Τέσσερα Παγκόσμια Κύπελλα, τρία Ευρωπαϊκά Πρωταθλήματα, δεκάδες διακρίσεις σε συλλογικό επίπεδο, γεμάτα γήπεδα και, κυρίως, άρτια οργάνωση σε όλους τους τομείς. Αυτή είναι η εθνική Γερμανίας και το ποδόσφαιρό της.
Οι καρποί των προσπαθειών είχαν αρχίσει να φαίνονται στις αρχές της δεκαετίας του 1970, μέσω της Δυτικής, τότε, Γερμανίας, με παίκτες όπως ο Φραντς Μπεκενμπάουερ, ο Γκερντ Μίλερ, ο Ούλι Χένες, ο Πολ Μπράιτνερ, ο Μπέρτι Φογκτς, ο Ζεπ Μάγερ και ο Βόλφγκανγκ Όβερατ.
Ποιος ήταν ο βασικός συνεχιστής των παραπάνω θρυλικών προσωπικοτήτων; Μα, ο Λόταρ Ματέους. Αυτός που ο Ντιέγκο Μαραντόνα έχει χαρακτηρίσει μεγαλύτερο αντίπαλό του. Ένα ποδοσφαιρικό «ρομπότ» που, αγωνιστικά τουλάχιστον, έχαιρε της αναγνώρισης «εχθρών» και φίλων.
Με αφορμή τα 56α γενέθλιά του, στις 21 Μαρτίου, το Sport-Retro.gr επικοινώνησε με τον ρέκορντμαν της εθνικής Γερμανίας και των Μουντιάλ, κι εκείνος ανταποκρίθηκε στο κάλεσμα απαντώντας σε μερικές ερωτήσεις.
Ο Λόταρ Ματέους δεν θέλησε να σχολιάσει αν έγινε ποτέ αποδέκτης πρότασης από ελληνική ομάδα, ωστόσο προέβη στην αποκάλυψη ότι είχε την ευκαιρία να γίνει συμπαίκτης με τον Ντιέγκο Μαραντόνα με ένα «τρελό» ποσό για την εποχή.
Η συνέντευξη του θρυλικού Γερμανού άσου στην πιο… ρετρό ιστοσελίδα της Ελλάδας:
-Ποια ήταν τα ποδοσφαιρικά σας ινδάλματα;
«Από τότε που η πρώτη μου επαγγελματική ομάδα ήταν η Μπορούσια Μενχενγκλάντμπαχ, το ίνδαλμά μου ήταν ο Γκίντερ Νέτσερ».
-Ποιος ήταν ο καλύτερος προπονητής που είχατε συνεργαστεί και γιατί;
«Είχα το προνόμιο να συνεργαστώ με αρκετούς προπονητές υψηλοτάτου επιπέδου στην καριέρα μου. Ο Γιουπ Χάινκες, ο Ούντο Λάτεκ, ο Τζιοβάνι Τραπατόνι είναι μερικοί εξ αυτών. Διατηρώ μία ξεχωριστή σχέση με τον Φραντς Μπεκενμπάουερ, ο οποίος ήταν ο προπονητής μου στο Παγκόσμιο Κύπελλο του 1990».
-Θα μας αποκαλύψετε κάποιο άγνωστο περιστατικό από την τεράστια καριέρα σας;
«Υπήρχε πάντα μία ιδιαίτερη επικοινωνία μεταξύ του Ντιέγκο Μαραντόνα κι εμένα. Όταν έπαιζε στη Νάπολι, είχε προτείνει στην ομάδα να με αποκτήσουν. Ένα βράδυ συνάντησα μερικούς κύριους από τη Νάπολι, που με επισκέφθηκαν στο Μόναχο και προσπάθησαν να με πείσουν να πάω εκεί.
Έφεραν μια βαλίτσα με 1.000.000 δολάρια, που τότε ήταν ένα εξωπραγματικό ποσό! Ωστόσο, έμεινα στην Μπάγερν και αργότερα πήγα στην Ίντερ. Τα υπόλοιπα είναι ιστορία»,
-Ως παίκτης της Μπάγερν ηττήθηκατε δύο φορές σε τελικούς Champions League και, μάλιστα, με σαδιστικό τρόπο. Θα ανταλλάζατε ένα από τα δύο Κύπελλα UEFA (σ.σ. 1991 με Ίντερ, 1996 με Μπάγερν) με ένα Champions League;
«Όχι. Αυτές οι δύο επώδυνες ήττες αποτέλεσαν σημαντικό κομμάτι της καριέρας μου. Κάθε επαγγελματίας αθλητής γνωρίζει ότι μια ήττα σε έναν αγώνα είναι μέρος του αθλήματος. Φυσικά, τέτοιου είδους ήττες πονάνε πολύ, αλλά την επόμενη μέρα πρέπει να σηκωθείς στα πόδια σου και να συνεχίσεις».
-Ποια ήταν η καλύτερη και ποια η χειρότερη στιγμή της καριέρας σας;
«Ας μιλήσουμε μόνο για την καλύτερη στιγμή. Η κατάκτηση του Παγκοσμίου Κυπέλλου το 1990 ήταν σίγουρα μια ξεχωριστή στιγμή».
