Ο Κώστας Χριστοφιδέλης γιορτάζει τα 40ά του γενέθλια στο φιλέ και στο… Sport-Retro.gr

Αρκετοί σπουδαίοι βολεϊμπολίστες ολοκληρώνουν την καριέρα τους, αφού έχουν περάσει το κατώφλι της τέταρτης δεκαετίας της ζωής τους.

Ένας εξ αυτών είναι ο Κώστας Χριστοφιδέλης, ο οποίος συνδύασε τα δεύτερα –άντα με την επιστροφή του στον Ολυμπιακό, την ομάδα δηλαδή που έχει καταγράψει τις περισσότερες επιτυχίες της τεράστιας καριέρας του.

Λίγες ημέρες μετά την επισημοποίηση της τρίτης θητείας του στον σύλλογο του Πειραιά, ο εκ των κορυφαίων ακραίων που έχει αναδείξει το ελληνικό βόλεϊ γιορτάζει τα 40ά του γενέθλια στο Sport-Retro.gr με μία μεγάλη συνέντευξη-αναδρομή της πορείας του.

Ισορροπημένος, ρεαλιστής και με αγάπη για το άθλημα, ο Κώστας Χριστοφιδέλης επανέφερε στο θυμικό του τα χρόνια της αθωότητας στην Καβάλα, τη δύσκολη απόφαση να κατηφορίσει στο «λιμάνι», τις δικαστικές περιπέτειες, αλλά κυρίως τις στιγμές που ανέβασαν επίπεδο τον Ολυμπιακό.

«Ποιο βόλεϊ; Αυτό με τη… ρακέτα;»

-Σήμερα (σ.σ. 26 Ιουνίου) σβήνεις τα 40ά κεράκια γενεθλίων ως εν ενεργεία αθλητής. Πώς το κατάφερες αυτό;

«Καταρχάς, το βόλεϊ είναι το πιο δύσκολο απ’ όλα τα ομαδικά αθλήματα, διότι ο παίκτης αντιμετωπίζει τις περισσότερες καταπονήσεις. Ο οργανισμός ταλαιπωρείται σε όλες τις αρθρώσεις, παντού… Αυτό κάνει πιο δύσκολη την παραμονή μας στα γήπεδα, αλλά ξέρεις ποιο είναι το μυστικό; Αν προσέχεις, είσαι συνειδητοποιημένος, δουλεύεις σωστά και κάνεις καλή ζωή από την αρχή της καριέρας σου, η διάρκειά σου είναι πολύ μεγαλύτερη συγκριτικά με κάποιον άλλον που κάνει πολλές καταχρήσεις».

-Η δική σου αρχή έγινε στην Καβάλα. Θα μας περιγράψεις τα πρώτα σου βήματα;

«Πριν να πιάσω την μπάλα του βόλεϊ, αν με ρώταγες τι άθλημα είναι το βόλεϊ, θα σου απαντούσα «ποιο, αυτό με τη ρακέτα;». Τα παιδάκια αυτής της ηλικίας, κυρίως τότε, πριν από 25-30 χρόνια, δεν ασχολούνταν. Στις αλάνες δεν υπήρχαν φιλέ, υπήρχαν κάποιες αυτοσχέδιες εστίες και κάποιες μπασκέτες σε πιο προχωρημένα σχολικά συγκροτήματα. Ακόμα και οι μπασκέτες σπάνιζαν. Μόνοι μας τα φτιάχναμε. Οπότε καταλαβαίνεις ότι το φιλέ ήταν πολυτέλεια για μας. Δεν ξέραμε τι είναι το βόλεϊ, δεν είχαμε παίξει ποτέ ως πιτσιρικάδες.

