Πανελλήνιος ετών 127: Ο Σύλλογος των Ολυμπιονικών γιορτάζει στο Sport-Retro.gr με συνέντευξη του θρυλικού Βασίλη Γκούμα

Ο Σύλλογος των Ολυμπιονικών. Ο Πανελλήνιος. Ετών 127. Διαδρομή τεράστια από τις απαρχές του. Στις 20 Φεβρουαρίου 1891 εγκρίθηκε το καταστατικό ίδρυσης. Από τότε μέχρι τώρα η ιστορία του θυμίζει «Οδύσσεια». Από ηγέτης κομπάρσος, πάλι ηγέτης και τούμπαλιν.

Το Sport-Retro.gr θα φωτίσει πολλές πλευρές αυτού του τρανού σωματείου που σήμερα μάχεται για την επιβίωσή του, με αποκορύφωμα τη συνέντευξη του εμβληματικού Βασίλη Γκούμα, ο οποίος μας αποκάλυψε αρκετά γεγονότα και μοιράστηκε τον προβληματισμό του για το παρόν.

Η έμπνευση της ίδρυσης του Πανελληνίου Γυμναστικού Συλλόγου ανήκει στον δικηγόρο, αλλά και πτυχιούχο γυμναστή Νικόλαο Κοτσελόπουλο, ο οποίος μάλιστα ήταν ο πρώτος γενικός γραμματέας, ένας ακάματος εργάτης που θεμελίωσε τη λειτουργικότητά του.

Ο Ιωάννης Φωκιανός, μέγιστη μορφή του ελληνικού αθλητισμού με κύρος και σπουδαίες κοινωνικές πρωτοβουλίες, είχε την τιμή να αποτελεί τον πρώτο πρόεδρο.

Το ιδρυτικό καταστατικό του Πανελληνίου Γυμναστικού Συλλόγου δημοσιεύθηκε στο υπ’ αριθμόν 183 φύλλο της Εφημερίδος της Κυβερνήσεως (28 Ιουνίου 1891) με ημερομηνία υπογραφής της έγκρισης από τον Γεώργιο Α’ και τον τότε υπουργό Εσωτερικών (και πρωθυπουργό) Θεόδωρο Π. Δηλιγιάννη.

Συγκεκριμένα στην επίσημη ιστοσελίδα του σωματείου αναφέρεται ότι “προτάσει του ημετέρου επί των Εσωτερικών υπουργού εγκρίνομεν το από 20 Φεβρουαρίου ε.ε. εκ 17 άρθρων καταστατικόν του Πανελληνίου Γυμναστικού Συλλόγου κλπ.”.

Ιωάννης Φωκιανός

“Το άρθρο 1 ήταν τυπικό. (Συνιστάται Σύλλογος εν Αθήναις υπό την επωνυμίαν Πανελλήνιος Γυμναστικός Σύλλογος). Στο δεύτερο άρθρο προσδιόριζε τον πολυσήμαντο σκοπό. Τα επόμενα 15 άρθρα είχαν διαδικαστικό και λειτουργικό χαρακτήρα.

Αξιοσημείωτο ήταν ότι το άρθρο 3 όριζε ότι από τα 11 τακτικά μέλη του Δ.Σ. δηλαδή “ο πρόεδρος, οι αντιπρόεδροι, ο γραμματεύς, ο επόπτης των ασκήσεων, ο έφορος των οργάνων δέον πάντες να ώσι γυμνασταί, οι δε λοιποί να ώσι και εκ των λοιπών τακτικών μελών του συλλόγου”.

Τούτο σήμαινε ότι η πλειοψηφία του Δ.Σ. αλλά και οι κατέχοντες τις καίριες διοικητικές θέσεις έπρεπε να ήσαν ειδικοί επιστήμονες, οι δε λοιποί φίλαθλοι. Η επιταγή αυτή είναι εύκολο να εξηγηθεί.

Ένας Γυμναστικός Σύλλογος “που επιδίωκε πρωτίστως την διάδοσιν της Γυμναστικής και την βελτίωσιν των κατ’ αυτήν” έπρεπε μα ανήκει στην ευθύνη των ειδικών επιστημόνων. Φυσικά στη συνέχεια το άρθρο άλλαξε και τέτοιες προδιαγραφές έφυγαν. Το πρώτο καταστατικό έφερε υπογραφές του προέδρου Ιωάννου Φωκιανού και του Γραμματέα Ν. Α. Κοτσελόπουλου”.

Θα πρέπει να σημειωθεί ότι λίγες εβδομάδες μετά τη λήξη των πρώτων σύγχρονων Ολυμπιακών Αγώνων το 1896, ο Φωκιανός τραυματίστηκε θανάσιμα, λόγω πτώσης από το δίζυγο που γυμναζόταν.

 

***

 

Να επιβιώσει στη ζούγκλα που υπάρχει σήμερα”

Ένας θρύλος του Πανελληνίου και του εγχώριου μπάσκετ, ο Βασίλης Γκούμας, παραχώρησε συνέντευξη στο Sport-Retro.gr με αφορμή τα 127α γενέθλια του συλλόγου.

Ο 2ος σκόρερ στην ιστορία του ελληνικού πρωταθλήματος και, μάλιστα, αγωνιζόμενος σε μία εποχή που δεν υπήρχε τρίποντο, αναφέρθηκε εκτενώς στη συμπόρευσή του με τον σύλλογο των Ολυμπιονικών, αποκάλυψε ενδιαφέρουσες ιστορίες του παρελθόντος, σχολίασε την εποχή Κυριακού και έκρουσε τον κώδωνα του κινδύνου για το σήμερα.

Αναλυτικά η συνέντευξη του Βασίλη Γκούμα στο Sport-Retro.gr:

«Καλούσαν την Αστυνομία στο γήπεδο!»

Από τον  Ολυμπιακό Βόλου στον Πανελλήνιο, έπειτα στον Ολυμπιακό ΕΑΣ Αντίς Αμπέμπα της Αιθιοπίας, την Κορίνθιανς της Νοτίου Αφρικής και πάλι στον Πανελλήνιο.

«Όταν πήγα στον Πανελλήνιο εκείνη την εποχή, νεαρός 15 ετών, υπήρχαν άνθρωποι οι οποίοι πραγματικά αγαπούσαν τα σπορ. Ήταν παράγοντες πατέρες, ουσιαστικά γονείς. Τότε ο προπονητής, ο Μίσσας Πανταζόπουλος, με δοκίμασε στην εφηβική ομάδα και μου πρότεινε να αγωνιστώ στον Πανελλήνιο. Εμένα μου άρεσε η ιδέα, διότι το κλίμα ήταν πάρα πολύ καλό και το γήπεδο του Πανελληνίου ήταν τότε το κορυφαίο στην Ελλάδα διότι διέθετε πλαστικό ταμπλό.

Όρθιος στο κέντρο με τη φανέλα της νοτιοαφρικανικής Κορίνθιανς

Κανόνισαν, λοιπόν, που θα πάω σχολείο, κανόνισαν που θα μείνω… Έκαναν τα πάντα οι άνθρωποι και με έπεισαν να πάω στον Πανελλήνιο. Μου φέρθηκαν σαν παιδί τους. Έζησα τότε μία περίοδο στην ομάδα από τις πιο ευτυχισμένες της ζωής μου, διότι είχα να κάνω με πολλούς «μπαμπάδες».

Έμεινα στον Πανελλήνιο για 2 χρόνια και για προσωπικούς λόγους πήγα στη Νότιο Αφρική για 2 χρόνια και στην Αιθιοπία για 1,5. Έβγαλα στην Αντίς Αμπέμπα το Γυμνάσιο και μετά επέστρεψα στην Ελλάδα το 1966. Μετά επέστρεψα στον Πανελλήνιο όπου είχα το δελτίο μου και συνέχισα την καριέρα μου».

Κατά την παρουσία σας στον Πανελλήνιο αναδειχθήκατε 4 φορές πρώτος σκόρερ του πρωταθλήματος. Ποιο ήταν το μυστικό της επιτυχίας;

«Με βοήθησε πάρα πολύ το περιβάλλον στο γυμναστήριο. Εκτός από μπάσκετ, κάναμε στίβο, πάλη, άρση βαρών. Κάναμε πάρα πολλά αθλήματα μεταξύ μας και συναγωνιζόμασταν με αθλητές του στίβου, όπως ο Μπαμπανιώτης, ο Φιδέλης, με παιδιά που ήταν πρωταθλητές, οι οποίοι μας παρότρυναν και μας γύμναζαν.

Είχαμε τρομερές σχέσεις μεταξύ μας, οι αθλητές των διαφορετικών αθλημάτων. Πηγαίναμε στην παλαίστρα μέσα και παλεύαμε, πηγαίναμε στο μποξ, πηγαίναμε στον στίβο, πηγαίναμε στην άρση βαρών, πηγαίναμε στο πινγκ πονγκ, πηγαίναμε παντού. Ήταν μαζεμένος ο σύλλογος και μέσα εκεί περνάγαμε όλη μας τη μέρα.

Δεν είχαμε πολλά άλλα ενδιαφέροντα να κάνουμε. Οπότε αυτό βελτίωνε πάρα πολύ τη φυσική μας κατάσταση και την τεχνική μας. Σκεφτείτε ότι την εποχή μας κάναμε περίπου 1.000 σουτ την ημέρα. Καθόμασταν και σουτάραμε μέχρι τα μεσάνυχτα. Εμείς ήμασταν στο γήπεδο και γύρω-γύρω οι πολυκατοικίες καλούσαν το «100», διότι εμείς κάναμε φασαρία.

Μας παρότρυναν και οι ίδιοι οι παλιοί. Ας πούμε, παίζαμε μπάσκετ στο γήπεδο μας κι ερχόταν ο Στεφανίδης, ο Χολέβας, ο Παπαδήμας, ο Μανιάτης, όλοι αυτοί οι μεγάλοι παίκτες από την τρομερή παλιά πεντάδα ήταν εκεί και μας έβλεπαν. Μας «τσάκιζαν» στο ξύλο γιατί μας έλεγαν ότι έτσι θα μας κάνουν παίχτες. Μας βοηθούσαν πολύ.

