Η συγκλονιστική περιγραφή του Μπάτζο για το πέναλτι του 1994 και τα δύο διαφημιστικά

Η ιστορία του Ρομπέρτο Μπάτζο στο Παγκόσμιο Κύπελλο 1994 είναι πιο γνωστή ακόμα και από εκείνη του νικητή και MVP του τουρνουά, Ρομάριο.

Ο Ιταλός επιθετικός ήταν ο πρωταγωνιστής της εθνικής ομάδας της χώρας του, οδηγώντας την με τα γκολ του μέχρι τον τελικό, όπου λύγισε υπό το βάρος της πίεσης στη διαδικασία των πέναλτι που έκρινε τον πρωταθλητή κόσμου.

Το τελευταίο πέναλτι που εκτελέστηκε ήταν το δικό του. Παρότι σπεσιαλίστας από τη βούλα, η προσπάθειά του ήταν μία από τις χειρότερες στην καριέρα του, στέλνοντας την μπάλα πολύ ψηλά.

Τα θέματα του Sport-Retro.gr για την Ιταλία

Η Βραζιλία στέφθηκε παγκόσμια πρωταθλήτρια, ωστόσο ο Μπάτζο παρέμεινε πρωταγωνιστής του Παγκοσμίου Κυπέλλου χάρη και σε εκείνη την απώλεια πέναλτι, σε έναν τελικό που διεξήχθη στις 17 Ιουλίου του 1994 στην Πασαντίνα.

 

Τον κατηγόρησε όλη η Ιταλία για αδιαφορία

Η εθνική Ιταλίας ταξίδεψε στις ΗΠΑ με μία αποστολή γεμάτη από παίκτες που αγωνίζονταν στο καλύτερο πρωτάθλημα της εποχής, στη Serie A.

Μάλιστα, επτά από τους 22 της αποστολής έπαιζαν και στην καλύτερη ομάδα του κόσμου, τη Μίλαν, η οποία μερικές εβδομάδες νωρίτερα είχε διαλύσει την Μπαρτσελόνα με 4-0 στο Ολυμπιακό Στάδιο της Αθήνας, για τον τελικό του Champions League.

Η δεύτερη εκπρόσωπος σε παίκτες ήταν η Πάρμα με πέντε, ενώ οι άλλες δύο παραδοσιακές δυνάμεις της χώρας πλην Μίλαν, η Γιουβέντους και η Ίντερ, είχαν μαζί μόλις τέσσερις εκπροσώπους σε εκείνη την αποστολή.

Παρότι στο ρόστερ υπήρχαν παίκτες όπως ο Πάολο Μαλντίνι, ο Φράνκο Μπαρέζι, ο Αλεσάντρο Κοστακούρτα, ο Τζιανλούκα Παλιούκα, ο Αντόνιο Κόντε, ο Ρομπέρτο Ντοναντόνι, ο Τζιουζέπε Σινιόρι κι ο Τζιανφράνκο Τζόλα, υπήρχε μόνο ένα όνομα από το οποίο όλη η Ιταλία περίμενε τα πάντα.

Ο Ρομπέρτο Μπάτζο ήταν ο αδιαμφισβήτητος ηγέτης της “σκουάντρα ατζούρα” και από τα πόδια του θα κρινόταν η πορεία της ομάδας στη διοργάνωση. Γι’ αυτόν τον λόγο, η ήττα στην πρεμιέρα από την Ιρλανδία προκάλεσε μπαράζ δημοσιευμάτων αποκλειστικά εναντίον του.

“Δεν είναι αρκετά σοβαρός”, ήταν η κρίση στα πάνελ των τηλεοπτικών εκπομπών. “Δεν έχει πάθος για την Ιταλία”, τον κατηγορούσαν. Ο ίδιος ο πρόεδρος της ομάδας του, της Γιουβέντους, και ιδιοκτήτης της “Fiat”, αυτός που είχε διχάσει την Ιταλία όταν τον είχε “αρπάξει” από τη Φιορεντίνα το καλοκαίρι του 1990 καθιστώντας τον την πιο ακριβή μεταγραφή στην ιστορία μέχρι εκείνη την εποχή, ο Τζιάνι Ανιέλι, υποστήριξε ότι αγωνίστηκε “σαν πνιγμένο κουνέλι”.