-Κατά τη διάρκεια της καριέρας σας, αγωνιστήκατε σε πολλές διαφορετικές θέσεις. Τελικά, ποια προτιμούσατε εσείς;
«Στην εποχή μου έπρεπε να παίζεις στη θέση που επέλεγε ο προπονητής! Αλλά εμένα μου άρεσε η θέση του αμυντικού μέσου, διότι βοηθούσα τις ομάδες μου με μερικά γκολ (γέλια)».
-Η αυτοσυγκέντρωσή σας ήταν παροιμιώδης. Ήταν αυτό το δυνατό σας σημείο ή έχετε διαφορετική άποψη;
«Είναι σημαντικό να κάνεις τη δουλειά σου με πάθος και αφοσίωση. Η ανάδειξή σου σε επαγγελματία ποδοσφαιριστή αποτελεί ένα τεράστιο κατόρθωμα και δεν θα πρέπει να καταστρέψεις αυτήν την ευκαιρία εξαιτίας της έλλειψης επαγγελματισμού».
-Υπάρχει κάποιο ιδιαίτερο δώρο που προσφέρατε στον εαυτό σας για τα γενέθλιά σας;
«Πέρασα λίγη ώρα με την οικογένειά μου και αυτό είναι το καλύτερο δώρο».
-Τι είναι τελικά αυτό που σας έχει μείνει περισσότερο χαραγμένο στη μνήμη;
«Ήμουν πολύ τυχερός που αποτέλεσα μέρος μιας πολύ σπουδαίας ομάδας στην Μπάγερν και την εθνική Γερμανίας. Ωστόσο, η ατμόσφαιρα και το πνεύμα στο Παγκόσμιο Κύπελλο του 1990 ήταν ιδιαίτερο από την πρώτη μέρα.
Είχαμε υπέροχους παίκτες και έναν φανταστικό προπονητή, αλλά το πιο σημαντικό απ’ όλα ήταν ότι ήμασταν μία, πραγματικά, ενωμένη ομάδα και περνάγαμε ευχάριστες στιγμές όλοι μαζί».
***
Η συνέντευξη με τον Λόταρ Ματέους έλαβε τέλος, όμως αξίζει να διαθέσετε και λίγο χρόνο για να θυμηθείτε ή να μάθετε τους σημαντικότερους σταθμούς της 56χρονης, αισίως, ζωής και της καριέρας του σε αυτό το μεγάλο αφιέρωμα του Sport-Retro.gr.
Δεν δούλεψε στην «Puma», έπαιξε στην FC Χερτσογκενάουραχ
Ο Λόταρ Χέρμπερτ Ματέους, όπως είναι το πλήρες όνομά του, γεννήθηκε στις 21 Μαρτίου 1961 στο Έρλανγκεν της Βαυαρίας και η επαγγελματική ενασχόληση των υπολοίπων μελών της οικογενείας έπαιξε σημαντικό ρόλο στη μετέπειτα λαμπρή σταδιοδρομία του.
Ο πατέρας Χάιντς για περισσότερο από 30 χρόνια, η μητέρα Καταρίνα για 18 χρόνια και ο αδερφός Βόλφγκανγκ για οκτώ χρόνια εργάζονταν στην εταιρεία αθλητικών ειδών «Puma».
Ο Λόταρ, πάντως, προτίμησε να σπουδάσει για τρία χρόνια, προκειμένου να αποκτήσει πτυχίο σχεδιαστή και διακοσμητή εσωτερικού χώρου.
Ίσως γι’ αυτό να ήταν τόσο καλός στην αγωνιστική του καλαισθησία (αλάνθαστος στις πάσες και στις τοποθετήσεις, εξαιρετικός στα τάκλιν κ.τ.λ.).
Τα πρώτα του ποδοσφαιρικά βήματα, πάντως, τα έκανε στην FC Χερτσογκενάουραχ, η οποία ανέκαθεν συνδεόταν με την «Puma» και είχε βασικό αντίπαλο την ASV Χερτσογκενάουραχ, επειδή χρηματοδοτείτο από την άλλη τρανή εταιρεία αθλητικών ειδών της περιοχής, την «Adidas».
Μάλιστα, η ASV διέθετε καλύτερες ακαδημίες εκείνη την εποχή, όμως ο Λόταρ δεν γινόταν να ενταχθεί σε αυτές από τη στιγμή που όλα τα μέλη της οικογενείας του εργάζονταν στον κολοσσό με σήμα το θηρίο.
Η ενηλικίωσή του άρχισε ιδανικά χάρη στην υπογραφή επαγγελματικού συμβολαίου με την σπουδαία Γκλάντμπαχ της εποχής, ένα χαρμόσυνο γεγονός που μετριάστηκε από τα εφηβικά του τερτίπια.
Συγκεκριμένα, ο εκκολαπτόμενος μέσος συνελήφθη να οδηγεί με μεγάλη περιεκτικότητα αλκοόλ στον οργανισμό του και στερήθηκε την άδειά του για οκτώ μήνες.
