Έβλεπε μπροστά. Διάβαζε τη φάση με καθαρό μυαλό και έβγαζε εις πέρας τις πιο δύσκολες αποστολές. Το «κομπιούτερ», όπως αποκαλείτο, του Παναθηναϊκού στα ένδοξα ευρωπαϊκά χρόνια των αρχών της δεκαετίας του 2000.
Ο Ρενέ Χένρικσεν δεν έβλεπε μπροστά μόνο στο εκάστοτε ματς, αλλά και στη ζωή. Τρανταχτό παράδειγμα η συνέντευξη που έδωσε για λογαριασμό του περιοδικού «Παναθηναϊκό Τριφύλλι» (τεύχος Οκτωβρίου 1999).
Φορώντας γάντια του μποξ, ο αξιολάτρευτος κεντρικός αμυντικός χαρακτηρίστηκε ι-δανική λύση από τους δημοσιογράφους Θεολόγο Αλεξανδράτο και Τάκη Μπίβη, οι οποίοι επιμελήθηκαν το θέμα.
Με αυτές τις συμβολικές φωτογραφίες, οι συντελεστές του Sport-Retro.gr στέλνουν ευχές από τα βάθη της καρδιάς τους σε έναν ποδοσφαιριστή-κόσμημα.
Η συνέντευξη:
-Φαίνεται ότι το πράσινο χρώμα είναι το γούρι σου…
«Μάλλον, αν σκεφτείτε ότι παίζω σε ομάδες με πράσινα σε όλη την καριέρα μου. Εξάλλου, το πράσινο είναι το χρώμα της ελπίδας. Στην εθνική Δανίας, βέβαια, φοράμε κόκκινα και ξέρω ότι το χρώμα αυτό δεν είναι αγαπητό στον κόσμο του Παναθηναϊκού, αλλά θα πρέπει να συνηθίσω».
-Είσαι καθόλου προληπτικός; Γιατί η συμφωνία με τον Παναθηναϊκό, ουσιαστικά, έκλεισε Παρασκευή και 13;
«Όχι, ευτυχώς δεν έχω προλήψεις. Εξάλλου, αν είχα πως θα έμπαινα στο αεροπλάνο για να έρθω στην Ελλάδα;»
-Πες μας λίγο το story της μεταγραφής σου.
«Αρχικά, με πήρε τηλέφωνο ο μάνατζέρ μου και με ρώτησε αν θα με ενδιέφερε να παίξω στον Παναθηναϊκό. Ζήτησα λίγο χρόνο για να το σκεφτώ, γιατί η αλήθεια είναι ότι ήξερα πολύ λίγα για την ομάδα και αυτά από τους αγώνες προ τετραετίας με την Όλμποργκ στους ομίλους του Champions League.
Φρόντισα, λοιπόν, να πάρω πληροφορίες, ρώτησα διάφορους δημοσιογράφους που είχαν δει τότε τον Παναθηναϊκό, αλλά και που έκαναν ρεπορτάζ για το ευρωπαϊκό ποδόσφαιρο, τις κυριότερες όμως πληροφορίες μου τις έδωσε ο ομοσπονδιακός μας προπονητής Μπο Γιόχανσον που είχε δουλέψει σε ελληνική ομάδα (σ.σ. τον Πανιώνιο). Ο Γιόχανσον μου είπε ότι ο Παναθηναϊκός θα ήταν πολύ καλή επιλογή για να συνεχίσω την καριέρα μου».
-Στα 14 χρόνια της καριέρας σου έφτιαξες καλό όνομα. Πώς και δεν πήρες νωρίτερα την απόφαση να φύγεις από την ΑΒ;
«Μέχρι τα 25-26 μου έπαιζα με την AB, στην οποία ουσιαστικά μεγάλωσα, πιο πολύ γιατί μου άρεσε το ποδόσφαιρο και λιγότερο γιατί είχα σκοπό να κάνω καριέρα. Έπαιζα με τους φίλους μου, ήταν η ομάδα μου, στην ουσία έκανα το κέφι μου.
