Τον Σεπτέμβριο του 1973 και συγκεκριμένα στις 20 του μήνα, η ποδοσφαιρική Ελλάδα βίωσε ένα ανεπανάληπτο γεγονός.
Για πρώτη φορά μία ομάδα από την περιφέρεια, εκτός Αθήνας και Θεσσαλονίκης, αγωνιζόταν στα κύπελλα Ευρώπης και αυτό το λάβαρο της επανάστασης στο χορτάρι το σήκωσε ως άλλος Σπάρτακος η Παναχαϊκή!
Ο σύλλογος από την Πάτρα, κατά τα πρώτα χρόνια της δεκαετίας του ‘70, όχι απλώς διέθετε το σύνολο της Ιστορίας του, αλλά μία από τις κορυφαίες εντεκάδες που είδε το ελληνικό ποδόσφαιρο.
Δικαιολογημένα, η Παναχαϊκή κατάφερε με την 4η θέση πίσω από Ολυμπιακό, ΠΑΟΚ και Παναθηναϊκό να πάρει το εισιτήριο για το Κύπελλο UEFA.
Αυτό το ταξίδι προς το όνειρο της τεράστιας ομάδας από την αχαϊκή πρωτεύουσα, θα το ζήσετε με ένα απόσπασμα (με την άδεια του συγγραφέα) από βιβλίο του Χρήστου Σωτηρακόπουλου.
Πρόκειται για το “Της Κυριακής τα είδωλα”, το οποίο κυκλοφόρησε το 2011 από τις Εκδόσεις «Τόπος», ενώ το σχετικό κεφάλαιο φέρει τον εμπνευσμένο τίτλο “Τα παιδιά από την Πάτρα”.
Αναλυτικά:
“Το περίεργο είναι πως όλα άρχισαν στραβά! Η πρώτη εμφάνιση της Παναχαϊκής στη μεγάλη κατηγορία, την περίοδο 1969-1970, συνοδεύτηκε από ένα μελανό σημείο. Την 1η Μαρτίου του 1970 κατηγορείται για δωροδοκία δύο ποδοσφαιριστών του Άρη και υποβιβάζεται από τον τότε πανίσχυρο γενικό γραμματέα Αθλητισμού Κωνσταντίνο Ασλανίδη, δίχως δικαίωμα έφεσης.
Η ποιότητα της ομάδας, όμως, ήταν τέτοια που την αμέσως επόμενη χρονιά κατακτά το πρωτάθλημα της Β’ Εθνικής και επιστρέφει. Η σεζόν ξεκινά με μερικά άσχημα αποτελέσματα και κάπου εκεί έρχεται το σημείο καμπής. Ο Λιούμπισα Σπάιτς, «ο ψυχολόγος» όπως τον ονόμαζαν, έρχεται στην ομάδα (έχοντας οδηγήσει νωρίτερα τον Ηρακλή στην πεντάδα, την καλύτερη θέση του έως το 1984).
Το κλίμα αλλάζει άμεσα και με τον Κώστα Δαβουρλή να βάζει 14 γκολ (τέταρτος πίσω από τους Αντωνιάδη, Υβ Τριαντάφυλλο και Αλεξιάδη) και με τον Ανδρέα Μιχαλόπουλο να σημειώνει άλλα 10, η πατρινή ομάδα τερμάτισε έκτη, κάτι απίστευτο!
Στην Πάτρα ταλαιπώρησε πολύ κόσμο, κερδίζοντας 2-0 τον Ολυμπιακό και 1-0 τον Άρη και φέρνοντας 1-1 με ΑΕΚ και ΠΑΟΚ. Μόνο ο μετέπειτα πρωταθλητής Παναθηναϊκός πέρασε νικηφόρα και αυτό δύσκολα, με δύο γκολ του Αντωνιάδη, στο τέλος του πρωταθλήματος.