“Φαίνεται πως είμαι προορισμένος να βρίσκομαι πάντοτε σε δίκη”, είχε υποστηρίξει ο ίδιος ο Μπάτζιο, σε μία από τις σπάνιες τοποθετήσεις του στον Τύπο, άμα τη αφίξει στις ΗΠΑ, σαν να περίμενε τι θα συμβεί μετά από την πρεμιέρα των ομίλων.

 

Πέντε καθοριστικά γκολ σε τρία παιχνίδια

Η Ιταλία προκρίθηκε από τον όμιλο ως καλύτερη 3η, με μόλις δύο γκολ ενεργητικό, όπως και το 1982 (χρονιά που κατέκτησε το τρόπαιο), όταν ούτε τότε ο βασικός επιθετικός της είχε κατορθώσει να βρει δίχτυα. Ο Μπάτζιο θύμισε Πάολο Ρόσι και στα νοκ άουτ, αφού από το παιχνίδι με τη Νιγηρία στη φάση των 16, άρχισε το προσωπικό σόου.

“Πριν από αυτό το παιχνίδι, δεν ήμουν πολύ ήρεμος. Ήμουν μπλοκαρισμένος ψυχολογικά, επειδή δεν μπορούσα να δείξω την πραγματική αξία μου. Οι συμπαίκτες μού έδωσαν καθοριστική βοήθεια”, εξήγησε μετά από τη νίκη 2-1 της Ιταλίας στην παράταση με δύο δικά του τέρματα, το πρώτο εκ των οποίων στο 88ο λεπτό της συνάντησης.

Οι συμπαίκτες του τον είχαν ενθαρρύνει λέγοντας ότι πρόκειται για τον καλύτερο παίκτη στον κόσμο. Όχι παράλογα, αφού το 1993 είχε κατακτήσει τη 2η θέση στην ψηφοφορία της “Χρυσής Μπάλας” και την 3η στο βραβείο της FIFA για τον κορυφαίο παίκτη του πλανήτη.

Η ψυχολογική “ένεση” λειτούργησε ευεργετικά και ο Μπάτζο ήταν κομβικός για τη μετέπειτα πορεία της ομάδας του Αρίγκο Σάκι. Σημείωσε το γκολ με πέναλτι στο 102′ της παράτασης και πέταξε εκτός τους “σούπερ αετούς”, σημείωσε το νικητήριο γκολ στο 2-1 επί της Ισπανίας στα προημιτελικά, ξανά στο 88ο λεπτό, σημείωσε και τα δύο τέρματα στη νίκη με 2-1 επί της έκπληξης της διοργάνωσης, Βουλγαρίας, στα ημιτελικά.

Μόνο που σε αυτό το παιχνίδι, η ατυχία των τραυματισμών τον έπληξε ξανά, όπως και τις προηγούμενες δύο σεζόν. “Όλη η Ιταλία προσεύχεται για τον Μπάτζο”, ήταν πλέον οι τίτλοι του Τύπου πίσω στην πατρίδα του. Η εικόνα είχε αλλάξει άρδην και ο “μικρός Βούδας”, μαζί με τη “θεϊκή αλογοουρά του”, είχε σηκωθεί από το εδώλιο του κατηγορουμένου και είχε τοποθετηθεί σε εικόνισμα σε κάθε σπίτι.

 

Το έχασαν κι άλλοι, το δικό του μέτρησε

Ο Μπάτζο έπαιξε. Δεν γινόταν να μην παίξει. Τέσσερις ημέρες αργότερα, το όνομά του βρισκόταν κανονικά στην ενδεκάδα που έδωσε ο Σάκι στους διοργανωτές για τον τελικό του “Ρόουζ Μπολ” της Πασαντίνα απέναντι στη Βραζιλία. Μόνο που δεν κατάφερε να συνεχίσει το σερί σκοραρίσματος και δεν κατάφερε να βρει δίχτυα ούτε την πιο σημαντική στιγμή του τουρνουά, στη διαδικασία των πέναλτι.