Τα τελευταία χρόνια που η ομάδα ανέβηκε για τα καλά στη μεγάλη κατηγορία άρχισα να έχω κάποιες φιλοδοξίες. Είχαμε έναν πολύ καλό προπονητή, τον Κρίστιαν Άντερσεν, ο οποίος με γύρισε από το κέντρο, όπου έπαιζα τότε, στην άμυνα.
Αυτό το γεγονός, σε συνδυασμό με τη θέληση να κρατήσουμε την ομάδα στη μεγάλη κατηγορία, με έκανε να θέλω να μετρήσω τις δυνάμεις μου. Άρχισα, λοιπόν, να βλέπω το ποδόσφαιρο και από μια άλλη σκοπιά. Την πρώτη χρονιά η ομάδα ίσα που γλύτωσε τον υποβιβασμό. Αυτό μας έδωσε ηθικό και την επόμενη χρονιά ήρθαμε πέμπτοι.
Αποκορύφωμα, βέβαια, ήταν η περυσινή σεζόν που βγήκαμε τρίτοι και, παράλληλα, πήραμε το Κύπελλο. Όλα αυτά, συν το γεγονός ότι είχα χριστεί διεθνής, με έπεισαν ότι έπρεπε να δοκιμάσω και εκτός συνόρων τις δυνάμεις μου. Η πρόταση, λοιπόν, του Παναθηναϊκού ήρθε την κατάλληλη εποχή και έτσι πήρα την απόφασή μου.
Οι προτάσεις που είχα δεχθεί νωρίτερα από την Ολλανδία, τη Γερμανία και τη Σκωτία δεν με γέμιζαν. Η αλήθεια είναι πως όλα άλλαξαν με την πρώτη μου διεθνή συμμετοχή τον Μάρτιο του 1998. Έπαιξα μπροστά σε 40.000 θεατές στο φιλικό Σκωτία-Δανία, ήρθε το Mundial και γλυκάθηκα. Δεν ήθελα πια να παίζω μπροστά σε 3.000 φιλάθλους και, μάλιστα, τους περισσότερους γνωστούς. Ήθελα να νιώσω την ένταση του πρωταθλητισμού».
-Στη Δανία έχετε πολλούς καλούς παίκτες. Πώς και το πρωτάθλημα της χώρας δεν είναι επαγγελματικό;
«Αυτή τη στιγμή έξι ομάδες είναι επαγγελματικές. Αλλά επειδή οι μικρότερες δεν έχουν μεγάλα αποτελέσματα δεν προσελκύουν ούτε σπόνσορες ούτε κόσμο και έτσι δεν είναι επαγγελματικές».
-Ποιες είναι οι πρώτες σου εντυπώσεις από τον Παναθηναϊκό, αλλά και από την Ελλάδα;
«Έμεινα από την αρχή εντυπωσιασμένος από τις εγκαταστάσεις της ομάδας. Τα όσα είδα στην Παιανία σε συνδυασμό με την επαγγελματική 100% συμπεριφορά των ανθρώπων του συλλόγου με έπεισαν ότι έκανα σωστή επιλογή. Από την Ελλάδα είχα από παλιά τις καλύτερες εντυπώσεις. Έχω πάει επτά φορές στα ελληνικά νησιά και έχω περάσει καταπληκτικά. Ειδικά στην Κω, όπου έχω και Δανούς φίλους που μένουν μόνιμα εκεί».
-Η Αθήνα;
«Ωραία πόλη, αλλά λείπει το πράσινο. Επίσης, έχει απίστευτη κίνηση στους δρόμους. Μέχρι να έρθω εδώ νόμιζα ότι η Κοπεγχάγη έχει κυκλοφοριακό πρόβλημα, αλλά σε σύγκριση με την Αθήνα είναι… παράδεισος».