Εκείνη την εποχή διοργανωνόταν κάθε καλοκαίρι το πρωτάθλημα του ΟΠΑΠ. Ήταν μια διοργάνωση με τη συμμετοχή κυρίως νεαρών ποδοσφαιριστών για να γεμίζει τους καλοκαιρινούς μήνες το κουπόνι του ΠΡΟ-ΠΟ.
Η Παναχαϊκή έφτασε στον τελικό της Λεωφόρου με αντίπαλο τον ΠΑΟΚ. Ο Σπάιτς, με σωστές κινήσεις την ώρα του ματς, τόνωσε την ψυχολογία των νεαρών της Παναχαϊκής, οι οποίοι επικράτησαν με 4-2.
«Από αυτό το παιχνίδι άρχισε να δημιουργείται η μεγάλη ομάδα της Παναχαϊκής. Αποκτήσαμε αυτοπεποίθηση, πιστέψαμε στους εαυτούς μας, κερδίζοντας μια από τις κορυφαίες ελληνικές ομάδες, όπως ήταν ο ΠΑΟΚ.
Καταλάβαμε ότι μπορούμε να κερδίσουμε οποιαδήποτε ομάδα στην Ελλάδα. Για εμάς ήταν σημαντικό να παίζουμε σε έναν τελικό, πρωτόγνωρο για όλους μας, και να τον κερδίζουμε με τέτοιο αντίπαλο», ήταν οι κουβέντες που μου είπε μια μέρα ο Βασίλης Στραβοπόδης.
Το 1972-73 ο Σπάιτς έθεσε από την αρχή ψηλά τον πήχη. Μια θέση στην εξάδα θα ήταν ξανά επιτυχία, αλλά η Παναχαϊκή, η οποία στην έδρα της έχασε μόνο από τον Παναθηναϊκό (4-0 με εκπληκτική εμφάνιση του Βερόν), μπόρεσε να πλασαριστεί τέταρτη με την ευκαιρία της κακής σεζόν της ΑΕΚ και των προβλημάτων που είχαν Άρης και Ηρακλής, ενώ ο Πανιώνιος, ο οποίος είχε αρχίσει καλά, προοδευτικά είχε οπισθοχωρήσει.
Στις 13 Μαΐου, η «Ένωση» έφερε 2-2 με τον Ηρακλή στη Νέα Φιλαδέλφεια και έτσι η Παναχαϊκή, με τη νίκη της επί του Εθνικού, ξέφυγε πέντε πόντους, εξασφαλίζοντας την έξοδό της στην Ευρώπη. Λυτρωτής σε μια μέρα με πολύ άγχος ένας αμυντικός, ο Σιδέρης. Το θαύμα είχε συντελεστεί.
Η αλήθεια είναι πως εκείνη η ομάδα «κέρδιζε όποιον ήθελε», έλεγε ο Μανώλης Παππάς, ένας εκ των κορυφαίων αμυντικών της ομάδας. Σε όλη της την πορεία υπάρχει μία ημερομηνία ορόσημο, η 22α Απριλίου του 1973, όταν όλοι γίναμε μάρτυρες μιας εκ των μεγαλύτερων εκπλήξεων έως και σήμερα στο πρωτάθλημα.
Εκείνη την Κυριακή η Παναχαϊκή έπαιζε στην Τούμπα με τον ΠΑΟΚ, ο οποίος ήταν πρωτοπόρος. Πριν από τη σέντρα ο Πέτρος Λεβεντάκος «προειδοποιεί» τον Γιώργο Κούδα. «Θα χάσετε», του λέει και ο αρχηγός του ΠΑΟΚ αρκέστηκε να χαμογελάσει. Ενενήντα λεπτά αργότερα ο ΠΑΟΚ βρισκόταν πίσω από τον Ολυμπιακό στη βαθμολογία και έχανε ένα (σχεδόν βέβαιο μέχρι εκείνη τη στιγμή) πρωτάθλημα, με το τελικό σκορ να ακούγεται απίστευτο, 3-5.
