Αρκετές χώρες του αποκαλούμενου Ανατολικού Μπλοκ, όπως η Σοβιετική Ένωση, η Ουγγαρία και η Πολωνία, παρέταξαν κατά διαστήματα σπουδαίες εθνικές ομάδες.
Στην προκειμένη, δεδομένου ότι σαν σήμερα (29 Ιουνίου) το 2015 πέθανε ο Γιόζεφ Μάσοπουστ, το Sport-Retro.gr θα βάλει στο μικροσκόπιο την Τσεχοσλοβακία της εποχής του.
Πελέ, Φέρεντς Πούσκας και, κυρίως, Εουσέμπιο έχουν υποκλιθεί στην αξία του κορυφαίου άσου που έχει βγάλει αυτή η παραδοσιακή δύναμη του παγκοσμίου ποδοσφαίρου.
Φιναλίστ του 1934
Μέχρι, όμως, να γίνει αναφορά στην Τσεχοσλοβακία του Γιόζεφ Μάσοπουστ, καλό θα είναι να σημειωθούν επιγραμματικά τα προπολεμικά της επιτεύγματα.
Η πρώτη ευκαιρία για διάκριση καταγράφηκε στις 2 Σεπτεμβρίου του 1920, όταν η εθνική ομάδα του νεοσύστατου κράτους αγωνίστηκε στον τελικό των Ολυμπιακών Αγώνων της Αμβέρσας.
Ο αγώνας, όμως, με το Βέλγιο δεν κύλησε όπως θα ήθελαν οι Τσεχοσλοβάκοι, αφού στο 40ό λεπτό κι ενώ το σκορ ήταν 0-2, αποφάσισαν να εγκαταλείψουν το γήπεδο επειδή είχαν φρικτά παράπονα από τον Άγγλο διαιτητή Τζον Λιούις.
Απόρροια της επαναστατικής αυτής πρωτοβουλίας τους ήταν να μην παραλάβουν μετάλλιο για τη συμμετοχή τους στους πρώτους Ολυμπιακούς Αγώνες μετά τον Α’ Παγκόσμιο Πόλεμο.
Η μεγαλύτερη επιτυχία συνέπεσε με την παρθενική συμμετοχή σε Παγκόσμιο Κύπελλο και συγκεκριμένα στο δεύτερο της Ιστορίας, που διεξήχθη το 1934 στα γήπεδα της Ιταλίας.
Η Τσεχοσλοβακία ξεπέρασε το εμπόδιο της γειτονικής Πολωνίας στην προκριματική φάση, εν συνεχεία έκαμψε την αντίσταση της Ρουμανίας, της Ελβετίας και της Γερμανίας, προτού λυγίσει στην παράταση του τελικού από τους οικοδεσπότες «ατζούρι» με 2-1.
Με πολλές ελπίδες για διάκριση ταξίδεψε στη Γαλλία για το Παγκόσμιο Κύπελλο του 1938, δεδομένου ότι σκόρπισε τη Βουλγαρία και την Ολλανδία, αλλά στον επαναληπτικό προημιτελικό κόντρα στη Βραζιλία, κι ενώ είχε προηγηθεί ο επεισοδιακός πρώτος αγώνας (σ.σ. έμεινε στην Ιστορία ως «η Μάχη του Μπορντό»), η ομάδα του Γιόζεφ Μάισνερ ηττήθηκε 2-1.
Τα πρώτα βήματα του Μάσοπουστ
Λίγα χρόνια πριν από το ξεπέταγμα της εθνικής Τσεχοσλοβακίας και συγκεκριμένα στις 9 Φεβρουαρίου 1931, ο Γιόζεφ Μάσοπουστ είδε το πρώτο φως της ζωής στο χωριό Στρίμιτσε της περιφέρειας Ούστι.
Ήταν ο μεγαλύτερος από έξι αδέρφια σε μία οικογένεια που επαγγελματικά δεν διέφερε από τις περισσότερες της περιοχής, καθώς απασχολείτο με την εξόρυξη άνθρακα.
Το Στρίμιτσε είχε τραβήξει τα βλέμματα των Γερμανών κατακτητών εξαιτίας της ύπαρξης του πολύτιμου αυτού χημικού στοιχείου.
Με την ολοκλήρωση του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου, σε ηλικία 14 ετών, ο έφηβος Γιόζεφ εντάχθηκε στις ακαδημίες της τοπικής ZSJ Ούλομοστ Μοστ, η οποία τώρα ονομάζεται Μπανίκ Μοστ.