-Η ζωή στην πατρίδα σου πώς ήταν;
«Πολύ ωραία. Στην Κοπεγχάγη είχα τους φίλους μου, την οικογένειά μου και περνούσα πολύ καλά. Ελπίζω να καταφέρω το ίδιο και εδώ. Μου λείπει η ηρεμία της Δανίας. Εδώ οι άνθρωποι είναι πολύ πιο νευρικοί, πιο θερμόαιμοι».
-Πώς σου κόλλησαν το παρατσούκλι «άλογο»;
«Στη Δανία το Ρενέ δεν είναι πολύ εύκολο να το φωνάζεις στο γήπεδο. Από 10 χρονών, λοιπόν, οι συμπαίκτες μου μού έβγαζαν παρατσούκλια. Όταν ήμουν πιτσιρικάς ήμουν μικρόσωμος και με φώναζαν «λίλε» που σημαίνει μικρούλης. Μετά μου έδωσαν το προσωνύμιο «άλογο», μάλλον λόγω του αγωνιστικού μου στυλ».
-Ο πρώην προπονητής σου σε παρομοίασε με σκακιστή για την ικανότητά σου να διαβάζεις τις φάσεις…
«Κάθε παίκτης έχει πλεονεκτήματα και μειονεκτήματα. Εγώ επειδή δεν είμαι ιδιαίτερα γρήγορος έμαθα να «διαβάζω» το παιχνίδι, ώστε να μην επιτρέπω να δημιουργούνται κίνδυνοι για την ομάδα μου».
-Ποιο ματς σου έχει μείνει αξέχαστο;
«Δεν θα ξεχάσω ποτέ το τελευταίο παιχνίδι της ΑΒ πριν να ανέβουμε στην πρώτη κατηγορία. Επίσης, τον περυσινό τελικό του Κυπέλλου Δανίας, καθώς και το πρόσφατο ματς της εθνικής με την Ιταλία, όπου νικήσαμε 3-2 ενώ χάναμε 2-0. Ελπίζω ότι και με τον Παναθηναϊκό θα ζήσω αξέχαστες στιγμές».
-Ήσουν στην αποστολή της Δανίας για το Mundial της Γαλλίας, αλλά δεν έπαιξες. Σε πίκρανε αυτό;
«Δεν μπορώ να πω ότι δεν με στεναχώρησε. Είμαι, όμως, συνειδητοποιημένος παίκτης. Ήξερα ότι το δίδυμο της εθνικής ήταν πολύ καλό και είχε παίξει πολλές φορές μαζί. Άρα για να παίξω θα έπρεπε να τραυματιστεί ή να τιμωρηθεί κάποιος από τους δύο.
Φυσικά και θα ήθελα να παίξω, αλλά μου έφτανε που πήρα μέρος -έστω και από τον πάγκο- σε αυτή τη μεγάλη γιορτή. Αποκλειστήκαμε από τη Βραζιλία, αλλά παίξαμε θαυμάσια και οι συμπατριώτες μας ήταν υπερήφανοι για εμάς».
-Πιστεύεις ότι θα προκριθείτε στο Ευρωπαϊκό Πρωτάθλημα του 2000;
«Ξεκινήσαμε πολύ άσχημα τη διοργάνωση, με σημαντικές απώλειες. Η βάση της εθνικής ήταν οι παίκτες που έπαιξαν στο Mundial, πλην των αδερφών Λάουντρουπ, και είχαν επαναπαυθεί στην καλή πορεία μας στη Γαλλία. Πίστευαν ότι θα κερδίζαμε εύκολα τα ματς, αλλά προσγειωθήκαμε ανώμαλα. Μετά ο Γιόχανσον άλλαξε σχεδόν όλη την ομάδα και βρήκαμε τον δρόμο μας».
