Η Ίντερ χάλασε τα εγκαίνια του «Σαν Σίρο» που έχτισε η Pirelli για τη Μίλαν το 1926

Το ιταλικό ποδόσφαιρο περνούσε μία δημιουργική φάση τη δεκαετία του ’20. Η Τζένοα αποκαθηλώθηκε μετά από το χειρότερο διαιτητικό σφάλμα στην ιστορία του κάλτσιο, η Μπολόνια ήταν πάντοτε δυνατή, η Γιουβέντους προετοίμαζε το έδαφος για τις πέντε σερί κατακτήσεις της δεκαετίας του ’30, πανηγυρίζοντας τον τίτλο της σεζόν 1925-1926.

Οι ομάδες του Μιλάνου, από την πλευρά τους, δεν ήταν τόσο υπολογίσιμες. Εξάλλου, έμοιαζαν με περιφερόμενο θίασο, αφού δεν είχαν σταθερή έδρα. Πότε στο “Μίλαν ντι Πόρτα Μονφόρτε” και πότε στο “Κάμπο ντι Βιάλε Λομπάρντια” η Μίλαν, πότε στο “Κάμπο ντι Ρίπα Τιτσινέζε” και πότε στο “Κάμπο ντι βία Γκολντόνι” και στην “Αρένα Τσίβικα” η Ίντερ.

Οι “ροσονέρι” περνούσαν και αγωνιστική κρίση, αφού τα τελευταία χρόνια δεν κατάφερναν να προκριθούν ούτε από την 1η φάση ομίλων του καμπιονάτο. Εκείνη την εποχή, οι ομάδες χωρίζονταν σε διάφορους ομίλους αναλόγως τη γεωγραφική θέση τους και οι επικεφαλής σχημάτιζαν νέο, τελικό όμιλο (τα προηγούμενα χρόνια υπήρχαν νοκ άουτ), με τον νικητή να στέφεται πρωταθλητής βορρά και να παίζει τελικό με τον πάντα πιο αδύναμο πρωταθλητή νότου, για να αναδειχθεί ο πρωταθλητής Ιταλίας.

Η “Pirelli” έφτιαξε γήπεδο στη Μίλαν

Ο πρόεδρος της ομάδας, Πιέρο Πιρέλι, γιος του ιδρυτή της ομώνυμης βιομηχανίας ελαστικών, έβλεπε την αγαπημένη ομάδα του να “ξεφτίζει”, μετά από τα πρώτα πρωταθλήματα στην αρχή του αιώνα. Ο ίδιος ήταν ενθουσιώδης με τα σπορ και μάλιστα είχε δημιουργήσει αθλητικό τμήμα στην εταιρία και το γήπεδο “Πιρέλι” μπροστά από την έπαυλη του 15ου αιώνα Bicocca degli Arcimboldi, όπου διέμενε.

Έχοντας επιστρέψει από το μέτωπο του Α’ Παγκοσμίου Πολέμου το 1918, έγινε πιο δραστήριος τόσο με τις επιχειρήσεις του πατέρα του όσο και με τη Μίλαν, στην οποία ήταν πρόεδρος από το 1909.

Το 1925 πήρε τη μεγάλη απόφαση να χτίσει ένα γήπεδο για τον σύλλογο, αναλαμβάνοντας προσωπικά το κόστος κατασκευής, περίπου 5.000.000 λιρέτες. Οι εργασίες άρχισαν την 1η Αυγούστου και ολοκληρώθηκαν στις 15 Σεπτεμβρίου, με τους δημοσιογράφους να έχουν κληθεί για την παρουσίαση μία εβδομάδα νωρίτερα.

“Το στάδιο αυτοχαρακτηρίζεται από αρχοντικότητα που αναδύεται από τη μαγική ομορφιά του. Οι πρώτες εντυπώσεις παραμένουν εκείνες της μεγαλοσύνης και της χάρης, της στιβαρότητας και της ομορφιάς. Η Παναγίτσα, που εμφανίζεται από την μπλε ομίχλη, μπορεί να είναι υπερήφανη για τα παιδιά της: της προσέφεραν ένα στάδιο αντάξιο του ατρόμητου Μιλάνου”, έγραφε η “Gazzetta dello Sport”.

