Στο χωριό Μια Μηλιά, βορειοανατολικά της Λευκωσίας, γεννήθηκε στις 17 Δεκεμβρίου 1949 ο κορυφαίος ποδοσφαιριστής που ανέδειξε ποτέ η Κύπρος.
Ο λόγος για τον Σωτήρη Καϊάφα, ο οποίος μεταξύ άλλων μίλησε στο Sport-Retro.gr για την ιδιαίτερη καριέρα του, το highlight της κατάκτησης του «Χρυσού Παπουτσιού» της σεζόν 1975-76.
Αγωνίστηκε από το 1967 έως το 1984 και «υπηρέτησε» μόνο τη φανέλα της Ομόνοιας Λευκωσίας με τον εκκωφαντικό αριθμό των 321 γκολ.
Συνολικά με το «τριφύλλι» κατέκτησε 11 πρωταθλήματα, 6 κύπελλα και 5 ασπίδες (Σούπερ Καπ) της ΚΟΠ, ενώ έγινε ευρύτερα γνωστός στο ευρωπαϊκό κοινό τη σεζόν 1975-76, όταν χάρη στα 39 γκολ του κατάφερε να πάρει το «Χρυσό Παπούτσι» της UEFA.
«Το ‘Χρυσό Παπούτσι’ ήταν αποτέλεσμα της εμμονής του Πατσετζίεφ να γίνω επιθετικός. Παρέλαβα το βραβείο μου στο Παρίσι με τη συνοδεία και τη βοήθεια των ανθρώπων του ΡΙΚ», λέει στο Sport-Retro.gr.
Η παρθενική ομάδα του Σωτήρη Καϊάφα ήταν εκείνη της περιοχής του «Πρόοδος», ενώ το πρώτο «γήπεδο» που έπαιξε ποδόσφαιρο ήταν η αυλή της εκκλησίας του Αγίου Ιωάννη στη Μια Μηλιά.
Στα 14 του ο Καϊάφας είδε για πρώτη φορά από κοντά την αγαπημένη του Ομόνοια και στα 15 είχε ήδη αποφασίσει πως το μοναδικό πράγμα που θέλει να κάνει στη ζωή του είναι να παίζει ποδόσφαιρο.
Πήρε μόνος του την πρωτοβουλία να δοκιμαστεί στο «τριφύλλι», ασχέτως αν την πρώτη χρονιά έχασε αρκετές προπονήσεις και, κατ’ επέκταση, δεν του δόθηκε κάποια ευκαιρία να αγωνιστεί με την ομάδα των Νέων.
Τη δεύτερη σεζόν έγινε πιο τακτικός και συνεπής, με αποτέλεσμα να παίρνει χρόνο συμμετοχής, ενώ η άφιξη του Γκεόργκι Πατσετζίεφ στην Ομόνοια ήταν καθοριστικής σημασίας για τον Καϊάφα.
Ο αείμνηστος από τις 12 Απριλίου 2005 τεχνικός είχε ξεχωρίσει κάποιους νεαρούς ποδοσφαιριστές, μεταξύ των οποίων και ο 16χρονος τότε Σωτήρης.
Ο Βούλγαρος θεωρούσε πως ο Καϊάφας ήταν ιδανικός για τη θέση της επίθεσης, όμως σε όλες τις συμμετοχές που είχε καταγράψει με τους Νέους αγωνίστηκε ως κεντρικός αμυντικός.
Η χρονιά κυλούσε και ο νεαρός Κύπριος αγωνιζόταν είτε ως κεντρικός αμυντικός που προτιμούσε ο ίδιος είτε ως επιθετικός που ήθελε ο προπονητής, ο οποίος αποχώρησε το καλοκαίρι του 1966.
Σύντομα ο Καϊάφας προωθήθηκε μόνιμα στην πρώτη ομάδα, όμως απουσίαζε συχνά από τις προπονήσεις καθώς είχε χάσει τον πατέρα του και εργαζόταν σε εργοστάσιο μαζί με τα υπόλοιπα μέλη της οικογενείας του.
Στις αρχές της χρονιάς σε ένα φιλικό ματς με τη Νέα Σαλαμίνα στην Αμμόχωστο, αν και ανέτοιμος κλήθηκε από τον προπονητή του να ακολουθήσει την αποστολή της ομάδας.
