκοπούς.

Εδώ υπάρχουν αρκετοί συνάδελφοι που παίξαμε μαζί του άλλος λιγότερο και άλλος περισσότερο, όπως ο Αριστείδης Καμάρας, ο Θεοφάνης, ο Ροκίδης, ο Τζουνάκος, ο Βλάχος, ο Φυλακούρης, ο Δεληγιάννης… Πολλοί απ’ αυτούς μέλη της ομάδας του «Γουέμπλεϊ». Μετά ο Λιβαθηνός που ήταν άλλη γενιά και μάζευε την μπάλα πίσω από τα γκολπόστ όταν παίζαμε εμείς.


Ερχόταν πρώτος στην προπόνηση και έφευγε τελευταίος. Έδινε το παράδειγμα στους νέους ότι για να πετύχεις κάπου, πρέπει να προσπαθήσεις. Δεν είναι αυτό που είπε ο Φέρεντς Πούσκας ότι «μόνο ένας κοντός σαν τον Δομάζο μπορεί να παίξει ποδόσφαιρο». Το έχουν πάρα πολλοί συνάδελφοι από το εξωτερικό, μεγάλες και παγκόσμιες προσωπικότητες.

Με τα καλύτερα λόγια για τον Δομάζο έχουν εκφραστεί ο Πελέ, ο Μπεκενμπάουερ, ο Κρόιφ, ο Μπόμπι Τσάρλτον, ο Εουσέμπιο, ο Γιονκ, ο Τσάπκοβιτς… Είναι καταγεγραμμένες οι απόψεις τους για έναν κοντό, κατά το δέμας, άνθρωπο, αλλά πολύ μεγάλο σε δημιουργία, στρατηγική, αυτοπεποίθηση για το ποδόσφαιρο.

Ποτέ δεν ασχολήθηκε με κανέναν άλλο συνάδελφό του. Παίζει-δεν παίζει καλά ούτε μια κουβέντα. Κάποια στιγμή όλοι, κάτι έχουμε πει για κάποιον συνάδελφο.

Επειδή κάναμε κι ένα καλό δίδυμο επί περίπου 10 χρόνια, επί τη ευκαιρία να σας ενημερώσουμε ότι ενδεχομένως να φτιάξουμε κι ένα ωριαίο DVD «ο Κοντός κι ο Ψηλός». Θέλω να πω «ο Ψηλός κι ο Κοντός» αλλά δεν γίνεται.

Είναι ο άνθρωπος που αν δει παιδιά να παίζουν στον δρόμο μπορεί να γδυθεί και να παίξει μαζί τους. Αυτό είναι πρωτόγνωρο. Το πάθος που είχε την μπάλα. Δεν ήθελε να χάνει ούτε στην προπόνηση ούτε στους αγώνες που δίνουμε για φιλανθρωπικό σκοπό».

Ο Αντώνης Αντωνιάδης ολοκλήρωσε την ομιλία του με «πράσινη» απόχρωση: «Αφήνω τελευταίο τον δήμαρχο επειδή αποφάσισε το συμβούλιο να τιμήσει τον αρχηγό εκείνης της ομάδας και τον πρώτο σκόρερ που έτυχε να είμαι εγώ. Τον παρακαλέσαμε όταν τον επισκεφθήκαμε, ο Δήμος της Αθήνας να τιμήσει την ομάδα του «Γουέμπλεϊ». Σας ευχαριστούμε προκαταβολικά.

Είναι μεγάλη υπόθεση. Έχουμε ένα παράπονο από τους εκάστοτε δημάρχους. Δεν ξέρω γιατί. Δεν μας αβαντάρει, δεν είναι κοντά μας, ίσως επειδή δεν έγινε επί των ημερών τους. Αλλά ο Παναθηναϊκός είναι υπεράνω όλων. Δεν κοιτάζει ούτε ποιος είναι υπουργός ούτε ποιος είναι πρωθυπουργός. Εμείς όλοι ερχόμαστε και φεύγουμε, ο Παναθηναϊκός μένει.