Το γήπεδο είχε αρχιτεκτονικές επιρροές από την έδρα της Τζένοα στο Μαράσι, το οποίο είχε χτιστεί το 1911 και σε αντίθεση με τα υπόλοιπα ιταλικά στάδια, δεν περιελάμβανε στίβο. Ο τότε αντιπρόεδρος της Μίλαν, Μάριο Μπενατσόλι, ο οποίος έγινε πρόεδρος μεταξύ 1929-1933, παρουσίασε το αρχιτεκτονικό σχέδιο της εγκατάστασης που χτίστηκε σε χώρο 8.000 τετραγωνιών ποδιών.

Η κατασκευή έγινε δίπλα στον Ιππόδρομο του Μιλάνου, με μηχανικό τον Αλμπέρτο Κουτζίνι και αρχιτέκτονα τον Ουλίσε Στακίνι. Το γήπεδο περιελάμβανε τέσσερις ενισχυμένες, τσιμεντένιες κερκίδες σε παραλληλόγραμμο σχήμα, μία εκ των οποίων είχε υπόστεγο. Υπήρχαν επτά θύρες εισόδου και οκτώ σε ειδικές περιστάσεις, ενώ ο αγωνιστικός χώρος ήταν 120Χ75μ. Η συνολική χωρητικότητα ανερχόταν σε 37.000 θεατές με δυνατότητα επέκτασης σε 50.000 θεατές. Υπήρχε δε και υπόγεια διασύνδεση του αγωνιστικού χώρου με το εσωτερικό του σταδίου, που περιελάμβανε αποδυτήρια, εστιατόριο, γυμναστήριο και ένα διαμέρισμα για την οικογένεια του προπονητή, που ήταν ο Άγγλος Χέρμπερτ Μπέρτζες.

Η Ίντερ πήγε ως φαβορί

Τα εγκαίνια της 19ης Σεπτεμβρίου έπρεπε να γίνουν με ένα μεγάλο παιχνίδι, αλλά και απέναντι σε έναν αντίπαλο που δεν χρειαζόταν να διανύσει μεγάλη απόσταση για να φτάσει μέχρι το γήπεδο, αφού λόγω της εποχής τα κόστη μετακίνησης ήταν δυσβάσταχτα. Τι καλύτερο από ένα φιλικό με την Ίντερ;

Το προηγούμενο παιχνίδι των δύο ομάδων διεξήχθη στις 30 Μαΐου του 1926 και ήταν φιλικό με γηπεδούχους τους “νερατζούρι”, που επικράτησαν με 3-2. Τέσσερις μήνες αργότερα είχαν αλλάξει αρκετά πράγματα για τις δύο ομάδες, μεταξύ των οποίων και οι προπονητές.

Στον πάγκο των “ροσονέρι” καθόταν ο Μπέρτζες, προερχόμενος από τέσσερις σεζόν στην Πάντοβα. Στον πάγκο της Ίντερ, ο Ούγγρος με εβραϊκή καταγωγή Άρπαντ Βάις, ο οποίος το 1944 θα έβρισκε τραγικό θάνατο στους θαλάμους αερίων του Άουσβιτς.

Για πρώτη φορά τη σεζόν 1926-1927, το καμπιονάτο θα είχε εθνικό χαρακτήρα, αφού θα συμμετείχαν σύλλογοι από όλα τα πλάτη και μήκη της χώρας. Το πρωτάθλημα θα διεξαγόταν με προκαταρκτικούς γύρους, προτού φτάσει στη φάση των δύο ομίλων και από εκεί στη φάση του τελικού ομίλου για την ανάδειξη του νικητή.

Η σεζόν προμηνυόταν δύσκολη και το φιλικό Μίλαν – Ίντερ λάμβανε χαρακτήρα πρόβας τζενεράλε πριν από την έναρξη των αγωνιστικών υποχρεώσεων σε δύο εβδομάδες.

Τα εγκαίνια περιελάμβαναν ειδική τελετή πριν από τη σέντρα του αγώνα. Επικεφαλής ήταν ο Δούκας του Μπέργκαμο, ο οποίος στις 14:15 της Κυριακής έκοψε την τρίχρωμη κορδέλα που είχε προσδεθεί στις δύο άκρες του γηπέδου, ενώ μία μπάντα άρχισε να παίζει τον εθνικό ύμνο, με το κοινό να φωνάζει αρκετές φορές πολεμικές κραυγές στο τέλος του ύμνου.

