Ο Τζον Στόκτον πήρε την… καλύτερη ασίστ από τον παππού του

Έλαβε το όνομά του, κληρονόμησε το αθλητικό «είναι» του και ακολούθησε τα χνάρια που άφησε στα γήπεδα. Όχι του μπάσκετ, αλλά του τότε φούτμπολ στην πρώιμη μορφή του (γκρίντιρον).

Οξυδερκής, ταχύς και άριστος χειριστής της μπάλας ο παππούς Τζον Στόκτον άφησε στον συνoνόματο εγγονό ό,τι είχε ανάγκη για να γίνει ο πόιντ γκαρντ με τις περισσότερες τελικές πάσες όλων των εποχών στο ΝΒΑ.

Το Sport-Retro.gr θυμάται έναν άνθρωπο που «έφυγε» από τη ζωή ένα μήνα αφότου ο επί 19 χρόνια κουμανταδόρος των Γιούτα Τζαζ έκλεισε τα 5 χρόνια του. Ο ίδιος είναι πλέον 57.

***

Υπάρχει κάτι που δεν ξέρεις για τον αθλητή Τζον Στόκτον; Αν ναι, ας πάμε μια γρήγορη επανάληψη του κορυφαίου πασέρ όλων των εποχών στο ΝΒΑ, ο οποίος συμπλήρωσε 57 χρόνια ζωής.

– Αποφοίτησε από το Γκονζάγκα και το καλοκαίρι του 1984 επελέγη στο Νο14 του ντραφτ από τους Γιούτα Τζαζ. Στη μόνη ομάδα που αγωνίστηκε στο ΝΒΑ, για 19 σεζόν (1984-2003).

– Για 9 διαδοχικές χρονιές, απ’ όταν το 1987 μονιμοποιήθηκε ως ο βασικός πόιντ γκαρντ της ομάδας του Σολτ Λέικ και ως το 1996, κατείχε την κορυφαία επίδοση σε ασίστ προσπερνώντας τον θρυλικό Μπομπ Κούζι των 8. Μάλιστα στις επτά εξ αυτών υπερέβη τον τετραψήφιο αριθμό, επίτευγμα που είχαν καταφέρει ως τότε μονάχα ο Κέβιν Πόρτερ και ο Αϊζάια Τόμας από μία φορά.

Τζον Στόκτον: Ο «βασιλιάς χωρίς στέμμα» του πικ-εν-ρολ

– Οι 1.164 τελικές πάσες που μοίρασε το 1990-91 αποτελούν ως και σήμερα ακατάρριπτη επίδοση. Όπως και ο 14.54 ανά αγώνα που μέτρησε το 1989-90. Μόνο ο Μαρκ Τζάκσον, ο Κρις Πολ και ο Τζέιμς Χάρντεν έχουν υπερβεί έκτοτε τις 900 στο σύνολο και μόνο ο Ρέιτζον Ρόντο έφτασε τις 11.7 κατά μέσο όρο.

– Δύο φορές πρώτευσε στη λίστα με τους καλύτερους «κλέφτες» του πρωταθλήματος.

–  Δεν έλειψε ποτέ από πλέι οφ και διεκδίκησε δύο φορές τον τίτλο του πρωταθλητή (1997, 1998), αλλά οι Τζαζ ηττήθηκαν αμφότερες από τους Σικάγο Μπουλς του Μάικλ Τζόρνταν με 4-2.

– Το 1992 στη Βαρκελώνη ήταν στέλεχος της Ντριμ Τιμ, της αυθεντικής, και κατέκτησε το χρυσό ολυμπιακό μετάλλιο. Αντίστοιχα συμμετείχε στην ομάδα των Ολυμπιακών Αγώνων του 1996 στην Ατλάντα. Θα είχε ένα τρίτο, του 1984, αν ο εκλέκτορας Μπομπ Νάιτ δεν τον έκρινε περιττό κόβοντάς τον από την τελική επιλογή της εθνικής ομάδας των ΗΠΑ (όπως επίσης τον Τσαρλς Μπάρκλεϊ). Είχε προτιμήσει τον Λίον Γουντ και τον Στιβ Άλφορντ για το κουμάντο.

– Το 2009 έγινε μέλος του Hall of Fame, ταυτόχρονα με τον Μάικλ Τζόρνταν και τον Ντέιβιντ Ρόμπινσον.

Από πάππου προς πάππον

Όλα αυτά και πολλά άλλα, ατομικά κατορθώματα, από έναν τύπο της… διπλανής πόρτας, ύψους 185 εκατοστών, χωρίς πλούσια σωματικά προσόντα ή γυμνασμένο και καλοχτισμένο κορμί. Έναν τύπο, βέβαια, που «ουδείς πίστευε ότι θα γίνει τόσο καλός, αλλά ουδείς εξ αυτών είχε μετρήσει την καρδιά του», όπως είχε αναφέρει ο Φρανκ Λέιντεν, ο πρώτος προπονητής του στους Τζαζ.

Εκτός από την καρδιά, βέβαια, δεν είχαν υπολογίσει στο -αθλητικό- DNA του. Ένα γονίδιο που κληρονόμησε όχι από τον πατέρα του, όπως πολλοί παλιότεροι ή σύγχρονοι αστέρες, αλλά από τον παππού του.