Γενικώς μέχρι να γίνει «ποδοσφαιρικό ρομπότ», ο Λόταρ δεν ήταν και το πιο ήρεμο παιδί, αφού μεταξύ άλλων ο αείμνηστος ομοσπονδιακός τεχνικός Γιουπ Ντέρβαλ τον είχε τιμωρήσει, διότι αθέτησε τον κανονισμό του ωραρίου.
Ευρωπαϊκό Πρωτάθλημα στα 19
Ο Λόταρ Ματέους κατάφερε να καταγράψει αρκετές συμμετοχές ως βασικός από την πρώτη κιόλας σεζόν του στη Γκλάντμπαχ, ενώ λίγο έλειψε να πανηγυρίσει το Κύπελλο UEFA.
Τέσσερις γερμανικές ομάδες είχαν προκριθεί τότε στην ημιτελική φάση (Μπάγερν, Άιντραχτ Φρανκφούρτης, Στουτγκάρδη και, βέβαια, τα «πουλάρια»).
Η Γκλάντμπαχ είχε χάσει 2-1 στο ματς της Στουτγκάρδης, αλλά με γκολ του Ματέους στο 23’ και του Βίνφριντ Σάφερ στο 68’ πήρε το εισιτήριο για τον διπλό τελικό.
Tο γκολ του Ματέους:
Το πρώτο ματς της Γκλάντμπαχ με την έτερη φιναλίστ Άιντραχτ Φρανκφούρτης δεν κυλούσε ομαλά μέχρι τη στιγμή που ο Ματέους ισοφάρισε 2-2 με εν κινήσει σουτ στο 76’, προτού ο Κρίστιαν Κούλικ ανατρέψει τα δεδομένα στο 88’ και γράψει το 3-2.
To γκολ του Ματέους:
Δυστυχώς για τον Ματέους και την Γκλάντμπαχ, ο αδικοχαμένος Φρεντ Σάουμπ βρήκε δίχτυα στο 81ο λεπτό του επαναληπτικού της 21ης Μαΐου 1980 και χάρισε το Κύπελλο UEFA στην ευνοημένη από τα εκτός έδρας γκολ Άιντραχτ Φρανκφούρτης.
Μάλιστα, ο μετέπειτα κορυφαίος Γερμανός ποδοσφαιριστής είχε χάσει κλασική ευκαιρία για το 0-1 που θα έφερνε την ομάδα του αγκαλιά με τη διατήρηση των σκήπτρων και κατ’ επέκταση τον τρίτο ευρωπαϊκό τίτλο σε πέντε χρόνια.
Πάντως, το 1980 δεν έκλεισε χωρίς τίτλο για τον Ματέους, αφού ο Γιουπ Ντέρβαλ τον συμπεριέλαβε στην αποστολή για το Ευρωπαϊκό Πρωτάθλημα του 1980.
Ο 19χρονος αγωνίστηκε μόνο σε ένα ματς, στο νικηφόρο 3-2 επί της Ολλανδίας, ως αλλαγή του αρχηγού Μπέρναρντ Ντιτς στο 73ο λεπτό, όμως αυτό που έχει σημασία είναι ότι η Δυτική Γερμανία κατέκτησε το τρόπαιο.
1984: Το καλοκαίρι του Λόταρ
Ο Ματέους ωρίμαζε ποδοσφαιρικά στη Γκλάντμπαχ του Γιουπ Χάινκες, ο οποίος δεν νοείτο να τον αφήσει εκτός αρχικού σχήματος από την πρώτη κιόλας σεζόν.
Το δυνατό σουτ, η ανεξάντλητη αντοχή, η ακρίβεια στην πάσα, το «διάβασμα» του αντιπάλου και το υψηλό ποσοστό στα επιτυχημένα τάκλιν τον μετέτρεπαν σε έναν από τους πιο περιζήτητους μέσους της Bundesliga.
Επιπλέον, το 1981 ντύθηκε και γαμπρός, αφού παντρεύτηκε μία νοσηλεύτρια, ονόματι Σίλβια, η οποία παράλληλα ήταν υπεύθυνη για όλες τις οικονομικές υποθέσεις του μαζί με ένα φιλικό ζευγάρι.
Στον τρίτο χρόνο του έγγαμου βίου τους, δηλαδή το 1984, ο 23χρονος Ματέους πήρε μεταγραφή στον κορυφαίο γερμανικό σύλλογο όλων των εποχών: την Μπάγερν Μονάχου.
Λίγες ημέρες νωρίτερα, ο Ματέους είχε χάσει το πρώτο πέναλτι στον τελικό Κυπέλλου με τη βαυαρική ομάδα και ο Νόρμπερτ Ρίνχελς τον μιμήθηκε, με συνέπεια η Γκλάντμπαχ να ηττηθεί 7-6 (1-1 η κανονική διάρκεια και η παράταση).
Στο ενδιάμεσο (1982) είχε καταγράψει την πρώτη του παρουσία σε Παγκόσμιο Κύπελλο και, μάλιστα, με δύο συμμετοχές ως αλλαγή κόντρα σε Χιλή και Αυστρία αντίστοιχα, όμως η χώρα του ηττήθηκε στον τελικό από την Ιταλία με 3-1.
Επιπλέον, το καλοκαίρι που μεταπήδησε στην Μπάγερν (1984) συμμετείχε δύο φορές ως βασικός και μία ως αλλαγή στο, ατυχές για τη χώρα του, Ευρωπαϊκό Πρωτάθλημα της Γαλλίας.
