Ο “φούρναρης” που διέλυσε τους Ναζί στον “Αγώνα του Θανάτου”

Ο Μακάρ Γκοντσαρένκο έφυγε από αυτό τον «ψεύτικο» κόσμο την Πρωταπριλιά του 1997. Πήρε μέρος στο πιο ανατριχιαστικό ματς της ιστορίας του ποδοσφαίρου, τον «Αγώνα του Θανάτου», όπου μια μικτή Ουκρανών αντιμετώπισε μια ομάδα Ναζί και, ουσιαστικά, την κατατρόπωσε μόνος του.

Γεννήθηκε στις 5 Απριλίου του 1912 στο Κίεβο, γόνος φτωχής οικογενείας, αναγκαζόταν από παιδί να επισκευάζει παπούτσια, ώστε να συμπληρώνει το οικογενειακό εισόδημα.  Όλος ο ελεύθερος χρόνος του ήταν αφιερωμένος στο ποδόσφαιρο.

Επίσημα, άρχισε να «κλοτσάει» μπάλα το 1929 στην ομάδα νέων του εργοστασίου «Kommunalnik». Στη συνέχεια, έπαιξε για μια ομάδα εργοστασίων τραμ της «Dombalya». Μετά μετακόμισε στο «ZhelDor», όπου το 1931 άρχισε να ξεχωρίζει με τις επιδόσεις του.

Στις 3 Αυγούστου 1933 συμμετείχε σε αγώνα μεταξύ της Ντινάμο και της εθνικής Τουρκίας. Η ομάδα του νίκησε 7-3. Το φθινόπωρο του 1933 αναγκάστηκε να μετακομίσει στο Ιβάνοβο, όπου ξεκίνησε να παίζει για την τοπική Ντινάμο.

Η προπολεμική Ντινάμο

 

Στη θρυλική Σταρτ

Το 1934 επέστρεψε στο Κίεβο και άρχισε να παίζει για την Ντινάμο Κιέβου, όπου συμμετείχε στο πρωτάθλημα της ΕΣΣΔ, ενώ στη συνέχεια κλήθηκε στην ομάδα της ΕΣΣΔ και το 1938 ήταν το καλύτερο έτος της καριέρας του.

Ο Γκοντσαρένκο πήρε τον τίτλο του πρώτου σκόρερ του πρωταθλήματος  της ΕΣΣΔ, αφού σημείωσε 19 γκολ σε 24 αγώνες, όμως η σεζόν του 1939 ήταν μια αποτυχία γι’ αυτόν (μόλις 2 γκολ).

Αυτό είχε ως αποτέλεσμα να φύγει από την Ντινάμο και να πάει στη Λοκομοτίβ Κιέβου ενώ το 1941 μετακόμισε στην Σπαρτάκ Οδησσού, με τη φανέλα της οποίας πρόλαβε να παίξει μόλις τρεις φορές.

Κατά τη διάρκεια της ναζιστικής κατοχής του Κιέβου έζησε με την πεθερά του και ήταν μέλος του αθλητικού συλλόγου «Rukh».

Τα μέλη της  «Rukh» ήταν πιστά στη νέα κυβέρνηση, η οποία τους επέτρεπε να εργαστούν νόμιμα, να λάβουν συσσίτια και, κυρίως, να αποφύγουν τη σύλληψή τους και σταλθούν στη Γερμανία.

Σύντομα βρέθηκε στον δρόμο του Νικολάι Τρούσεβιτς, ενός πανύψηλου άντρα με μακριά χέρια που του προσέφερε εργασία στο φούρνο Νο1.

Κάπως έτσι άρχισε να ξετυλίγεται το κουβάρι μιας από τις πλέον τρομερές ιστορίες του ανθρωπίνου γένους, της ομάδας της Σταρτ, οι ποδοσφαιριστές της οποίας δεν τρόμαξαν να κοιτάξουν τον θάνατο κατάματα.

Η Σταρτ

 

Το ξεκίνημα της… Σταρτ F.C.