Αφού τελειώναμε την προπόνηση, μας έλεγαν ‘πάρε και τρία σετ στον πάγκο’. Μετά, όταν τελειώναμε και με τα βάρη, τα χέρια μας ήταν τόσο μουδιασμένα, που όταν σουτάραμε δεν μπορούσαμε να φτάσουμε την μπάλα καλά-καλά στο καλάθι. Μας έλεγε λοιπόν ο προπονητής ‘όταν θα σουτάρεις, θα είσαι κουρασμένος’».

Ο Λάρι Μπερντ και η… αρκούδα που οδηγεί ποδήλατο

«Όταν είχαμε πάει στις ΗΠΑ με την Εθνική ομάδα και είδαμε την προπόνηση που κάνουν οι Σέλτικς στη Βοστόνη με την καλή ομάδα του Λάρι Μπερντ, όταν τελείωνε το πρόγραμμα, αυτός παρέμενε εκεί και εκτελούσε συνέχεια σουτ.

Τότε, όταν τελείωσε κι αυτό, τον ρωτήσαμε ‘αφού έκανες 3 ώρες προπόνηση, γιατί μένεις εδώ και κάνεις σουτ;’ και αυτός ευθύς μας απάντησε αυτό που μας έλεγαν και οι δικοί μας: ‘Όταν θα κάνω το σουτ θα είμαι κουρασμένος’.

Κι αυτό βοηθάει σε συνθήκες αγώνα;

«Το μπάσκετ είναι καθαρά άθλημα προπονήσεως και συνήθειας. Πρέπει να σουτάρεις όταν θα είσαι με μεγάλους παλμούς στην καρδιά και με βαριά χέρια.  Μας έλεγε, λοιπόν, ο Φαίδων Ματθαίου ‘μπορείς να γίνεις μεγάλος σουτέρ’. Όταν τον ρωτούσαμε ‘πώς;’ αυτός απαντούσε: ‘Βλέπεις στο τσίρκο την αρκούδα πως οδηγεί ποδήλατο; Είναι από την προπόνηση. Έτσι κι εσείς με περισσότερη προπόνηση θα γίνετε καλοί σουτέρ. Αφήστε τα συστήματα και λοιπά. Το σουτ είναι το όπλο του μπάσκετ. Και αν δείτε στο ευρωπαϊκό μπάσκετ, οι καλύτεροι σουτέρ είναι οι Σέρβοι, διότι από πολύ μικρά παιδιά δεν τους μαθαίνουν συστήματα, αλλά τους αφήνουν να σουτάρουν. Κάνε την ημέρα 1.000 με 2.000 σουτ. Αν δεν είσαι απειλή για το καλάθι δεν σε φοβούνται’».

Είστε ο 2ος σκόρερ όλων των εποχών στο ελληνικό πρωτάθλημα. Θα ανταλλάζατε αυτήν την ατομική διάκριση με κάποιον τίτλο ως παίκτης του Πανελληνίου;

«Ναι, ήμουν δεύτερος σκόρερ δίχως τρίποντα. Στην εποχή μου δεν υπήρχαν τα τρίποντα. Όχι, όχι, κοιτάξτε, ο Πανελλήνιος για μένα ήταν η ελίτ του ελληνικού μπάσκετ. Στην εποχή μας, όταν παίζαμε εμείς, υπήρχαν δυο ομάδες πανίσχυρες: Ο Παναθηναϊκός και η ΑΕΚ που αυτές τις νικούσαμε. Χάναμε, όμως, από το Παγκράτι και τον Ολυμπιακό και δεν μπορούσαμε να πάρουμε το πρωτάθλημα. Εάν κοιτάξετε τα ημερολόγια σας, το 1968 όταν πήρε η ΑΕΚ το Κύπελλο Κυπελλούχων, την είχαμε νικήσει εμείς, λίγο νωρίτερα για το πρωτάθλημα.

Ήμασταν ομάδα πάρα πολύ μαχητική, ομάδα λοκατζή όπως μας λέγανε. Όπου πηγαίναμε παίζαμε δυνατά, δεν καταλαβαίναμε ούτε από έδρες ούτε από φιλάθλους ούτε από οποιονδήποτε. Έτσι, όμως, φτιάχναμε ομάδα. Είχαμε παιδικές και εφηβικές ομάδες και βγάζαμε παίκτες. Έτσι γινόταν τότε η δουλειά. Επίσης, δεν έρχονταν ποτέ οι πατεράδες μας στα γήπεδα. Την ώρα της προπόνησης έμεναν σπίτι. Τώρα έρχονται οι πατεράδες και λένε στον προπονητή τι να κάνουν.

Προτιμώ, πάντως, τη διάκριση του να είμαι 2ος σκόρερ από το πρωτάθλημα. Ο Πανελλήνιος  το 1956 ήταν η καλύτερη ομάδα στην Ευρώπη. Νικούσε τους Σέρβους, τους Πολωνούς, τους Τσέχους, τους Ιταλούς, τους πάντες. Η «χρυσή» πεντάδα του Πανελληνίου δεν έχανε από κανέναν. Ταξίδευε 6 μήνες με τα τρένα και έπαιζε στην Ευρώπη. Δεν είναι τυχαία ομάδα ο Πανελλήνιος. Είναι ο σύλλογος των Ολυμπιονικών.

Είναι ένδοξο σωματείο. Είχε προέδρους, ανθρώπους όπως τον Βικέλα και τον Φωκιανό. Είναι σωματείο το οποίο ανέδειξε σημαντικές προσωπικότητες. Δικηγόρους, ακαδημαϊκούς, πολιτικούς, πολίτες άξιους στην κοινωνία. Το σωματείο ήταν παιδαγωγικό, δεν ήταν ομάδα που κυνηγούσε να πάρει τον τίτλο. Πιο πολύ μας διασκέδαζε να τσακωθούμε στο ματς, παρά να πάρουμε τον τίτλο».

Άρα στον Πανελλήνιο είχε περισσότερη σημασία ο αθλητισμός, παρά ο πρωταθλητισμός;

«Ο Πανελλήνιος ήταν ένα σκαλί πάνω από τα υπόλοιπα σωματεία».

Ποιοι ήταν οι καλύτεροι συναθλητές σας στον Πανελλήνιο;

«Ήταν πολλοί και σημαντικοί αθλητές που παίξαμε μαζί στον Πανελλήνιο. Χωρίς να είναι τρομεροί αθλητές, ήταν ιδιαίτερα μαχητικοί και αφοσιωμένοι στο παιχνίδι. Έδιναν τα πάντα, μοιράζονταν τα πάντα. Ήταν το πνεύμα ξεχωριστό τότε. Θα σου πω το εξής. Υπάρχουν μερικές ομάδες στην Ευρώπη που δεν αλλάζουν ποτέ. Πάρτε για παράδειγμα τη Μάντσεστερ Γιουνάιτεντ. Αυτή έχει άλλο πνεύμα. Όταν μπαίνεις εκεί μέσα προσαρμόζεσαι με το πνεύμα της.

Έτσι, λοιπόν, όποιος ερχόταν να παίξει για τον Πανελλήνιο, προσαρμοζόταν αμέσως με το μαχητικό πνεύμα της ομάδας. Πάνω απ’ όλα, μισούσαμε την ήττα. Δεν θέλαμε να χάνουμε. Αυτή ήταν όλη η φιλοσοφία στον σύλλογο. Πολλά παιδιά από το μπάσκετ κατέβαιναν στο στίβο και έτρεχαν 400μ. για να δώσουν βαθμούς στον σύλλογο. Άλλοτε έπαιζαν βόλεϊ. Υπήρχε μία καταπληκτική δομή και διοίκηση από τους ανθρώπους που διοικούσαν τον σύλλογο».

«Προπονούσα άνευ αντιτίμου»

Φθινόπωρο 1970: Στη Μοζαμβίκη με την “Αθλητική Ηχώ” ανά χείρας

Πώς ήταν η οργάνωση της ομάδας και η διοικητική κατάσταση όταν αγωνιζόσασταν εσείς;

«Καταρχήν ήμασταν ένα έξυπνο σωματείο. Βάζαμε πάντα πρόεδρο έναν από τους ανθρώπους που πρόσκεινταν στην κυβέρνηση. Όταν είχαμε Νέα Δημοκρατία βάζαμε Νεοδημοκράτη πρόεδρο, όταν είχαμε ΠΑΣΟΚ βάζαμε ΠΑΣΟΚτσή πρόεδρο. Για να έχουμε επαφές και να μας βοηθούν στα οικονομικά. Ο σύλλογος δεν είχε πόρους και έπρεπε να πάρει κάτι από το κράτος για να επιβιώσει. Ευτυχώς βάζαμε καταπληκτικούς ανθρώπους, καταπληκτικούς προέδρους.

Θυμάμαι τον κύριο Βογιατζάκη, θυμάμαι τον κύριο Μπακάκη, τον κύριο Αναστασίου, τον Γιώργο τον Ρουμπάνη, παλιό μας Ολυμπιονίκη. Πάρα πολλούς που δεν πάει τώρα το μυαλό μου. Και βεβαίως τον Μίνωα τον Κυριακού. Αυτοί οι άνθρωποι που βοήθησαν φοβερά τον σύλλογο. Με την παρουσία τους, με την προσωπικότητά τους και όχι μόνο αυτό, αλλά παιδαγώγησαν και ανθρώπους για να διοικούν σωστά».

Οι παράγοντες, λοιπόν, υπηρέτησαν την ομάδα κι από άλλα πόστα;

«Ο κύριος Βογιατζάκης είχε τη μεγαλύτερη εταιρεία ασφαλειών στην Ελλάδα, ήταν πάμπλουτος. Ο Μπακάκης διετέλεσε υπουργός Δικαιοσύνης. Καταπληκτικός άνθρωπος, δημοκρατικός. Έβαζε πλάτες στον αθλητισμό. Απλός άνθρωπος. Μας έκανε καλό η παρουσία του. Μας συμβούλευε. Ο Πανελλήνιος είναι σύλλογος που έχει ποιότητα και κουλτούρα. Κουλτούρα διαφορετική από τις υπόλοιπες ομάδες. Είναι σύλλογος.

Τώρα δυστυχώς κινδυνεύει να εξαφανιστεί, διότι ασχολούνται με αυτόν μία σπείρα ανθρώπων. Δεν έχουν καμία σχέση με το να διοικήσουν. Θέλουν να πάρουν τον Πανελλήνιο να τον κάνουν παιδική χαρά. Θα δοθεί βέβαια μάχη να μην τον πάρουν, αλλά δυστυχώς χάσαμε πάρα πολλούς ανθρώπους που ήταν για μας πάρα πολύ χρήσιμοι».