Ο μέχρι στιγμής απολογισμός του Λόταρ Ματέους ήταν το Ευρωπαϊκό Πρωτάθλημα του 1980 και τρεις χαμένοι τελικοί (δύο με Γκλάντμπαχ, ένας με την εθνική Δυτ. Γερμανίας το 1982).
Το 1984, πάντως, μπορεί να χαρακτηριστεί η χρονιά του, αφού πήρε μεταγραφή για πρώτη φορά στην Μπάγερν έναντι του ποσού των 2.403.000 σημερινών ευρώ) και καθιερώθηκε στο αρχικό σχήμα της «μάνσαφτ».
Πρωταθλήματα ναι, Κύπελλα ναι, Πρωταθλητριών όχι…
Βασικό και αναντικατάστατο μέλος της Μπάγερν ήταν ο Λόταρ Ματέους κατά την τετραετία 1984-1988, όταν πια το όνομά του είχε αναρριχηθεί πολύ ψηλά στο παγκόσμιο ποδοσφαιρικό χρηματιστήριο.
Με τη φανέλα της βαυαρικής ομάδας, ο εκ των κορυφαίων box-to-box μέσων της Ιστορίας κατέκτησε τα πρώτα του πρωταθλήματα (1984–85, 1985–86, 1986–87), το πρώτο του Κύπελλο (1985-86) και το πρώτο του Σούπερ Καπ (1987).
Παράλληλα, ο Ματέους είχε πολύτιμη συμβολή στην πορεία της Μπάγερν μέχρι τον τελικό του Κυπέλλου Πρωταθλητριών το 1987, αφού μεταξύ άλλων σημείωσε τέσσερα γκολ (τα τρία με πέναλτι, εκ των οποίων τα δύο στο 4-1 του Μονάχου επί της Ρεάλ Μαδρίτης).
Ούτε τώρα, όμως, η μοίρα ήθελε ο πολύ σπουδαίος αυτός Γερμανός παίκτης να κατακτά ευρωπαϊκό τίτλο, αφού παρά το προβάδισμα στον τελικό της Βιέννης με το γκολ του Λούντβιγκ Κεγκλ, η Πόρτο ανέτρεψε τα δεδομένα στα τελευταία 11 λεπτά, επικράτησε 2-1 και πήρε το Κύπελλο Πρωταθλητριών.
Όχι τίποτα άλλο, αλλά ο Ματέους θα σήκωνε πρώτος το κύπελλο, όντας πρώτος αρχηγός της Μπάγερν ελλείψει του τιμωρημένου Κλάους Αουγκεντάλερ.
Έναν χρόνο νωρίτερα (1986) είχε γευθεί ξανά το πικρό ποτήρι της απώλειας ενός Παγκοσμίου Κυπέλλου, αυτή τη φορά ως «ενδεκαδάτος» στα γήπεδα του Μεξικού, αφού η Αργεντινή του Ντιέγκο Μαραντόνα νίκησε τη Δυτική Γερμανία στον τελικό με 3-2.
Κατά συνέπεια, το «χρυσό» γκολ του στο 89ο λεπτό της αναμέτρησης με το Μαρόκο για τη φάση των «16» (ευθύβολο σκαστό φάουλ) πέρασε σε δεύτερη μοίρα.
Το επίμαχο γκολ του Ματέους:
H εκτόξευση στην Ίντερ
Το καλοκαίρι του 1988, ο Λόταρ Ματέους ήταν πια αρχηγός της Δυτικής Γερμανίας και παραλίγο καταλυτικός, αφού άνοιξε το σκορ με πέναλτι στον ημιτελικό του εγχώριου Ευρωπαϊκού Πρωταθλήματος κόντρα στην Ολλανδία.
Τελικά, οι τρομεροί «οράνιε» της εποχής κατάφεραν να βρουν δίχτυα δύο φορές, να επικρατήσουν 2-1 και να πάρουν εκείνοι το εισιτήριο για τον τελικό της διοργάνωσης.
Το ίδιο καλοκαίρι ο 27χρονος, πια, Γερμανός άσος και ο συμπαίκτης του Αντρέας Μπρέμε πήραν την απόφαση να αγωνιστούν στο τότε κορυφαίο πρωτάθλημα του κόσμου, το ιταλικό, για λογαριασμό της Ίντερ. Tην επόμενη χρονιά θα τους ακολουθούσε και ο Γίργκεν Κλίνσμαν.
Οι «νερατζούρι» προέρχονταν από οκτώ χρόνια χωρίς πρωτάθλημα και επτά χωρίς τίτλο, ενώ την τελευταία διετία που τα ηνία κρατούσε ο Τζιοβάνι Τραπατόνι, είχαν καταταγεί στην 3η και την 5η θέση αντίστοιχα.
Για καλή τους τύχη, ο Ματέους μετατράπηκε από box-to-box σε έναν μοντέρνο μέσο που πήρε τη φανέλα με το Νο10 και τους οδήγησε στο σκουντέτο.
