Τα 46 του χρόνια κλείνει το Σάββατο (12/8/2017) ένας από τους μεγαλύτερους τενίστες όλων των εποχών.
Ο λόγος για τον Πιτ Σάμπρας, ο οποίος άφησε το δικό στίγμα στην Ιστορία του αθλήματος, ιδιαίτερα κατά την δεκαετία του 1990, όπου και μεγαλούργησε.
Το Sport-Retro.gr καταγράφει τη ζωή και την καριέρα του τενίστα που κατάγεται από την Ελλάδα και συγκεκριμένα από τη Σπάρτη.
Οι ρίζες του Σάμπρας και η οικογένειά του
Το τένις είναι ένα άθλημα το οποίο έχει γνωρίσει άνθηση στην Ελλάδα μόνο κατά τα τελευταία χρόνια, με σημαντικότερη εκπρόσωπο τη Λένα Δανιηλίδου.
Εντούτοις, η χώρα μπορεί να υπερηφανεύεται πως είναι η μητέρα πατρίδα ενός εκ των κορυφαίων αθλητών που υπήρξαν ποτέ.
Ο λόγος για τον θρυλικό Πιτ Σάμπρας, ο οποίος είναι το τρίτο παιδί της οικογένειας του Σωτήρη (Σαμ) και της Γεωργίας.
Ο πατέρας, ο οποίος εργαζόταν ως μηχανικός, γεννήθηκε το 1937 και μεγάλωσε στο Σικάγο, ενώ η μητέρα το 1935 στη Σπάρτη και μετακόμισε στις ΗΠΑ το 1960, όπου και έβγαζε το ψωμί της ως αισθητικός.
Οι δυο τους γνωρίστηκαν στο «Washington Hotel», δηλαδή τον πρώτο εργασιακό χώρο της Γεωργίας, και έναν χρόνο αργότερα παντρεύτηκαν.
Ο Πιτ έχει δύο μεγαλύτερα αδέρφια κι έναν μικρότερο: τον Γκας που γεννήθηκε το 1968, τη Στέλλα που γεννήθηκε το 1969, καθώς και τον Μάριον που γεννήθηκε το 1974.
Το 1978 η οικογένεια του μετακόμισε στην Καλιφόρνια, όπου ο 7χρονος τότε Πιτ άρχισε να αναπτύσσει το ταλέντο που αργότερα θα τον έκανε παγκοσμίως γνωστό.
Οι γονείς των 4 παιδιών ήταν θρήσκοι και παρευρίσκονταν συχνά στην Ελληνορθόδοξη εκκλησία της παραλίας Redondo.
Είναι γνωστό πως ο Σαμ και η Γεωργία συμπαραστέκονταν στον γιο τους από μακριά, καθώς όπως ισχυρίζονταν οι ίδιοι, ένιωθαν μια νευρικότητα όποτε παρακολουθούσαν τους αγώνες του, ειδικότερα μετά από μια ήττα του από τον Στέφαν Έντμπεργκ το 1992.
Ο Πιτ Σάμπρας έχει δηλώσει πως νιώθει Έλληνας και είναι από τους ομογενείς που δεν έκρυψε ποτέ την καταγωγή του.
Μάλιστα, κατά το παρελθόν επισκέφθηκε την πατρίδα των γονιών του, όπως φαίνεται και στη φωτογραφία αριστερά.
Το στυλ του
Ο Πιτ Σάμπρας ήταν μαθητής του Ρόμπερτ Λάντσορπ, ο οποίος συνήθιζε να διδάσκει το flat forehand που τόσο βοήθησε τον Σάμπρας στην καριέρα του. Επιπλέον, το backhand του με το ένα χέρι ήταν εξαιρετικό, ασχέτως αν ο ώμος του δεν βρισκόταν στην ευθεία την ώρα του χτυπήματος.
Συνήθως κινείτο από τα αριστερά προς τα δεξιά, ενώ το σώμα του ανταποκρινόταν πολύ γρήγορα στα χτυπήματα. Δεν δίσταζε να χρησιμοποιήσει slice backhand (σε πολλές περιπτώσεις για να πλησιάσει επιτυχώς στο φιλέ) και, μάλιστα, να καταγράψει υψηλό ποσοστό.