Ποιος θέλει να πάρει τώρα τον Πανελλήνιο;

«Κάτι άσχετοι, κάτι εξωδιοικητικοί, οι οποίοι ψάχνουν τρόπους να τον πάρουν και να τον κάνουν παιδική χαρά. Βέβαια εμείς όσοι μείναμε, παλιοί αθλητές, έχουμε κινητοποιήσει τον κόσμο, έχουμε κάνει παραστάσεις έτσι ώστε αυτοί να φύγουν από τον σύλλογο και να παραμείνει στα χέρια των αθλητών».

Υπήρξατε και προπονητής του συλλόγου. Ποιες είναι οι αναμνήσεις σας από εκείνη την εποχή;

«Αρχικά, θέλω να πω ότι προπονούσα την ομάδα άνευ αντιτίμου. Ήταν εθελοντική η εργασία μου. Ήταν περίπου το 1994 με 1995. Μιλώντας για την προπονητική, θέλω να πω ότι αυτή η δουλειά είναι πάρα πολύ σκληρή. Κάθε Σάββατο ζεις για το παιχνίδι. Άμα χάσεις θα πεθάνεις, άμα νικήσεις θα ζήσεις.

Δεν νομίζω ότι βέβαια θα μου πήγαινε αυτή η δουλειά για να την κάνω. Ποτέ δεν θα μου άρεσε. Είχα κορεστεί αρκετά ως παίκτης και το έκανα για λόγους δικούς μου. Για να βοηθήσω τον σύλλογο.

Ο προπονητής, βέβαια, πρέπει να είναι και παιδαγωγός. Να βγάζει και παίκτες, να κάνει πολλά πράγματα. Δεν είναι να φέρνει 10 μαύρους να τους αλλάζει και μετά να φέρνει 10 Κινέζους. Αυτό είναι για γέλια, ειδικά όπως γίνεται το πράγμα σήμερα. Οι σημερινοί προπονητές είναι διαχειριστές καταστάσεων».

Το κλειστό του Πανελληνίου φέρει το όνομά σας. Έγινε κάποια εκδήλωση;

«Δεν έχει γίνει ακόμη επίσημα, αλλά κάποια στιγμή θα συμβεί. Θα οργανώσουμε τη γιορτή. Έχει ψηφιστεί ήδη από τη γενική συνέλευση. Τώρα με τα διοικητικά, επειδή αλλάζουμε συνεχώς σωματεία κτλ., περιμένουμε να γίνουν εκλογές και να συσταθεί ένα σοβαρό συμβούλιο. Θα το φτιάξουμε σύντομα. Έχει παρθεί απόφαση».

Γιατί έχει περιέλθει σε αυτή την κατάσταση το μπασκετικό τμήμα;

«Θα σας το εκφράσω υποθετικά. Εάν φύγει ο Γιαννακόπουλος από τον Παναθηναϊκό που θα πάει ο Παναθηναϊκός στο μπάσκετ; Το ίδιο και οι Αγγελόπουλοι στον Ολυμπιακό. Εμάς έφυγε ο βασικός χρηματοδότης της ομάδας, που έβαζε περίπου 2.000.000 τον χρόνο. Πού θα πάει η ομάδα; Θα πέσει. Έτσι αναγκαστήκαμε να τη διαλύσουμε και, πλέον, παίζει σε χαμηλές κατηγορίες”.

Φθινόπωρο 1974: Στη Μικτή Ευρώπης πλάι σε παίκτες όπως ο Σεργκέι Μπέλοφ, ο Κρέζιμιρ Τσόσιτς και o Ντίνο Μενεγκίν

 

«30 αυγά για 35 ώρες ταξίδι!»

Θα μας εξιστορήσετε ένα άγνωστο περιστατικό ή κάποιο ευτράπελο από εκείνα τα χρόνια; 

«Μία φορά ταξιδεύαμε να παίξουμε στο Σπλιτ με τη Γιουγκοπλάστικα για το Κύπελλο Korać. Εδώ είχαμε νικήσει με 18 πόντους και παίζαμε τη ρεβάνς εκεί. Φύγαμε με το τρένο. Και ήρθε και ο πρόεδρος του συλλόγου, ο κύριος Βαρβέρης, ένας βιομήχανος, ο οποίος μας είχε φέρει βραστά αυγά, τυρί και ψωμί για να φάμε στη διαδρομή. Για 35 ώρες ταξίδι, είχαμε να φάμε 30 αυγά! Σταματήσαμε, λοιπόν, στο Βελιγράδι για να τα φάμε. Όταν φτάσαμε στο Σπλιτ να παίξουμε, ήταν ήδη 2 ώρες πριν από το ματς. Είχαμε φτάσει την τελευταία στιγμή κατευθείαν στο γήπεδο. Χάσαμε με καμιά τριανταριά πόντους».

-Καφέ Ρεφραίν.

«Ήταν ένα καφέ στην Πατησίων και Κοδριγκτώνος, το οποίο ξενυχτούσε. Όλο το εικοσιτετράωρο ήταν ανοιχτό. Το είχαν δύο άνθρωποι που είχαν πάει στην Αμερική. Μας άρεσε εκεί και πηγαίναμε και τρώγαμε συνεχώς τηγανιτά αυγά. Δεν είχαμε και πολλά λεφτά για κάτι άλλο. Εκεί, λοιπόν, μαζεύονταν ηθοποιοί, καλλιτέχνες και ζωγράφοι. Πολύ σημαντικοί άνθρωποι».

Ντέμης Ρούσσος.

«Με τον Ντέμη είχαμε συναντηθεί σε μία συναυλία στο Βελιγράδι και γίναμε φίλοι. Είχαμε πολλά ευτράπελα, αλλά λόγω του γεγονότος ότι δεν βρίσκεται πια στη ζωή, δεν κάνει να τα λέμε. Ήταν, πάντως, ένας πάρα πολύ μεγάλος καλλιτέχνης και πολύ αγαπητός, ειδικά στο εξωτερικό. Εμείς δεν το ξέραμε ότι ήταν τόσο αγαπητός εκεί ο Ντέμης Ρούσσος.

Ήταν μία ωραία εποχή, πολύ ρομαντική, που την έζησα πάρα πολύ ωραία. Στα νιάτα μου περάσαμε καλά και γενικώς ως νέοι ζήσαμε όμορφα. Δεν στερηθήκαμε τίποτα. Ευχαριστηθήκαμε το σπορ, παίξαμε πολλά χρόνια. Έχω τρομερές αναμνήσεις και ζω μία χαρά. Έχω την αξιοπρέπειά μου και πλέον δεν θέλω να πηγαίνω ούτε σε αγώνες, ούτε σε τίποτα. Είμαι πολύ ευτυχισμένος με αυτά που έζησα».

Η πιο δύσκολη ώρα είναι τώρα;

«Τώρα είναι η πιο δύσκολη στιγμή. Παίζεται το μέλλον ενός συλλόγου, ο οποίος δεν χάθηκε ούτε από τους Γερμανούς και τους Ιταλούς, ούτε από τους πολέμους. Κινδυνεύει να μην έχει αγωνιστικά τμήματα, να μην κάνει πρωταθλητισμό. Πρέπει να κάνει πάλη, πρέπει να έχει μποξ, τα έχουμε κλείσει όλα αυτά τα πράγματα. Έχουν μπει άνθρωποι που ούτε ξέρω πώς βρέθηκαν εδώ, ούτε πώς έγιναν μέλη. Αντιμετωπίζουμε μεγάλο πρόβλημα στον σύλλογο».

Πώς γίνεται μια τόσο μεγάλη ομάδα να μην έχει πολλούς φιλάθλους;

«Ο Πανελλήνιος έχει φιλάθλους. Όταν, όμως, για παράδειγμα δεν έχει την ομάδα μπάσκετ από την Κυψέλη ή όταν βιώνει μια τέτοια μεγάλη παρακμή, ο κόσμος μειώνεται. Ευτυχώς που υπάρχουν κάποιες οικογένειες, οι οποίες φέρνουν τα παιδιά τους και με τις συνδρομές που πληρώνουν συντηρείται ο σύλλογος. Εάν δεν υπήρχαν αυτοί θα είχαμε κλείσει. Αλλά πέρα απ’ αυτό πρέπει να υπάρχει και ένα ανταγωνιστικό μέρος της ομάδας. Πρέπει να υπάρχουν και ομάδες που κάνουν πρωταθλητισμό.

Κάναμε ημερίδες στον στίβο, πετύχαμε ιστορικά επιτεύγματα στο μπάσκετ, διοργανώναμε πρωταθλήματα εσωτερικά, βγάζαμε ταλεντάκια. Ξέρετε, δεν μπορούν να γίνουν όλοι σαν τον Πέτροβιτς και τον Γκάλη.

Μπορεί να γίνει κάποιος ένας μέτριος παίκτης, αρκεί όμως να περάσει από το σπορ, να περάσει μέσα από τα αποδυτήρια, να περάσει μέσα από την ομαδικότητα, να περάσει μέσα από την πειθαρχία. Θα του κάνει καλό στη συνέχεια.

Δεν είναι ανάγκη να γίνεις σήμερα ο Τζόρνταν, ας πούμε. Μπορείς, όμως, μέσα από τον αθλητισμό να γίνεις χρήσιμος πολίτης, να μάθεις την πειθαρχία».

Κεφάλαιο Μίνωας Κυριακού

Άρα η πειθαρχία είναι το παν.

«Δεν είναι ανάγκη να γίνει κάποιος παίκτης σούπερ σταρ. Μπορεί να γίνει κάποιος μέτριος παίκτης, όμως, μέσα από τα αποδυτήρια μπορεί να γίνει καλύτερος άνθρωπος. Τα αποδυτήρια είναι πανεπιστήμια. Πρέπει όλοι να περνούν μέσα από τα σπορ. Τα αποδυτήρια έχουν ομαδικές εξομολογήσεις. Λέγονται τα πάντα εκεί».