Μετά από 120 λεπτά κάτω από το αφόρητο αμερικανικό λιοπύρι του μεσημεριού, οι δύο ομάδες κλήθηκαν να λύσουν τις διαφορές τους στην ψυχοφθόρο διαδικασία, για πρώτη φορά στην ιστορία της διοργάνωσης. Το βάρος ήταν τέτοιο που και οι δύο παίκτες που ανέλαβαν πρώτοι την εκτέλεση για κάθε μία ομάδα, δεν κατάφεραν να σκοράρουν.

Τα θέματα του Sport-Retro.gr για τη Βραζιλία

Ό,τι δεν έκαναν οι Μπαρέζι και Μάρσιο Σάντος, το πέτυχαν στη συνέχεια οι Ντεμέτριο Αλμπερτίνι, Ρομάριο, Αλμπέριγκο Εβάνι και Μπράνκο. Όταν ήρθε η σειρά του Ντανιέλε Μασάρο, ο επιθετικός της Μίλαν νικήθηκε από τον Κλαούντιο Ταφαρέλ. Ο αρχηγός της Βραζιλίας, Ντούνγκα, είχε καλύτερη μοίρα στο επόμενο πέναλτι.

Η 9η εκτέλεση ήταν του Μπάτζιο. Αν το έβαζε, η Βραζιλία θα είχε τη δυνατότητα να πάρει το τρόπαιο στην επόμενη εκτέλεση, όμως η Ιταλία θα ήταν “ζωντανή”. Αν το έχανε, θα έστεφε αυτομάτως πρωταθλήτρια κόσμου τη “σελεσάο” μετά από 24 χρόνια. Το έχασε…

Επέστρεψε στην εθνική μετά από τρία χρόνια

Η μοίρα του Μπάτζο προσδιοριζόταν πάντοτε από αυτό το πέναλτι στη συνέχεια. Ποτέ δεν αγωνίστηκε περισσότερες φορές από τη σεζόν 1993-1994, μόνο μία φορά σημείωσε περισσότερα γκολ, στην επόμενη δεκαετία που έπαιξε ποδόσφαιρο.

Μάλιστα, το 1994-1995 ταλαιπωρήθηκε από σοβαρούς τραυματισμούς και ουσιαστικά έχασε τη μισή σεζόν, με συνέπεια το καλοκαίρι του 1995 η Γιουβέντους να τον αφήσει να πάει στη μεγάλη αντίπαλό της, τη Μίλαν. Ακολούθησε μία σεζόν στην Μπολόνια το 1997-1998, δύο στην Ίντερ και μία τετραετία στην Μπρέσια.

Στο επόμενο Παγκόσμιο Κύπελλο του 1998 ήταν παρών εξαιτίας της καταπληκτικής χρονιάς που έκανε στην Μπολόνια, ομάδα την οποία επέλεξε ακριβώς για να επιστρέψει στην εθνική, από την οποία ουσιαστικά ήταν ξεχασμένος από εκείνο το πέναλτι.

To 1994 είχε άλλη μία συμμετοχή, σε προκριματικά Euro με την Κροατία, το 1995 είχε μόλις μία διεθνή συμμετοχή, πάλι στα προκριματικά του Euro 1996 κόντρα στη Σλοβενία, το 1996 δεν αγωνίστηκε και το 1997 είχε δύο συμμετοχές στα προκριματικά του Παγκοσμίου Κυπέλλου. Έκτοτε, αγωνίστηκε ξανά τον Ιούνιο του 1998 σε φιλικό κόντρα στη Σουηδία.

Ο Τσέζαρε Μαλντίνι τον κάλεσε στην αποστολή για τα γήπεδα της Γαλλίας, πάντως, αφήνοντας εκτός πλάνων τον μετέπειτα capitano της Ρόμα Φραντσέσκο Τότι, που ακόμα δεν είχε διεθνή συμμετοχή, παρότι ήταν ήδη 22 με 130 συμμετοχές στη Serie A και παρότι με προπονητή τον Μαλντίνι είχε κατακτήσει το Euro Κ21 του 1996.