Ο πρόεδρος της ιταλικής ολυμπιακής επιτροπής (CONI), Λάντο Φερέτι, ήταν εκεί, όπως κι ο πρόεδρος της ποδοσφαιρικής ομοσπονδίας (FIGC), Λεάντρο Αρπινάτι, ο αντιγραμματέας του Εθνικού Φασιστικού Κόμματος του Μπενίτο Μουσολίνι, Ακίλε Σταράτσε, καθώς και ο Ρενάτο Ρίτσι, επικεφαλής της “Opera Nazionale Balilla”, της φασιστικής οργάνωσης νέων της χώρας, που αργότερα ανέλαβε χαρτοφυλάκια στην κυβέρνηση Μουσολίνι.

Το κοινό, πάντως, δεν είχε αθρόα προσέλευση στις εξέδρες, παρά την προσμονή των διοργανωτών. Περίπου 10.000 φίλαθλοι πήραν θέση στο “Σαν Σίρο” και λόγω του ενοχλητικού ήλιου, συγκεντρώθηκαν κυρίως κάτω από τη σκεπαστή κερκίδα, δημιουργώντας ακόμα και την αίσθηση ενός άδειου γηπέδου.

H Μίλαν της εποχής

 

Το παιχνίδι άρχισε με τον καλύτερο τρόπο για εγκαίνια του γηπέδου της Μίλαν. Ο Τζιουζέπε Σανταγκοστίνο, 8ος σκόρερ στην ιστορία του συλλόγου μέχρι σήμερα, άνοιξε το σκορ για τους γηπεδούχους στο 11ο λεπτό.

Μόνο που εκείνη η ομάδα της Ίντερ ήταν ασυναγώνιστη και μέχρι την ανάπαυλα είχε σκοράρει τέσσερις φορές και ακολούθησαν ακόμα δύο τέρματά της. Το αυστριακό “κανόνι” της εποχής, ο Άντον Πόβολνι, ο οποίος ολοκλήρωσε τη σεζόν ως πρώτος σκόρερ του πρωταθλήματος με 22 τέρματα, ισοφάρισε σε 1-1 στο 15′.

Ο Φούλβιο Μπερναρντίνι, ο οποίος μετέπειτα έγινε ο πρώτος προπονητής στην ιστορία που κατέκτησε το πρωτάθλημα με δύο διαφορετικές ομάδες (1956 με Φιορεντίνα, 1964 με Μπολόνια), που συνάμα έγιναν και οι πρώτες ομάδες εκτός Μιλάνου ή Τορίνου που κατακτούν μεταπολεμικά το σκουντέτο, έκανε το 2-1 για την Ίντερ.

Το 3-1 έγινε από τον Λουίτζι Τσεβενίνι, τον 3ο από τα πέντε αδέρφια (Άλντο, Μάριο, Τσέζαρε και Κάρλο, ο οποίος ανήκε στη Μίλαν, όμως δεν αγωνίστηκε σε εκείνο το παιχνίδι), γι’ αυτό το επίθετό του συνοδευόταν από το λατινικό νούμερο ΙΙΙ, ώστε να ξεχωρίζει από τα αδέρφια του. Άρχισε την καριέρα του στη Μίλαν, μεταπήδησε στην Ίντερ, επέστρεψε στη Μίλαν και γύρισε στους “νερατζούρι” με τους οποίους είχε 156 γκολ σε 190 εμφανίσεις, ενώ με τους “ροσονέρι” είχε μόλις 6 γκολ σε 8 αγώνες σε πέντε σεζόν (είχε και 11 γκολ σε 29 αγώνες με την εθνική Ιταλίας).

Ένα λεπτό μετά από το γκολ του Τσεβενίνι ΙΙΙ, στο 36′, ο Αρμάντο Καστελάτσι, ο οποίος δεν αγωνίστηκε αλλού πλην της Ίντερ (12 χρόνια) και ο οποίος στέφθηκε πρωταθλητής κόσμου με την Ιταλία το 1934, έκανε το 4-1. Ο ίδιος παίκτης σημείωσε και το επόμενο τέρμα του αγώνα, στο 56ο λεπτό.

Στο 62′ ήταν η σειρά του Λεοπόλντο Κόντι, του Ιταλού που… απήχθη από φιλάθλους της Ίντερ για να υπογράψει στον σύλλογο το 1919, λίγες ημέρες αφότου είχε υπογράψει με την Ενότρια (άλλη ομάδα του Μιλάνου).

Την κατάσταση προσπάθησε να συμμαζέψει ο Αλεσάντρο Σαβέλι, ο οποίος σκόραρε στο 78′ και είχε μια καλή σεζόν με 8 γκολ σε 13 παιχνίδια για τους “ροσονέρι”, αλλά στο τέλος της οποίας μετακινήθηκε στην Ίντερ.