Το Κίεβο είχε πέσει στο μεταίχμιο μεταξύ καλοκαιριού και φθινοπώρου του 1941, ο αγκυλωτός σταυρός του Γ’ Ράιχ κυμάτιζε πλέον παντού, οι ημέρες της γερμανικής κατοχής είχαν μόλις ξεκινήσει…

Πάντως, η ναζιστική κυβέρνηση που εγκαταστάθηκε στην πρωτεύουσα της Σοβιετικής Σοσιαλιστικής Δημοκρατίας της Ουκρανίας, δεν ήθελε να μοιάζει με τύραννο.

Συνεπώς, προσπάθησε να δημιουργήσει μία ψευδαίσθηση ευημερούσας ζωής, οργανώνοντας διάφορες εκδηλώσεις και, κυρίως, βάζοντας τον αθλητισμό στην καθημερινή ζωή του απλού πολίτη.

Το ποδόσφαιρο ήταν το καλύτερο μέσο χειραγώγησης και οι Γερμανοί που το ήξεραν καλά αποφάσισαν να το εφαρμόσουν και στην Ουκρανία.

Τότε, ο Τρούσεβιτς που εργαζόταν στον φούρνο Νο1 αποφάσισε να δημιουργήσει μια ομάδα με δικές του ενέργειες.

Πέραν του Μακάρ Γκοντσαρένκο εργάζονταν κι άλλοι, πολύ σπουδαίοι παίκτες της Ντινάμο Κιέβου, όπως ο Αλεξέι Κλιμένκο, ο Μιχαΐλ Σβιριντόφσκι, ο Μιχαΐλ Πουτίστιν, ο Νικολάι Κορότκιχ και ο  Ιβάν Κουζμένκο.

Επιπλέον, εργάζονταν και τρεις ποδοσφαιριστές της Λοκομοτίβ, ο Μιχαΐλ Μέλνικ, ο Βλάντιμιρ Μπαλάιν και ο Βασίλι Σουκάρεφ, ενώ η ομάδα ονομάστηκε Σταρτ από την αγγλική λέξη “αρχή”.

Το πρώτο σημαντικό θέμα της Σταρτ ήταν αν θα έπρεπε να παίξει, με το σκεπτικό ότι έτσι θα “συνεργαζόταν” με τους Ναζί και θα υποστήριζε το πρόγραμμα ομαλοποίησης τους.

Αυτό δεν ήταν απλώς θέμα πατριωτισμού, καθώς σε μια ΕΣΣΔ που κυριαρχείται από την παράνοια του Στάλιν, ένα ποδοσφαιρικό ματς θα μπορούσε εύκολα να ισοδυναμεί με προδοσία και θάνατο.

Η ομάδα αποφάσισε να ξεπεράσει τις ανησυχίες και να αγωνιστεί για λογαριασμό των κατακτημένων ανθρώπων, ενώ για να εκφράσουν τα σοβιετικά και κομμουνιστικά τους διαπιστευτήρια οι παίκτες της φόρεσαν κόκκινες στολές, μία εκ των οποίων βρήκε ο Τρούσεβιτς σε μια εγκαταλελειμμένη αποθήκη.

“Δεν έχουμε όπλα, αλλά μπορούμε να πολεμήσουμε με τις νίκες μας στο γήπεδο ποδοσφαίρου. Για κάποιο χρονικό διάστημα τα μέλη μας θα παίζουν με ένα χρώμα, το χρώμα της σημαίας μας. Οι φασιστές πρέπει να γνωρίζουν ότι αυτό το χρώμα δεν μπορεί να νικηθεί”. Και έτσι έγινε. Η Σταρτ δεν νικήθηκε ποτέ.

Η Σταρτ επιβαλλόταν σε κάθε αναμέτρηση με φιλοναζιστικές ομάδες της περιοχής κι αυτό άρχισε να ενοχλεί πολύ.

Στον πρώτο αγώνα συνέτριψε μια ομάδα Ούγγρων (σύμμαχοι των Γερμανών) με σκορ 6-2, ενώ στη συνέχεια διέλυσε μια μικτή Ρουμάνων στρατιωτών με 11-0.