Τι προσέφερε στον σύλλογο η εποχή του Μίνωα Κυριακού;

«Ο Κυριακού βοήθησε πάρα πολύ τον σύλλογο. Έκανε έργα. Αλλά έκανε και λάθη πολλά. Το μεγαλύτερο λάθος ήταν ότι τον εγκατέλειψε τελείως και μας άφησε σύξυλους».

Δεν υπάρχει κάποιος από την οικογένεια που να ασχολείται με τον Πανελλήνιο;

«Όχι, όχι. Άφησε χρέη, άφησε πολλά πράγματα πίσω. Πρόστιμα πολλά. Αλλά έκανε και πάρα πολλά καλά! Έφτιαξε κτίρια, έφτιαξε σχολές, έβαλε μία τάξη. Μας οργάνωσε πολύ επαγγελματικά. Η κύρια πηγή χρημάτων αυτήν τη στιγμή στον Πανελλήνιο είναι οι σχολές που δημιούργησε ο Μίνως. Έρχονται οι άνθρωποι και πληρώνουν συνδρομές. Αυτός τα ξεκίνησε όλα αυτά. Εμείς δεν τα είχαμε. Είχαμε μόνο εισφορές από το κράτος. Τώρα πουλήθηκε ο ΟΠΑΠ και το ΠΡΟ-ΠΟ. Δεν υπάρχει τίποτα.

Εάν κοιτάξετε, έχει να φτιαχτεί κλειστό μπάσκετ εδώ και 10 χρόνια. Δεν γίνονται πλέον έργα. Υποβαθμίστηκε η Γενική Γραμματεία Αθλητισμού, πουλήθηκε ο ΟΠΑΠ και τα χρήματα που συγκεντρώνονταν για τον αθλητισμό, πηγαίνουν πλέον αλλού. Ο αθλητισμός δεν είναι για να γίνει κάποιος Τζόρνταν. Ο αθλητισμός αφορά στη νεολαία της χώρας. Η νεολαία πρέπει να γυμνάζεται. Κάποια μέρα μπορεί να χρειαστεί να πάρει το όπλο να πολεμήσει. Πρέπει να τρέξει στο βουνό επάνω. Πρέπει να γυμνάζεται».

Μίνως Κυριακού

 

Ποιες είναι οι αναμνήσεις σας από τα Τσικλητήρεια; Άρχισε το 1963 και η αναβίωση έγινε από τον Μίνωα Κυριακού το 1998.

«Τότε τα ξεκινήσαμε σιγά-σιγά, τα δυναμώσουμε όσο μπορούσαμε περισσότερο μέσα στο στάδιο. Έρχονταν πολλοί Αμερικανοί αθλητές και άλλοι ξένοι για να λάβουν μέρος σε αυτήν τη διοργάνωση. Στο Παναθηναϊκό Στάδιο το θεωρούσαν πάρα πολύ μεγάλη τιμή. Όταν, όμως, μπήκε στο καλεντάρι του παγκόσμιου στίβου και άρχισαν να παίζονται αυτά τα τεράστια ποσά, τότε ακριβώς έγιναν τα λάθη από πλευράς διοίκησης.

Η φθορά άρχισε να υφίσταται από τότε που η διοργάνωση έγινε επαγγελματική. Τα πήρε όλα πάνω του ο Κυριακού και όταν έφυγε, όλα αυτά κατέρρευσαν. Φανταστείτε από τον Παναθηναϊκό να φύγει ο Γιαννακόπουλος. Δεν θα υπάρχει Παναθηναϊκός. Κανένας δεν μπορεί να σηκώσει ένα βάρος 10-15.000.000. Ποιος θα τα βάλει αυτά τα χρήματα;»

Μετά την αποχώρηση Κυριακού ο σύλλογος αντιμετώπισε και αντιμετωπίζει πολλά προβλήματα. Τι προβλέψεις κάνετε για το μέλλον;

«Σε λίγες ημέρες έχουμε εκλογές. Θα κατέβουμε εμείς οι παλιοί αθλητές που έχουμε δώσει και τη ζωή μας εκεί μέσα. Θα ανταγωνιστούμε αυτούς που μπήκαν στον Πανελλήνιο από την πλάγια οδό, που δεν ξέρουμε καν πώς έγιναν μέλη. Δεν μας ενδιαφέρει. Θα κοιτάξουμε εμείς να νικήσουμε, να πάρουμε τον Πανελλήνιο και σιγά-σιγά να τον προχωρήσουμε».

«Όαση στο κέντρο της Αθήνας»

Πανελλήνιος: Ο Σύλλογος των Ολυμπιονικών με 127 χρόνια ιστορίας. Ποιο πρέπει να είναι το μέλλον του;

«Είναι ένας από τους πιο παλιούς συλλόγους στην Ελλάδα. Έχουμε και μερικά από τα καλύτερα ενθύμια που μπορείτε να φανταστείτε. Από Ολυμπιακούς Αγώνες, από Ολυμπιονίκες κτλ., τα οποία έχουμε ασφαλίσει. Έχουμε το γράμμα από τον Πιέρ ντε Κουμπερτέν, εκείνο του Βικέλα, μετάλλια από τους Ολυμπιακούς Αγώνες του 1896. Επίσης, έχουμε το κύπελλο που μας έδωσε ο ΣΕΓΑΣ, το οποίο δεν υπάρχει πουθενά αλλού σε καμία ομάδα στον κόσμο. Το έχει μόνο ο Πανελλήνιος. Είμαστε σωματείο που έχει πάρα πολλά τέτοια αναμνηστικά».

Ποια είναι η ευχή σας για το μέλλον του συλλόγου;

«Πρέπει να γίνει όπως ήταν παλιά. Να ασχοληθούν 10 άνθρωποι, ανιδιοτελείς. Και να οργανώσουμε τον σύλλογο πάλι, τα τμήματά μας, αυτά τα τμήματα που έβγαζαν Ολυμπιονίκες. Τώρα δεν έχουμε τίποτα. Ούτε πρωταθλητές Κυψέλης! Θέλουμε λοιπόν να εμπνεύσουμε τα παιδιά να γίνουν αθλητές. Εγώ είμαι λάτρης του παλιού όπως ξέρετε, ας πούμε, μου αρέσουν οι παλιοί ηθοποιοί. Η κοινωνία παλιά ήταν καλύτερη και πιο ενδιαφέρουσα. Ήταν πιο αγνή. Τώρα ο αθλητισμός για παράδειγμα σημαίνει αναβολικά, σημαίνει υπερβολές.

Έχουμε χάσει κάποια ινδάλματα. Που μπορούν να μας τραβήξουν τόσο στον αθλητισμό όσο και στον πολιτισμό. Πρέπει να βγει κάποιος από το κοπάδι για να μας τραβήξει. Είχαμε τον Διαμαντίδη, είχαμε τον Σπανούλη και το καλό με αυτούς ήταν ότι είναι καλά παιδιά και εκτός γηπέδου. Αλλά δεν αρκούν μόνο αυτοί οι δύο. Θέλουμε ινδάλματα στην κοινωνία, στην ιατρική, στην οικονομία… Τέτοιους ηγέτες θέλουμε. Ανθρώπους να μας τραβήξουν από το τέλμα. Έχουμε τελματώσει μέχρι τον λαιμό».

Ένα όνειρο για τον Πανελλήνιο του μέλλοντος;

«Να μπορέσει να παραμείνει στη ζούγκλα που υπάρχει σήμερα. Να επιβιώσει. Τίποτα άλλο. Ο Πανελλήνιος είναι μία όαση στο κέντρο της Αθήνας».

 

***

Πορτοκαλί με κυανόλευκο

Ο Πανελλήνιος συμπεριλαμβάνεται στο κλειστό γκρουπ των ομάδων που έβαλαν τους σπόρους για να φυτρώσει το πιο επιτυχημένο ομαδικό άθλημα στην ιστορία της χώρας.

Τεράστιοι μπασκετμπολίστες φόρεσαν τη φανέλα του και κατέκτησαν τίτλους, αρχής γενομένης από το 1929, το έτος δηλαδή που διοργανώθηκε το πρώτο πρωτάθλημα.

Ο Άρης ήταν ο σύλλογος που έκανε τους Έλληνες να αγαπήσουν το μπάσκετ, αλλά ο Πανελλήνιος εκείνος που τους το έμαθε, κυρίως κατά τη δεκαετία του 1950.

Τότε κατέγραφε σπουδαίους θριάμβους και εκτός των συνόρων, όπως για παράδειγμα οι πρώτες θέσεις στα τουρνουά του Σαν Ρέμο και των Βρυξελλών.

Αναλυτικά οι χρονιές που κατέκτησε τον τίτλο:

1929: Αντίπαλες ομάδες του Πανελληνίου ήταν ο Εθνικός Αθηνών, οι Νέοι Βύρωνος, η ΧΑΝ, η ΑΕΚ, η Σχολή Ευελπίδων και ο Πανιώνιος.

Την ομάδα συγκροτούσαν οι αθλητές Χρ. Σβωλόπουλος, Δ. Σιδηρόπουλος, Ευαγγελινός, Σφήκας, Σπυριδάκης, Αλ. Σιδηρόπουλος, Συμεωνίδης και Σκέπερς.

Προπονητής της ομάδας ήταν ο Νίκος Νησιώτης, ο οποίος αποτέλεσε δάσκαλο, δεδομένου ότι εφάρμοζε μεθόδους και τακτικές που χρησιμοποιούνταν στο αμερικανικό μπάσκετ.

“Κατόπιν ενός τεχνικού και πείσμονος αγώνος, η ομάς των μαθητών της Νήαρ Ηστ υπέκυψε, νικητρίας αναδειχθείσης της του Πανελληνίου με βαθμούς 27 έναντι 26. Ούτω ο τιμητικός κατάλογος του πρωταθλήματος 1929 φέρει ως πρώτην την ομάδα του Πανελληνίου, δευτέραν τη Νήαρ Ηστ και τρίτην την ΧΑΝ. Εις τα νικητρίας απενεμήθησαν το έπαθλον και τα μετάλλια”, ανέφερε η εφημερίδα “Έθνος” την 4η Μαρτίου 1929.

