«Αδικούμενοι οι άνθρωποι μάλλον οργίζονται ή βιαζόμενοι», είπε κάποτε ο Θουκυδίδης, στην προσπάθειά του να τονίσει ότι ένα πρόσωπο υποφέρει περισσότερο όταν αδικείται, παρά όταν του ασκείται σωματική βία.
Βάσει του παραπάνω γνωμικού ο πόνος που ένιωσε ο Τζιμ Μακ Λιν, ο τεχνικός ηγέτης της Νταντί Γιουνάιτεντ, στον 2ο ημιτελικό με τη Ρόμα για το Κύπελλο Πρωταθλητριών το 1984 θα χαρακτηριζόταν αβάστακτος, αφού η ομάδα του αδικήθηκε από τη διαιτησία και ο ίδιος δέχτηκε σωματική επίθεση από τους ποδοσφαιριστές του ιταλικού κλαμπ.
Οι Σκωτσέζοι γνώρισαν την ήττα με 3-0 και η νίκη τους με 2-0 στην πρώτη εντός έδρας αναμέτρηση δεν στάθηκε αρκετή για να συνεχίσουν στη διοργάνωση.
Την οδύνη του προπονητή απάλυνε το γεγονός ότι έπειτα από 27 χρόνια ο Ρικάρντο, ο γιος του τότε προέδρου των «τζιαλορόσι» Ντίνο Βιόλα, ομολόγησε πως ο πατέρας του είχε προσφέρει στον διαιτητή 50.000 λίρες, προκειμένου να εξασφαλίσει την παρουσία της ομάδας του στον τελικό.
Ο άδικος αποκλεισμός της Νταντί θεωρείται ένα από τα πιο δραματικά περιστατικά στην ιστορία του σκωτσέζικου ποδοσφαίρου και το Sport-Retro.gr ετοίμασε αφιέρωμα, με σκοπό να αποδώσει λεπτομερώς καθετί που σχετίζεται με το γεγονός.
Ανάσταση για την Νταντί
Η Νταντί Γιουνάιτεντ βρισκόταν στην αφάνεια μέχρι τον Δεκέμβριο του 1971, όταν ο Τζιμ Μακ Λιν παρέλαβε τη σκυτάλη της τεχνικής ηγεσίας από τον Τζέρι Κερ.
Προτεραιότητα του νέου προπονητή αποτέλεσε η δημιουργία ενός ρόστερ με νεανικό μέσο όρο ηλικίας και η αγορά ορισμένων έμπειρων ποδοσφαιριστών, προκειμένου να βελτιωθεί ο τρόπος παιχνιδιού της ομάδας.
Υπό τις οδηγίες του Σκωτσέζου, οι άσημοι Μορίς Μάλπας, Ρίτσαρντ Γκαφ, Ντέιβιντ Νέρι, Ραλφ Μιλν, Πολ Στάροκ και Ντέιβιντ Ντοντς άρχισαν να αποκτούν χημεία και να αποσπούν σημαντικές νίκες στο πρωτάθλημα.
Το 1974 ο σύλλογος έφτασε στον τελικό του Κυπέλλου και την επόμενη σεζόν κατέλαβε την 4η θέση του βαθμολογικού πίνακα του πρωταθλήματος, την καλύτερη που είχε κατακτήσει μέχρι εκείνη τη στιγμή.
Τον Δεκέμβριο του 1980 η ομάδα του Μακ Λιν πανηγύρισε το εγχώριο League Cup που ήταν ο πρώτος μεταπολεμικός τίτλος, ενώ την ίδια περίοδο κατάφερε να… δαμάσει ευρωπαϊκά μεγαθήρια, όπως οι Μπαρτσελόνα, Βέρντερ Βρέμης, Γκλάντμπαχ, Αϊντχόφεν, Μονακό και Άντερλεχτ.
Με το δυναμικό της να μην υπερβαίνει τους 14 ποδοσφαιριστές, η Νταντί αναδείχθηκε πρωταθλήτρια Σκωτίας το 1983, βάζοντας τέλος στην κυριαρχία των Σέλτικ και Ρέιντζερς που από τη σεζόν 1965-66 μονοπωλούσαν στη διοργάνωση (σ.σ. μοναδική εξαίρεση αποτελεί το 1980 που το πρωτάθλημα κατέκτησε η Αμπερντίν).