Το πρώτο ημίχρονο ήταν 3-0 υπέρ των αντιπάλων, όταν ο Καϊάφας πέρασε αλλαγή ως κεντρικός αμυντικός με εντολή από τον Γκέοργκι Μπάρκα να ανακόψει τον αντίπαλο επιθετικό που είχε κάνει όλη τη ζημιά στην Ομόνοια.
Ο νεαρός έκανε άψογα τη δουλειά του και καθιερώθηκε ως κεντρικός αμυντικός στην ομάδα: «Ήταν ένα φιλικό στην Αμμόχωστο μέσα στο κατακαλόκαιρο της Κύπρου. Κανείς δεν έδινε σημασία στα φιλικά. Εγώ όμως το εκμεταλλεύθηκα αυτό και χωρίς κανένα άγχος αλλά με πολύ πείσμα, μπήκα μέσα στο δεύτερο ημίχρονο για να δείξω ποιος είμαι και τι αξίζω».
Μάλιστα, τον Μάιο του 1968 μετά από μια εξαιρετική χρονιά στην Ομόνοια, κλήθηκε στην εθνική Κύπρου ως κεντρικός αμυντικός, ενώ την ίδια εποχή, 4 αγωνιστικές πριν από το τέλος του πρωταθλήματος καταγράφηκε το γεγονός που άλλαξε ριζικά την καριέρα του.
Το «τριφύλλι» αντιμετώπιζε σημαντικά προβλήματα στην επίθεση, με συνέπεια ο Καϊάφας από την άμυνα να περάσει στην επίθεση μέχρι την ολοκλήρωση της σεζόν.
Ο απολογισμός ήταν εξαιρετικός με 11 γκολ σε 4 ματς και όταν την επόμενη χρονιά επανήλθε στο τιμόνι της ομάδας ο Πατσετζίεφ, τέθηκε εκ νέου το δίλημμα «9άρι» ή κεντρικός αμυντικός για τον νεαρό.
Οι συζητήσεις και οι διαφωνίες που είχε με τον προπονητή του ήταν αμέτρητες, αλλά τελικά πείστηκε πως μπορεί να καθιερωθεί ως επιθετικός: «Ο προπονητής θεωρούσε πώς έπρεπε να παίζω στην επίθεση. Διαφωνούσαμε συνεχώς αλλά δεν είχα άλλη επιλογή. Πίστευε πολύ σε εμένα γι’ αυτό δουλεύαμε μαζί και μετά τις προπονήσεις μόνοι μας».
Η «χρυσή» δεκαετία της Ομόνοιας άρχισε το 1971-72 με τον Ντόμπρομιρ Τάσκοφ στον πάγκο και τον Καϊάφα πρώτο «πιστόλι» στο πρωτάθλημα με 13 γκολ.
Την προτελευταία αγωνιστική στη νίκη 1-0 απέναντι στη Νέα Σαλαμίνα, οι παίκτες του «τριφυλλιού” έκαναν τον γύρο του θριάμβου, με τον κόσμο να φωνάζει για πρώτη φορά στην ιστορία την ιαχή «Ομόνοια-Λαός-Πρωτάθλημα», η οποία ακούγεται μέχρι σήμερα.
Η Ομόνοια αναδείχθηκε νταμπλούχος μετά από 6 έτη και η συνέχεια αποδείχθηκε ακόμη καλύτερη, καθώς δεν περνούσε χρονιά χωρίς να κατακτηθεί τουλάχιστον ένας τίτλος, τη στιγμή που ο Καϊάφας τερμάτιζε πάντα πρώτος σκόρερ του πρωταθλήματος.
«Το πρώτο μου πρωτάθλημα με την αγαπημένη μου Ομόνοια τη χρονιά 1971-72, πραγματικά το απόλαυσα και ακόμη το θυμάμαι σαν να ήταν χθες», θυμάται ο τρανός παλαίμαχος άσος στο Sport-Retro.gr.
Το αποκορύφωμα της πορείας του καταγράφηκε τη σεζόν 1975-76, όταν σκόραρε 39 φορές και έγινε ο πρώτος (και τελευταίος μέχρι σήμερα) Κύπριος που κατέκτησε το «Χρυσό Παπούτσι» της UEFA.