Πολλά ακούστηκαν για εκείνο το παιχνίδι. Φήμες για τον τερματοφύλακα του ΠΑΟΚ Στέφα, ο οποίος δέχτηκε γκολ στα οποία δεν μπορούσε να αντιδράσει, φήμες για μυστικά πριμ από ποδοσφαιριστές, φιλάθλους και παράγοντες άλλων ομάδων. Την αλήθεια δεν θα τη μάθουμε ποτέ. Ωστόσο, στη μοιρασιά του πριμ – είτε νόμιμο είτε παράνομο – δημιουργήθηκαν ενστάσεις, οι οποίες διατάραξαν το κλίμα της παρέας και σηματοδότησαν την αρχή του τέλους για τη μεγάλη αυτή ομάδα.
Αγωνιστικά, οι Πατρινοί θριάμβευσαν επί του ΠΑΟΚ μπροστά σε 35.000 οπαδούς, με ηγέτη τον Κώστα Δαβουρλή που πέτυχε χατ τρικ, ενώ ο «δικέφαλος του βορρά» είχε τρία σουτ στα δοκάρια του Αντώνη Τζανετουλάκου. Ο πρώην γκολκίπερ του Ολυμπιακού και της Προοδευτικής έκανε το ματς της καριέρας του εκείνο το μεσημέρι. Να σημειωθεί πως δεν υπήρχε το παραμικρό παράπονο από τη διαιτησία του κυρίου Αρμόδωρου, η οποία χαρακτηρίστηκε άψογη από όλους!
Η φυγή του Σπάιτς, ο οποίος ήρθε σε σύγκρουση με τη διοίκηση, δεν φάνηκε αφού σε αυτό το θέμα η ομάδα στάθηκε τυχερή. Τους καρπούς της μεγάλης αυτής πορείας κλήθηκε να συλλέξει ο Άγγλος Γουίλφ Μακ Γκίνες, που ήδη δούλευε στην Ελλάδα στον Άρη.
«Επιθυμώ οι παίκτες μου να ξέρουν τι θέλουν μέσα στο γήπεδο. Ασφαλώς έχουν πλήρη ελευθερία να αξιοποιούν όπως θέλουν την ατομική τεχνική τους. Προτιμώ την ομαδικότητα και το ιδανικό είναι να την πετύχει κανείς σε συνδυασμό με την ατομική πρωτοβουλία των παικτών». Με αυτή τη φιλοσοφία γρήγορα γίνεται αγαπητός από τους ποδοσφαιριστές.
Συνομιλώντας κάποτε με τον αείμνηστο Κώστα Δαβουρλή, είχα ακούσει πώς ο Μακ Γκίνες κατάφερε να κερδίσει τους παίκτες και πώς τους ενέπνεε να αγωνίζονται με την ψυχή τους για αυτόν. «Ήταν παραστατικός και με τεράστια γνώση προπονητής. Μάθαμε πολλά και μας βοήθησε αφάνταστα», ήταν τα λόγια του.
Ο Άγγλος τεχνικός στα νιάτα του υπήρξε ένα από τα «μωρά του Μπάσμπι» στη Μάντσεστερ Γιουνάιτεντ. Στο μοιραίο ταξίδι του Βελιγραδίου, το 1958, όταν το αεροπλάνο της Γιουνάιτεντ συνετρίβη στο Μονακό, ο Μακ Γκίνες ήταν απών λόγω τραυματισμού! Υπήρξε ο διάδοχος του Σερ Ματ Μπάσμπι αλλά άντεξε μολις 17 μηνες.
Σίγουρα υπήρξε πολυτέλεια για την πατρινή ομάδα να κάθεται μια αληθινή προσωπικότητα στον πάγκο της, αλλά φρόντισε και η ίδια η ομάδα να την εκμεταλλευτεί.
Με τον Μακ Γκίνες συναντιέμαι ακόμα και σήμερα σε διάφορα ταξίδια, όταν πηγαίνω να μεταδώσω παιχνίδια της Μάντσεστερ Γιουνάιτεντ για το Champions League.