Αν η Γιουβέντους είχε τον Μισέλ Πλατινί (μέχρι το 1987 που αποσύρθηκε), η Νάπολι τον Ντιέγκο Μαραντόνα και η Μίλαν τον Ρουντ Γκούλιτ, η μεσοεπιθετική γραμμή της Ίντερ «κάλπαζε» προς τις αντίπαλες εστίες με οδηγό τον Γερμανό άσο.
Ο Ματέους ήταν η ψυχή της ομάδας που πανηγύρισε το τελευταίο πρωτάθλημα μέχρι το 2006, διάστημα που μεταφράζεται σε 17 ολόκληρα χρόνια. Ήταν ο παίκτης που οι Γερμανοί προόριζαν για διάδοχο του Βόλφγκανγκ Όβερατ και του Γκίντερ Νέτσερ, αλλά εξελίχθηκε σε «δεκάρι».
Ενδεικτικά στοιχεία της δράσης του είναι, φυσικά, τα 12 γκολ του, αλλά και τα 22 του Άλντο Σερένα, ο οποίος χάρη στις προσπάθειες του Γερμανού συμπαίκτη του αναδείχθηκε πρώτος σκόρερ της σεζόν 1988-89. Μικρή λεπτομέρεια: Στις προηγούμενες τρεις θητείες του στην Ίντερ ο Ιταλός είχε βάλει συνολικά 10 γκολ.
Αξίζει να σημειωθεί ότι λίγους μήνες πριν από την κατάκτηση του σκουντέτο και συγκεκριμένα στις 7 Δεκεμβρίου 1988, οι «νερατζούρι» πέταξαν στον κάλαθο των αχρήστων το 2-0 του χιονισμένου Μονάχου και με ήττα 3-1 στο «Τζιουζέπε Μεάτσα» αποκλείστηκαν από την Μπάγερν στη φάση των «16» του Κυπέλλου UEFA.
Η πρώην (και μετέπειτα) ομάδα του Λόταρ Ματέους έμελλε να τον πληγώσει, αφού προηγουμένως δεν την πλήγωσε εκείνος με μία… μαραντονίσια ενέργεια, όταν ακόμα παρέμενε το 0-0.
Το πρωτάθλημα του 1989 δεν αποτέλεσε το εφαλτήριο για ένα ντεμαράζ σε εγχώριους τίτλους, αφού την επόμενη σεζόν ξαναπήρε τα ηνία η Νάπολι του Ντιέγκο. Επιπλέον, η επιστροφή στο Κύπελλο Πρωταθλητριών ήταν τραυματική εξαιτίας του αποκλεισμού από τη Μάλμε στον 1ο γύρο.
Αναφορικά με την περίοδο 1990-91, ο Ματέους έβαλε 23 γκολ σε 46 ματς, εκ των οποίων τα 16 στη Serie A. Ο Τζιανλούκα Βιάλι ήταν ο μοναδικός που σημείωσε περισσότερα και η ομάδα του (Σαμπντόρια) η μοναδική που συγκέντρωσε παραπάνω βαθμούς από την Ίντερ (σ.σ. η Μίλαν είχε τους ίδιους).
Ο Γερμανός άσος των «νερατζούρι» είχε χάσει, μάλιστα, πέναλτι στο 0-2 της 31ης αγωνιστικής από την ομάδα της Γένοβας όταν το σκορ ήταν 0-1. Ειρήσθω εν παρόδω, αξίζει να δείτε τόσο το πάθος όσο και την ποιότητα των πρωταγωνιστών αυτού του τρομερού ματς στο παρακάτω video.
Η Ίντερ, πάντως, έκλεισε τη σεζόν με θετικό πρόσημο, καθώς κατέκτησε το Κύπελλο UEFA έπειτα από διπλό τελικό με τη Ρόμα. Ο Ματέους, μάλιστα, είχε ανοίξει το σκορ με πέναλτι στο 56ο λεπτό του πρώτου αγώνα στο «Τζιουζέπε Μεάτσα», προτού ο Νίκολα Μπέρτι διαμορφώσει το 2-0.
Το «κύκνειο άσμα» των Γερμανών διεθνών στο Μιλάνο (1991-92) ήταν καταστροφικό. Η επιστροφή του Τραπατόνι στη Γιουβέντους και η έλευση του Κοράντο Ορίκο σήμανε την καθιέρωση ενός αμυντικού στυλ παιχνιδιού που οπωσδήποτε δεν ταίριαζε στον Λόταρ και τον Γίργκεν.
Η αντικατάσταση του Ορίκο από τον Λουίς Σουάρεθ, θρύλο της ομάδας κατά τη δεκαετία του 1960, δεν άλλαξε τη μοίρα των «νερατζούρι», οι οποίοι κατέγραψαν 17 ισοπαλίες και τερμάτισαν στην 8η θέση του βαθμολογικού πίνακα.
Ματέους και Κλίνσμαν σημείωσαν μόλις 13 γκολ, ενώ συνολικά η Ίντερ έβαλε 28 γκολ σε 34 αγωνιστικές… Ο ένας επέστρεψε στην Μπάγερν, ο άλλος πήρε μεταγραφή στη Μονακό και ο τρίτος Γερμανός της παρέας, ο Μπρέμε, επέλεξε τη Ρεάλ Σαραγόσα.