Εκείνη τη χρονιά οι «Άραβες», όπως αποκαλούνται χαϊδευτικά οι ποδοσφαιριστές του συλλόγου, έσπασαν τα «κοντέρ» του βαθμολογικού πίνακα, ολοκληρώνοντας τη σεζόν με συγκομιδή που ξεπερνούσε τους 100 πόντους!
Ο θρίαμβος αυτός χαρακτηρίστηκε από πολλούς ως «θαύμα» και έδωσε τη δυνατότητα στην ομάδα να λάβει για πρώτη φορά μέρος στο Κύπελλο Πρωταθλητριών της ερχόμενης περιόδου.
Εκεί πραγματοποίησε ονειρεμένη πορεία, αφού στον πρώτο γύρο επικράτησε με συνολικό σκορ 6-0 της Χαμρούν Σπάρτανς (πρωταθλήτρια Μάλτας) και εν συνεχεία διέσυρε με 4-0 τη Σταντάρ Λιέγης στο «Ταναντάις Παρκ».
Στα προημιτελικά διασταύρωσε τα ξίφη της με τη Ραπίντ Βιέννης και παρά το γεγονός ότι στην εκτός έδρας αναμέτρηση ηττήθηκε με 2-1, στη ρεβάνς λύγισε με 1-0 την αυστριακή ομάδα και τσέκαρε το εισιτήριο για τα ημιτελικά της σπουδαιότερης ευρωπαϊκής διασυλλογικής διοργάνωσης.
Η κληρωτίδα ανέδειξε τη Ρόμα ως αντίπαλό της και το εντός έδρας ματς ορίστηκε για τις 11 Απριλίου 1984.
«Να πάρουν περισσότερα χάπια»
Την περίοδο εκείνη η Ρόμα διέθετε πρωτοκλασάτους ποδοσφαιριστές, μεταξύ των οποίων ήταν οι Φαλκάο και Σερέζο, όπως επίσης και οι Φραντσέσκο Γκρατσιάνι, Μπρούνο Κόντι που πριν από δύο χρόνια είχαν πανηγυρίσει στην Ισπανία την κατάκτηση του Παγκοσμίου Κυπέλλου με την εθνική Ιταλίας.
Τεχνικός ηγέτης του κλαμπ ήταν ο Νιλς Λίντχολμ, ο οποίος τις δεκαετίες του 1940 και του 1950 μεγαλουργούσε με τη φανέλα της Μίλαν και της εθνικής Σουηδίας.
Τους «ροσονέρι» είχε υπηρετήσει και από το πόστο του προπονητή (πανηγύρισε το «σκουντέτο» του 1979), ενώ είχε περάσει και από τον πάγκο των Βερόνα, Μόντζα, Βαρέζε, Φιορεντίνα.
Στον πρώτο γύρο οι «τζιαλορόσι» απέκλεισαν την Γκέτεμποργκ, προ διετίας κάτοχο του Κυπέλλου UEFA, και στη συνέχεια άφησαν, χωρίς ιδιαίτερο κόπο, εκτός διοργάνωσης τις ΤΣΣΚΑ Σόφιας και Ντινάμο Βερολίνου.
Οι φιλοξενούμενοι κατά την άφιξή τους στο «Τάνανταϊς Παρκ» ρώτησαν με σκωπτικό ύφος: «Εδώ θα γίνει το παιχνίδι»;
Στον αγωνιστικό χώρο που σνόμπαραν οι “τζιαλορόσι”, οι ποδοσφαιριστές της Νταντί έκαναν κατάθεση ψυχής και τελικά πήραν τη νίκη με 2-0.
Το δεύτερο ημίχρονο θεωρείται μέχρι και σήμερα το καλύτερο της σκωτσέζικης ομάδας σε ευρωπαϊκό επίπεδο.
Ο Ντέιβιντ Ντοντς άνοιξε το σκορ στο 48’ και 12 λεπτά αργότερα ο Ντέρεκ Σταρκ έβαλε το κερασάκι στην τούρτα, σημειώνοντας από τα 30 μέτρα ένα γκολ για το οποίο μεγαλύτερο μερίδιο ευθύνης έφερε ο τερματοφύλακας Φράνκο Τανκρέντι.