Το χωριό Στρίμιτσε έπαψε να κατοικείται από τη δεκαετία του 1950 εξαιτίας της εξόρυξης άνθρακα, όμως ο πρωτότοκος γιος της οικογένειας Μάσοπουστ είχε ήδη ανοίξει τα φτερά του με τη μετακίνηση στη ZSJ Τεκνομάτ Τέπλιτσε (σ.σ. το 1951 μετονομάστηκε σε ZSJ Βοντοτέκνα Τέπλιτσε).
Αγωνιζόμενος ως αριστερός χαφ τη διετία 1950-1952, ο νεαρός Τσεχοσλοβάκος κέρδισε τα βλέμματα των ποδοσφαιρόφιλων και πολύ γρήγορα τον ενέταξε στο δυναμικό της η ομάδα του στρατού της χώρας, ονόματι ΑΤΚ Πράγας από το 1948 μέχρι το 1953.
Η εκτόξευση της Ντούκλα
Η UDA Πράγας της τριετίας 1953-1956 και η Ντούκλα Πράγας από τότε μέχρι σήμερα (σ.σ. βαφτίστηκε Ντούκλα στη μνήμη των πεσόντων της ομώνυμης μάχης του 1944 στα πολωνο-σλοβακικά σύνορα) αποτέλεσε τον κορυφαίο σύλλογο των δεκαετιών 1950-1960.
Εκείνο το διάστημα, η ομάδα με τις πολλές μετονομασίες κατέκτησε 8 πρωταθλήματα και 4 Κύπελλα Τσεχοσλοβακίας, ενώ το 1962 αποτέλεσε τον βασικό τροφοδότη της εθνικής (7 παίκτες) που έφτασε μέχρι τον τελικό του Παγκοσμίου Κυπέλλου της Χιλής.
Ένα από τα πιο πολύτιμα γρανάζια αυτής της σπουδαίας ποδοσφαιρικής μηχανής ήταν ο Γιόζεφ Μάσοπουστ, ο οποίος πανηγύρισε τους 11 από τους 12 προαναφερθέντες τίτλους, όντας μέλος της επί 16 συναπτά έτη (1952-1968).
Προς τη δύση της καριέρας του γεύθηκε και τη σημαντικότερη ευρωπαϊκή διάκριση της καριέρας του, με την πορεία της Ντούκλα μέχρι την ημιτελική φάση του Κυπέλλου Πρωταθλητριών της σεζόν 1966-67.
Η ομάδα του Μπόουμιλ Μούσιλ απέκλεισε αρχικά την Έσμπιεργκ με δύο νίκες (0-2, 4-0), εν συνεχεία την Άντερλεχτ επίσης με δύο νίκες (4-1 το πρώτο γκολ ο Μάσοπουστ, 1-2) και τέλος τον Άγιαξ με ισοπαλία 1-1 στο Άμστερνταμ και νίκη 2-1 στο «Γιούλισκα».
Δείτε στο παρακάτω video τα highlights των δύο αναμετρήσεων και στο φινάλε τους εκστασιασμένους φιλάθλους της Ντούκλα να σηκώνουν στους ώμους τους τον 36χρονο πια άσο.
Η μετέπειτα νικήτρια της διοργάνωσης Σέλτικ αποδείχθηκε αξεπέραστο εμπόδιο, δεδομένου ότι στο υπέρ της 3-1 στον πρώτο ημιτελικό της Γλασκόβης, το γκολ του Γουίλιαμ Γουάλας δεν έπρεπε να μετρήσει.
Το 0-0 του επαναληπτικού σήμανε το φινάλε της πιο επιτυχημένης ευρωπαϊκής πορείας της Ντούκλα, η οποία όμως είχε ήδη αρχίσει να γίνεται γνωστή στα πέρατα της γης.
Η τσεχοσλοβακική ομάδα έλαβε μέρος σε αρκετά American Challenge Cups και International Soccer Leagues κατά τη δεκαετία του 1960, καταγράφοντας 11 νίκες, 4 ισοπαλίες και μόλις 1 ήττα με συντελεστή γκολ 49-19.
Αξίζει να σημειωθεί ότι μερικά χρόνια αργότερα, ήτοι το 1986, το όνομα του συλλόγου έγινε αρκετά δημοφιλές στη Βρετανία, εξαιτίας του τραγουδιού «All I want for Christmas is a Dukla Prague away kit» των «Half Man Half Biscuit».