Αναμφίβολα, μία από τις εικόνες που έχουν μείνει χαραγμένες στο θυμικό του Λόταρ ήταν η Χρυσή Μπάλα του 1990 και η ανάδειξή του σε κορυφαίο παίκτη του 1991 από τη FIFA. Τότε, δεν υπήρχαν κόκκινα χαλιά και κοστούμια Armani. Υπήρχε η αγάπη του κόσμου που τον αποθέωσε για τις ατομικές του διακρίσεις και αυτό δεν ανταλλάζεται με τίποτα.
Παγκόσμιο στο… σπίτι του
Αναμφίβολα, η κορυφαία στιγμή στην πολυετή καριέρα του Λόταρ Ματέους ήταν η κατάκτηση του Παγκοσμίου Κυπέλλου 1990 επί ιταλικού εδάφους.
Τότε, η Δυτική Γερμανία διέθετε έξι ποδοσφαιριστές που έβγαζαν το ψωμί τους στη Serie A, ενώ οι περισσότεροι αγώνες της διεξήχθησαν στο «Τζιουζέπε Μεάτσα», το… σπίτι δηλαδή του αρχηγού της.
Στο πρόσωπο του Λόταρ Ματέους, ο οποίος σημείωσε τέσσερα γκολ στη διοργάνωση, η «μάνσαφτ» του Φραντς Μπεκενμπάουερ βρήκε τον κύριο εκφραστή ενός θελκτικού στυλ παιχνιδιού, διαφοροποιημένου από τα πιο αμυντικογενή προηγούμενων ετών.
Ο τότε άσος της Ίντερ άρχισε ιδανικά το Παγκόσμιο Κύπελλο με δύο γκολ στο 4-1 επί της Γιουγκοσλαβίας και άλλο ένα στο 5-1 επί των Ηνωμένων Αραβικών Εμιράτων. Αμφότερες οι αναμετρήσεις πραγματοποιήθηκαν στο «Τζιουζέπε Μεάτσα».
To τέταρτο γκολ του ήταν νικητήριο (1-0 επί της Τσεχοσλοβακίας με πέναλτι στο 25’) και χάρισε στη Δυτική Γερμανία την πρόκριση στην ημιτελική φάση της διοργάνωσης. Να σημειωθεί ότι είχε βρει δίχτυα και στη διαδικασία των πέναλτι του ημιτελικού με την Αγγλία.
Το αμφιλεγόμενο πέναλτι που κέρδισε ο Ρούντι Φέλερ από τον Ρομπέρτο Σενσίνι (προηγήθηκε πάσα του Ματέους) στον τελικό με την Αργεντινή έδωσε την ευκαιρία στον Μπρέμε να σκοράρει και να χαρίσει στη «μάνσαφτ» το πρώτο Παγκόσμιο Κύπελλο μετά το 1974.
Αξίζει να δείτε σε αυτό το video τα «μαγικά» του Λόταρ Ματέους στην αξέχαστη διοργάνωση του 1990:
Η εδραίωση στην Μπάγερν
Το καλοκαίρι του 1992, όντας 31 ετών και αρχηγός της Παγκόσμιας Πρωταθλήτριας, ο Λόταρ Ματέους αφήνει την Ίντερ για λογαριασμό της Μπάγερν.
Την πρώτη χρονιά η βαυαρική ομάδα έχασε τον τίτλο για έναν βαθμό από τη Βέρντερ Βρέμης και αποκλείστηκε πρόωρα στο Κύπελλο από την Ντόρτμουντ.
Ο Λόταρ, πάντως, έχει έναν καλό λόγο για να θυμάται αυτή τη σεζόν. Το… ποίημα αυτό γράφτηκε σε ένα εκτός έδρας ντέρμπι (νίκη της Μπάγερν με 4-2) επί της Λεβερκούζεν.
Οι εγχώριες επιτυχίες ήρθαν και ήταν αρκετές (τέσσερα πρωταθλήματα, δύο Κύπελλα, τρία Λιγκ Καπ, ενώ στο ενδιάμεσο της δεύτερης θητείας του στην Μπάγερν (1996) κατακτήθηκε και το Κύπελλο UEFA.
Η βαυαρική ομάδα εκμεταλλεύθηκε την απουσία των Ζινεντίν Ζιντάν και Κριστόφ Ντουγκαρί στον πρώτο τελικό με την Μπορντό, επικράτησε 2-0 με τον Ματέους σε ρόλο λίμπερο και η ρεβάνς έγινε πιο εύκολη (νέα νίκη με 3-1).
Τότε, μάλιστα, η Μπάγερν έγινε ο δεύτερος σύλλογος μετά τη Γιουβέντους και τον Άγιαξ που κατακτά και τις τρεις ευρωπαϊκές διοργανώσεις, δεδομένου ότι είχαν προηγηθεί τα τρία σερί Κύπελλα Πρωταθλητριών (1974, 1975, 1976) και το Κύπελλο Κυπελλούχων του 1966.
Την προηγούμενη σεζόν, η ομάδα του Τζιοβάνι Τραπατόνι είχε αποκλειστεί στην ημιτελική φάση του Champions League από τον αχτύπητο Άγιαξ της εποχής και μετέπειτα τροπαιούχο. Πάντως, αν δεν απουσίαζε ο Ματέους στα δύο ματς, ίσως να είχε αποφευχθεί το 2-5 της ρεβάνς του «Ντε Μέιρ».