Επίσης, στο καθαρά τεχνικό σκέλος, ο Σάμπρας είχε όλο το “πακέτο” για το τέλειο βολέ, δεδομένου ότι ήταν ένας ιδιαίτερα αθλητικός τενίστας. Η… παρουσίαση ολοκληρώνεται με το, πιθανότατα, πιο δυνατό του σημείο του Ελληνοαμερικανού θρύλου του αθλήματος.
Οι ειδικοί εκτιμούν ότι το σερβίς του ήταν παρόμοιο στην ταχύτητα με εκείνο άλλων σπουδαίων τενιστών, όμως το φάλτσο που έβαζε ήταν αυτό που έκανε τη διαφορά.
Εν κατακλείδι, ο Πιτ Σάμπρας ήταν ένας τενίστας που επένδυε στο δυνατό και φαλτσαριστό σερβίς, την αθλητικότητά του και τις συχνές “επισκέψεις” του στο φιλέ.
Η στρατηγική του ήταν πολύ δύσκολη, διότι ο εκάστοτε αντίπαλος αδυνατούσε για ένα σεβαστό χρονικό διάστημα να βρει ρυθμό στο παιχνίδι του.
Το πρώτο Grand Slam
Η πρώτη σπουδαία στιγμή της καριέρας του Πιτ Σάμπρας ήρθε το 1990 στο Αυστραλιανό Open του Ιανουαρίου.
Συγκεκριμένα έφτασε έως τον 4ο γύρο, ενώ τον Φεβρουάριο κατέγραψε την πρώτη του επαγγελματική νίκη στο Αμερικανικό Pro Indoors της Φιλαδέλφειας.
Από τη στιγμή που ηττήθηκε μόλις στον 1ο γύρο της παρθενικής του συμμετοχής στο Wimbledon, ο Σάμπρας μπήκε στο US Open, χωρίς κανείς να υποψιάζεται ότι ένας μύθος αρχίζει να ανοίγει τα φτερά του.
Έφτασε στην τελική οκτάδα, όπου απέκλεισε στα 5 σετ τον σπουδαίο Ιβάν Λεντλ και στον ημιτελικό έθεσε νοκ-άουτ έναν ακόμη θρύλο του αθλήματος, τον Τζον Μάκενρο.
Στον τελικό αντιμετώπισε για πρώτη φορά τον Αντρέ Αγκάσι, ο οποίος έμελλε να μετατραπεί σε έναν από τους πιο ξεχωριστούς αντιπάλους του.
Ο αγώνας κράτησε 1 ώρα και 42 λεπτά και χαρακτηρίστηκε ως ένας από τους πιο σημαντικούς στην Ιστορία του US Open.
Ο Σάμπρας επικράτησε με 3-0 σετ (6-4, 6-3, 6-2), σημειώνοντας 13 άσσους και χάνοντας μόνο 17 πόντους στο σερβίς.
Κατά συνέπεια, ο Ελληνοαμερικανός έγινε ο νεότερος νικητής του συγκεκριμένου Grand Slam, όντας μόλις 19 ετών και 28 ημερών.
Η στιγμή που λύγισε o Σάμπρας
Μία από τις πιο δραματικές στιγμές της καριέρας του καταγράφηκε το 1995 στον ημιτελικό του Αυστραλιανού Open.
Ο Τιμ Γκάλικσον υπήρξε προπονητής του από το 1992, τον βοήθησε πολύ να επανέλθει στα τρόπαια ύστερα από το 1990 και είχαν χτίσει μια καλή φιλία.
Τον Ιανουάριο του 1995 ο Γκάλικσον ακολούθησε τον Σάμπρας στο Αυστραλιανό Open, προκειμένου να τον βοηθήσει στην υπεράσπιση του τίτλου που είχε κατακτήσει έναν χρόνο νωρίτερα.
Όμως, κατά τη διάρκεια μιας προπόνησης ο προπονητής κατέρρευσε, εισήχθη σε νοσοκομείο της Μελβούρνης και κατόπιν σε νοσοκομείο του Σικάγου για περαιτέρω εξετάσεις.
Η επιδείνωση της υγείας του Γκάλικσον συγκλόνισε τον Σάμπρας, ο οποίος κατά τη διάρκεια του ημιτελικού του Αυστραλιανού Open με αντίπαλο τον φίλο του Τζιμ Κούριερ, ξέσπασε σε κλάματα.