 

Αυτήν τη φορά τα έβαλε

Στην πρεμιέρα της φάσης των ομίλων, η Ιταλία βρισκόταν πίσω στο σκορ από τη Χιλή με 2-1. Η “σκουάντρα ατζούρα” κέρδισε πέναλτι και ο άνθρωπος που πήρε την μπάλα και την έστησε στη βούλα ήταν ο Μπάτζο. Αυτήν τη φορά δεν το έχασε…

Η Ιταλία προκρίθηκε ως πρωτοπόρος του ομίλου της, με τον Μπάτζο να σημειώνει ακόμα ένα γκολ, στο 90′ του αγώνα με την Αυστρία. Στη φάση των 16, η Ιταλία νίκησε με 1-0 τη Νορβηγία και στα προημιτελικά κλήθηκε να αντιμετωπίσει τη διοργανώτρια Γαλλία. Ακόμα ένα 0-0 που οδηγήθηκε στα πέναλτι.

Πρώτος εκτελεστής για την Γαλλία, ο Ζινεντίν Ζιντάν που ευστόχησε. Πρώτος εκτελεστής για την Ιταλία, ο Μπάτζο που επίσης ευστόχησε. Ούτε αυτήν τη φορά η ιταλική ομάδα είχε τύχη στα πέναλτι, όμως, αφού στο 5ο της, ο Λουίτζι ντι Μπιάτζο είχε την ίδια μοίρα με τον συμπαίκτη του πριν από τέσσερα χρόνια.

 

Οι δύο διαφημίσεις για το πέναλτι

Σε προσωπικό επίπεδο, ο Μπάτζο είχε κάνει μία διαδρομή τεσσάρων ετών στην οποία πάλεψε με όλους τους “δαίμονές” του και φαινομενικά νίκησε. Μάλιστα, το πέναλτι με αντίπαλο τη Χιλή ενέπνευσε τους διαφημιστές για ένα ιστορικό σποτάκι για το ουίσκι “Johnnie Walker”.

Μόνο που αυτή δεν ήταν η μόνη διαφήμιση στην οποία πρωταγωνίστησε ο Μπάτζο και το πέναλτί του. Υπήρχε ακόμα μία, για λογαριασμό της “Wind”, στην οποία ο “μικρός Βούδας” ευστοχεί στο πέναλτι του 1994 με περιπετειώδη τρόπο.

Μας το θυμίζει στην αυτοβιογραφία του “Una Porta Nel Cielo” (=«Μία Εστία Στον Ουρανό»), μαζί με όλες τις συγκλονιστικές σκέψεις του για εκείνο το πέναλτι, στην ηλιόλουστη Πασαντίνα, στις 17 Ιουλίου 1994.

 

Απόσπασμα από το βιβλίο του Μπάτζο

“Ήταν η πιο σκληρή στιγμή στην καριέρα μου. Πριν φύγω για την τελική φάση, ο πνευματικός μου στον Βουδισμό μου είπε ότι θα αντιμετωπίσω πολλά προβλήματα και ότι όλα θα αποφασιστούν την ύστατη ώρα. Εκείνη τη στιγμή δεν αντιλήφθηκα ότι η πρόβλεψή του θα ήταν τόσο ακριβής.

Τα τελικά δεν άρχισαν καλά και αισθάνθηκα την πίεση. Υπήρχε υπερβολική ευθύνη. Εξάλλου, αυτό θα ήταν το Παγκόσμιο Κύπελλό ‘μου’. Κατέρρεε μπροστά μου και δεν μπορούσα να αφήσω το στίγμα μου. Αν δεν είχα την πίστη μου στο Γκοχονζόν (την οντότητα που έχει να κάνει με το ένα του Ατόμου και του Νόμου), όλα θα ήταν ένας τρομερός εφιάλτης.

Προσευχήθηκα πολύ. Όσο πιο δύσκολα γίνονταν τα πράγματα, τόσο περισσότερο κλεινόμουν στον εαυτό μου και επιχειρούσα να βρω την εσωτερική δύναμη, συχνά ψάλλοντας Νταϊμόκου (σ.σ. τα λόγια ‘αφοσίωση στον Λότους Σούτρα’ προς το Γκοχονζόν) σε απόλυτη σιωπή.