Μου είχε κάνει ιδιαίτερη εντύπωση όταν σε μία επετειακή εκπομπή στον ΣΠOΡ FM το 2003 για τα τριάντα χρόνια από την τεράστια επιτυχία της Παναχαϊκής, άρχισε να μου λέει με χαρακτηριστική ευκολία όλους τους παίκτες εκείνης της εποχής με τους οποίους συνεργάστηκε τόσο στην Παναχαϊκή αλλά και στον Άρη νωρίτερα, όπως και σημαντικούς των αντιπάλων τους αναφερόμενος στο ότι ο Δομάζος, ο Κούδας, ο Δεληκάρης, ο Ελευθεράκης και ο Παπαϊωάννου θα έπαιζαν σε οποιαδήποτε ομάδα της Αγγλίας!
Ο Μακ Γκίνες ανέλαβε τις μέρες που η κλήρωση του Κυπέλλου UEFA στη Ζυρίχη έφερε αντιμέτωπη τη Παναχαϊκή με την αυστριακή Γκράτσερ. Το χορτάρι δεν είχε τοποθετηθεί ακόμη στο -μέχρι τότε- ξερό γήπεδο της Πάτρας, οπότε το ματς μεταφέρθηκε στη Λεωφόρο Αλεξάνδρας.
Θυμάμαι πως όλη η παιδική παρέα μες ξεκίνησε από το Παγκράτι για το γήπεδο με όρεξη να στηρίξουμε την πατρινή ομάδα, αλλά η ατμόσφαιρα δεν ήταν αντάξια μιας ευρωπαϊκής πρεμιέρας. Το γήπεδο δεν γέμισε και την επομένη ο Τύπος της Πάτρας έδειξε ενοχλημένος από τη στάση των οπαδών στην Αθήνα. Μόλις χίλιοι πρέπει να ήμασταν αυτοί που συνδράμαμε τον αγώνα 10.000 Πατρινών στην εμψύχωση των παιδιών τους!
Ήταν κρίμα αφού εκείνο το ευρωπαϊκό διήμερο μονάχα η Παναχαϊκή είχε επιτύχει επί τους τέσσερις εκπροσώπους μας, γεγονός που καθιστούσε την κριτική του τοπικού Τύπου ακόμα πιο ηχηρή.
Η νίκη πάντως με 2-1, με τα γκολ των Αντρέα Μιχαλόπουλου και Μίμη Σπεντζόπουλου (ενός φορ με ωραία τεχνική και ξεχωριστό στιλ που είχε πάρει από την Καλαμάτα η Παναχαϊκή) έδινε ελπίδες.
Το πιο σημαντικό βήμα έγινε δεκατέσσερα βράδια αργότερα στην Αυστρία, εκεί όπου πάλι ο Σπεντζόπουλος στο 49’ «χτύπησε» για να χαρίσει στον προπονητή του «την πιο σημαντική βραδιά στη ζωή μου», όπως αρεσκόταν να λέει ο Μακ Γκίνες.
Το έργο τους, ωστόσο, έγινε δύσκολο όταν ένα τέταρτο αργότερα αποβλήθηκε ο Δανδέλης (ένας άλλος ικανός φορ, που είχε αποκτηθεί από την ΑΕΚ, έχοντας κάνει προηγουμένως όνομα στη Βέροια) και η ομάδα κλείστηκε για να κρατήσει. Η Γκράτσερ έκανε επιθέσεις κατά κύματα και εκεί πήρε ο (αναπληρωματικός τερματοφύλακας) Γρηγόρης Πλιάτσικας το προσωνύμιο «ο ήρωας του Γκρατς».
Παραμονές του αγώνα, ο Αντώνης Τζανετουλάκος τραυματίστηκε στο παιχνίδι με τη Λάρισα και ο Μακ Γκίνες εμπιστεύτηκε τον νεαρό Πλιάτσικα, ο οποίος ανταπέδωσε την εμπιστοσύνη.