Έτσι έπαιζε ο Μάσοπουστ
Όπως αναφέρθηκε σε προηγούμενη παράγραφο, ο Γιόζεφ Μάσοπουστ άρχισε την καριέρα του ως αριστερός χαφ, αλλά αργότερα έπαιζε κυρίως στο κέντρο (σαν σημερινός box to box), ενώ μετά τα πρώτα -άντα οπισθοχώρησε στο κέντρο της άμυνας.
Με εξαιρετικό κοντρόλ, δυνατότητα ανάκτησης της κατοχής, σπουδαία ντρίμπλα και πάσα, ο Τσεχοσλοβάκος άσος εξελίχθηκε σε πολύτιμο στέλεχος τόσο της Ντούκλα όσο και της εθνικής.
Το κυριότερο προσόν του, όμως, ήταν το γεγονός ότι αποτέλεσε μία ηγετική φυσιογνωμία που μπορούσε να πάρει την ομάδα στις πλάτες του, όπως ο Γιόζεφ Μπόζικ της θρυλικής Ουγγαρίας.
Δεν φημιζόταν για την ικανότητά του στα τάκλιν, αλλά από τη στιγμή που «διάβαζε» καλά τις φάσεις κατάφερνε να παίρνει υψηλό βαθμό στις τοποθετήσεις και κατ’ επέκταση στις αναχαιτίσεις των αντιπάλων επιθετικών.
«Δεν τον ενδιέφερε ποιος ήταν ο αντίπαλος. Πάντα ξεχώριζε. Ποτέ δεν πετούσε μακριά την μπάλα. Έδινε κοντινές πάσες ή έπαιζε το ένα-δύο μέχρι να δημιουργηθεί κενό και μετά άρχιζε… Περνούσε έναν, δύο, τρεις αντιπάλους, με κάθε πιθανό τρόπο, σαν να ήταν σημαιάκια σε προπόνηση». Το έχει πει ο Σβάτοπλουκ Πλούσκαλ, συμπαίκτης του σε Ντούκλα και εθνική.
Ουσιαστικά, ήταν ένας πιστός θιασώτης της τσεχοσλοβακικής σχολής με το παιχνίδι χαμηλού ρίσκου και τις σίγουρες πάσες, ενώ σπανίως επισκεπτόταν την απέναντι περιοχή, δεδομένου ότι διέθετε κανονικό ανάστημα (έβλεπε τον κόσμο από τα 1.77μ.).
Βέβαια, από τη στιγμή που μέχρι τα 31 του αγωνιζόταν στη μεσαία γραμμή, ο Μάσοπουστ σημείωσε 79 γκολ σε 386 συμμετοχές με την Ντούκλα και άλλα 10 σε 63 ματς με την εθνική ομάδα της πατρίδας του.
Οι… τσεκουράτες δηλώσεις και το σλάλομ «Μασοπουστόφσκι»
Εκτός από την πορεία μέχρι τους «4» της σεζόν 1966-67, η Ντούκλα έφτασε αρκετές φορές ως την προημιτελική φάση ευρωπαϊκών διοργανώσεων, αλλά αποκλείστηκε από συλλόγους όπως η Τότεναμ, η Μπενφίκα και η Ντόρτμουντ.
Εντούτοις, ο Μάσοπουστ δεν ήταν ικανοποιημένος από την πολιτική της διοίκησης της ομάδας του, αν κρίνει κανείς από τις καταγγελίες του στο βιβλίο «Δέκα Χρυσές Μπάλες» που δημιούργησε ο εκδοτικός οίκος των στρατιωτικών δυνάμεων της χώρας το 1967.
Ο σπουδαίος διεθνής άσος είχε σταθεί στο γεγονός ότι τα υψηλόβαθμα στελέχη της Ντούκλα δεν είχαν φροντίσει να προβούν σε μεταγραφικές προσθήκες, προκειμένου να καλυφθεί το κενό τριών σπουδαίων επιθετικών που είχαν πέσει θύματα τραυματισμών.
Παράλληλα, ο Μάσοπουστ είχε εκφράσει τη δυσαρέσκειά του με την τακτική της διοίκησης να περιμένει πρώτα μερικούς ταλαντούχους άσους να εκπληρώσουν τις στρατιωτικές τους υποχρεώσεις και εν συνεχεία να τους εντάξει στο δυναμικό της ομάδας.