Το πρώτο ερέθισμα το πήρα από τον γυμναστή μου στο Γυμνάσιο, τον Βασίλη Περιστέρη, με τον οποίο διατηρώ επαφές ακόμη και σήμερα. Δεν ήταν μπασκετμπολίστας σε κάποια ομάδα, αλλά στη γειτονιά. Φτιάξαμε, λοιπόν, μία σχολική ομάδα μπάσκετ και, μάλιστα, κατακτήσαμε το σχολικό πρωτάθλημα. Όταν είχε έρθει η ώρα να φτιάξουμε και μία ομάδα βόλεϊ, δεν ήθελε κανένα παιδί να συμμετάσχει. Τότε πήρε όπως ήταν την ομάδα του μπάσκετ και δημιούργησε εκείνη του βόλεϊ. Ήμασταν αδούλευτοι, απαίδευτοι κ.τ.λ., αλλά πήραμε και το πρωτάθλημα του βόλεϊ.

Προφανώς αυτός ο άνθρωπος είδε κάποια στοιχεία πάνω μου. Έτυχε να είναι και προπονητής στις μικρές ομάδες της Καβάλας. Άρα η πρώτη εμπειρία ήταν στη σχολική ομάδα της Β’ Γυμνασίου. Δεν σου κρύβω ότι δεν ενθουσιάστηκα πολύ και θα προτιμούσα να παίζω μπάσκετ, αλλά η επιμονή αυτού του ανθρώπου με έκανε να αγαπήσω το άθλημα και από εκεί και πέρα το βόλεϊ έγινε μέρος της ζωής μου».

Συμβόλαιο στη Β’ Λυκείου

-Ποια ήταν τα ινδάλματά σου;

«Ήταν η εποχή λίγο μετά το χάλκινο μετάλλιο της Γάνδης. Μιλάμε για πολύ μεγάλα ονόματα, όπως ο Ντράγκοβιτς, ο Τριανταφυλλίδης, ο Μουστακίδης… Όταν άρχισα να παίζω, αυτοί ήταν οι αθλητές που ακουγόταν περισσότερο το όνομά τους. Το βόλεϊ ήταν και εξακολουθεί να είναι το τρίτο, μπορεί και τέταρτο, άθλημα σε δημοτικότητα στην Ελλάδα. Όπως καταλαβαίνεις, δεν υπάρχουν πολλοί αναγνωρίσιμοι βολεϊμπολίστες.

Επίσης τότε είχαν περάσει και κάποιοι καλοί ξένοι, όπως ο Bίλντε και ο Γκούσταφσον. Δεν τους είχαμε δει να παίζουν, αλλά σαν ονόματα και μόνο, προκαλούσαν δέος. Άσε που η τηλεόραση δεν έδειχνε βόλεϊ. Η πρώτη φορά που νομίζω ότι είδα ήταν το Παγκόσμιο του 1994 στην Αθήνα.

Βέβαια από τις αρχές της δεκαετίας του 1990 μέχρι το 2000, το βόλεϊ είχε το κοινό του και τα περισσότερα κλειστά γυμναστήρια της χώρας ήταν γεμάτα. Σταδιακά άρχισε να… ποδοσφαιροποιείται και αρκετοί φίλαθλοι να το εγκαταλείπουν».

-Σε ηλικία μόλις 18 ετών κατηφορίζεις στον Πειραιά για τον Ολυμπιακό. Ποιο ήταν το στόρι αυτής της μεταγραφής που έμελλε να σου αλλάξει τη ζωή;

«Με είδαν από τις συμμετοχές μου με την Εθνική Παίδων εδώ στην Αθήνα. Κάποιες προπονήσεις σε κλιμάκια κ.τ.λ. Αυτή ήταν η πρώτη επαφή με ανθρώπους του Ολυμπιακού. Από εκεί και πέρα, υπέγραψα το πρώτο μου συμβόλαιο όταν ήμουν μαθητής Β’ Λυκείου στην Καβάλα. Θα έπρεπε πρώτα να εκπληρώσω τις σχολικές μου υποχρεώσεις στην ιδιαίτερη πατρίδα μου. Ο Ολυμπιακός με έδωσε δανεικό στην ομάδα της Καβάλας μέχρι να τελειώσω το σχολείο κι έπειτα κατέβηκα στην Αθήνα.