Η εφημερίδα “Πρωία” της ίδιας ημέρας είχε αντίθετη άποψη για το σκορ: “Κατά τον χθεσινόν τελικόν αγώνα προς ανάδειξιν της πρωταθλητρίας ομάδος μπάσκετ-μπωλ, ο Πανελλήνιος ενίκησε τη Νήαρ Ηστ Ρελήφ (σ.σ. ιδρύθηκε στη Νέα Υόρκη το 1915 ως «Περίθαλψη Εγγύς Ανατολής», δηλαδή “Near East Relief”) διά βαθμών 28-27. Η συνάντησις υπήρξε άκρως ενδιαφέρουσα και εκράτησε αμείωτον το ενδιαφέρον των θεατών απ’ αρχής μέχρι τέλους.

Το α’ ημιχρόνιον έληξε με βαθμούς 13-13 και το δεύτερον 26-26 και εδέησε να προστεθή πρόσθετος χρόνος 3 λεπτών διά να εξέλθη ο νικητής. Ο Πανελλήνιος υπήρξεν αποτελεσματικός εις το σουτ. Η ομάς της Νήαρ Ηστ αφετέρου παρουσίασε ανώτερον παιχνίδι από απόψεως συνδυασμών και τακτικής. Οι μικροσκοπικοί παίκται της οι οποίοι είναι ορφανά προσφυγόπαιδα περισυλλεγέντα υπό της Αμερικανικής Περιθάλψεως κατόρθωσαν να παρουσιάσουν εργασίαν αξιοζήλευτον και να γίνουν λίαν συμπαθείς εις το κοινόν”.

Ντοκουμέντο: Φάση από αγώνα του πρωταθλήματος του 1939 με αντίπαλο τον Πανιώνιο (Εφημερίδα “Βραδυνή”, 2/5/1939)

1939-1940: Έπειτα από την τετραετή διακοπή του πρωταθλήματος το διάστημα 1930-1934, ο Πανελλήνιος κατέλαβε τη 2η θέση το 1935 και εν συνεχεία την πρώτη το 1939 και το 1940.

Ορισμένοι από τους πρωταγωνιστές αυτής της προσπάθειας ήταν οι Σβωλόπουλος, Συμεωνίδης, Πανταζόπουλος, Σκυλογιάννης, Φλώρος, Κωστόπουλος, Ελευθερουδάκης, Νάσλας και Λεβαντίνος.

Οι αγώνες του Πανελληνίου Πρωταθλήματος 1939 διεξήχθησαν από το Σάββατο 29 Απριλίου μέχρι την Δευτέρα 1 Μαΐου στο γυμναστήριο του Σπόρτιγκ.

Ο Πανελλήνιος νίκησε κατά σειρά τους Πανιώνιο (62-19), Παναθηναϊκό (59-17), Σπόρτινγκ (60-23), Πανεπιστήμιο Αθηνών (37-19) και στον τελικό ξανά τον Σπόρτιγκ με 36-20.

Το πρωτάθλημα του 1940 διεξήχθη από 15 ως 17 Ιουνίου 1940 “εις το “ηλεκτροφώτιστον γυμναστήριον του Σπόρτιγκ παρά το τέρμα Πατησίων”.

Ο Πανελλήνιος κατέκτησε τον 2ο συνεχόμενο τίτλο και, κατά συνέπεια, έγινε η πρώτη ομάδα που έφτανε τους 3 στο σύνολο, λίγους μήνες πριν από την εμπλοκή της χώρας στον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο.

Εφημερίδα “Αθλητική Ηχώ” (3/6/1953)

1953: Ο Πανελλήνιος παρουσίασε στο πρωτάθλημα μια ομάδα που κατέκτησε τον τίτλο με επιδόσεις πρωτόγνωρες για τα ελληνικά δεδομένα.

Συνήθιζε να νικά με μεγάλες διαφορές πόντων και δεν επέτρεπε σε καμία περίπτωση να αμφισβητηθεί η κυριαρχία του, ωστόσο η ανυπαρξία επίσημων, εκτός των συνόρων, διοργανώσεων του στέρησε την ευκαιρία να διεκδικήσει έναν ευρωπαϊκό τίτλο.

Οι βασικοί παίκτες της ομάδας που αποκαλούνταν η “Χρυσή Πεντάδα” ήταν οι Θέμης Χολέβας, Παναγιώτης Μανιάς, Κώστας Παπαδήμας, Μίμης Στεφανίδης, Αριστείδης Ρουμπάνης.

Το ρόστερ συμπλήρωναν οι Νομικός, Κωστόπουλος, Μπουρνέλος, Γ. Ρουμπάνης, Σακέλης, Ξένος, Ζαγοραίος, Τσιφλάκος και Αναγνωστόπουλος.

Ήταν η εποχή που η ομάδα άρχισε να παρουσιάζει ένα πολύ γρήγορο και θεαματικό μπάσκετ για τα δεδομένα της “γηραιάς ηπείρου”, επίτευγμα που οφείλεται εν πολλοίς στον αδικοχαμένο προπονητή (σε τροχαίο το 1986) Νικόλαο Νησιώτη.

Τότε, Ευρωπαίοι συνάδελφοι του καθηγητή θεολογίας στο Πανεπιστήμιο, κινηματογραφούσαν τις προπονήσεις και τα ματς του Πανελληνίου, προκειμένου να “ξεπατικώνουν” το στυλ παιχνιδιού.

Δύο χιλιάδες θεατές κατέκλυσαν το γήπεδο του Πανελληνίου, προκειμένου να παρακολουθήσουν τον τελικό της ομώνυμης ομάδας με τον Παναθηναϊκό και το ματς Ολυμπιακός-ΑΕΚ για την κατάληψη της 3ης θέσης.

“Ως τιτανομαχία μπορεί να χαρακτηριστή το χθεσινόν παιχνίδι μεταξύ Πανελληνίου-Παναθηναϊκού. Ήτο αντάξιον των δύο ομάδων, των καλύτερων σήμερον εις την Ελλάδα. Τελικώς ενίκησε ο Πανελλήνιος με 61-54 (28-22) αναδειχθείς και πρωταθλητής Ελλάδας”, γράφει η “Αθλητική Ηχώ” της 3ης Ιουνίου 1953.

1955: Η χρονιά που ο περίφημος Αντώνης Χρηστέας, μετέπειτα Κυπελλούχος Ευρώπης με την ΑΕΚ, εντάχθηκε στο ρόστερ και αναδείχθηκε σε τρανό σκόρερ.

Ο Πανελλήνιος κατέκτησε αήττητος το πρωτάθλημα με 84 πόντους μέσο όρο ανά ματς, επίδοση ασύλληπτη για τα δεδομένα της εποχής.

Στο πρωτάθλημα συμμετείχαν συνολικά έξι ομάδες, τέσσερις από το τοπικό πρωτάθλημα της Αθήνας (ΑΕΚ, Ολυμπιακός, Παναθηναϊκός, Πανελλήνιος) και δύο επαρχιακές ομάδες (Ένωση Χαλκίδας, Σκαγιοπούλειο Πάτρας).

Οι αγώνες διεξήχθησαν στο γήπεδο του Πανελληνίου από την 1η μέχρι την 24η Σεπτεμβρίου 1955.

Εφημερίδα “Αθλητική Ηχώ” (25/9/1955)

Αρχικά οι έξι ομάδες ήταν χωρισμένες σε δύο ομίλους: Παναθηναϊκός, Πανελλήνιος, Ένωση Χαλκίδας και ΑΕΚ, Ολυμπιακός, Σκαγιοπούλειο Πάτρας.

Έπειτα από τη διεξαγωγή της 1ης αγωνιστικής, εξαιτίας της αποχής των ομάδων της Θεσσαλονίκης, ο ΣΕΓΑΣ αποφάσισε το πρωτάθλημα να διεξαχθεί σε μία τελική φάση και όλες οι ομάδες να αγωνιστούν μεταξύ τους.

Ο Πανελλήνιος κατέγραψε 5 νίκες σε ισάριθμα ματς με 471 πόντους υπέρ/318 κατά και δικαίως κατέκτησε το 5ο πρωτάθλημα της ιστορίας του.

Το ρόστερ αποτελείτο από τους εξής: Δ. Στεφανίδης, Μανιάς, Σακκέλης, Αναγνωστόπουλος, Χρηστέας, Καρβέλης, Ζαγοραίος, Χολέβας, Αρ. Ρουμπάνης, Παπαδήμας, Ξένος.

1957: Ο πιο δύσκολος από τους 6 τίτλους του Πανελληνίου, αφού σημειώθηκε σε αγώνα κατάταξης με τον Ολυμπιακό στο Παναθηναϊκό Στάδιο.

Στην κανονική διάρκεια του πρωταθλήματος ο σύλλογος της Κυψέλης γνώρισε μία ήττα (από την ΑΕΚ), με συνέπεια την 7η και τελευταία αγωνιστική να χρειάζεται πάση θυσία νίκη επί των “ερυθρολεύκων” για να ελπίζει στην πρωτιά.

Πράγματι, ο Πανελλήνιος επικράτησε 79-74, έπιασε στην κορυφή τον Ολυμπιακό και όλα θα κρίνονταν σε νέο μεταξύ τους αγώνα, ο οποίος ορίστηκε στις 21 Ιουνίου 1957.

Οι “Ολυμπιονίκες” παρατάχθηκαν χωρίς τους τραυματίες Αριστείδη Ρουμπάνη και Παναγιώτη Μανιά, γεγονός που έδινε ένα αβαντάζ στον σύλλογο του Πειραιά.

Το σκορ έγραφε 54-54 ένα λεπτό πριν από τη λήξη, όταν μετά από “ερυθρόλευκο” τάιμ άουτ ο Γιάννης Σπανουδάκης πήρε την τελευταία προσπάθεια που θα χάριζε τον τίτλο στον Ολυμπιακό ή θα έστελνε το ματς στην παράταση.

Πολλοί περίμεναν ότι θα κάνει μπάσιμο, όμως εκείνος προτίμησε ένα μακρινό σουτ που κατέληξε στο σίδερο και στη συνέχεια ο Αργυρόπουλος κατέγραψε ένα αποτυχημένο φόλοου.

Αντώνης Χρηστέας και Μίμης Στεφανίδης έγραψαν το 60-56 στα 2′ πριν από τη λήξη της παράτασης, ώσπου συνέβη το εξής παράδοξο: ο Αλέκος Σπανουδάκης αστόχησε στη μία από τις δύο βολές που κλήθηκε να εκτελέσει, αλλά ο διαιτητής Καλλίτσης υποστήριξε ότι έπρεπε να μετρήσει!

