Ήταν 30 Ιανουαρίου 1988, όταν ανακοινώθηκε πως το δείγμα ούρων του Γκεόργκι Τσίγκοφ, ο οποίος είχε αγωνιστεί ως αλλαγή στο ματς ΑΕΛ-Παναθηναϊκός 2-1 στις 27 Δεκεμβρίου 1987, ήταν θετικό στην απαγορευμένη ουσία κωδεΐνη.
Ο κανονισμός προέβλεπε αφαίρεση 4 βαθμών από τους «βυσσινί», σε μία απίστευτη σεζόν που όδευαν ολοταχώς προς την κατάκτηση του τίτλου.
Τελικά το όνειρο έγινε πραγματικότητα, αφού η αρχική ποινή αναιρέθηκε και η ΑΕΛ έγινε η πρώτη (και μοναδική ως σήμερα) επαρχιακή ομάδα που στέφθηκε πρωταθλήτρια Ελλάδας.
Ένας από τους αφανείς ήρωες της τότε ομάδας ήταν ο Χρήστος Λεβέντης, γενικός αρχηγός από το 1980, ο οποίος μίλησε στο Sport-Retro.gr και μοιράστηκε γνωστές και άγνωστες πτυχές από εκείνα τα 8 μαγικά χρόνια που κορυφώθηκαν με την κατάκτηση του πρωταθλήματος της σεζόν 1987-88.
***
Έφερα Κολομητρούση, Ζιώγα, Αλεξούλη…
Υπήρξατε γενικός αρχηγός της ΑΕΛ από το 1980 ως και το 1988. Δηλαδή, στην πιο επιτυχημένη περίοδο της ιστορίας της. Πώς ήταν το ξεκίνημα;
«Η οικοδόμηση εκείνης της ΑΕΛ οφείλεται ως επί το πλείστον, στον αείμνηστο Αντώνη Καντώνια, ο οποίος διατελούσε πρόεδρος της ομάδας εκείνη την εποχή και ήταν ο οραματιστής αυτού που προέκυψε. Η μεγάλη συμβολή του είναι γνωστή και την αναγνωρίζει όλη η Λάρισα.
Εγώ εκείνη την εποχή ήμουν ακόμα στην Ερασιτεχνική, αλλά είχα στενή σχέση με τον Αντώνη Καντώνια, καθώς ήταν και γαμπρός μου. Βρισκόμασταν συχνά σπίτι του και μου μιλούσε για το πώς ονειρευόταν την ομάδα.
Ήθελε μία ΑΕΛ, η οποία θα αποτελείτο σε πολύ μεγάλο βαθμό, αν όχι αποκλειστικά, από Λαρισαίους ή Θεσσαλούς παίκτες γενικότερα, ενώ έδινε και μεγάλη σημασία στον χαρακτήρα των παικτών, έτσι ώστε να οικοδομηθεί και καλό κλίμα εντός των αποδυτηρίων. Ήταν, μάλιστα, ο πρώτος που μίλησε ανοιχτά για έξοδο στην Ευρώπη, αλλά δυστυχώς όταν αυτό συνέβη το 1983 δεν ήταν εν ζωή για να το χαρεί».
Ποια ήταν η δική σας συμμετοχή;
«Εγώ ανέλαβα καθήκοντα γενικού αρχηγού με εντολή του κυρίου Σίμου Παλαιοχωρίδη, ο οποίος ανέλαβε πρόεδρος της ΑΕΛ το 1980, αφού ο Αντώνης Καντώνιας αποχώρησε πικραμένος μετά από ήττα σε ένα ματς με τον Άρη που συνοδεύτηκε από αποδοκιμασίες στο πρόσωπό του.
Δεν θα ήθελα να περιαυτολογήσω, μπορείτε να ρωτήσετε άλλους για τη συμβολή μου. Μπορώ μόνο να πω πως ήταν προσωπικές επιλογές μου κάποιοι συγκεκριμένοι παίκτες, όπως ο Κολομητρούσης, ο Ζιώγας και ο Αλεξούλης».