Οι τίτλοι του Κώστα Χριστοφιδέλη

2 Κύπελλα Κυπελλούχων Ευρώπης: 1996, 2005
 
9 Πρωταθλήματα Ελλάδας: 1998, 1999, 2000, 2001, 2003, 2009, 2012, 2013, 2014
 
9 Κύπελλα Ελλάδας: 1997, 1998, 1999, 2001, 2009, 2010, 2012, 2013, 2014
 
2 Λιγκ Καπ Ελλάδας: 2013, 2015
 
1 Σούπερ Καπ Ελλάδας: 2000

Ήταν μια δύσκολη απόφαση να αποχωριστώ την οικογένειά μου. Θα ήμουν εντελώς μόνος στην Αθήνα. Επειδή, πλέον, είμαι πατέρας, δεν ήταν δύσκολο μόνο για μένα, αλλά και για τους δικούς μου ανθρώπους που δεν ήξεραν τι μου ξημερώνει. Ήξεραν, όμως, πόσο πολύ αγαπούσα το άθλημα και δούλευα πάνω σ’ αυτό, συνεπώς χάρηκαν και δεν ήθελαν σε καμία περίπτωση να σταθούν εμπόδιο στα όνειρά μου. Και νομίζω ότι έτσι πρέπει να κινούνται οι γονείς. Ήταν πάντα δίπλα μου παρότι μας χώριζε μία απόσταση 650 χιλιομέτρων.

Η αντιμετώπιση των ανθρώπων της τότε διοίκησης του Ολυμπιακού ήταν άψογη. Με είχαν σαν παιδί τους, έμενα στα σπίτια τους, φρόντιζαν να μην μου λείπει ποτέ τίποτα… Όλα αυτά σε συνδυασμό με τους πολύ καλούς συναθλητές και τον Γιάννη Λάιο, με έκαναν και ένιωθα πολύ οικεία. Θεωρώ ότι προσαρμόστηκα πολύ γρήγορα και ότι αφιερώθηκα εξ ολοκλήρου στο αγωνιστικό κομμάτι και όχι στα εξωαγωνιστικά».

«Διακοπές; Στα 33-34!»

-Η πρώτη σου χρονιά στον Ολυμπιακό ολοκληρώνεται με την κατάκτηση του Κυπέλλου Κυπελλούχων στο ΣΕΦ, όπου κατέγραψες εξαιρετικές εμφανίσεις.

«Είχα τόσο μεγάλη συμμετοχή, που δεν το περίμενα ούτε εγώ ο ίδιος. Έπαιξα σε πολύ δύσκολα και σημαντικά παιχνίδια. Υπήρξε ένα ατυχές περιστατικό με τον Μάριο Γκιούρδα, ο οποίος είχε μείνει εκτός για αρκετό καιρό λόγω λοιμώδους μονοπυρήνωσης και έπρεπε να παίξω. Ανταποκρίθηκα καλά. Όπως σου είπα και πριν, είχα μεγάλη βοήθεια από τους συμπαίκτες μου. Έμπαινα μέσα και δεν ένιωθα μόνος μου. Το μόνο που έκανα ήταν να βγάζω το ταλέντο μου στο γήπεδο, δεν σκεφτόμουν τίποτα άλλο.

Μου έκαναν εντύπωση τα πάντα. Από τον τρόπο που λειτουργούσε μία ομάδα, από τις μετακινήσεις, από τον τρόπο προπόνησης και συμπεριφοράς των συναθλητών μου… Συνυπήρχα και ζούσα με αθλητές που είχα σαν πρότυπα. Μιλάμε για το τμήμα βόλεϊ του Ολυμπιακού. Όπως καταλαβαίνεις, εγώ ζούσα το όνειρό μου. Θεωρώ τον εαυτό μου πάρα πολύ τυχερό που το έζησα, έτσι όπως το έζησα.

Στην πρώτη μου χρονιά κατάφερα να πάρω έναν πολύ σημαντικό, τόσο για τον σύλλογο όσο και για μένα, ευρωπαϊκό τίτλο. Ήταν ο πρώτος του Ολυμπιακού σε όλα τα σπορ. Μέσα στον Πειραιά, σε ένα γήπεδο τεράστιο στο οποίο έμπαινα και δεν ήξερα που βρίσκομαι. Είναι στιγμές που χαράζονται στη μνήμη σου. Είναι η κληρονομιά σου.