Ο ίδιος παίκτης ισοφάρισε σε 60-60, όμως ο Πανελλήνιος είχε την τελευταία επίθεση και, κατά συνέπεια, τις περισσότερες πιθανότητες για τη νίκη-τίτλου.

Ο Στεφανίδης πήρε την μπάλα, σούταρε από πλάγια θέση, η μπάλα κατέληξε στο καλάθι με περιπετειώδη τρόπο και το τελικό 62-60 ήταν γεγονός!

Το ρόστερ της ομάδας που κατέκτησε το 6ο και τελευταίο πρωτάθλημα του Πανελληνίου αποτελείτο από τους εξής: Χολέβας, Μανιάς, Χρηστέας, Παπαδήμας, Μόσχος, Στεφανίδης, Αρ. Ρουμπάνης, Γ. Ρουμπάνης, Σακέλης, Μακρυνικόλας, Καρβέλας, Λέκκας, Αναγνωστόπουλος.

Στον τελικό με τον Ολυμπιακό αγωνίστηκαν οι Χολέβας 2, Παπαδήμας 10, Στεφανίδης 18, Χρηστέας 26, Μαυρολέων 6, Σακκέλης, Μόσχος.

Ευρώπη: To διάστημα 1953-1956 γνώρισε ουκ ολίγες διακρίσεις εκτός των συνόρων με νίκες εναντίον ομάδων όπως ο Ερυθρός Αστέρας, η Παρτιζάν, η Γαλατάσαραϊ, η Ρέγερ Βενέτσια και, βέβαια, η Βίρτους Μπολόνια.

Το 1958 o Πανελλήνιος έγινε η πρώτη ελληνική ομάδα που έλαβε μέρος στο, παρθενικό τότε, Κύπελλο Πρωταθλητριών, όπου αποκλείστηκε στον δεύτερο γύρο από τη ρουμανική Στεάουα Βουκουρεστίου (ήττες με 63-60 και 75-72).

Το 2010 ο Πανελλήνιος αγωνίστηκε στο Final 4 του Euro Cup, όπου κατέλαβε την 4η θέση, αφού ηττήθηκε από τη μετέπειτα τροπαιούχο Βαλένθια και εν συνεχεία από την Μπιλμπάο.

Το μετά: Το 1963 ο Πανελλήνιος ανέλαβε την πρωτοβουλία για να συσταθεί η Ελληνική Ομοσπονδία Καλαθοσφαίρισης, με σκοπό να αντικατασταθεί ο ΣΕΓΑΣ, καθώς και τη διεξαγωγή του εθνικού πρωταθλήματος.

Το 1970 και το 1978 κατέλαβε την 3η θέση στο πρωτάθλημα με μπροστάρη τον Βασίλη Γκούμα, ο οποίος αναδείχθηκε 4 φορές πρώτος σκόρερ (1970, 1974, 1975, 1977).

Το 1971 και συγκεκριμένα στις 28 Μαρτίου, ο Παράσχος Τσάνταλης σημείωσε 73 πόντους (κατ’ άλλους 71) κόντρα στον Πανιώνιο, επίδοση που αποτελεί τη δεύτερη καλύτερη μετά τους 145 του Αριστείδη Μούμογλου.

Το 1986 ο Πανελλήνιος υποβιβάστηκε ωστόσο το τέλος της επόμενης σεζόν δεν τον βρήκε μόνο πρωταθλητή της Α2, αλλά και φιναλίστ του Κυπέλλου Ελλάδας (ήττα με 110-70 από τον αχτύπητο Άρη).

Το 1988 υποβιβάστηκε ξανά, επέστρεψε το 2004 και για 4 χρόνια (2006-2009) τερμάτιζε στην πρώτη πεντάδα.

Αναλυτικά οι τίτλοι στο μπάσκετ:

6 Πρωταθλήματα Ελλάδας: (1929, 1939, 1940, 1953, 1955, 1957)

 

***

Ο Σύλλογος των Ολυμπιονικών

Το κορυφαίο αθλητικό γεγονός του πλανήτη, οι Ολυμπιακοί Αγώνες, προέρχονται από την Αρχαία Ελλάδα και η αναβίωσή τους έγινε το 1896 στην Αθήνα.

Αν υπάρχει ένα σωματείο που έχει ταυτιστεί περισσότερο με τη διοργάνωση, τότε αναμφισβήτητα αυτό είναι ο Πανελλήνιος που φέρει περήφανα το παρατσούκλι “Σύλλογος των Ολυμπιονικών”.

Λογικό αφού διατηρεί μια μακρά λίστα αθλητών, 16 τον αριθμό, οι οποίοι όταν φόρεσαν στο στήθος το Ολυμπιακό μετάλλιο, αποτελούσαν μέλη του υπεραιωνόβιου συλλόγου.

Αναλυτικά:

Παντελής Καρασεβδάς: Σκοποβολή, Αθήνα 1896

Στους Ολυμπιακούς Αγώνες της Αθήνας το 1896, σε ηλικία 19 ετών, έλαβε μέρος στο αγώνισμα «τυφεκίου από 200 μέτρων», όπως ήταν η επίσημη ονομασία του αγωνίσματος, και κατέκτησε το χρυσό μετάλλιο. Επίσης, διετέλεσε πρόεδρος για δέκα χρόνια.

Αλέξανδρος Τουφερής: Στίβος, Αθήνα 1896

Πολυσύνθετος αθλητής, υπήρξε γέννημα θρέμμα του Πανελληνίου και αναδείχθηκε 7 φορές νικητής σε Πανελληνίους Αγώνες (τριπλούν, 110 μ.εμπόδια, άλμα εις ύψος, εις μήκος). Ο Ελληνογάλλος (Alexandre Tuffere) με πατέρα Γάλλο και μητέρα Ελληνίδα αθλητής του στίβου συμμετείχε με τη γαλλική ομάδα στους Ολυμπιακούς Αγώνες της Αθήνας, έπειτα από την άρνηση της ΔΟΕ να του επιτρέψει να συμμετάσχει με την ελληνική. Ήταν 2ος στο άλμα εις τριπλούν πίσω από τον περίφημο Τζέιμς Κόνολι. Έλαβε επίσης μέρος στους Ολυμπιακούς Αγώνες του 1900 με τη Γαλλία και το 1906 στη Μεσολυμπιάδα, με τα ελληνικά χρώματα αυτή τη φορά.

Χαρίλαος Βασιλάκος: Στίβος, Αθήνα 1896

Η προσθήκη του μαραθωνίου δρόμου στο πρόγραμμα των Ολυμπιακών Αγώνων του 1896, έπειτα από πρόταση του φιλέλληνα Γάλλου ακαδημαϊκού Μισέλ Μπρεάλ, ήταν ένα γεγονός με ιδιαίτερους συμβολισμούς. Στους Α’ Πανελλήνιους Αγώνες που διεξήχθησαν λίγο νωρίτερα, με στόχο την επιλογή των αθλητών που θα εκπροσωπούσαν την Ελλάδα, νικητής αναδείχθηκε ο Χαρίλαος Βασιλάκος.

Μιλτιάδης Γκούσκος: Στίβος, Αθήνα 1896

Στους Ολυμπιακούς Αγώνες της Αθήνας κατετάγη 2ος στη σφαιροβολία πίσω από τον Ρόμπερτ Γκάρετ (11.03 ο Ζακυνθινός, 11.22 ο Αμερικανός). Το 1896 στους προκριματικούς  είχε κατακτήσει την 1η θέση στη σφαιροβολία. Απεβίωσε σε ηλικία μόλις 26 ετών τον Ιούλιο του 1903 στην Ινδία, όπου εργαζόταν στις επιχειρήσεις του οίκου Ράλλη.

Γεώργιος Τσίτας: Πάλη, Αθήνα 1896

Στους Ολυμπιακούς Αγώνες της Αθήνας συμμετείχε στην ελληνορωμαϊκή πάλη και στον τελικό αντιμετώπισε τον Καρλ Σούμαν. Ο αγώνας διήρκησε 40 λεπτά προτού διακοπεί λόγω σκότους και το επόμενο πρωί ο Γερμανός χρειάστηκε περίπου ένα τέταρτο για να πάρει τη νίκη από τον Τσίτα, ο οποίος νωρίτερα είχε αποκλείσει τον Στέφανο Χρηστόπουλο.

Τηλέμαχος Καράκαλος: Ξιφασκία, Αθήνα 1896

Στους Ολυμπιακούς Αγώνες της Αθήνας το 1896 κατέκτησε το ασημένιο μετάλλιο στο ατομικό της σπάθης, ενώ συμμετείχε και στη διοργάνωση του 1900 στο Παρίσι.

Ιωάννης Περσάκης: Στίβος, Αθήνα 1896

Ως αθλητής του Πανελληνίου σημείωσε νίκη στους Πανελλήνιους Αγώνες του 1896 στο άλμα εις τριπλούν και στους Ολυμπιακούς Αγώνες κατετάγη 3ος στο ίδιο αγώνισμα με επίδοση που συνιστούσε νέο πανελλήνιο ρεκόρ (12.52 μ.).

Σωτήρης Βερσής: Στίβος/Άρση Βαρών, Αθήνα 1896

Στους Ολυμπιακούς Αγώνες της Αθήνας κατέκτησε το χάλκινο μετάλλιο σε δισκοβολία (27.78μ.) και άρση βαρών (110κ.), ενώ το 1900 στο Παρίσι συμμετείχε στη δισκοβολία και τη σφαιροβολία, όπου αποκλείστηκε στα προκριματικά.

Περικλής Κακούσης: Στίβος/Άρση Βαρών, Σεντ Λούις 1904

Αθλητής εξαιρετικών δυνατοτήτων, στους Ολυμπιακούς Αγώνες του Σεντ Λούις κατέκτησε το χρυσό μετάλλιο στην άρση βαρών με δύο χέρια, αφού σήκωσε 111,67 κιλά, ήτοι 27 περισσότερα από τον δεύτερο! Έκτοτε έγινε μόνιμος κάτοικος ΗΠΑ, ασχολήθηκε μεταξύ άλλων με την επαγγελματική πάλη και αρνήθηκε πρόταση να ενταχθεί σε αθλητικό σύλλογο της Νέας Υόρκης, δηλώνοντας με υπερηφάνεια ότι παραμένει αθλητής του Πανελληνίου.