«Δεν αισθανόμουν ότι έπαιζα σε διεθνές παιχνίδι. Το έβλεπα όπως τα άλλα. Είχαμε τόση πίεση από την Γκράτσερ, αλλά δεν καταλάβαινα τίποτα. Έβγαινα και μάζευα κεφάλια, δικά μας και ξένα. Έκανα πολλές σωτήριες επεμβάσεις, με αποκορύφωμα μια διπλή απόκρουση στα τελευταία λεπτά. Είχαν έρθει Έλληνες από τη Γερμανία και στο τέλος μου φώναζαν ’’γεια σου ήρωα’’ και έμεινε», θυμάται ο τερματοφύλακας της Παναχαϊκής.
Η νίκη στην Αυστρία σηματοδότησε μεγάλους πανηγυρισμούς στην πελοποννησιακή πόλη, παρά το προχωρημένο της ώρας. Στην Τούμπα όπου αγωνιζόταν ο ΠΑΟΚ κόντρα στη Λέγκια την ίδια στιγμή, ο κόσμος αποθέωσε την πατρινή ομάδα. Ολυμπιακός και Παναθηναϊκός είχαν αποκλειστεί και η πρόκριση της Παναχαϊκής αποτελούσε ένα από τα θέματα της ημέρας, αν όχι του μήνα, για όλη την ποδοσφαιρική Ελλάδα.
Ο πατρινός Τύπος δεν σταμάτησε, βέβαια, να ρίχνει τα βέλη του -μάλλον δικαιολογημένα- για την παντελή απουσία ποδοσφαιρικών παραγόντων στην υποδοχή της ομάδας.
«Η αποστολή της ομάδας έφτασε στις 2.30 τα ξημερώματα στο αεροδρόμιο του Ελληνικού. Οι θριαμβευταί του Γκράτς εγένοντο δεκτοί από εκατοντάδες πατρινούς φιλάθλους διαμένοντας εις Αθήνας, οι οποίοι με ζητωκραυγάς και άλλες εκδηλώσεις προσέδωσαν έναν ιδιαίτερον τόνον εις την υποδοχήν.
Δέον να σημειωθή ότι εσχολιάσθη αναλόγως η παντελής απουσία ποδοσφαιρικών παραγόντων του Κέντρου, όπως τουλάχιστον, συνέβαινε εις παρόμοιας περιπτώσεις δι’ ομάδας του ΠΟΚ. Ιδιαιτέρως εσχολιάσθη η απουσία του γενικού γραμματέα Αθλητισμού ή αντιπροσώπου του τουλάχιστον, καθώς και του προέδρου της ΕΠΟ», έγραφε την επομένη η «Αθλητική Μέρα» των Πατρών.
Η κλήρωση στον β’ γύρο δεν ήταν τόσο γενναιόδωρη. Η ολλανδική Τβέντε, έχοντας μόλις αποκλείσει τη σκωτσέζικη Νταντί (με νίκες εντός και εκτός έδρας), έμοιαζε δύσκολο εμπόδιο.
Το παιχνίδι θα γινόταν στο ανακαινισμένο γήπεδο στην Πάτρα όπου είχε τοποθετηθεί χόρτο, αλλά επισκιάστηκε από τον τραυματισμού του Αντρέα Μιχαλόπουλου στην προπόνηση λίγες μέρες νωρίτερα.
Η Παναχαϊκή σε πείσμα όλων άνοιξε το σκορ με πέναλτι του Δαβουρλή, πριν ο Τάισεν φέρει το ματς σε ισορροπία.
Η ρεβάνς στην Ολλανδία αποδείχθηκε εφιάλτης. Και αν στο πρώτο ημίχρονο δεν είχε ανοίξει το σκορ, ένα γκολ των Πατρινών που δεν μέτρησε στην αρχή του β’ ημιχρόνου, τους «άδειασε» ψυχολογικά. Η κατάρρευση ήταν εκκωφαντική. Ο πίνακας του γηπέδου έγραψε τελικά Τβέντε-Παναχαϊκή 7-0.