Το τελικό 3-6 διαμόρφωσε στο 89′ ο γεννημένος στην Αυστροουγγαρία Ροντόλφο Όστρομαν, επίσης με το λατινικό ΙΙ δίπλα στο επώνυμό του λόγω της παράλληλης ύπαρξης στο πρωτάθλημα του μεγάλου αδερφού του Βιτόριο, και του μικρού Τζιουζέπε.

Η ταυτότητα της αναμέτρησης

Κυριακή 19 Σεπτεμβρίου 1926

Σαν Σίρο, Μιλάνο, Ιταλία

Μίλαν – Ίντερ 3-6

(11′ Σανταγκοστίνο, 78′ Σαβέλλι, 89′ Όστρομαν – 15′ Πόβολνι, 24′ Μπερναρντίνι, 35′ Τσεβενίνι, 36′, 56′ Καστελάτσι, 62′ Κόντι)

ΜΙΛΑΝ (Χέρμπερτ Μπέρτζες): Καρμινιάτο, Μπαρτζάν, Σκιενόνι, Ντε Φραντσεσκίνι, Χάγιος, Πόμι (Μάκι), Μπαλαρίν (Ράντιτσε), Σανταγκοστίνο, Όστρομαν, Σαβέλι

ΙΝΤΕΡ (Άρπαντ Βάις): Τζαμπερλέτι, Μπελίνι, Τζιανφαρντόνι, Πιετρομπόνι, Τζιουστακίνι, Αγκράντι, Κόντι, Τσεβενίνι, Μπερναρντίνι, Πόβολνι, Καστελάτσι

Διαιτητής: Τζιουζέπε Τουρμπιάνι (Φεράρα)

Η Ίντερ το χρησιμοποίησε ως έδρα κι αυτή

Το επόμενο απόγευμα, οι δύο ομάδες του Μιλάνου επέστρεψαν στο γήπεδο και έγιναν… μία, για να αντιμετωπίσουν την κραταιά Ντούκλα Πράγας της εποχής, η οποία είχε ταξιδέψει στην Ιταλία για περιοδεία, έστω και χωρίς τον καλύτερο παίκτη της, τον Άντονιν Πουτς. Οι καλύτεροι παίκτες της Μίλαν και της Ίντερ φόρεσαν μια πορτοκαλί εμφάνιση και με σκόρερ τους Πόβολνι και Καστελάτσι στο 2ο ημίχρονο έφτασαν σε νίκη 4-0.

Το νεότευκτο “Σαν Σίρο” δεν στάθηκε γούρικο ούτε στο πρώτο παιχνίδι για κάποια διοργάνωση που διεξήχθη εκεί, ήτοι για την πρεμιέρα της Μίλαν στη Divisione Nazionale, όπου ηττήθηκε 1-2 από τη Σαμπιερνταρενέζε (προπομπός της Σαμπντόρια). Παρ’ όλα αυτά, δεν ξανάκανε εντός έδρας ήττα και με εξαίρεση μια ισοπαλία με την Αλεσάντρια, είχε μόνο νίκες στη συνέχεια της 1ης φάσης ομίλων, με συνέπεια να προκριθεί σε τελικό όμιλο (ή φάση) για πρώτη φορά από το 1914-1915.

Μαζί της και η Ίντερ, η οποία τερμάτισε ισόβαθμη με τη Γιουβέντους στην 1η φάση ομίλων και η οποία ξαναβρήκε τη Μίλαν στον τελικό όμιλο του βορρά.

Μάλιστα, το πρώτο “Derby della Madonnina” της σεζόν σε εκείνον τον τελικό όμιλο, οι δύο μεγάλοι αντίπαλοι του Μιλάνου άρχισαν να μοιράζονται το γήπεδο, έστω κι αν ανήκε στη Μίλαν. Οι “νερατζούρι”, που ήταν οι γηπεδούχοι, προτίμησαν να δώσουν εκεί τον αγώνα για να εξασφαλίσουν περισσότερα έσοδα από τα εισιτήρια!

Η Μίλαν, πάντως, νίκησε με 2-1 χάρη σε δύο γκολ του Σανταγκοστίνο (είχε ισοφαρίσει προσωρινά ο Καστελάτσι). Στη ρεβάνς, οι δύο ομάδες αναδείχθηκαν ισόπαλες 1-1, αλλά καμία από τις δύο ομάδες δεν κατάφερε κάτι, αφού τερμάτισαν στις δύο τελευταίες θέσεις του τελικού ομίλου, που περιελάμβανε Τορίνο, Μπολόνια, Γιουβέντους και Τζένοα.