Το κερασάκι στην τούρτα της ένδοξης καριέρας του «Der Panzer», όπως είναι το παρατσούκλι του, επρόκειτο να μπει στο «Καμπ Νόου» της Βαρκελώνης στις 26 Μαΐου 1999.
Οι βάσεις είχαν τεθεί με το γκολ του Μάριο Μπάσλερ στο 6ο λεπτό και η Μάντσεστερ Γιουνάιτεντ θα έπρεπε να ανατρέψει τα δεδομένα του τελικού του Champions League χωρίς τις υπηρεσίες των τιμωρημένων Ρόι Κιν, Πολ Σκόουλς.
Όταν οι Τέντι Σέριγχαμ και Όλε Γκούναρ Σόλσκιερ σκόραραν στις καθυστερήσεις του αγώνα της Βαρκελώνης, ο Ματέους αισθάνθηκε ένα πικρό déjà vu και ανέτρεξε τη μνήμη του στο «Πράτερ» της Βιέννης, όπου πριν από 12 χρόνια οι Ραμπά Ματζέρ και Ζουαρί είχαν χαρίσει το ίδιο τρόπαιο στην Πόρτο.
Ήταν γραφτό να βιώσει το άσχημο παιχνίδι της μοίρας που βίωσε το 1983 ο Ντίνο Τζοφ, ο οποίος επίσης βρισκόταν στη δύση της καριέρας του όταν ο Φέλιξ Μάγκατ του Αμβούργου στερούσε από τον ίδιο και τη Γιουβέντους το Κύπελλο Πρωταθλητριών.
Όπως ο «Σούπερ Ντίνο έτσι και ο Ματέους, δεν γεύτηκε τη χαρά της κατάκτησης του κορυφαίου διασυλλογικού θεσμού του πλανήτη, ωστόσο το videο που ακολουθεί έχει θετική χροιά με τα πέντε καλύτερα γκολ του στην Bundesliga.
Ο τελευταίος επίσημος αγώνας του Ματέους με τη φανέλα της Μπάγερν καταγράφηκε στις 8 Μαρτίου 2000 και συγκεκριμένα στο ευρύ 4-1 επί της Ρεάλ Μαδρίτης, μετέπειτα πρωταθλήτριας Ευρώπης.
To ρολόι σημάδευε το 90ό λεπτό, η βαυαρική ομάδα προηγείτο ήδη με 3-1 και 60.000 φίλαθλοι στο Olympiastadion του Μονάχου σηκώθηκαν για να αποθεώσουν τον τεράστιο αυτό ποδοσφαιριστή.
Ο Ματέους πέρασε στην άλλη άκρη του Ατλαντικού για μερικά ματς με τους Μέτροσταρς μέχρι τον Οκτώβριο του 2000, προτού κρεμάσει οριστικά τα ποδοσφαιρικά του παπούτσια.
Μία πικρή διεθνής δεκαετία
Ο Ματέους δεν συμμετείχε στο Ευρωπαϊκό Πρωτάθλημα 1992, την πρώτη δηλαδή διοργάνωση που λάμβανε μέρος η ενωμένη Γερμανία, επειδή ήταν τραυματίας ούτε σε εκείνο του 1996 λόγω διενέξεων με τον Κλίνσμαν και τον προπονητή Μπέρτι Φογκτς.
Στο ενδιάμεσο είχε ταξιδέψει στις ΗΠΑ για το Παγκόσμιο Κύπελλο του 1994, όπου αγωνίστηκε για πρώτη φορά ως λίμπερο (εξαίρεση τα ματς με Βέλγιο και Βουλγαρία), ενώ σημείωσε με πέναλτι το γκολ επί της Βουλγαρίας στον, ατυχή όπως αποδείχθηκε για την ομάδα του, προημιτελικό της διοργάνωσης.
Παραδόξως, ο Ματέους κλήθηκε από τον Φογκτς στην αποστολή για το Παγκόσμιο Κύπελλο του 1998, έγινε ο δεύτερος παίκτης που λαμβάνει μέρος σε πέντε τελικές φάσεις μετά τον Μεξικανό τερματοφύλακα Αντόνιο Καρμπαχάλ και ο ρέκορντμαν συμμετοχών με 25.
Συγκεκριμένα δεν έπαιξε στο πρώτο ματς κόντρα στις ΗΠΑ, αγωνίστηκε ως αλλαγή (στη μεσαία γραμμή) στο δεύτερο με τη Γιουγκοσλαβία και στα υπόλοιπα τρία (Ιράν, Μεξικό, Κροατία) ήταν βασικός ως λίμπερο.
Στις 23 Φεβρουαρίου 2000, ανήμερα του θανάτου του θρυλικού Στάνλεϊ Μάθιους, ο Ματέους έπαιξε στο φιλικό ματς με την Ολλανδία, έφτασε τις 144 διεθνείς συμμετοχές και ξεπέρασε τον Τόμας Ραβέλι.