Η ήττα σόκαρε τους Ιταλούς που δεν δίστασαν να ισχυριστούν ότι η εξαιρετική απόδοση των αντιπάλων οφειλόταν στη χρήση απαγορευμένων ουσιών.
«Ελπίζω ό,τι χάπια πήραν απόψε, να πάρουν τα ίδια και περισσότερα στο επόμενο ματς», δήλωσε στη συνέντευξη Τύπου ο Μακ Λιν, ο οποίος από τότε άρχισε να δέχεται τα βέλη των ιταλικών Μέσων.
Οι δημοσιογράφοι της χώρας άρχισαν να πλάθουν διάφορα σενάρια, προκειμένου να προκληθεί αναστάτωση και να αποσυντονιστούν οι Βρετανοί εν όψει ρεβάνς.
Ανάμεσα στις φήμες που κυκλοφόρησαν ήταν ότι ο Σκωτσέζος αποκάλεσε “μπάσταρδους” τους ποδοσφαιριστές της Ρόμα.
Το «Ολίμπικο» μετατράπηκε σε… Κολοσσαίο
Με τα πνεύματα να είναι τεταμένα, οι δύο ομάδες επρόκειτο να κοντραριστούν στο γήπεδο της Ρόμα στις 25 Απριλίου 1984.
Η σέντρα του παιχνιδιού είχε οριστεί στις 15:30 (!) γεγονός που πολλοί θεώρησαν ότι συνέβη επίτηδες, καθώς οι ποδοσφαιριστές της Νταντί δεν ήταν συνηθισμένοι να αγωνίζονται σε υψηλές θερμοκρασίες.
Το ξενοδοχείο που είχαν κατακλείσει οι Σκωτσέζοι ήταν περικυκλωμένο από αστυνομικούς, με σκυλιά που γάβγιζαν ακατάπαυστα, ενώ ένα βράδυ προτού πραγματοποιηθεί το ματς, ορισμένες μοτοσυκλέτες συγκεντρώθηκαν έξω από αυτό και δημιούργησαν απίστευτο θόρυβο.
Τη στιγμή που το πούλμαν των φιλοξενούμενων κατέφτανε στο γήπεδο, κάποιοι οπαδοί πέταξαν αβγά στα τζάμια του, ενώ καθ’ όλη τη διάρκεια της αναμέτρησης ακούγονταν υβριστικά συνθήματα, όπως «ο Θεός καταριέται την Νταντί».
Μάλιστα, ένα πανό που υπήρχε στο γήπεδο έφερε το πλέον σοκαριστικό μήνυμα «Μακ Λιν, άντε γαμ…»!
Ο Ρομπέρτο Προύτσο βρήκε δύο φορές τα δίχτυα στο πρώτο ημίχρονο και ο Αγκοστίνο ντι Μπαρτολομέι διαμόρφωσε με πέναλτι στο 58′ το τελικό 3-0, σκορ που χάρισε στη Ρόμα την πρόκριση στον τελικό.
Σύμφωνα με τον Ίμον Μπάνον, επιθετικό της Νταντί, το γεγονός ότι η ομάδα του δεν είχε σημειώσει ένα επιπλέον γκολ στην πρώτη αναμέτρηση στοίχισε την πρόκριση.
«Θα έπρεπε να είχαμε πάρει το πρώτο ματς με 3-0 ή και 4-0. Βάλαμε μόνο δύο γκολ και έτσι όλα τα ενδεχόμενα ήταν ανοικτά εν όψει του επαναληπτικού. Πάντως, έχω να λέω ότι τους διαλύσαμε εκείνο το βράδυ», ήταν τα λόγια του.
Μόλις ακούστηκε το τελικό σφύριγμα οι φίλαθλοι ξεχύθηκαν στον αγωνιστικό χώρο για να πανηγυρίσουν και ορισμένοι ποδοσφαιριστές των «τζιαλορόσι» κινήθηκαν απειλητικά προς τον πάγκο τον φιλοξενούμενων, με σκοπό να επιτεθούν στον Μακ Λιν.