Επίσης κ. δήμαρχε (σ.σ. το είπε απευθυνόμενος στον κ. Καμίνη), για το ζήτημα του γηπέδου που αναφέρθηκε και είναι μια πονεμένη ιστορία, καλέστε μας ένα βράδυ που θα έχετε χρόνο, να μιλήσουμε με άνεση και να πάρουμε μία απόφαση. Είναι κρίμα η πρώτη ομάδα της Ελλάδας να μην έχει δικό της ποδοσφαιρικό γήπεδο».

Απολαυστική, παραστατική και κατηγορηματική η Λιάνα Κανέλλη, η οποία χειροκροτήθηκε και προκάλεσε τον γέλωτα αρκετές φορές: «Μου έχει πει ο Γιάννης Διακογιάννης ότι θα μπορούσα ίσως να μεταδίδω ποδόσφαιρο. Συνάδελφοί μου άρρενες με είχαν τιμήσει λέγοντας «αυτή ίσως να είναι και η μόνη που ξέρει από μπάλα».

Αν περιμένετε σήμερα να σας μιλήσω για μπάλα είστε γελασμένοι. Δεν τολμάω μπροστά σε αυτά τα τέρατα πάσης φύσεως και μορφής με την μπάλα και, κυρίως, δεν έχω πάρει εντολή από τον «Στρατηγό». Με πήρε τηλέφωνο, μου λέει «θα ρθεις;». Λέω «βεβαίως» και ήρθα. Έχω να πω πράγματα, να μου δώσεις πάσες. Αποκρούω καλά.

Θα σας πω μια αλήθεια. Εγώ είμαι γεννημένη το 1954 και το 1971 πήγαινα Β’ Λυκείου, τότε Ε’ Γυμνασίου. Με ένα ραδιοφωνάκι τινάξαμε όλο το σχολείο στον αέρα. Και ήμασταν σχολείο θηλέων! Έχω δει φίλες μου στο σχολείο να πνίγονται με το κασκόλ του Παναθηναϊκού για να εκφράσουν τον ποδοσφαιρικό έρωτά τους.

Αυτό που έκανε ο Παναθηναϊκός και ο Δομάζος μαζί με τα άλλα παιδιά, φτάνοντας μέχρι τον κολοφώνα της δόξας που ήταν το «Γουέμπλεϊ», έμπασε το ποδόσφαιρο μέσα στα σπίτια. Εγώ μεγάλωσα στο Κουκάκι. Η γενιά μου σημαδεύτηκε από εκείνο το 1-1 του ’63 και την πορεία με το φέρετρο μέχρι κάτω. Ολυμπιακός-Παναθηναϊκός. Το θυμάμαι σαν τώρα δα, είναι η βραδιά που αποφάσισα να γίνω Παναθηναϊκός για πάντα. Κι όταν γίνεσαι σε μία τέτοια κηδεία, νομίζω ότι μετράει.

Ο Δομάζος, ο Αντωνιάδης και τα άλλα τα παιδιά του «Γουέμπλεϊ» έχουν ένα χαρακτηριστικό. Εγώ έζησα τον Παναθηναϊκό, δούλεψα στον Παναθηναϊκό, έχω 40 χρόνια στον Παναθηναϊκό με τον ένα ή με τον άλλο τρόπο. Έχουν κάτι που δεν το έχει καμία καινούργια γενιά των τελευταίων 10-15 ετών. Δεν έφτυσαν την ομάδα με την οποία αναδείχθηκαν, πόνεσαν, πάλεψαν και έκαναν καριέρα. Ούτε ένας τους δεν την έφτυσε. Είναι οι πιο… φτυμένοι. Κι από την ομάδα κι από το επαγγελματικό ποδόσφαιρο κι από τα μεγαλόσχημα κεφάλια κι από τον Δήμο της Αθήνας, όχι με τον παρόντα μόνο δήμαρχο απόλυτα.