Μενέλαος Σακόρραφος: Ξιφασκία, Αθήνα 1906

Στην Μεσολυμπιάδα του 1906, ως μέλος της ελληνικής ομάδας στη σπάθη που αποτελείτο από τους Γεωργιάδη, Κορδογιάννη και Ζορμπά, κατέκτησε το ασημένιο μετάλλιο.

Γεώργιος Σκοτάδης: Σκοποβολή, Αθήνα 1906

Στην Μεσολυμπιάδα του 1906 κατετάγη 3ος στη σκοποβολή με στρατιωτικό περίστροφο από τα 20 μ.

Κωνσταντίνος Σπετσιώτης: Στίβος, Αθήνα 1906

Στην Μεσολυμπιάδα του 1906 κατετάγη 3ος στα 1.500 μ. βάδην.

Νικόλαος Γεωργαντάς: Στίβος, Σεντ Λούις 1904/Αθήνα 1906

Το 1904 είχε καταρρίψει τα πανελλήνια ρεκόρ σε δισκοβολία, λιθοβολία και σφαιροβολία, με συνέπεια να εκπροσωπήσει την Ελλάδα στους Ολυμπιακούς Αγώνες του Σεντ Λούις. Κατάφερε να πάρει το χάλκινο μετάλλιο στη δισκοβολία με 37,68 μ., επίδοση που αποτελούσε ατομικό του ρεκόρ. Συμμετείχε σε άλλα δύο αγωνίσματα: στη σφαίρα όπου ακυρώθηκε και στη διελκυστίνδα που ουσιαστικά αποτελούσαν αθλητές του Πανελληνίου(κατετάγη 5η). Η κορυφαία του στιγμή ήταν η Μεσολυμπιάδα του 1906, όταν κατέκτησε 3 μετάλλια: ένα χρυσό στη λιθοβολία και δύο ασημένια σε δισκοβολία/ελληνική δισκοβολία.

Κωστής Τσικλητήρας: Στίβος, Λονδίνο 1908/Στοκχόλμη 1912

Ένας εκ των κορυφαίων Ελλήνων αθλητών του 20ού αιώνα με 4 Ολυμπιακά μετάλλια. Εκτός από την πορεία του στον στίβο, ήταν τερματοφύλακας των ομάδων του Πανελληνίου στο ποδόσφαιρο και το πόλο. Στους Ολυμπιακούς Αγώνες του Λονδίνου, αγωνιζόμενος στο μήκος άνευ φοράς και στο ύψος άνευ φοράς κατέκτησε 2 ασημένια μετάλλια. Τον Απρίλιο του 1912 κατέρριψε το παγκόσμιο ρεκόρ τόσο στο άλμα εις μήκος άνευ φοράς όσο και στο άλμα εις ύψος. Στους Ολυμπιακούς Αγώνες της Στοκχόλμης το 1912, όντας σημαιοφόρος της ελληνικής αποστολής, πανηγύρισε τη νίκη στο μήκος άνευ φοράς, ενώ στο ύψος άνευ φοράς πήρε το χάλκινο μετάλλιο. Αργότερα το όνομά του έλαβε η διεθνής διοργάνωση στίβου «Τσικλητήρεια».

Αλέξανδρος Θεοφιλάκης: Σκοποβολή, Αθήνα 1906/Αμβέρσα 1920

Έλαβε μέρος στην Μεσολυμπιάδα του 1906, όπου κατετάγη 2ος στη βολή με στρατιωτικό περίστροφο από 20 μέτρα. Στους Ολυμπιακούς Αγώνες της Αμβέρσας το 1920 συμμετείχε με την εθνική ομάδα και με συμπαίκτες τους Μωραϊτίνη, Σάππα, Ι.Θεοφιλάκη και Βρασινόπουλο στο ομαδικό του αυτόματου πιστολιού από απόσταση 30μ., κατέκτησε το ασημένιο μετάλλιο. Επίσης συμμετείχε στους Ολυμπιακούς Αγώνες του 1908, του 1912 και του 1924.

Γιώργος Ρουμπάνης: Στίβος, Μελβούρνη 1956

Το 1956 στους Ολυμπιακούς Αγώνες της Μελβούρνης κατέκτησε το χάλκινο μετάλλιο στο άλμα επί κοντώ, σε έναν τελικό διάρκειας 8 ωρών, ενώ αγωνίστηκε επίσης στους Ολυμπιακούς Αγώνες του Τόκιο το 1960. Ο αδερφός του Αριστείδη Ρουμπάνη, ο οποίος απεβίωσε πριν από λίγες εβδομάδες, διετέλεσε πρόεδρος του Πανελληνίου και του Συλλόγου Ελλήνων Ολυμπιονικών.

 

***

 

Ο «βασιλιάς» του κλασικού αθλητισμού

Όπως διαβάσετε στο προηγούμενο “κεφάλαιο”, οι 10 από τους 16 Ολυμπιονίκες του Πανελληνίου διακρίθηκαν στα τμήματα του στίβου, γεγονός που φανερώνει ένα μέρος της δυναμικής του στον κλασικό αθλητισμό.

Παρά το γεγονός ότι από το 2005 δεν έχει πανηγυρίσει κάποιο πρωτάθλημα στίβου, παραμένει ο σύλλογος με τα περισσότερα πρωταθλήματα στη χώρα.

Τα 36 που έχει συγκεντρώσει από το 1901 μέχρι σήμερα, τον κατατάσσουν πρώτο στη σχετική λίστα με μεγάλη διαφορά από τον δεύτερο Παναθηναϊκό, ο οποίος μετρά 23.

Θα χρειαζόταν προσπάθεια μηνών για να επισημανθούν όλα τα αστέρια και οι επιτυχίες του συλλόγου στον κλασικό αθλητισμό, συνεπώς θα γίνει αναφορά στο, ουσιαστικά, πρώτο Πανελλήνιο Πρωτάθλημα που κατέκτησε μαζί με τον Εθνικό Γ.Σ.

Ως πρώτη διοργάνωση λογίζονται οι προκριματικοί αγώνες που διοργάνωσε η ΕΟΑ για τον καταρτισμό της ελληνικής ομάδας που θα μετείχε στους Ολυμπιακούς Αγώνες του 1896.

Εφημερίδα “Εμπρός” (8/4/1901)

Η επόμενη διοργάνωση είχε οριστεί για την Πάτρα, ενώ το χρίσμα για τη διοργάνωση είχε δοθεί στην τοπική Γυμναστική Ένωση, ωστόσο, οι αγώνες αναβάλλονταν κάθε χρόνο μέχρι που διεξήχθησαν τελικά το 1901, με διοργανωτή τον ΣΕΓΑΣ που είχε ιδρυθεί το 1897.

Το 1899 πραγματοποιήθηκαν με πρωτοβουλία του Πανελληνίου τα “Σωτήρια”, αγώνες αφιερωμένοι στο γεγονός ότι ο βασιλιάς Γεώργιος Α’ επιβίωσε από δολοφονική απόπειρα εναντίον του στη Λεωφόρο Συγγρού.

Με εξαίρεση τους Ολυμπιακούς Αγώνες αυτοί ήταν οι μοναδικοί αγώνες που έγιναν στο ελληνικό κράτος με ευρεία συμμετοχή αθλητών και με άξιες λόγου επιδόσεις ως το Πανελλήνιο Πρωτάθλημα στίβου του 1901, το οποίο ουσιαστικά ήταν το πρώτο επίσημο και δεύτερο μετά το… προολυμπιακό του 1896.

Οι αγώνες έγιναν στο Παναθηναϊκό Στάδιο από τις 4 έως τις 7 Απριλίου, διοργανώθηκαν από τον ΣΕΓΑΣ, πολυνίκεις σύλλογοι αναδείχθηκαν οι Πανελλήνιος και Εθνικός Γ.Σ. με 7 πρωτιές έκαστος, ενώ το τρόπαιο ήταν ένα αντίγραφο της “Νίκης του Παιωνίου”.

Αναλυτικά οι τίτλοι στον στίβο:

36 Πρωταθλήματα Ελλάδας ανοιχτού στίβου ανδρών: 1901, 1904, 1905, 1906, 1907, 1908, 1909, 1911, 1912, 1914, 1917, 1919, 1933, 1934, 1936, 1978, 1981, 1982, 1983, 1987, 1988, 1991, 1992, 1993, 1994, 1995, 1996, 1997, 1998, 1999, 2000, 2001, 2002, 2003, 2004, 2005

30 Πρωταθλήματα Ελλάδας ανοιχτού στίβου γυναικών: 1938, 1939, 1940, 1951, 1952, 1984, 1985, 1986, 1987, 1988, 1989, 1990, 1992, 1993, 1994, 1995, 1996, 1997, 1998, 1999, 2000, 2001, 2002, 2003, 2004, 2005, 2006, 2007, 2008, 2009

20 Πρωταθλήματα Ελλάδας κλειστού στίβου ανδρών: 1988, 1991, 1992, 1993, 1994, 1995, 1996, 1997, 1998, 1999, 2000, 2001, 2002, 2004, 2005, 2006, 2007, 2008, 2009, 2014

21 Πρωταθλήματα Ελλάδας κλειστού στίβου γυναικών: 1986, 1988, 1989, 1990, 1992, 1993, 1994, 1997, 1998, 1999, 2000, 2001, 2002, 2004, 2005, 2006, 2007, 2008, 2012, 2013, 2014

19 Πανελλήνια Πρωταθλήματα ανωμάλου δρόμου ανδρών: 1907, 1909, 1986, 1987, 1988, 1989, 1990, 1991, 1992, 1993, 1994, 1995, 1998, 1999, 2000, 2001, 2002, 2004, 2006

13 Πανελλήνια πρωταθλήματα ανωμάλου δρόμου γυναικών: 1954, 1987, 1993, 1994, 1995, 1998, 1999, 2000, 2001, 2002, 2003, 2004, 2005

7 Πανελλήνια Διασυλλογικά Πρωταθλήματα ανδρών: 1991, 1992, 1994, 1999, 2001, 2002, 2003

5 Πανελλήνια Διασυλλογικά Πρωταθλήματα γυναικών: 1999, 2000, 2001, 2002, 2003

6 Κύπελλα Ελλάδας ανδρών: 1986, 1987, 1988, 1989, 1991, 1992

2 Κύπελλα Ελλάδας γυναικών: 1986, 1988

1 Έπαθλο 40ετηρίδας ΣΕΓΑΣ: 1938

1 Ευρωπαϊκό Πρωτάθλημα συλλόγων Β’ κατηγορίας ανδρών (Στίβος): 2000

1 Ευρωπαϊκό Πρωτάθλημα συλλόγων Β’ κατηγορίας γυναικών (Στίβος): 2000

9 Πανελλήνια Πρωταθλήματα μοντέρνου πεντάθλου: 1981, 1982, 1983, 1984, 1985, 1988, 1989, 1990, 1991

 

***

Αγώνας βόλεϊ με Εθνικό Γ.Σ. το 1961

 

Τα υπόλοιπα της σάλας

Εφημερίδα “Έθνος” για τον τελευταίο τίτλο στο ανδρικό βόλεϊ (2/1/1962)

Όπως γίνεται εύκολα κατανοητό, ένας σύλλογος του βεληνεκούς του Πανελληνίου δεν θα μπορούσε να μην καταγράψει διακρίσεις και σε άλλα ομαδικά αθλήματα, όπως το βόλεϊ ή το χάντμπολ.