Όμως όλα άλλαξαν από τη στιγμή που ισοφάρισα στα τελευταία λεπτά, κόντρα στη Νιγηρία. Πήρα την μπάλα, την κλότσησα και πέρασε ανάμεσα από τα πόδια του αμυντικού και κατέληξε στο δεξί δοκάρι. Ήταν αδύνατο να σωθεί. Πολύς κόσμος το αποκάλεσε τυχερό και όταν σκοράρεις στο 90ό λεπτό, υπάρχει πάντα λίγη τύχη, όμως και πάλι…

Ίσως υπήρχε κάτι ξεχωριστό εκείνη τη στιγμή. Ίσως, εκείνη τη στιγμή ο Δάσκαλός μου μού έδωσε λίγη περισσότερη βοήθεια από το συνηθισμένο. Ή ίσως η πίστη με βοήθησε, η πίστη στον εαυτό μου, στην εσωτερική ειρήνη μου.

Μετά από το γκολ, σταμάτησα να αισθάνομαι τόσο άγχος. Άρχισα να παίζω με ψυχραιμία. Απελευθέρωσα τον εαυτό μου και πάλι. Ήταν μία θεμελιώδης στιγμή. Από τότε, το Παγκόσμιο Κύπελλό μου βελτιώθηκε. Αλλά αποκόμισα έναν τραυματισμό στον ημιτελικό κόντρα στη Βουλγαρία. Δεν ήταν κάτι σοβαρό, απλά ένας κουρασμένος μυς, όμως επηρέασε την προετοιμασία μου για τον τελικό.

Θα ήταν ένας μικροτραυματισμός σε οποιαδήποτε άλλη περίσταση, όμως ήταν πιο σοβαρός λόγω αυτής της περίστασης. Αλλά ήμουν απελπισμένος για να αγωνιστώ. Θα έπαιζα ακόμα κι αν μου έκοβαν το πόδι.

Η παρουσία μου στον αγώνα ακόμα προκαλεί συζητήσεις, όμως αισθανόμουν ok, ειδάλλως δεν θα αγωνιζόμουν. Προπονήθηκα όλο το πρωί. Προπονήθηκα στο ξενοδοχείο, σε μία αίθουσα που χρησιμοποιούταν για γαμήλιες δεξιώσεις. Φόραγα τα αθλητικά μου και κλοτσούσα την μπάλα στους τοίχους μέχρι να τελειώσω.

Οι μύες μου ήταν ok και τα πόδια μου επίσης, ασχέτως τραυματισμών. Αλλά η Ιταλία έπρεπε να πετάξει για έξι ώρες από την Καλιφόρνια, ενώ η Βραζιλία ήταν ήδη εκεί και αυτό ήταν πλεονέκτημα γι’ αυτούς. Και είχαν και ευκολότερο δρόμο προς τον τελικό.

Ίσως στην αρχή του παιχνιδιού δεν μπορούσα να αφεθώ, υποσυνείδητα ανησυχούσα μήπως τραυματιστώ, όμως μετά από λίγο το ξεπέρασα. Παρ’ όλα αυτά, δεν είχα σπουδαίο παιχνίδι, ούτε η ομάδα. Ήμασταν εξουθενωμένοι.

Όσο για το πέναλτι, δεν θέλω να περιαυτολογήσω, όμως έχω χάσει μόνο ένα-δυο πέναλτι στην καριέρα μου. Και αυτά επειδή ο τερματοφύλακας τα έσωσε, όχι επειδή τα έστειλα άουτ. Αυτό για να καταλάβετε ότι δεν υπάρχει εύκολη εξήγηση για ό,τι συνέβη στην Πασαντίνα. Όταν πήγα στη βούλα, ήμουν αρκετά διαυγής, όσο μπορεί κάποιος που βρίσκεται σε αυτήν την κατάσταση.

Γνώριζα ότι ο Ταφαρέλ πάντα βουτάει, οπότε αποφάσισα να σουτάρω στο κέντρο, περίπου σε μέσο ύψος, ώστε να μην μπορεί να την πιάσει με τα πόδια του. Ήταν μία έξυπνη απόφαση, επειδή ο Ταφαρέλ έπεσε στα αριστερά του και ποτέ δεν θα έπιανε το σουτ που σχεδίαζα.

Δυστυχώς, και δεν ξέρω πώς, η μπάλα πήγε τρία μέτρα πιο ψηλά και έφυγε πάνω από το οριζόντιο δοκάρι. Όσο για την ανάληψη της εκτέλεσης, ήμουν εξουθενωμένος, όμως ήμουν ο εκτελεστής των πέναλτι της ομάδας. Ποτέ δεν ξεφεύγω από τις ευθύνες μου.