Δεν ενσωματώσατε ποτέ τον Παναθηναϊκό στη ζωή της Αθήνας. Θα μπορούσαμε να έχουμε μουσεία, θα μπορούσαμε να έχουμε τρόπαια, θα μπορούσαμε να έχουμε καφενεία και να μην είναι μόνο στέκια παιδιών φτιαγμένα από το περίσσευμα της καρδιάς τους. Δεν μας χώρεσε η Αθήνα κι αυτός είναι τελικά ο Παναθηναϊκός. Έβγαλα τον καημό μου. Θέλω 500 χρόνια να σας το πω. Θα ήταν εφικτό να γίνουν πράγματα στη Λεωφόρο και άλλα σημεία της Αθήνας. Το τριφύλλι δεν φύτρωσε στην Αθήνα, όπως όφειλε να φυτρώσει. Και το λέω από τα βάθη της καρδιάς μου.

Και μην τολμήσετε να πάρετε τη Λεωφόρο από εκεί που είναι. Σας το λέω ξεκάθαρα. Θα την αναβαθμίσετε, θα φτιάξετε γέφυρες, θα την πάτε απέναντι, θα την κάνετε σαν το γήπεδο της Ρεάλ. Πάρτε και τα Προσφυγικά, πάρτε και τους ανθρώπους γύρω-γύρω και κρατήστε το γήπεδο. Να είναι μέσα στην καρδιά της Αθήνας και να αναπνέει.

Θα σας πω τώρα για τον Δομάζο. Ο Δομάζος είναι «Στρατηγός» ηθικά και σωματικά. Ένας από τους λόγους που δεν μπόρεσε να τιμηθεί το «Γουέμπλεϊ» όσο έπρεπε ήταν για μία πολύ μεγάλη συκοφαντία. Λοιπόν, οι παίκτες αυτοί θα παίζανε είτε υπήρχε Χούντα είτε όχι. Και να κοπεί αυτό το παραμύθι. Γιατί ήταν μια συκοφαντία. Κανένας τους δεν έπαιξε για να πάρει διαμέρισμα από τον Παπαδόπουλο. Είναι παίκτες που στα χρόνια τους παίζανε για μια πορτοκαλάδα, για ένα σουβλάκι, για ένα τίποτα.

Και στο κάτω-κάτω της γραφής είναι ένας Δομάζος που έδωσε 150.000 δραχμές για να πάρει ο Παναθηναϊκός τον Γραμμό. Για να λέμε και τα πράγματα με το όνομά τους.

Ο Δομάζος έχει κάτι που λείπει από το σημερινό ποδόσφαιρο. Ο κόσμος το αναγνωρίζει. Έχει πάθος. Για την μπάλα, για την ομάδα. Δεν τον έχετε δει από πίσω να μιλάει συνεχώς, δεν έχετε καθίσει στα επίσημα και να έχει υπογλώσσια ο Σούρπης μην τυχόν και «μείνει» κανένας από μας, να τον βλέπετε να σχολιάζει, να μιλάει και να παθιάζεται λες και ήταν το τριφύλλι μέσα στο κεφάλι του, η μπάλα μέσα στο κεφάλι του.

Ξέρετε πολλούς σε αυτόν τον τόπο που έδωσαν υπόσταση στο είδος με το οποίο ασχολήθηκαν. Ελάχιστους, κανα-δυο Νόμπελ, ε κι ένα Νόμπελ στην μπάλα. Δεν πειράζει να πούμε ότι ήταν του Μίμη του Δομάζου».