Όλο το γήπεδο άρχισε να τον χειροκροτεί και εκείνος αφιέρωσε τη νίκη του στον αγαπημένο του προπονητή.
Αργότερα, οι γιατροί ανακοίνωσαν τα χειρότερα: Ο Γκάλικσον έπασχε από μια μη αναστρέψιμη μορφής καρκίνου στον εγκέφαλο.
Έναν χρόνο μετά ο Αμερικανός προπονητής απεβίωσε μόλις στα 44 του χρόνια και ο Σάμπρας έχασε έναν άνθρωπο που για τον ίδιο ήταν κάτι παραπάνω από ένας προπονητής.
Όταν πέρασε στο πάνθεον
Μια ξεχωριστή στιγμή για τον Ελληνοαμερικανό σούπερ σταρ του τένις ήταν η κατάκτηση του Wimbledon το 1999.
Όχι τόσο για τον τίτλο αυτό καθαυτό, αφού εκείνη την εποχή ο Σάμπρας ήταν ήδη χορτασμένος από νίκες και διακρίσεις.
Αυτό που έκανε ξεχωριστή εκείνη την διάκριση ήταν ότι τον έφερε οριστικά στο πάνθεον των κορυφαίων τενιστών όλων των εποχών.
Στις 4 Ιουλίου του 1999 ο Σάμπρας επικράτησε του Αγκάσι με 3-0 σετ και πανηγύρισε το Wimbledon για 6η φορά μέσα σε μία 7ετία!
Με αυτή τη νίκη ισοφάρισε το ρεκόρ του Ρόι Έμερσον (σ.σ. αστέρας του αθλήματος κατά τη δεκαετία του 1960) με 12 κατακτήσεις Grand Slam.
Το επόμενο έτος επανέλαβε τον θρίαμβο και πέρασε μόνος στην κορυφή, ενώ έως το 2001 πήρε συνολικά 14 Grand Slam και ήταν πολυνίκης μέχρι το 2009, όταν ο Ρότζερ Φέντερερ έγραφε τη δική του ιστορία.
Το πρόβλημα υγείας του
Ο Σάμπρας έχει δεχτεί κατά τη διάρκεια της καριέρας του αρκετή κριτική για τη σωματική του κατάσταση, καθώς λίγοι γνώριζαν ότι αντιμετώπιζε προβλήματα υγείας.
Άλλωστε ο ίδιος δεν ήθελε να είναι γνωστά τα θέματά του, προκειμένου να μην ξέρουν οι αντίπαλοι τα μειονεκτήματά του.
Έχει παραδεχτεί πως πάσχει από θαλασσαιμία, μία νόσος στην οποία ένας άνθρωπος έχει χαμηλά επίπεδα σιδήρου στο αίμα και το οποίο προσβάλλει κατά κύριο λόγο άτομα μεσογειακής καταγωγής.
Επίσης, το γεγονός ότι αγωνιζόταν κάτω από υψηλές θερμοκρασίες, τον δυσκόλευε αρκετά στα στομαχικά προβλήματα που είχε και τα οποία του δημιουργούσαν άγχος κατά τη διάρκεια των αγώνων.
Ο ίδιος έχει δηλώσει σε συνέντευξη πως ανεξάρτητα από τα παραπάνω δεν γυμναζόταν πολύ, αλλά δούλευε περισσότερο με το μυαλό.
Ίνδαλμά του ήταν ο Στέφαν Έντμπεργκ, ο οποίος επίσης δεν φημιζόταν για την ιδιαίτερα καλή φυσική του κατάσταση.
Όπως έχει πει, προσπαθούσε πάντα να κάνει ό,τι είναι ανθρωπίνως δυνατόν μέσα στον αγωνιστικό χώρο, ενώ στο γυμναστήριο δούλευε όσο χρειαζόταν για να διατηρείται στην κατάλληλη φυσική κατάσταση.
ΙΩΑΚΕΙΜ ΑΡΑΜΠΑΤΖΗΣ
Διαβάστε ακόμη:
Φρεντ Πέρι: Ένας παρεξηγημένος τενίστας, μία θρυλική… φίρμα