Ταξίδεψε στο Παρίσι για να παραλάβει το βραβείο του μαζί με μέλη του ΡΙΚ και όλοι ήθελαν να ανταλλάξουν μια κουβέντα μαζί του, ασχέτως αν δεν γνώριζε καλά την αγγλική γλώσσα.
Τα στελέχη του Ραδιοφωνικού Ιδρύματος του νησιού τον βοήθησαν να επικοινωνήσει με ανθρώπους του ποδοσφαίρου και δημοσιογράφους από κάθε γωνιά της ηπείρου.
Ο ίδιος χαρακτηρίζει ως δεύτερη καλύτερη στιγμή στην καριέρα του το 4-0 επί του Άγιαξ στις 7 Νοεμβρίου 1979, στο Μακάρειο Στάδιο, όπου σκόραρε δύο φορές.
Ο «Αίας» εκείνης της εποχής ήταν μία από τις κορυφαίες ευρωπαϊκές ομάδες και η τεράστια νίκη της Ομόνοιας είχε προκαλέσει φρενίτιδα πανηγυρισμών στο νησί, όχι μόνο στις τάξεις των φιλάθλων της, αλλά σε όλους τους Κύπριους.
Αυτή η επιτυχία «ταρακούνησε» ολόκληρη την ποδοσφαιρική Ευρώπη, ασχέτως αν το πρώτο ματς είχε λήξει 10-0 υπέρ του Άγιαξ, ενώ μετά τη λήξη ο Καϊάφας έλαβε το μεγαλύτερο πριμ της καριέρας του, ποσό που μεταφράστηκε σε 100 λίρες τη στιγμή που το μεροκάματό του στην ομάδα δεν ξεπερνούσε τις 25.
Επιπλέον, ο απαράμιλλος αυτός σκόρερ εξακολουθεί να έχει στην κατοχή του δύο πολύ μεγάλα ρεκόρ: Αφενός μεν κατάφερε να κατακτήσει 8 φορές το «Χρυσό Παπούτσι» στην πατρίδα του, αφετέρου δε τη σεζόν 1976-77 σκόραρε 44 φορές, αριθμός απλησίαστος ακόμη και σήμερα.
Να σημειωθεί ότι μετά το 1976 η UEFA απαγόρευσε να ξαναπάρει Κύπριος το «Χρυσό Παπούτσι», επικαλούμενη αντιδράσεις ξένων χωρών – κυρίως της Τουρκίας όπως γίνεται εύκολα κατανοητό.
«Τα παράπονα γίνονταν κυρίως από την Τουρκία. Ήταν τα πρώτα χρόνια της κατοχής στην Κύπρο. Εμείς προσπαθήσαμε με το βραβείο μου να προβάλλουμε τον τόπο μας και τα κατεχόμενα χωριά μας. Ήταν η καλύτερη διαφήμιση τότε για να δείξουμε το πρόβλημα που υπήρχε στο νησί μας.
Μαζί με τους Τούρκους βρήκαν ευκαιρία κι άλλοι Ευρωπαίοι να διαμαρτυρηθούν για να μας απαγορεύσουν να διεκδικήσουμε ξανά το «Χρυσό Παπούτσι», λέει ο ίδιος στο Sport-Retro.gr.
Η αναγνώριση του Σωτήρη Καϊάφα ήταν καθολική από ολόκληρη την Κύπρο και, βέβαια, η ανάδειξή του σε κορυφαίο ποδοσφαιριστή του αιώνα στο νησί ήταν το λιγότερο που θα μπορούσε να λάβει ως αντάλλαγμα από τον κυπριακό αθλητισμό.
Εκτός από τους πολλούς τίτλους και τα εκατοντάδες γκολ, ο 69χρονος σήμερα βετεράνος επιθετικός χάρισε στην Ομόνοια άλλον ένα σπουδαίο άσο και σύμβολο της ομάδας.
Ο λόγος για τον γιο του Κωστάκη Καϊάφα, ο οποίος αγωνίστηκε στην ομάδα για 18 χρόνια (1991-2009), τα περισσότερα από αυτά ως αρχηγός.
Γιώργος Κύζας
Τελειόφοιτος Κέντρου Αθλητικού Ρεπορτάζ