Η Τορίνο τερμάτισε στην κορυφή, κατέκτησε τον τίτλο, ωστόσο της αφαιρέθηκε αργότερα, αφού κρίθηκε ότι είχε εξαγοράσει τη νίκη της με 2-1 στο “Derby della Mole” απέναντι στη Γιουβέντους, εις βάρος της Μπολόνια. Αυτήν τη φορά, ο Αρπινάτι δεν “χάρισε” το πρωτάθλημα στην Μπολόνια, όπως είχε κάνει προ δύο ετών εις βάρος της Τορίνο.

Από “Σαν Σίρο” σε “Τζιουζέπε Μεάτσα”

Το “Σαν Σίρο” δεν οδήγησε τη Μίλαν σε καλύτερες ημέρες άμεσα, αφού ακολούθησε η εποχή κυριαρχίας της Γιουβέντους, όταν μπήκαν οι βάσεις για τη γιγάντωση της “γηραιάς κυρίας”. Μάλιστα, με τον Πιρέλι να αποχωρεί από τα δρώμενα της ομάδας το 1928, οι “ροσονέρι” πούλησαν το γήπεδο στον δήμο του Μιλάνου το 1935 και συνέχισαν να αγωνίζονται εκεί, καταβάλλοντας πλέον ενοίκιο.

Ο δήμος αμέσως προχώρησε σε επέκταση της χωρητικότητάς του, με την προσθήκη τεσσάρων γωνιών που ένωναν τις τέσσερις κερκίδες και με επέκταση των δύο κεντρικών κερκίδων. Οι θέσεις αυξήθηκαν σε 55.000, που από τη σεζόν 1947-1948 φιλοξενούσαν και φίλους της Ίντερ, η οποία άφησε την πεπαλαιωμένη “Αρένα Τσίβικα” για να χρησιμοποιεί κι αυτή ως έδρα το δημοτικό πλέον “Σαν Σίρο”.

Το 1954-1955 έγινε η επόμενη επέκταση, στην οποία τοποθετήθηκε δεύτερο επίπεδο κερκίδων καθώς και οι εξωτερικές ελικοειδείς ράμπες που επιτρέπουν την πρόσβαση εκεί, αυξάνοντας τη χωρητικότητα σε 100.000 θεατές (με τον καιρό, για λόγους ασφαλείας, μειώθηκε σε 85.000 θεατές). Το 1957 τοποθετήθηκε και το πρώτο σύστημα φωτισμού για να διεξάγονται αγώνες το βράδυ, ενώ δέκα χρόνια αργότερα προστέθηκε ο φωτεινός πίνακας.

Στις 3 Μαρτίου του 1980 η εγκατάσταση απέκτησε ονομασία, με μία πλάκα που τοποθετήθηκε στην κεντρική είσοδο. Το γήπεδο ονομαζόταν πλέον “Τζιουζέπε Μεάτσα”, από τον θρύλο του κάλτσιο της δεκαετίας του ’30, ο οποίος προσέφερε τις υπηρεσίες του κυρίως στην Ίντερ, ωστόσο αγωνίστηκε και δύο σεζόν στη Μίλαν τη δεκαετία του ’40, αφήνοντας την τελευταία πνοή το 1979.

Ακόμα μία σύνδεση των δύο συλλόγων, που από εκείνο το φιλικό εγκαινίων του 1926 μέχρι και σήμερα, συνεχίζουν να παίζουν μαζί, στο ίδιο γήπεδο…

 

Διαβάστε ακόμη:

Νιλς Λίντχολμ: Ο «Gre-No-Li» που έβγαλε Μπαρέζι – Μαλντίνι κι οδήγησε τη Ρόμα στην κορυφή

Ο πρώτος επαγγελματίας Ισλανδός ποδοσφαιριστής έπαιξε σε Άρσεναλ-Μίλαν και έγινε υπουργός στη χώρα του!

Αντρέι Σεβτσένκο: Το ποδοσφαιρικό «θαύμα» της Ουκρανίας

Η Τζένοα έχασε πρωτάθλημα από σφαίρες, γκολ που δεν μπήκε και φασίστες

Το πρώτο τρόπαιο του Φραντσέσκο Τότι ήρθε το 1996 σε «μαγικό» Euro

Τα «όργια» του Ντελ Πιέρο με τη Μονακό

Διαβάστε ακόμα
Σχόλια
Loading...
error: Content is protected !!