Χαρακτηριστικά σημείωνε ότι «η Ντούκλα είχε χάσει την ικανότητα να αποκτά την αφρόκρεμα των ποδοσφαιριστών της χώρας».
Φυσικά, ο 6ος σε συμμετοχές με την εθνική Τσεχοσλοβακίας (μαζί με τον τερματοφύλακα Ίβο Βίκτορ) προτιμούσε να μιλά περισσότερο στο γήπεδο, ενώ η ευχέρειά του να αποφεύγει τους αντιπάλους με ζιγκ-ζαγκ ονομάστηκε «Masopustovsky slalom».
Η θητεία στην εθνική ομάδα και η «Χρυσή Μπάλα»
Ο Γιόζεφ Μάσοπουστ πραγματοποίησε το διεθνές του ντεμπούτο στις 24 Οκτωβρίου 1954 σε μία φιλική αναμέτρηση με την Ουγγαρία, όπου η ομάδα του ηττήθηκε 4-1.
Συμπεριλήφθηκε στην αποστολή για το Παγκόσμιο Κύπελλο του 1958 στα γήπεδα της Σουηδίας, καθώς και σε εκείνη για το πρώτο Ευρωπαϊκό Πρωτάθλημα του 1960, όπου η Τσεχοσλοβακία ηττήθηκε 3-0 από τη Σοβιετική Ένωση στον ημιτελικό και κατέλαβε την 3η θέση μετά το 2-0 επί της οικοδέσποινας Γαλλίας στον μικρό τελικό
Το 1962 ήταν η χρονιά του. Bασικό γρανάζι της ομάδας που έφτασε μέχρι τη 2η θέση του Παγκοσμίου Κυπέλλου της Χιλής, άνοιξε το σκορ στον τελικό κόντρα στην αχτύπητη Βραζιλία (ήττα εν τέλει με 3-1) και λίγους μήνες αργότερα κατέκτησε τη «Χρυσή Μπάλα», αφήνοντας δεύτερο τον Εουσέμπιο.
Αλήθεια, πόσο εύκολο ήταν για έναν παίκτη που φορούσε τη φανέλα με το Νο6 να αναδειχθεί κορυφαίος Ευρωπαίος ποδοσφαιριστής;
Με την παγκόσμια πρωταθλήτρια Βραζιλία των Πελέ-Γκαρίντσα, την Ισπανία των Φέρεντς Πούσκας, Φρανθίσκο Χέντο, Χοσέ Σανταμαρία, Λουίς Σουάρεθ και το σκληροτράχηλο Μεξικό στον 3ο όμιλο, η Τσεχοσλοβακία δεν φάνταζε φαβορί για την κατάληψη μιας εκ των δύο πρώτων θέσεων.
«Μας είπαν να μην αδειάσουμε τις αποσκευές μας, επειδή υποτίθεται ότι θα γυρίζαμε στα σπίτια μας μετά τον πρώτο γύρο», είχε δηλώσει πολλά χρόνια αργότερα ο Μάσοπουστ.
Τελικά, η επιστροφή στα πάτρια εδάφη θα καθυστερούσε κατά 10 ημέρες, όσες δηλαδή μεσολάβησαν από το ματς κόντρα στο Μεξικό μέχρι τον τελικό στο «Νασιονάλ» του Σαντιάγκο.
Μία από τις έξυπνες μπαλιές του Μάσοπουστ στο 80ό λεπτό έδωσε την ευκαιρία στον Γιόζεφ Στίμπρανι να σημειώσει το μοναδικό γκολ του πρώτου αγώνα του ομίλου με θύμα την Ισπανία.
Ο Πούσκας και ο Πελέ για τον «Ιππότη»
«Είχα μείνει έκπληκτος με το πόσο ολοκληρωμένος ήταν. O Λούις ντελ Σολ υπήρξε ένας από τους καλύτερους μέσους στις αντεπιθέσεις, ο Σουάρεθ ήταν ιδιοφυΐα με τις κάθετες μπαλιές του και ο Πάκο Χέντο ήταν φανταστικός όταν έτρεχε στις πτέρυγες.