Σίγουρα και το οικονομικό σκέλος δεν είναι αμελητέο, αλλά το χρήμα έρχεται και φεύγει. Η κληρονομιά μας, όμως, ποια είναι; Αυτές οι επιτυχίες, οι ευχάριστες αναμνήσεις, οι ευκαιρίες που μας δόθηκαν να παίξουμε με μεγάλους αθλητές παγκοσμίου κλάσης… Θα έχουμε να το λέμε και στα παιδιά μας».

-Από το 1995 μέχρι το 2009 γνωρίζεις δεκάδες διακρίσεις με τον Ολυμπιακό, όπως τα 9 πρωταθλήματα, τα 9 Κύπελλα Ελλάδας και το CEV Cup του 2005. Ποιο ήταν το μυστικό της επιτυχίας;

«Μυστικό δεν υπάρχει και αν υπήρχε να είσαι σίγουρος ότι δεν θα στο έλεγα (γέλια). Η πραγματικότητα είναι η εξής: Όταν αγαπάς πολύ αυτό που κάνεις, είναι η ζωή σου και κάποια στιγμή το δεις σαν δουλειά, θεωρώ ότι ο ικανός και αυτός που προσπαθεί, αργά ή γρήγορα θα ανταμειφθεί. Επί προσωπικού, οι θυσίες που έκανα και εξακολουθώ να κάνω είναι τεράστιες. Δεν μπορεί να τις χωρέσει το μυαλό σου.

Τι να σου πω; Ότι έφτασα 33-34 χρονών για να μπορέσω να κάνω διακοπές; Κι όταν λέω διακοπές, δεν εννοώ να πεταχτώ κάπου για ένα 3ήμερο. Η αλήθεια είναι ότι δεν μου έλειπαν και τόσο γιατί αγαπούσα πολύ αυτό που έκανα, αλλά όταν μεγαλώνεις και αποκτάς οικογένεια, αλλάζουν οι προτεραιότητές σου και οι θυσίες είναι ακόμη μεγαλύτερες.

Έπειτα είναι η περίοδος των τραυματισμών. Περνάς πολύ δύσκολα, κλείνεσαι στον εαυτό σου, δεν ξέρεις αν θα επιστρέψεις, αν θα είσαι στο ίδιο επίπεδο με πριν, αν θα σε εμπιστευθούν… Οπότε καταλαβαίνεις ότι το να είσαι αθλητής υψηλού επιπέδου δεν είναι μόνο η βιτρίνα. Όλα αυτά που δεν φαίνονται, αποτελούν τεράστιο Γολγοθά, τον οποίον ανεβαίνει μόνος του ο αθλητής. Πραγματικά είναι πολύ δύσκολο. Και για να καταλήξω κάπου: Ό,τι δίνεις, παίρνεις και ό,τι αφήνεις, σε αφήνει».

Ο αγώνας που τον σημάδεψε και ο Νίκος Σαμαράς

-Όταν κλείνεις τα μάτια σου, υπάρχει κάποιος συγκεκριμένος αγώνας βόλεϊ που σου έρχεται συχνά στο μυαλό;

«Ο αγώνας που έχει μείνει βαθιά χαραγμένος στη μνήμη μου ήταν το πρώτο πρωτάθλημα που πήραμε με τον Ολυμπιακό μέσα στην Ορεστιάδα. Με προπονητή τότε τον Τζιαν Πάολο Μοντάλι, τον Ιταλό. Οι συνθήκες ήταν πάρα πολύ δύσκολες, η Ορεστιάδα είχε τότε πολύ σπουδαία ομάδα και το γήπεδο ήταν «κλουβί». Δεν έπεφτε καρφίτσα, που λέμε. Ήταν εξαιρετικά δύσκολο, υπήρχε μεγάλος φανατισμός.

Εκτός από τις συνθήκες και η διακύμανση της σειράς των τελικών ήταν πολύ συναρπαστική. Όταν τελείωσε το παιχνίδι και παίχτηκε ο τελευταίος πόντος, οι στιγμές και τα συναισθήματα ήταν απερίγραπτα και θα μου μείνουν χαραγμένα για μια ολόκληρη ζωή. Φυσικά αυτό δεν σημαίνει ότι δεν με έχουν σημαδέψει και άλλες επιτυχίες, όπως το 1ο και το 2ο Ευρωπαϊκό».