Το «διπλό» στο Φάληρο και το Κύπελλο
Με το πρωτάθλημα να έχει γίνει ήδη επαγγελματικό και τους μεγάλους να ξοδεύουν αρκετά χρήματα για να ενισχυθούν, η ΑΕΛ είχε μία τελείως διαφορετική λογική στη δομή της.
«Προσέχαμε πολύ και στις μεταγραφές και στο ποιος θα κάτσει στον πάγκο. Δεν ξοδέψαμε πολλά, αλλά παρακολουθούσαμε προσεκτικά και, κυρίως, τις τοπικές ομάδες της Θεσσαλίας. Ο Γιώργος Μητσιμπόνας κόστισε 900.000 δραχμές, ο Αλεξούλης ήρθε με 50.000, ο Καραπιάλης, ο οποίος ήταν από τους πιο ακριβούς, με 2.500.000 από τον Τοξότη Λάρισας και πάει λέγοντας.
Ο Βορειοηπειρώτης που το αλβανικό ποδόσφαιρο χαρακτήρισε θρύλο και σκοτώθηκε σε τροχαίο
Στο θέμα των προπονητών, επίσης, είχαμε και την τύχη να συνεργαστούμε με πολύ καλούς επαγγελματίες, όπως ο Αντώνης Γεωργιάδης, με τον οποίο φτάσαμε στον τελικό του Κυπέλλου το 1982 και φυσικά ο Γιάτσεκ Γκμοχ, με τον οποίο ήρθαν και οι μεγαλύτερες επιτυχίες.
Θυμάμαι χαρακτηριστικά ότι η στιγμή που νιώσαμε ότι μπορούμε να κάνουμε παραπάνω πράγματα ήταν το ματς με τον Ολυμπιακό το 1983 στο «Καραϊσκάκη», όπου νικήσαμε 1-0 με το γκολ του Κώστα Μαλουμίδη.
Εκεί καταλάβαμε ότι δεν έχουμε να φοβηθούμε κάτι από τους μεγάλους. Εκείνη τη χρονιά τελικά τερματίσαμε στη δεύτερη θέση και προκριθήκαμε στο Κύπελλο UEFA της επόμενης σεζόν. Στη συνέχεια ήρθε και η κατάκτηση του Κυπέλλου Ελλάδας με τον ΠΑΟΚ το 1985».
Τα λόγια στον Γιάτσεκ, το 4-4-2 και το πριμ
Και φτάνουμε στην μαγική σεζόν 1987-88. Τι διαφορετικό έγινε τότε και έφτασε η ΑΕΛ σε αυτό που φαινόταν ακατόρθωτο;
«Αρχικά είχε παρέλθει η σεζόν 1986-87 που δεν ήταν ιδιαίτερα καλή για εμάς. Ο Γκμοχ είχε επιστρέψει στον πάγκο μετά την θητεία του στον Παναθηναϊκό, αλλά η ομάδα δεν απέδιδε τα αναμενόμενα παρά το γεγονός ότι υπήρχε ποιότητα.
Τον είχα πιάσει τότε και του είχα πει ‘κάθε χρόνο παρουσίαζες και κάτι καινούργιο μέχρι τώρα στις ομάδες σου, πού είναι ο καινούργιος Γιάτσεκ; Εσύ κάνεις ό,τι έκανες και πριν από πέντε χρόνια’. Είχαμε πολύ καλή σχέση και είχα την άνεση να του μιλήσω έτσι, αλλά τον είδα να εκνευρίζεται, κάτι που τελικά βγήκε σε καλό».
Τι άλλαξε μετά και πότε ειπώθηκε ανοιχτά ότι η ΑΕΛ πάει για το πρωτάθλημα;
«Ο Γιάτσεκ πείσμωσε, άλλαξε συστήματα και κατέληξε σε ένα 4-4-2 με έναν ρόμβο αποτελούμενο από Μητσιμπόνα, Βουτυρίτσα, Τσιώλη, Καραπιάλη και άρχισε ο χορός των γκολ. Ο ίδιος ο Γκμοχ ήταν, μάλιστα, ο πρώτος που είπε στη διοίκηση ότι η ομάδα μπορεί να πάρει τον τίτλο και ανακοινώθηκε κατόπιν στους παίκτες ότι θεσπίστηκε πριμ κατάκτησης του πρωταθλήματος στα 9.000.000 δραχμές συν 250.000 για κάθε νίκη».