Ο Γιώργος Λιάνης παρομοίασε το κεφάλι του Δομάζου με… ποδοσφαιρική μπάλα: «Τον αγαπούσαν τον Δομάζο και τον τιμούσαν όλοι οι Έλληνες φίλαθλοι. Εγώ έπαιξα στον Ηρακλή εκείνη την εποχή. Φανταστείτε ο Αντωνιάδης ήταν πολύ μικρότερος και δεν τον πρόλαβα, αλλά τον κ. Λώρη, τον υπέροχο Θεοφάνη, τον πρόλαβα, με τον Αριστείδη Καμάρα έχω φάει κλωτσιές, με χτύπαγε πολύ και στο Πανεπιστήμιο. Τους τιμώ όλους αυτούς. Τον Βλάχο τον ξέρω, με τον Τζουνάκο έπαιξα, τον Τότη τον έχω καμάρι, τον Λιβαθηνό επίσης…

Ο Δομάζος, όμως, ήταν κάτι άλλο. Όταν μαζευόμασταν στα αποδυτήρια στο Καυτανζόγλειο, ο προπονητής μας έλεγε μόνο αυτή τη φράση «θα προσέξετε τον Δομάζο». Ήταν 1.65, πόσο είναι τέλος πάντων…».

Τότε, ο Αντωνιάδης πέταξε την ατάκα «πολύ λες» και η αίθουσα σείστηκε από τα γέλια.

Ο Λιάνης συνέχισε: «Αλλά δέος. Μπαίναμε στο γήπεδο και νιώθαμε δέος. Εγώ θυμάμαι ότι στον πρώτο αγώνα που έπαιξα πήραμε ισοπαλία. Και τότε ο Παναθηναϊκός είχε μόνο νίκες και δύο ισοπαλίες».

Ο άλλοτε υφυπουργός Αθλητισμού και βουλευτής δεν σηκώθηκε από τη θέση του λόγω μιας θλάσης που αποκόμισε σε τηλεοπτικό γύρισμα και συγκεκριμένα τη στιγμή που εκτελούσε πέναλτι στον Νίκο Σαργκάνη!

«Εγώ δεν μπορώ να σταθώ τα πόδια μου. Ο Δομάζος θα έπαιζε τρία ημίχρονα», είπε χαρακτηριστικά ο κ. Λιάνης, προτού παρομοιάσει το κεφάλι του «Στρατηγού» με ποδοσφαιρική μπάλα!

Εν συνεχεία, μεταξύ άλλων, ο εξαίρετος δημοσιογράφος Αλέξης Σπυρόπουλος αποκάλυψε μια ενδιαφέρουσα ιστορία: «Δεν πρόλαβα τον Πούσκας, αλλά από τις διηγήσεις του Διακογιάννη είναι σαν να τον ξέρω. Δεν πρόλαβα τον Νεστορίδη, αλλά ο επί σειρά ετών προϊστάμενός μου Νίκος Κατσαρός μου έλεγε ιστορίες, οπότε είναι σαν να τον έχω δει. Από μεγαλύτερους σε ηλικία πολίτες της Νέας Σμύρνης έμαθα για τον Θανάση Σαραβάκο και τον Πεντζαρόπουλο.

Ο Χάρης Παπαγεωργίου τοποθετούσε ιεραρχικά: κόρη, εγγονή, Ολυμπιακό. Δεν έχω γνωρίσει πιο βαμμένο Ολυμπιακό. Ένα βράδυ είχε έρθει στο σπίτι μου και κάποια στιγμή μου είπε: «Το 1969 οι δημοσιογράφοι είχαμε ψηφίσει τον Στάθη Χάιτα ως κορυφαίο παίκτη της σεζόν. Ξέρεις γιατί; Γιατί ήμασταν 200 Ολυμπιακοί. Δεν μας πήγαινε καρδιά να ψηφίσουμε τον Δομάζο, οπότε ψηφίσαμε κάποιον… ουδέτερο». Μου είχε πει να το αποκαλύψω όταν κρίνω ότι είναι η κατάλληλη στιγμή. Νομίζω ότι ήρθε η ώρα».