-Από τη στιγμή που αναφέρθηκες στην Ορεστιάδα, δεν γίνεται να μην σε ρωτήσω για τον Νίκο Σαμαρά.

«Ο Νίκος ήταν και θα παραμείνει στην Ιστορία του βόλεϊ. Ήταν ένας εξαιρετικός αθλητής. Οι άνθρωποι πεθαίνουν όταν τους ξεχνάμε. Το είχα πει και τότε που είχε δημιουργηθεί ντόρος με το αν πρέπει να γίνει αγωνιστική ή όχι. Είχαν δημιουργηθεί κόντρες μεταξύ Λίγκας και αθλητών. Με είχαν ρωτήσει και είχα πει: «Παιδιά σε τέτοιες περιπτώσεις καλό είναι να σωπαίνουμε, όταν φεύγει ένας άνθρωπος πρέπει να τιμούμε τη σιωπή μας». Από εκεί και πέρα, αν κάποιοι άλλοι θέλουν να παίξουν παιχνίδια στο μνήμα του ανθρώπου…

Εν πάση περιπτώσει, ο Νίκος προσέφερε πάρα πολλά και εξακολουθεί να προσφέρει από εκεί που βρίσκεται. Έγινε προχθές ένα φιλικό παιχνίδι προς τιμήν του στην Ορεστιάδα, όπου μαζεύτηκαν πολλοί αθλητές. Όπου σταθώ κι όπου βρεθώ, όταν λέω ότι ασχολούμαι με το βόλεϊ, ο περισσότερος κόσμος αναφέρεται στον Νίκο. Ήταν ένας άνθρωπος που έβαλε το βόλεϊ στα σπίτια των Ελλήνων. Εκείνος, ο Ντράγκοβιτς, ο Γκιούρδας, ο Τριανταφυλλίδης… Αυτούς θυμάται ο κόσμος. Μιλάω για τους 40άρηδες και τους 50άρηδες και όχι για τους πιτσιρικάδες που δεν γνωρίζουν ούτε τον Τζούριτς. Νομίζω ότι ο Νίκος δεν θα ξεχαστεί ποτέ».

-Μίλησες για έναν αγαπημένο αντίπαλο. Ποιοι, όμως, ήταν οι αγαπημένοι σου συμπαίκτες και προπονητές;

«Συμπαίκτες που να έχουμε συνυπάρξει για χρόνια και να εξακολουθούμε να κάνουμε παρέα, είναι μετρημένοι στα δάχτυλα. Όχι για κάποιον συγκεκριμένο λόγο, αλλά επειδή είναι τέτοια η φύση της δουλειάς μας. Σήμερα είσαι εδώ, αργότερα είσαι εκεί και χάνεσαι. Τα έχει φέρει έτσι η ζωή και η σχεδόν κοινή πορεία μας, που είμαστε πάρα πολύ κοντά με τον Βασίλη Κουρνέτα. Επίσης με τον Γιώργο Στεφάνου, με τον οποίον έχουμε συνυπάρξει ως συμπαίκτες για αρκετά χρόνια, αλλά είμαστε και εκτός γηπέδου πολύ καλοί φίλοι.

Ο προπονητής που έχει παίξει πολύ μεγάλο ρόλο στην καριέρα μου είναι ο Γιάννης Λάιος. Ήταν ο πρώτος μου προπονητής. Βοήθησε όχι τόσο αγωνιστικά, αλλά όσον αφορά στον τρόπο σκέψης και τη νοοτροπία που αντιμετωπίζονται μερικές καταστάσεις. Επίσης, ο Τζιαν Πάολο Μοντάλι, ο οποίος πραγματικά μου έμαθε πώς παίζεται το σύγχρονο βόλεϊ και δεν σου κρύβω ότι από εκείνη την περίοδο και μετά, παίζω με κεκτημένη ταχύτητα. Ήταν εκπληκτικός. Δεν έμαθα μόνο εγώ από εκείνον, αλλά και μεγαλύτεροι ηλικιακά αθλητές.