-Ποιες φιλοδοξίες έχεις από τη μεταγραφή σου στον Παναθηναϊκό;
«Θέλω πολύ, πάρα πολύ, να κερδίσω το πρωτάθλημα Ελλάδας. Ξέρω ότι είναι σημαντικό για τον κόσμο, αλλά είναι και για μένα εξίσου σπουδαίο. Θα τα δώσω όλα για να το πετύχουμε και για να πάρουμε το εισιτήριο για το Champions League. Θέλω επίσης να κάνουμε καλή πορεία στο Κύπελλο UEFA, αν και για να πας μακριά στα κύπελλα Ευρώπης, πρέπει να έχεις και τύχη».
-Τι γνώμη έχεις για το ελληνικό πρωτάθλημα;
«Νομίζω ότι η πορεία στην Ευρώπη είναι καθρέφτης για το πρωτάθλημα μιας χώρας. Θέλω να ελπίζω ότι το πρωτάθλημα εδώ είναι καλύτερο από της Δανίας».
-Ο Παναθηναϊκός παίζει εφέτος για πρώτη φορά ζώνη. Την προτιμάς από το man to man;
«Δεν έχω πρόβλημα με κανένα από τα δύο συστήματα. Στην ΑΒ παίζαμε man to man και στην εθνική ομάδα ζώνη. Το man to man απαιτεί περισσότερο τρέξιμο και η ζώνη περισσότερη ομαδική δουλειά».
-Με τη γλώσσα πώς τα πας;
«Προσπαθώ να μάθω ελληνικά και, μάλιστα, γρήγορα. Πρέπει, για να καθοδηγώ τους συμπαίκτες μου. Μέχρι τώρα μπορώ και λέω «δεξιά», «αριστερά», «πάμε».
-Έχεις κάποιο ποδοσφαιρικό είδωλο;
«Πάντα μου άρεσε ο τρόπος παιχνιδιού του Ματίας Ζάμερ και προσπαθούσα να πάρω κάποια στοιχεία από το παιχνίδι του».
-Ποια ευρωπαϊκή ομάδα υποστηρίζεις;
«Τη Μάντσεστερ Γιουνάιτεντ φανατικά. Με τον πατέρα μου που είναι οπαδός της Τότεναμ έχουμε μεγάλες κόντρες».
-Γράφτηκε ότι η σύντροφός σου δεν πειθόταν εύκολα να έρθει στην Ελλάδα. Πώς την… ντρίμπλαρες;
«Το συζητήσαμε πάρα πολύ. Πείστηκε και η Χίλε ότι και γι’ αυτήν θα ήταν καλό να γνωρίσει μία νέα χώρα, μία νέα κουλτούρα».
-Πόσο καιρό είστε μαζί;
«Δύο χρόνια».
-Θα παντρευτείτε;
«Ναι, αλλά μην της το πείτε (γέλια)».
***
Φινάλε με μία δική του ατάκα που αντιπροσωπεύει πλήρως τους συντελεστές του Sport-Retro.gr: «Θα προτιμούσα να αγωνίζομαι την εποχή που οι ποδοσφαιριστές δεν ήταν επαγγελματίες, αλλά έπαιζαν για το χόμπι τους, γιατί τους άρεσε. Καλή είναι και η πίεση της νίκης, αλλά μην ξεχνάμε ότι πάνω απ’ όλα το ποδόσφαιρο είναι παιχνίδι».
Ρενέ Χένρικσεν, έχεις… προγραμματιστεί για να νικάς καθημερινά…
Διαβάστε ακόμη:
Παναθηναϊκός – Ολυμπιακός 2-2: Το «ντέρμπι του Δούρου»
Η νύχτα που ο Βαζέχα «πάγωσε το Άμστερνταμ». Σπάνιες μαρτυρίες και photos του Χρήστου Σωτηρακόπουλου
Η τεράστια νίκη του Παναθηναϊκού επί της Μπαρτσελόνα. Ο Γιόνας Κόλκα στο Sport-Retro.gr
Έτσι έχτισε τον Παναθηναϊκό της Ευρώπης. Μία συνέντευξη του αείμνηστου Γιάννη Κυράστα