Η ΑΕΛ από την αρχή της χρονιάς έπαιρνε τη μία νίκη μετά την άλλη, ώσπου τον Δεκέμβριο του 1987 συνέβη το περιστατικό με τον Γκεόργκι Τσίγκοφ στο ματς κόντρα στον Παναθηναϊκό.
«Είχαμε νικήσει τον Παναθηναϊκό 2-1 στη Λάρισα και μετά υπήρχε ντόπινγκ κοντρόλ που υποχρεωτικά συμμετείχαν δύο παίκτες από κάθε ομάδα. Εγώ δεν ήμουν παρών στη διαδικασία, αλλά όπως γνωρίζω, ο Γκμοχ πρότεινε να στείλουμε από τρεις. Ο έξτρα παίκτης, ο οποίος επιλέχθηκε από τον Παναθηναϊκό αφού έτσι έλεγε ο κανονισμός, ήταν ο Τσίγκοφ.
Να ξεκαθαρίσω ότι θεωρώ την επιλογή τυχαία, όπως και την απόφαση του Γκμοχ να ζητήσει κι άλλο παίκτη να περάσει από έλεγχο. Το τονίζω αυτό επειδή έχουν ακουστεί διάφορα, τα οποία θεωρώ ανυπόστατα.
Ο Παναθηναϊκός ήταν πολύ πίσω βαθμολογικά για να έχει όφελος και δεν θα μπορούσε να γνωρίζει αν ο Τσίγκοφ είχε πάρει κάποιο φάρμακο. Ο Γκμοχ δεν υπήρχε περίπτωση να ήθελε να κάνει κακό στην ομάδα».
«Δεν το χάνουμε ό,τι κι αν γίνει»
Ο Τσίγκοφ, όμως, βρέθηκε θετικός και η ΑΕΛ τιμωρήθηκε αρχικά με αφαίρεση 4 βαθμών, ποινή που αν παρέμενε θα της στερούσε το πρωτάθλημα. Ποια ήταν η στάση σας όταν έγινε γνωστή η απόφαση;
«Είχαμε μαζευτεί στα γραφεία της ομάδας να δούμε τι θα κάνουμε και τότε ακούσαμε φωνές απ’ έξω. Φίλαθλοι της ομάδας είχαν αρχίσει να συγκεντρώνονται στην κεντρική πλατεία της πόλης.
Τότε αρχικά είπαμε πως δεν θα αφήσουμε κανέναν να μας στερήσει αυτό που αξίζαμε, ενώ ανακοινώθηκε και στους παίκτες πως το πριμ ισχύει ανεξαρτήτως της απόφασης που θα παρθεί από τη δικαιοσύνη στο τέλος.
Οι παίκτες, από την πλευρά τους, ήταν πεισμωμένοι και με μπροστάρη, μάλιστα, τον Βαλαώρα, έλεγαν ότι ακόμα κι αν μας τιμωρήσουν, το πρωτάθλημα δεν το χάνουμε».
Ο Τσίγκοφ πώς το αντιμετώπιζε όλο αυτό;
«Ήταν φοβισμένος γιατί θεωρούσε ότι όλοι θα κατηγορήσουν αυτόν αν τιμωρηθεί η ομάδα. Η κωδεΐνη που είχε βρεθεί στα ούρα του προερχόταν από αντιβηχικό, το οποίο είχε πάρει την εβδομάδα πριν από το ματς με τον Παναθηναϊκό, καθώς ήταν κρυωμένος.
Είχε πράξει αφελώς, αλλά τον στηρίξαμε όλοι, κι εγώ ο ίδιος προσωπικά πήγαινα κάθε μέρα σπίτι του.
Μετά από καιρό όταν ήρθε πάλι στην πόλη, με έψαξε, με βρήκε και με ευχαρίστησε για τη στήριξή μου σε εκείνες τις δύσκολες στιγμές.