Έπειτα, ο Γιάννης Ζουγανέλης ερμήνευσε ένα τραγούδι για τον Μίμη Δομάζο, συνοδεία της κιθάρας του, ενώ δεν παρέλειψε κι εκείνος με τη σειρά του να αναφερθεί σε περιστατικά που αφορούσαν τον «Στρατηγό».

«Ο Μίμης Δομάζος υπήρξε και εργοδότης μου. Τότε που ήμουν μουσικός στον «Ζυγό» και έπαιζα με τη Βίκυ Μοσχολιού», ενημέρωσε ο διάσημος καλλιτέχνης.

«Μπαμπά, νομίζω ότι αυτή τη βραδιά θα τη θυμάσαι για πάντα», είπε συγκινημένη η Πόπη Δομάζου, προτού τον καλέσει στο βήμα.

Ο «Στρατηγός» σηκώθηκε και η αίθουσα σε στάση… προσοχής σίγησε για να τον ακούσει με προσήλωση, ενώ η όμορφη βραδιά έφτανε προς το τέλος της.


«Να το βγάλουμε και σε δίσκο», είπε χαριτολογώντας ο μεγάλος Μίμης στον Γιάννη Ζουγανέλη και στη συνέχεια άρχισε ένας απολαυστικός διάλογος με τον Αντωνιάδη.

Μίμης: «Έπαιξα ποδόσφαιρο για 22 χρόνια».

Αντώνης: «23».

Μίμης: «Μου δίνει πάσες. Αντώνη λέγε».

Αντώνης: «23 ήταν».

Μίμης: «Την πρώτη χρονιά φοβόμουν να του δίνω την μπάλα. Άρχιζε τα… ζεϊμπέκικα και του παίρνανε την μπάλα. Μετά έκανε μπαλέτο και έμαθε τα πάντα. Έβλεπε ένα μέτρο τα γκολπόστ, που εγώ τα έβλεπα… 40».

Έπειτα, ο «Στρατηγός» άφησε στην… ησυχία του τον Αντωνιάδη για να πιάσει την αείμνηστη Αλίκη Βουγιουκλάκη και ένα δίδυμο ληστών!

«Τότε, το περιοδικό «Φαντάζιο» είχε κάνει μία ψηφοφορία για τον πιο διάσημο Έλληνα. Είχαμε μείνει η Βουγιουκλάκη κι εγώ. Στο τέλος την πέρασα κι αυτή. Θυμάμαι είχε έρθει στον «Ζυγό» για να δει ποιος ήταν αυτός που την πέρασε.

Επίσης θέλω να πω ότι πριν από μερικά χρόνια υπήρχε ένας ψηλός κι ένας κοντός, δίδυμο ληστών που «χτύπαγε» τράπεζες. Μας έβλεπαν με τον Αντωνιάδη οι αστυνομικοί και μας κοίταζαν καλά-καλά. Πάλι καλά που τους πιάσανε και ησυχάσαμε».

Ο Μίμης Δομάζος θυμήθηκε για μερικά λεπτά τα πρώτα χρόνια της καριέρας του, την εποχή που το πρωί έπαιζε ποδόσφαιρο στο σχολείο και το απόγευμα στο πρωτάθλημα, τις μπάλες με το κορδόνι, τα γήπεδα με τις πέτρες…

Όλα αυτά και πολλά περισσότερα, εμπλουτισμένα με δεκάδες φωτογραφίες, υπάρχουν φυσικά και στο βιβλίο του «Στρατηγού», το οποίο δεν πρέπει να λείπει από κανένα σπίτι φιλάθλου του Παναθηναϊκού.

***

Η τελευταία λέξη του κειμένου έπρεπε φυσικά να είναι «του Παναθηναϊκού». Γιατί ακόμα και ο θρυλικός Μίμης Δομάζος αυτό ήταν (και είναι). Ένας στρατιώτης, έστω με βαθμό… Στρατηγού, του Παναθηναϊκού.

Διαβάστε ακόμα
Σχόλια
Loading...
error: Content is protected !!