Ο “Αγώνας του Θανάτου”

Στις 6 Αυγούστου του 1942, η Σταρτ αντιμετώπισε τη Φλάκερφ, μια ομάδα των στρατιωτών-αθλητών του Γ’ Ράιχ, και δεν είχε κανένα πρόβλημα να τη νικήσει με 5-1.

Η Άρια Φυλή είχε ταπεινωθεί και αμέσως ζητήθηκε ρεβάνς. Περισσότεροι αρρενωποί ξανθοί και γυμνασμένοι ποδοσφαιριστές, θα ενίσχυαν τους άντρες του Χίτλερ σε αυτόν τον αγώνα που θα διεξαγόταν τρεις ημέρες μετά.

Το χαστούκι στην αίσθηση της γερμανικής υπεροχής ανησυχητικά ηχηρό και πλέον τα πράγματα είχαν σοβαρέψει, αφού ήταν πια κάτι παραπάνω από δεδομένο ότι οι Γερμανοί θα ζητούσαν εκδίκηση με κάθε μέσο.

Τόσο πριν από τον αγώνα όσο και κατά τη διάρκεια του ημιχρόνου, τα αποδυτήρια της Σταρτ επισκέφθηκαν ανώτερα μέλη των δυνάμεων κατοχής που δεν θα ανέχονταν δεύτερη ήττα.

Τους ζητήθηκε, για την προσωπική τους ασφάλεια, να χάσουν τον αγώνα. Οι συνέπειες από την άρνησή τους να συμμορφωθούν ήταν σαφείς σε όλους, όμως οι Ουκρανοί αποφάσισαν να παίξουν για νίκη.

 

Το “καρέ” του Γκοντσαρένκο

Στο ματς οι Γερμανοί μπήκαν δυνατά και προηγήθηκαν νωρίς, ασχέτως αν το γκολ ήταν οφσάιντ, ενώ τα σκληρά τους χτυπήματα δεν τιμωρούνταν με φάουλ, δεδομένου ότι ο διαιτητής ήταν στέλεχος των Ες-Ες.

Οι παίκτες της Σταρτ αποφάσισαν να δράσουν στο 30′ με φάουλ του Κουζμένκο και κάπου εκεί άρχισε να αναλαμβάνει δράση ο Μάκαρ Γκοντσαρένκο, ο οποίος μεταβλήθηκε σε δήμιο των Ναζί.

Προτού αρχίσει να τους γαζώνει έκανε μια κίνηση που πάγωσε τους Γερμανούς: Αφού πέρασε τους πάντες, έφτασε μέχρι τη γραμμή του τέρματος κι αντί να σκοράρει κλότσησε την μπάλα προς το κέντρο!

Αυτό ίσως να ήταν και το σύνθημα, καθώς μέχρι τη λήξη του α’ ημιχρόνου είχε σημειώσει δύο γκολ και κατά τη διάρκεια της ανάπαυλας ο επικεφαλής των Ες-Ες άφησε το… τελεσίγραφο: «Ή χάνετε ή πεθαίνετε».

Το δεύτερο μέρος άρχισε και οι Γερμανοί ισοφάρισαν σε 3-3, προς τέρψιν των Ναζί οι οποίοι ενδεχομένως θεώρησαν ότι οι απειλές τους είχαν πιάσει τόπο.

Αλίμονο. Ο Γκοντσαρένκο έβαλε άλλα δύο γκολ, έφτασε τα τέσσερα στο σύνολο και έγραψε το τελικό 5-3.

Ο διαιτητής σφύριξε τη λήξη και στις κερκίδες συνέβαινε το εξής ανεξήγητο: Κανείς δεν επευφημούσε, κανείς δε ζητωκραύγαζε. Σιγή. Σχεδόν νεκρική…

Αυτό σημαίνει αγώνας ζωής ή θανάτου

Ένας-ένας, οι παίκτες εκείνης της ομάδας συλλαμβάνονταν κι εκτελούνταν, όμως εκείνος που είχε κάνει τη μεγαλύτερη ζημιά στους Ναζί (και άλλοι δύο) απέφυγε τον θάνατο.