Μόνο αυτοί που έχουν το κουράγιο να εκτελέσουν πέναλτι, τα χάνουν. Απέτυχα εκείνη τη φορά. Τελεία. Και με επηρέασε για χρόνια. Είναι η χειρότερη στιγμή της καριέρας μου. Ακόμα την ονειρεύομαι. Αν μπορούσα να διαγράψω μία στιγμή από την καριέρα μου, αυτή θα ήταν.

Αυτό που ξεχνιέται μερικές φορές είναι ότι ακόμα κι αν σκόραρα, η Βραζιλία θα μπορούσε και πάλι να νικήσει με το τελευταίο πέναλτι, επειδή πριν από μένα οι Μπαρέζι και Μασάρο είχαν αστοχήσει κι οι δύο. Αυτό είναι μέρος του παιχνιδιού.

Αστόχησα στο τελευταίο πέναλτι, με συνέπεια να ‘ακυρώσω’ αυτά των Μπαρέζι και Μασάρο. Έπρεπε να επιλέξουν μία εικόνα από τους τελικούς και επέλεξαν το λάθος μου. Για αλλαγή. Ήθελαν ένα πρόβατο επί σφαγή και επέλεξαν εμένα.

Ξεχνώντας ότι χωρίς εμένα, δεν θα φτάναμε ποτέ σε αυτούς τους τελικούς. Μετά από την απώλειά μου, κοίταξα αποσβολωμένος και αυτό το βλέμμα έμεινε με μένα για πολύ καιρό. Δεν μπορούσα να αποδεχθώ πώς τελείωσε. Όταν οι συμπαίκτες μου πήγαν για γεύμα, κλειδώθηκα στο δωμάτιό μου.

Όμως βλέποντας πίσω, πρέπει να πω ότι το να χάνεις ένα Παγκόσμιο Κύπελλο στα πέναλτι είναι κάτι που ποτέ δεν θα συμφωνήσω. Αν χάσεις στο γήπεδο, εντάξει, είναι σωστό. Ακόμα κι αν αξίζεις κάτι διαφορετικό. Όμως στα πέναλτι, όχι, αυτό δεν είναι σωστό.

Είναι σωστό ότι τέσσερα χρόνια θυσιών αποφασίζονται σε τρία λεπτά με πέναλτι; Δεν νομίζω. Το να χάσεις με αυτόν τον τρόπο δεν είναι σωστό και ούτε το να νικήσεις είναι. Το χρυσό γκολ είναι πολύ καλύτερο. Ή η μέθοδος που χρησιμοποιούσαν, ο επαναληπτικός.

Μετά από τον τελικό, η συμπεριφορά του Σάκι προς το πρόσωπό μου άλλαξε άρδην. Ήμουν 27, όμως ο Σάκι με καλούσε ολοένα και λιγότερο. Η τελευταία φορά ήταν στις 6 Σεπτεμβρίου 1994. Αγωνίστηκα στα τελευταία λεπτά και μετά τίποτα. Ήλπιζα για λίγη ευγνωμοσύνη από εκείνον. Θα το καταλάβαινα αν ήταν μία τεχνική απόφαση, αλλά δεν ήταν. Έμοιαζε πιο προσωπικό.

Πετύχαμε ο ένας τον άλλον στο Κόμο, όχι πριν πολύ καιρό, για να γυρίσουμε ένα διαφημιστικό, όπου το πέναλτι στην Πασαντίνα καταλήγει γκολ και κερδίζουμε το Παγκόσμιο Κύπελλο. Και η αγκαλιά μεταξύ εμού και του Σάκι ήταν πολύ ρεαλιστική.

Κατά τη διάρκεια των γυρισμάτων, κάθε φορά που είχαμε διάλειμμα, το μόνο που έκανε ήταν να μου μιλάει και να προσπαθεί να μου εξηγήσει. Καθόμασταν πάνω σε δύο μπάλες ποδοσφαίρου και παίζαμε ξανά τον τελικό του Παγκοσμίου Κυπέλλου. Και αυτήν τη φορά τον κερδίσαμε”.

Διαβάστε ακόμα
Σχόλια
Loading...
error: Content is protected !!