Τώρα όσον αφορά στον χαρακτήρα του, πολλά έχουν ακουστεί. Εγώ από μικρός προσπαθούσα να παίρνω τα καλά προπονητών και συμπαικτών και με τα άσχημα άφηνα να ασχολούνται οι υπόλοιποι. Στη δουλειά μας πρώτα είμαστε συνεργάτες και αν προκύψει η φιλία είναι καλοδεχούμενη. Να κυνηγάς όμως το αντίστροφο, δηλαδή να επιδιώκεις να είναι κάποιος φίλος σου για να ευνοηθείς και να αποκομίσεις κάτι άλλο, ε αυτό είναι το άσχημο».


«Είσαι βολεϊμπολίστας; Από το ντόπινγκ δεν θα βοηθηθείς»

-Κεφάλαιο Παναθηναϊκός.

«Είχα κάνει την επιλογή μου τότε, αλλά δυστυχώς για πολλούς λόγους δεν είχα καταφέρει να τελειώσω τη δουλειά. Είχα κατηγορηθεί για χρήση αναβολικών. Έχω δώσει τεράστιο αγώνα και έχω δικαιωθεί. Περιμένω από μέρα σε μέρα να βγει και η δικάσιμος, διότι τους έχω κάνει μήνυση και αγωγή. Ήταν ο πιο δύσκολος αγώνας της ζωής μου. Μία περίοδος που πήγαν, όχι μόνο να μου κόψουν το βόλεϊ αλλά να με καταστρέψουν ως άνθρωπο. Δεν μπορούσα να αφήσω τίποτα να πέσει κάτω, γιατί εκτός από αθλητής έχω και δύο παιδιά. Δεν έπρεπε να επιτρέψω να αιωρείται κάτι τέτοιο. Το θεωρούσα υποχρέωσή μου να δράσω ακόμα και για την ίδια την εικόνα του αθλήματος.

Το βόλεϊ είναι ένα άθλημα, το οποίο δεν είχε απασχολήσει σχεδόν ποτέ στο παρελθόν, τουλάχιστον εδώ στην Ελλάδα. Και να σου πω την αλήθεια, δεν χρειάζεται να προβείς και σε κάποια τέτοια κίνηση γιατί δεν πρόκειται να βοηθηθείς. Είναι εντελώς τεχνικό άθλημα. Δηλαδή αν δεν είσαι βολεϊμπολίστας, ό,τι και να κάνεις, δεν γίνεσαι. Δεν είναι, ξέρω γω, στίβος να πάρεις 5 χαπάκια και να τρέξεις 2 δευτερόλεπτα λιγότερα ούτε κολύμβηση ούτε ποδόσφαιρο να έχεις περισσότερες αντοχές και να τρέχεις σαν μηχανάκι πάνω-κάτω».

-Ηρακλής και Κηφισιά. Οι άλλες ομάδες της τεράστιας καριέρας σου.

«Όταν πήγα στον Ηρακλή ήταν η τελευταία χρονιά που μεσουρανούσε. Μία ομάδα που έχει παίξει πολύ σημαντικό ρόλο στα δεδομένα του βόλεϊ κατά την τελευταία 15ετία. Δυστυχώς δεν υπάρχει. Και λέω δεν υπάρχει γιατί ο Ηρακλής έχει μάθει στον κόσμο του βόλεϊ ότι πρωταγωνιστεί. Όχι μόνο στην Ελλάδα, αλλά και στην Ευρώπη. Ποιος μπορεί να ξεχάσει τις μεγάλες πορείες που έκανε στο Champions League ή τις ομάδες που επί σειρά ετών κατακτούσε το νταμπλ;

Μία ομάδα που είχε βολεϊκό κόσμο και δεν εξαρτιόταν αποκλειστικά και μόνο από τους οργανωμένους του ποδοσφαίρου. Έπαιζες στη Μίκρα και έβλεπες μία μικρή κερκίδα να είναι γεμάτη από ανθρώπους που αγαπούσαν το βόλεϊ. Δεν είμαι εγώ ο κατάλληλος για να πω τι συμβαίνει, αλλά δεν σου κρύβω ότι υπάρχει απαισιοδοξία για το μέλλον αυτής της ομάδας.