Ο Μάσοπουστ, όμως, μπορούσε να τα κάνει όλα: να κερδίσει την κατοχή, να πασάρει, να ντριμπλάρει και να ορμήσει στην περιοχή. Ήταν ένας εξαιρετικός παίκτης». Αυτό το είπε ο Φέρεντς Πούσκας, που το 1962 αγωνίστηκε με τα χρώματα της εθνικής Ισπανίας στα γήπεδα της Χιλής.
Η επόμενη πρόκληση (και τι πρόκληση…) για την Τσεχοσλοβακία άκουγε στο όνομα Βραζιλία, η οποία είχε ήδη κατακτήσει το πρώτο της Παγκόσμιο Κύπελλο και βρισκόταν στα… ντουζένια της.
Το Νο6 της ομάδας του Ρούντολφ Βίτλατσιλ «έσβησε» τον Ντιντί και συνέβαλε τα μέγιστα για να κρατηθεί στο «μηδέν» η μηχανή παραγωγής γκολ της «σελεσάο».
Εκτός, όμως, από την αγωνιστική του αξία, ο Μάσοπουστ απέδειξε στο «Σαουσαλίτο» της Βίνια ντελ Μαρ ότι αποτελεί και έναν τζέντλεμαν του παγκοσμίου ποδοσφαίρου.
«Ήταν μία χειρονομία που δεν θα ξεχάσω ποτέ», είπε ο Πελέ και ο Τζάλμα Σάντος προσέθεσε: «Δεν σεβάστηκε μόνο τον Πελέ, αλλά και ολόκληρη τη «σελεσάο». Ήταν σπουδαίος παίκτης και, κυρίως, ένας κύριος».
Τι είχε κάνει ο Μάσοπουστ; Καταρχάς, ο Πελέ είχε υποστεί έναν τράβηγμα στον μηρό, αλλά επειδή τότε δεν υπήρχαν αλλαγές στο ποδόσφαιρο, ήταν υποχρεωμένος απλά να περπατά στον αγωνιστικό χώρο.
Όταν η μπάλα κατευθυνόταν προς το μέρος του και το πρόβλημά του δεν του επέτρεπε να τη διεκδικήσει, ο Τσεχοσλοβάκος δεν έκανε καμία ενέργεια που θα μπορούσε να προσβάλει τον διάσημο αντίπαλό του παρά το γεγονός ότι είχε την ευκαιρία να κυριαρχήσει στις προσωπικές τους μονομαχίες.
Αυτή η πράξη δεν πέρασε απαρατήρητη από κανέναν και, μάλιστα, μία εφημερίδα τον αποκάλεσε «Ιππότη», ένας χαρακτηρισμός που τον συντρόφευε μέχρι το τέλος της ζωής του.
Η ήττα από το Μεξικό με 3-1 δεν στέρησε από την ομάδα του Βίτλατσιλ την πρόκριση στα νοκ-άουτ της διοργάνωσης, ενώ από τη στιγμή που η Γιουγκοσλαβία και η Ουγγαρία δεν κατάφεραν να την αποκλείσουν σε προημιτελικά και ημιτελικά αντίστοιχα, κλήθηκε να αντιμετωπίσει εκ νέου τη Βραζιλία, αυτή τη φορά στον τελικό.
Στο γκολ του Μάσοπουστ στο 15ο λεπτό απάντησαν οι Αμαρίλντο (17’), Ζίτο (69’) και Βαβά (78’), με συνέπεια η «σελεσάο» να κατακτήσει το 2ο Παγκόσμιο Κύπελλο και η Τσεχοσλοβακία να αρκεστεί στην άκρως τιμητική 2η θέση που είχε καταλάβει και το 1934.
Ο άσος της Ντούκλα Πράγας, πάντως, έλαβε ένα ακόμη… παράσημο: την παρακάτω δήλωση του Πελέ που έγινε μερικά χρόνια αργότερα.
«Ο Μάσοπουστ ήταν ένας από τους πιο σπουδαίους παίκτες που έχω δει. Δεν πιστεύω ότι έχει γεννηθεί στην Ευρώπη. Με αυτές τις τρομερές ντρίμπλες, θα έπρεπε κανονικά να είναι Βραζιλιάνος! Η Βραζιλία ήταν καλύτερη εκείνη τη μέρα, αλλά εκείνος δεν άξιζε να βρίσκεται στην πλευρά των ηττημένων».