Το τμήμα της ανδρικής πετοσφαίρισης, το οποίο τώρα αγωνίζεται στη Β’ Εθνική Κατηγορία, έχει κατακτήσει 6 πρωταθλήματα (1936, 1937, 1939, 1940, 1944, 1961), ενώ το γυναικείο 2 πρωταθλήματα (2001, 2002) και 1 Κύπελλο (2001).

Αναφορικά με το χάντμπολ, το ανδρικό τμήμα άκμασε την προηγούμενη δεκαετία, όπου σάρωσε τους εγχώριους τίτλους (5 πρωταθλήματα, 3 Κύπελλα).

Αναλυτικά οι τίτλοι στο βόλεϊ:

6 Πρωταθλήματα Ελλάδας ανδρών: 1936, 1937, 1939, 1940, 1944, 1961

2 Πρωταθλήματα Ελλάδας γυναικών: 2001, 2002

1 Κύπελλο Ελλάδας γυναικών: 2001

Αναλυτικά οι τίτλοι στο χάντμπολ:

5 Πρωταθλήματα Ελλάδας ανδρών: 2000, 2002, 2004, 2006, 2007

3 Κύπελλα Ελλάδας ανδρών: 2000, 2001, 2002

Χάντμπολ: Πρωτάθλημα 2007

***

 

«Κυψέλη» όλων των αθλημάτων

Σπορ δεν είναι μόνο το ποδόσφαιρο ή το μπάσκετ και ο Πανελλήνιος Γυμναστικός Σύλλογος εξακολουθεί να αποτελεί τρανό σχετικό παράδειγμα.

Κατά συνέπεια, στις εγκαταστάσεις του στην Κυψέλη φωλιάζουν ουκ ολίγα τμήματα ομαδικών και ατομικών αθλημάτων, ενώ εκατοντάδες παιδιά περνούν καθημερινά την πόρτα τους.

Στον χώρο υπήρχε επί σειρά δεκαετιών το ανοικτό γήπεδο του Πανελληνίου μέχρι το 1970, ενώ η κατασκευή του κλειστού γυμναστηρίου ολοκληρώθηκε το 1976 από την εταιρεία ΟΜΕΤΕ.

Το γυμναστήριο βρίσκεται στο βορειοδυτικό τμήμα του Πεδίου του Άρεως στην οδό Ευελπίδων 2 και στη συμβολή των οδών Κοδριγκτώνος & Μαυρομματαίων.

Η χωρητικότητα του γηπέδου αγγίζει τις 1.100 θέσεις, όταν όμως είναι αναγκαίο υπάρχει η δυνατότητα να αυξηθεί η χωρητικότητά του σε 1.800 θέσεις χάρη στη λυόμενη κερκίδα που βρίσκεται πίσω από τη μια μπασκέτα.

Αναλυτικά οι υπόλοιποι τίτλοι του Πανελληνίου:

Πινγκ-Πονγκ

6 Πρωταθλήματα Ελλάδας γυναικών: 1966, 1967, 1968, 1969, 1975, 1980

1 Κύπελλο Ελλάδας γυναικών: 1967

 

Συγχρονισμένη Κολύμβηση

7 Πρωταθλήματα Ελλάδας: 1999, 2000, 2001, 2002, 2005, 2006, 2007

 

Καταδύσεις

1 Πρωτάθλημα Ελλάδας: 2006

 

Ξιφασκία

33 Πρωταθλήματα Ελλάδας: 1977, 1978, 1980, 1981, 1982, 1983, 1984, 1985, 1986, 1987, 1989, 1990, 1991, 1996, 1997, 1998, 1999, 2000, 2001, 2002, 2003, 2004, 2005, 2006, 2007, 2008, 2009, 2010, 2011, 2012, 2013, 2014, 2015

 

Σκοποβολή

4 Πρωταθλήματα Ελλάδας: 1946, 1947, 1948, 1949

 

Άρση Βαρών

8 Πρωταθλήματα Ελλάδας ανδρών: 1988, 1989, 2005, 2010, 2012, 2014, 2015, 2016

1 Πρωτάθλημα Ελλάδας γυναικών: 2003

 

 

Πυγμαχία

9 Πρωταθλήματα Ελλάδας ανδρών: 1963, 1965, 1987, 1990, 1991, 1994, 2001, 2002, 2004

 

Τζούντο

14 Πρωταθλήματα Ελλάδας ανδρών: 1980 (από κοινού με τη ΧΑΝΘ), 1981, 1982, 1983, 1984, 1985, 1986, 1987, 1988, 1989, 1990, 1991, 1992, 1994

15 Πρωταθλήματα Ελλάδας γυναικών: 1984, 1985, 1991, 1992, 1993, 1994, 1995, 1996, 1997, 1998, 1999, 2000, 2004, 2005, 2006

 

Τοξοβολία

1 Πρωτάθλημα Ελλάδας γενικής βαθμολογίας: 2016

 

Πάλη

11 Πρωταθλήματα Ελλάδας ελληνορωμαϊκής πάλης: 1953, 1954, 1955, 1956, 1957, 1959, 1961, 1962 (ισοβαθμία και κατάκτηση από κοινού με Εθνικό Γ.Σ.), 1963, 1967, 1970

 

Κολύμβηση

2 Πρωταθλήματα Ελλάδας: 1928, 1929

 

Ξιφασκία

18 Πρωταθλήματα Ελλάδας ξίφους μονομαχίας ανδρών: 1953, 1957, 1981, 1984, 1985, 1988, 1990, 1992, 1993, 1995, 1998, 2002, 2005, 2006, 2008, 2009, 2012, 2013

11 Πρωταθλήματα Ελλάδας ξίφους ασκήσεως ανδρών: 1974, 1976, 1979, 1980, 1981, 1982, 1987, 1988, 1989, 2000, 2002

13 Πρωταθλήματα Ελλάδας σπάθης ανδρών: 1976, 1977, 1986, 1988, 1989, 1992, 2001, 2009, 2011, 2012, 2013, 2014, 2016

5 Πρωταθλήματα Ελλάδας ξίφους ασκήσεως γυναικών: 1980, 1981, 1982, 1983, 1984

4 Πρωταθλήματα Ελλάδας ξίφους Μονομαχίας γυναικών: 2009, 2011, 2013, 2015

3 Πρωταθλήματα Ελλάδας σπάθης γυναικών: 2003, 2004, 2005

 

***

Περισσότερες από 6.500 λέξεις για τα 127 χρόνια του Πανελληνίου, αλλά δείχνουν τόσο λίγες μπροστά στις αμέτρητες διακρίσεις του, ασχέτως αν οι υποστηρικτές του είναι ελάχιστοι συγκριτικά με τις άλλες αθλητικές δυνάμεις του τόπου.

Ίσως αυτό να αποτελεί και το πιο σπουδαίο παράσημο: Το γεγονός ότι ουδέποτε απέκτησε οπαδούς, παρά μόνο φιλάθλους με αγνή αγάπη για τον υγιή ανταγωνισμό και τις αξίες των σπορ.

Οι συντελεστές του Sport-Retro.gr εύχονται ολόψυχα να τα χιλιάσει ο σύλλογος που πάντα μεταλαμπάδευε ήθος και αξίες, γαλούχησε όλους αυτούς τους λαμπρούς νέους που υπηρέτησαν τον πολιτισμό και τον αθλητισμό…

Όπως ανέφερε και ο Βασίλης Γκούμας στη συνέντευξη που παραχώρησε, ελπίδα δική του αλλά και όλου του φίλαθλου κόσμου είναι: “Να μπορέσει να παραμείνει στη ζούγκλα που υπάρχει σήμερα, να επιβιώσει. Ο Πανελλήνιος είναι μία όαση στο κέντρο της Αθήνας”.

 

 

Έρευνα-Σχεδιασμός: Μάνος Ανδρουλάκης

Επιμέλεια-Συνέντευξη: Στέφανος Κλιάφας

 

*Πληροφορίες και φωτογραφίες αντλήθηκαν από την επίσημη ιστοσελίδα του Πανελληνίου Γυμναστικού Συλλόγου, την Ψηφιακή Βιβλιοθήκη της Βουλής των Ελλήνων και τη Wikipedia

 

Διαβάστε ακόμη:

Κοντογεωργάκης και Ντάσιος σβήνουν τα κεράκια του ΠΑΣ Γιάννινα στο Sport-Retro.gr

Χτυπημένη από τη μοίρα, γεννημένη για να καλπάζει. Η Ιστορία της ΑΕΛ. Ο Τάκης Παραφέστας στο Sport-Retro.gr

Χρόνια πολλά Παναιτωλικέ! Μεγάλο αφιέρωμα-συνέντευξη στο Sport-Retro.gr

Ο Αστέρας Τρίπολης πριν από την… Επανάστασή του

Εθνικός Αστέρας: Το καμάρι της Καισαριανής έγινε 90 ετών

Μία ωδή στο Αιγάλεω του Λάκη Μαραμενίδη

Διαβάστε ακόμα
Σχόλια
Loading...
error: Content is protected !!