Ο Τζον Χιούστον (Χαστ για τους φίλους), Στόκτον υπήρξε στα νιάτα του ένας πολυσύνθετος αθλητής του αμερικάνικου φούτμπολ ή γκρίντιρον – όπως τουλάχιστον παιζόταν τότε.

Ένας παίκτης εξίσου καλός στο αμυντικό και στο επιθετικό κομμάτι. Ένας παίκτης που αγωνίστηκε για τέσσερα χρόνια σε επαγγελματικό επίπεδο, υπηρετώντας τρεις διαφορετικές ομάδες της λίγκας που διοργανώνει ακόμη το εγχώριο πρωτάθλημα.

Προτού γίνει παλαιστής επί πληρωμή, μετά από ειδική προετοιμασία δύο εβδομάδων, και συνεχίσει τη ζωή του δουλεύοντας σε εταιρία αυτοκινητοδρόμων.

Ο Στόκτον ο πρεσβύτερος γεννήθηκε 21 μήνες μετά την έλευση του 20ου αιώνα. 23 του Σεπτέμβρη ήταν το 1901 όταν ήρθε στη ζωή. Ένα χωριατόπαιδο του Αϊντάχο ήταν, από έφηβος πάντως έδειξε ότι ξεχώριζε σ’ ένα σπορ που είχε ήδη γίνει κτήμα των Αμερικανών πολιτών από τα τέλη του 1800.

Φοίτησε γι’ αρχή στο λύκειο Κολούμπια Πρεπ του Πόρτλαντ, στο οποίο άφησε εποχή με τα ρεκόρ του σε κερδισμένους πόντους ν’ αντέχουν μέχρι σήμερα, και κατόπιν εγγράφηκε στα μητρώα του Γκονζάγκα, του κολεγίου που έμελλε να παίξει ο εγγονός Στόκτον, για να συνδυάσει την αθλητική σταδιοδρομία του (κατά κύριο λόγο) με τον επαγγελματικό προσανατολισμό του (σε δεύτερη φάση).

NBA Legends: Τζόρνταν, Μπερντ, Ντομινίκ κ.τ.λ.

Ο Στόκτον είχε ύψος 1μ80 και βάρος 87.5 κιλά. Η θέση του ήταν halfback. Ήταν εκείνος που αναλάμβανε να τρέξει με την μπάλα και να καλύψει αρκετά μέτρα μ’ αυτήν με απώτερο στόχο το σκοράρισμα.

Κατά τους αναλυτές της εποχής, ήταν μια «τριπλή απειλή» για τις αντίπαλες ομάδες διότι ήταν ήταν ταχύς, εξαιρετικός πασέρ και καλός εκτελεστής με το πόδι. Δίχως, όμως, να υστερεί στην άμυνα όταν χρειαζόταν να εμποδίσει και να εξουδετερώσει τις αντίπαλες επιθέσεις.

Με τόσο πλούσια και δυσεύρετα, για την εποχή, προσόντα ο 23χρονος Στόκτον ήταν ένας από τους πιο δημοφιλείς παίκτες του κολεγιακού πρωταθλήματος. Ελκυστικό, αν μη τι άλλο, το πακέτο του.

Τον συνέκριναν μάλιστα τότε μ’ έναν μετέπειτα hall of famer του αμερικάνικου ποδοσφαίρου, τον Ρεντ Γκρέιντζ, με τον οποίο έπαιζαν στην ίδια θέση. Τον βοήθησε πολύ το γεγονός πως το Πανεπιστήμιο είχε επιλέξει έναν προπονητή της φήμης του Τσαρλς Ντοράις, ο οποίος τον δούλεψε και τον εξέλιξε.

Ίσως η σπουδαιότερη εμφάνισή του έλαβε χώρα στα εγκαίνεια του νέου γηπέδου του Γκονζάγκα, αξίας 100.000 δολαρίων, όταν ο «Στόκι» είχε 6 κερδισμένα touchdowns και συνολικά 46 πόντους στο 77-0 επί του Γουαϊόμινγκ.

Με τέτοια… προϋπηρεσία λογικό ήταν ο Στόκτον να έχει εξασφαλισμένη θέση σε ομάδες της επαγγελματικής λίγκας. Η πρώτη ομάδα του ήταν η Φράνκφορτ Γέλοου Τζάκετς, ομάδα από τη Φιλαντέλφια (έλαβε μέρος στο πρωτάθλημα από το 1924 ως το 1931).

Έπαιξε για τρία χρόνια και ακολούθως μεταπήδησε στους Μπόστον Μπούλντογκς και στους Πρίνσεστον Στιμ Ρόλερς (ομάδα από το 1925 ως το 1931 και πρωταθλήτρια του 1928). Συνολικά μέτρησε 54 συμμετοχές, στα 40 ως βασικός, σε πέντε διαφορετικές θέσεις και κέρδισε 42 πόντους από 7 touchdowns.

Παντρεύτηκε δύο φορές, τη Μέρι και την Έλεν, και απεβίωσε στις 27 Απριλίου του 1967, σε ηλικία 65 ετών. Εκείνη την ημέρα ο μικρός Τζον ήταν 5 ετών και 31 ημερών. Δεν πρόλαβε να «ζήσει» τον παππού του. Είχε προλάβει ωστόσο να του μοιάσει. Ο δικός τους ο δρόμος…

Διαβάστε ακόμα
Σχόλια
Loading...
error: Content is protected !!