Οι υπεύθυνοι ασφαλείας του γηπέδου είχαν εξαφανιστεί και έτσι ο προπονητής της Νταντί δέχθηκε άγρια επίθεση τόσο από τον Τανκρέντι όσο και από τον Μπαρτολομέι.
Οι «Άραβες» βοήθησαν τον προπονητή τους να μεταβεί στα αποδυτήρια και ο Τζαν Γκάρντινερ έχει δηλώσει για το συμβάν: «Πρώτη φορά είδα τον Τζιμ τόσο αναστατωμένο.
Οι ποδοσφαιριστές του έριχναν κατάρες, τον έφτυναν και τον χτυπούσαν. Πραγματικά, το θέαμα ήταν βδελυρό. Μέχρι τότε δεν είχα δει και ούτε είδα έκτοτε τέτοια απάνθρωπη συμπεριφορά απέναντι σε προπονητή. Ήταν απογοητευτικό…».
Ο Μακ Λιν στην αυτοβιογραφία του αναφέρει ότι ο Λίντχολμ δεν φέρει ευθύνη, ταυτόχρονα όμως αφήνει αιχμές ότι κάποιος δημιούργησε την όλη κατάσταση.
Τηλεφώνημα αξίας… 50.000 λιρών!
Επί πολλούς μήνες μετά το παιχνίδι, κυκλοφορούσαν φήμες ότι οι ιθύνοντες της Ρόμα είχαν δωροδοκήσει τον διαιτητή Μισέλ Βοτρό, προκειμένου να βοηθήσει την ομάδα τους να φτάσει στον τελικό.
Το 2011 ο Ρικάρντο, ο γιος του τότε προέδρου Ντίνο Βιόλα, αποκάλυψε ότι πράγματι ο πατέρας του είχε προσφέρει 50.000 λίρες στον Γάλλο ρέφερι.
Συγκεκριμένα, είχε δηλώσει στα ιταλικά Μέσα: «Ο διευθυντής της Τζένοα, ο Σπάρτακο Λαντίνι, είχε συναντηθεί με τον πατέρα μου και του είχε πει ότι ο Βοτρό είναι φίλος του και ότι μπορούν να τον προσεγγίσουν μέσω ενός άλλου ατόμου. Με 50.000 λίρες θα φρόντιζε η Ρόμα να περάσει στον τελικό.
Την παραμονή της αναμέτρησης, στη διάρκεια ενός δείπνου, ο σερβιτόρος ενημέρωσε τον Βοτρό ότι υπήρχε ένα τηλεφώνημα για εκείνον. Αυτό ήταν το σήμα.
Ο διαιτητής αποχώρησε από το τραπέζι και όταν επέστρεψε, είπε ‘Ο φίλος μου ο Πάολο στέλνει σε όλους τα χαιρετίσματά του’. Έπειτα σηκώθηκα, τηλεφώνησα στον πατέρα μου και τον διαβεβαίωσα ότι η συμφωνία είχε κλείσει».
Παράλληλα, φρόντισε να δικαιολογήσει την απάτη που οργάνωσαν: «Όλα αυτά τα κάναμε επειδή το έργο μας απέναντι στην Νταντί ήταν δύσκολο.
Ο τελικός θα διεξαγόταν στο ‘σπίτι’ μας και οι επιπτώσεις θα ήταν πολύ σοβαρές αν μέναμε εκτός διοργάνωσης».
Από τη μεριά του ο Βοτρό ποτέ δεν παραδέχτηκε ότι συνέβησαν όλα όσα ομολόγησε ο γιος του προέδρου.
Στον τελικό η Λίβερπουλ υπό τις οδηγίες του Τζο Φάγκατ επικράτησε των «τζιαλορόσι» στη διαδικασία των πέναλτι και σήκωσε για τέταρτη φορά το ιερό δισκοπότηρο του ευρωπαϊκού ποδοσφαίρου.
Ο Μακ Λιν μέχρι και σήμερα δεν έχει ξεπεράσει τον πόνο του αποκλεισμού: «Ακόμη και αν φανερώθηκε η αλήθεια, εξακολουθώ να νιώθω πικρία. Είχα χαρεί που σε εκείνον τον τελικό η Λίβερπουλ είχε στερήσει το τρόπαιο από τους ‘κλέφτες’».