Σε συνέντευξή του ο Πέτρος Λεβεντάκος, ο οποίος είχε αναγκαστεί να αποχωρήσει λόγω τραυματισμού στο 2-0, είχε δηλώσει: «Πάω στα αποδυτήρια, αλλάζω, ακούω φωνές και καταλαβαίνω ότι μπήκε και άλλο. Γυρίζω και βλέπω τον Μακ Γκίνες κάτασπρο, σαν πανί. Δεν πειράζει μίστερ, του λέω, τι δύο τι τρία. Και μου απαντάει, τι λες, επτά τρώμε και έπεσα ξερός».
Όπως και να ‘χει, η αλήθεια είναι ότι η Παναχαϊκή ήταν η ομάδα που άνοιξε το δρόμο της Ευρώπης για τις υπόλοιπες ελληνικές επαρχιακές ομάδες, έναν δρόμο που ακολούθησαν η Καστοριά, η Λάρισα, ο ΟΦΗ, η Ξάνθη μέχρι τον Ολυμπιακό Βόλου στις μέρες μας.
Η συνέχεια, όπως αναφέραμε και στην αρχή, ήταν αναμενόμενη. Ο Δαβουρλής υπέκυψε στις Σειρήνες της πρωτεύουσας και δόθηκε στον Ολυμπιακό, αν και ποτέ δεν έφτασε ξανά τα στάνταρ της απόδοσής του τόσο ψηλά.
Ο Μακ Γκίνες αποχώρησε, το παρεΐστικο κλίμα χάλασε με την τιμωρία του Θέμη Ρήγα (που έφυγε νωρίς και πολύ τραγικά από τη ζωή), ο οποίος είχε εμπλακεί σε ιστορία με χρήματα που είχαν δοθεί ως πριμ από τρίτους ύστερα από τη νίκη-θρίαμβο στην Τούμπα το 1973.
Ό,τι χειρότερο, δηλαδή, για την αποσύνθεση και αποδιοργάνωση της ομάδας. Όσους προπονητές και αν άλλαξε και όσες μεταγραφές και αν έκανε, η 10η θέση αποτελούσε την οροφή των επιδόσεων τα επόμενα χρόνια.
Η φίλαθλη κοινωνία στην Πάτρα ζει ακόμη με τις αναμνήσεις της μεγάλης αυτής ομάδας και με την πίκρα ότι ίσως να γινόταν η πρώτη ομάδα από την επαρχία που θα έφτανε σε κάποιον τίτλο, αν οι αστέρες της έμεναν κάποια ακόμη χρόνια μαζί».
ΧΡΗΣΤΟΣ ΣΩΤΗΡΑΚΟΠΟΥΛΟΣ
ΒΟΝUS 1: Η συνέντευξη του Βασίλη Στραβοπόδη στον 32χρονο τότε Μανώλη Μαυρομμάτη, εν όψει των αναμετρήσεων με την Τβέντε
ΒΟNUS 2: Συνέντευξη του προέδρου της ομάδας Ματσούκη, τον αντιπρόεδρο Αποστολόπουλο, τον προπονητή Μακ Γκίνες και αρκετούς ποδοσφαιριστές στον Δημήτρη Λυμπερόπουλο
Διαβάστε ακόμη:
Κοντογεωργάκης και Ντάσιος σβήνουν τα κεράκια του ΠΑΣ Γιάννινα στο Sport-Retro.gr
Χρόνια πολλά Παναιτωλικέ! Μεγάλο αφιέρωμα-συνέντευξη στο Sport-Retro.gr
Η «τεσσάρα» του ΟΦΗ στον Ολυμπιακό
Ο Αστέρας Τρίπολης πριν από την… Επανάστασή του