Η Κηφισιά ήταν μία εντελώς διαφορετική περίπτωση. Επέλεξα να πάω εκεί για να ευχαριστηθώ περισσότερο το άθλημα. Όχι ότι στον Ολυμπιακό και τις υπόλοιπες ομάδες δεν το ευχαριστήθηκα, αλλά στην Κηφισιά ήθελα να δοκιμάσω και κάτι άλλο. Συν ότι ήθελα να δω αν θα ανταπεξέλθω, ούτως ώστε σε περίπτωση που έπαιρνα την απόφαση να σταματήσω, να μου ερχόταν πιο ομαλά. Να υπήρχε δηλαδή ένα μεταβατικό στάδιο.

Δεν ήθελα εκεί που βρισκόμουν στα κόκκινα, κυριολεκτικά και μεταφορικά, να σταματήσω και να μην κάνω τίποτα. Όταν κάνεις κάτι επί 20-22 συναπτά έτη και το σταματήσεις… μαχαίρι, όσο προσγειωμένος και συνειδητοποιημένος να είσαι, θα σου κακοφανεί. Το γεγονός ότι η Κηφισιά ήταν στην Αθήνα, δηλαδή δεν θα έφευγα από τα παιδιά μου και τη δεύτερη δουλειά μου, μου έδωσε την ευκαιρία να παίξω σ’ αυτήν την ομάδα.

Σίγουρα ζορίστηκα λίγο γιατί ήξερα ότι το βόλεϊ είναι ο Ολυμπιακός. Με την οργάνωσή του, τα υψηλά στάνταρ όσον αφορά στις συνθήκες εργασίας, στις μετακινήσεις… Η Κηφισιά, όπως και οι περισσότερες ομάδες βόλεϊ στην Ελλάδα, λειτουργούν εντελώς ερασιτεχνικά. Αυτό δεν μπορούσα να το «συλλάβω». Μου το έλεγαν κάποιοι συναθλητές, αλλά άλλο να στο λένε και άλλο να το ζεις».

-Τι να περιμένουμε εφέτος από τον βιονικό Κώστα Χριστοφιδέλη;

«Πήρα την απόφαση να κλείσω την καριέρα μου στον Ολυμπιακό. Δεν ξέρω αν αυτό θα γίνει εφέτος ή του χρόνου. Με ρωτάνε πολλοί και δεν ξέρω πώς να απαντήσω. Σίγουρα παίζει σημαντικό ρόλο τη στιγμή που θα τελειώσουμε τις αγωνιστικές υποχρεώσεις πώς θα νιώθω εγώ ο ίδιος. Το ιδανικό θα ήταν να κλείσω την καριέρα μου στον Ολυμπιακό, γιατί είναι η ομάδα που έχω πετύχει τα περισσότερα.

Κι από τη στιγμή που μου δόθηκε η ευκαιρία, θέλω να το εκμεταλλευθώ. Να την κλείσω εδώ κι αν είναι δυνατόν με μία κατάκτηση πρωταθλήματος, που είναι ο βασικός στόχος μετά τις τρεις διαδοχικές απώλειες. Αυτό θα ήταν το ιδανικό, αλλά δεν μπορούμε να κάνουμε σχέδια. Αυτό που θέλω εγώ είναι να είμαι υγιής για να χαρώ -ίσως- την τελευταία μου σεζόν ως αθλητής».

*Η κεντρική φωτογραφία προέρχεται από την επίσημη ιστοσελίδα του Ερασιτέχνη Ολυμπιακού


Διαβάστε ακόμη:

Το πρώτο Ευρωπαϊκό του εορτάζοντος Ολυμπιακού. Ο Γιάννης Λάιος στο Sport-Retro.gr

Όλες οι συνεντεύξεις του Sport-Retro.gr

Διαβάστε ακόμα
Σχόλια
Loading...
error: Content is protected !!