Προς τιμήν εκείνης της ενδεκάδας που αντιστάθηκε στους κατακτητές με όπλο της μια… μπάλα, δημιουργήθηκε το άγαλμα (ΔΕΞΙΑ) ως ελάχιστος φόρος τιμής.

Ο Σκωτσέζος δημοσιογράφος Άντι Ντούγκαν έγραψε βιβλίο για την αντίσταση της Ντινάμο Κιέβου στους Ναζί.

Στην πρώτη σελίδα για την αναμέτρηση του «Ζενίτ» σημείωσε χαρακτηριστικά: «Αν ποτέ ένας αγώνας ποδοσφαίρου ήταν ζήτημα ζωής ή θανάτου, τότε ήταν αυτός εδώ».

Η συνέχεια του Μακάρ

Έπειτα από όσα συνέβησαν ο Γκοντσαρένκο κρατήθηκε σε απομόνωση από την Γκεστάπο και στη συνέχεια, τον Σεπτέμβριο του 1942, μεταφέρθηκε σε στρατόπεδο συγκέντρωσης της Συρίας, όπου επισκεύαζε μπότες για Γερμανούς στρατιώτες.

Όταν τελείωσε ο πόλεμος, ο “δήμιος των Ναζί” συνέχισε να αγωνίζεται, αλλά όχι με τόσο μεγάλη επιτυχία – θαρρείς σαν να είχε εκπληρώσει το χρέος του.

Έζησε πολλά χρόνια, απεβίωσε την Πρωταπριλιά του 1997, ήτοι τέσσερις ημέρες πριν να κλείσει τα 85α του γενέθλια.

Έπαιξε και ξεχώρισε σε έναν αγώνα όπου κανείς θνητός δεν θα αγωνιζόταν. Μόνο ένας ήρωας με ψυχή. Τα καρβέλια που ξεφούρνιζαν με τους συμπαίκτες του στην Ντινάμο στον φούρνο Νο1 μπορεί να χόρταιναν τους Γερμανούς στρατιώτες, ωστόσο τα τέσσερα «καρβέλια» σε εκείνη την αναμέτρηση, θα τους έμεναν για πάντα αξέχαστα.

Στέφανος Κλιάφας

Τελειόφοιτος Κέντρου Αθλητικού Ρεπορτάζ

 

Διαβάστε ακόμη:

O “Mότσαρτ των γηπέδων” που σκόραρε κατά του Ναζισμού ονομαζόταν Ματίας Ζίντελαρ

Ο «νονός» του Ιβανώφειου και η αντιναζιστική δράση του στον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο

Όταν η Αγγλία διοργάνωσε φιλικό με τη ναζιστική Γερμανία στο… σπίτι των Εβραίων

Μπερντ Ροζεμάγερ: Απαρνήθηκε τη ναζιστική στολή, σκοτώθηκε για το Παγκόσμιο ρεκόρ

«Οι Γερμανοί να αποκλειστούν για τρεις γενιές από τους Ολυμπιακούς Αγώνες»

Ο Γκούσταβ Φλάτοφ ήταν Εβραίος…

Άλφρεντ Φλάτοφ: Πήρε μετάλλια με τη Γερμανία, πέθανε σε στρατόπεδο συγκέντρωσης

Πήρε το όνομα της Τραπεζούντας, χρησιμοποιήθηκε από το φασιστικό καθεστώς, αλλά έγινε και σύμβολο χειραφέτησης!

Η Τζένοα έχασε πρωτάθλημα από σφαίρες, γκολ που δεν μπήκε και φασίστες

Μπέλα Γκούτμαν: Ο Εβραίος που γλίτωσε από το Ολοκαύτωμα κι έβαλε τις βάσεις για Ουγγαρία – Βραζιλία

Ο Χίτλερ, η πρόκριση της Αυστρίας παρά την ήττα κι οι μαύροι παίκτες του Περού

Ο Τζέσι Όουενς ταπείνωσε αλλά «προστάτευσε» τον Χίτλερ

Ο κορυφαίος Ευρωπαίος πυγμάχος πολέμησε στη Μάχη της Κρήτης. Η ιστορία του Μαξ Σμέλινγκ

Διαβάστε ακόμα
Σχόλια
Loading...
error: Content is protected !!