Τα χρόνια στους πάγκους
Ο Γιόζεφ Μάσοπουστ είχε τη μοίρα πολλών σπουδαίων ποδοσφαιριστών των χωρών του λεγόμενου Ανατολικού Μπλοκ, όπως συνέβη μερικά χρόνια αργότερα και με τον Γκζέγκος Λάτο.
Η τσεχοσλοβακική κυβέρνηση δεν του επέτρεπε να αγωνιστεί σε ομάδα του εξωτερικού, αλλά όταν πια είχε αναρριχηθεί ιεραρχικά στον Στρατό και από τη στιγμή που είχε πατήσει τα 37 πήρε την άδεια να βγάλει μερικά χρήματα στο Βέλγιο.
Εξάλλου, τη διετία 1965-1966 ο Μάσοπουστ είχε καταγράψει μόλις 2 διεθνείς συμμετοχές, ένα γεγονός που ενδεχομένως να στοίχισε στο αντιπροσωπευτικό συγκρότημα την πρόκριση στην τελική φάση του Παγκοσμίου Κυπέλλου της Αγγλίας.
Το 1968 φόρεσε τη φανέλα της Κρόσινγκ Μόλενμπεϊκ (σ.σ. τώρα ονομάζεται Κρόσινγκ Έλεβαϊτ) ως παίκτης-προπονητής και τη βοήθησε να ανεβεί από τη 2η στην 1η κατηγορία της χώρας.
Η τριετία 1973-1976 τον βρήκε στον πάγκο της αγαπημένης του Ντούκλα, ωστόσο οι μοναδικές του διακρίσεις καταγράφηκαν σε εκείνον της Ζμπρογιόβκα Μπρνο (πρωτάθλημα το 1978, δεύτερη θέση το 1980).
Έκτοτε, ο Μάσοπουστ κοουτσάρισε τη βελγική Χάσελτ (1980-1984), την εθνική Τσεχοσλοβακίας για 27 ματς (1984-1987), την Ολυμπιακή ομάδα της Ινδονησίας μαζί με τον Μίλαν Μπόκσα (1988-1991), ξανά για λίγο την Ζμπρογιόβκα Μπρνο το 1992 και τέλος την τσεχική Πελικάν Ντέτσιν (1993-1996).
«Καλύτερος από μένα…»
Ο κορυφαίος ποδοσφαιριστής της χώρας κατά την 50ετία 1954-2004 (σ.σ. ψηφοφορία που διενεργήθηκε σε κάθε μέλος της UEFA στο πλαίσιο της 50ής επετείου από την ίδρυσή της) είδε υπερήφανος έναν ανδριάντα με τη μορφή του έξω από το στάδιο «Γιούλισκα» της Ντούκλα.
Τα αποκαλυπτήρια έγιναν τον Ιούνιο του 2011 και τέσσερις Ιουνίους αργότερα, στις 29 του 2015, ο Μάσοπουστ απεβίωσε στο σπίτι του στην Πράγα έπειτα από μακροχρόνια σοβαρή ασθένεια.
«Ήταν ένας από τους καλύτερους Ευρωπαίους παίκτες. Αυτός και ο Μπεκενμπάουερ. Ένα από τα μεγαλύτερα ποδοσφαιρικά ινδάλματα», είπε τότε ο Πελέ.
Θα αναρωτιέστε ίσως γιατί το «Μαύρο Διαμάντι» εκθειάζει συνεχώς τον Μάσοπουστ. Ίσως επειδή σε ένα φιλικό ματς της Ντούκλα με τη Σάντος, εν έτει 1959 στο Μεξικό, ο Τσεχοσλοβάκος είχε… τρελάνει τους Βραζιλιάνους στις ντρίμπλες και είχε σκοράρει δύο γκολ στη νίκη της ομάδας του με 4-3.
Στα 80ά γενέθλια του «Ιππότη» είχε προσκληθεί στην Πράγα ένας αιώνιος συμπαίκτης του στην κορυφαία ομάδα του ποδοσφαιρικού Παραδείσου.
«Όταν άκουσα ότι κλείνει τα 80, αποφάσισα να έρθω εδώ για να του ευχηθώ από κοντά. Τον θαυμάζω απεριόριστα. Νομίζω ότι ήταν πολύ καλύτερος ποδοσφαιριστής από μένα». Αυτό το είπε ο Εουσέμπιο…
Διαβάστε ακόμη:
Ο πατέρας του σκοτώθηκε και εκείνος ωρίμασε απότομα. Μία ωδή στον Γκζέγκος Λάτο