Στο παρακάτω video, ο Έντγκαρ Ντάβιντς παραδίδει ανθοδέσμη στον αντίπαλό του και το κοινό της «Αρίνα» του Άμστερνταμ τον χειροκροτεί.
To «κύκνειο άσμα» του σε διεθνές επίπεδο καταγράφηκε το καλοκαίρι του 2000 στο στάδιο «Ντε Κούιπ» της Ολλανδίας. Η γεύση ήταν πικρή, αφού η Γερμανία απέτυχε παταγωδώς στο Ευρωπαϊκό Πρωτάθλημα και αποκλείστηκε στη φάση των ομίλων.
Ο ίδιος, όμως, έφτασε τις 150 συμμετοχές με την εθνική (ρεκόρ) και εξακολουθεί να αποτελεί τον γηραιότερο εκπρόσωπό της, καθώς στο 0-3 από την Πορτογαλία ήταν 39 ετών και 91 ημερών.
Προπονητική και προσωπική ζωή
Εκ διαμέτρου αντίθετη με την ποδοσφαιρική του καριέρα ήταν η προπονητική, αφού από το 2001 μέχρι το 2011 δεν στέριωσε στο τιμόνι κάποιου συλλόγου ή ομοσπονδιακού συγκροτήματος.
Αρχικά, εργάστηκε για οκτώ μήνες στη Ραπίντ Βιέννης, εν συνεχεία για έναν χρόνο στην Παρτιζάν Βελιγραδίου (πήρε το πρωτάθλημα και απέκλεισε τη Νιούκαστλ στα προκριματικά του Champions League), ενώ μετά έγινε για πρώτη φορά ομοσπονδιακός τεχνικός (Ουγγαρία).
Στον πάγκο των Μαγυάρων θήτευσε από τις 14 Δεκεμβρίου 2003 μέχρι τις 11 Ιανουαρίου 2006, χωρίς να καταφέρει να τους οδηγήσει στην τελική φάση του Παγκοσμίου Κυπέλλου του 2006.
Σύντομες αποδείχθηκαν οι παρουσίες του Ματέους σε Ατλέτικο Παραναένσε (Ιανουάριος-Μάρτιος 2006), Ζάλτσμπουργκ (Μάιος 2006-Ιούνιος 2007), Μακάμπι Νετάνια (Απρίλιος 2008-Απρίλιος 2009), εθνική Βουλγαρίας (Σεπτέμβριος 2010-Σεπτέμβριος 2011).
Σε μερικές συνεργασίες (Παρτιζάν, εθνική Ουγγαρίας, Ατλέτικο Παραναένσε) υπήρξαν προβλήματα και δικαστικές διαμάχες, ενώ τον Νοέμβριο του 2009, σε συνέντευξή του στην εφημερίδα «Frankfurter Allgemeine Zeitung» είχε κατηγορήσει τους συμπατριώτες του για τον τρόπο που του συμπεριφέρονται.
«Ακούγεται λίγο αλαζονικό, αλλά μετά τον Φραντς Μπεκενμπάουερ είμαι η δεύτερη πιο διάσημη ποδοσφαιρική προσωπικότητα της Γερμανίας σε όλο τον κόσμο. Η Γερμανία θα έπρεπε να ντρέπεται για τον τρόπο με τον οποίο μεταχειρίζεται ένα τέτοιο είδωλο.
Δεν είμαι ούτε Μπάγερν Μονάχου ούτε «Bild». Ελπίζω μία γερμανική ομάδα να με εμπιστευθεί. Μόνο τότε θα μπορέσουν να κρίνουν αν είμαι καλός ή κακός», είχε πει τότε ο Ματέους, ο οποίος από το 2001 μέχρι σήμερα κατέγραψε αρκετές συνεργασίες με Μέσα Ενημέρωσης ως αρθρογράφος ή σχολιαστής.
Αναφορικά με την προσωπική του ζωή, ο 56χρονος πια Λόταρ έχει παντρευτεί πέντε φορές και έχει αποκτήσει τέσσερα παιδιά (δύο κόρες από τον πρώτο γάμο με τη Σίλβια, έναν γιο από τον δεύτερο με τη Λολίτα Μορένα και άλλον έναν γιο από τον πέμπτο με την Αναστάσια Κλίμκο, τη νυν σύζυγό του.
***
Παραπάνω από 3.300 λέξεις χρειάστηκαν για να καταγραφεί η ζωή και η καριέρα του Λόταρ Ματέους. Ίσως η προπονητική του πορεία να «τσαλάκωσε» σε έναν βαθμό την εικόνα του, ωστόσο ουδείς μπορεί να αμφισβητήσει την τεράστια ποδοσφαιρική του αξία. Εξάλλου, ένας άλλος θρυλικός εκπρόσωπος της «στρογγυλής θεάς», επίσης με «τσαλακωμένη» εικόνα για πολλούς περισσότερους λόγους, τον έχει χαρακτηρίσει ως τον καλύτερο αντίπαλο που γνώρισε ποτέ. Ο Ντιέγκο Μαραντόνα το είπε…
*Κάντε like στο Facebook και follow στο Twitter και το Instagram για να μαθαίνετε άμεσα τις ιστορίες της πιο… ρετρό ιστοσελίδας της χώρας