Η πόλη της Λάρισας γενικά έβραζε εκείνες τις ημέρες. Διαδηλώσεις, διαμαρτυρίες και όλοι να συζητάνε για το τι επρόκειτο να συμβεί.
Η ΑΕΛ, λόγω και της καλής της πορείας τα προηγούμενα χρόνια, είχε ήδη οικοδομήσει πολύ μεγάλο πυρήνα φανατικών οπαδών. Εξάλλου, μέχρι και σήμερα δεν υπάρχει σύνδεσμος άλλης ομάδας στην πόλη, καθώς μικροί και μεγάλοι δηλώνουν υποστηρικτές της ομάδας».
Το γράμμα του νόμου και ο Γκμοχ
Η διοίκηση είχε κατέβει στα μπλόκα των οπαδών στην Εθνική Οδό;
«Όλοι ήμασταν εκεί. Δεν υπήρχε τοπικός άρχοντας που να μην στήριξε τις διαμαρτυρίες, ακόμα και ο δεσπότης της Εκκλησίας στην περιοχή. Η πίεση που ασκήθηκε ήταν τεράστια και, μάλιστα, ο κ. Λιάνης που εκείνες τις ημέρες είχε τύχει να επισκεφθεί την πόλη, είχε συνομιλήσει με τον Γκμοχ και του είπε ότι την ΑΕΛ δεν θα την αγγίξει κανείς».
Τελικά οι βαθμοί επεστράφησαν και η ΑΕΛ στέφθηκε πρωταθλήτρια. Όλοι αναγνωρίζουν το δίκαιο της κατάκτησης του τίτλου βάσει δυναμικής εκείνη τη χρονιά, αλλά βάσει νόμου δεν θα έπρεπε να έχει καταλήξει στην ΑΕΚ;
«Αν μιλάμε αυστηρά με το γράμμα του νόμου, φυσικά και ναι. Αλλά ήμασταν η καλύτερη ομάδα και το λάθος του Τσίγκοφ ήταν πραγματικό. Έγινε από αφέλεια και όχι από σκοπιμότητα. Δεν υπήρξαμε ομάδα των χαπιών.
Κάθε παίκτης της ΑΕΛ που πέρασε από έλεγχο εκείνη τη χρονιά ήταν καθαρός, άρα
θα ήταν πραγματικά άδικο να μην πάρουμε ένα πρωτάθλημα που δικαιούμασταν 100% με το ποδόσφαιρο που παίξαμε. Αν φταίγαμε θα σκύβαμε το κεφάλι και θα το πληρώναμε, αλλά δεν ήταν φταίξιμο δικό μας, ούτε και κάτι ηθελημένο».
Το πρωτάθλημα εκείνο τελικά πανηγυρίστηκε έντονα από όλους, αλλά χωρίς τον αρχιτέκτονα της ομάδας Γιάτσεκ Γκμοχ, ο οποίος απομακρύνθηκε μία αγωνιστική πριν από το τέλος.
«Αυτό ήταν μία απόφαση που υπεραμύνομαι μέχρι και σήμερα. Εκτιμώ βαθιά τις ποδοσφαιρικές αντιλήψεις και την προσφορά του Γιάτσεκ Γκμοχ, με τον οποίο και εγώ προσωπικά, αλλά και όλη η ομάδα, είχε μία άψογη συνεργασία και μαζί ζήσαμε μεγάλες στιγμές. Ωστόσο, εκείνη τη δεδομένη στιγμή με πίκρανε πολύ η στάση του, καθώς είχε ήδη υπογράψει με τον Ολυμπιακό».
Αυτό πώς έγινε γνωστό;
«Το είχε μάθει ο κ. Τσιάρας που ήταν στο Δ.Σ. της ΑΕΛ και σε δεύτερο χρόνο μας το αποκάλυψε ο Σταύρος Κοσκωτάς, όταν είχαμε συναντηθεί μαζί του για να συζητήσουμε το ενδεχόμενο μεταγραφής του Καραπιάλη στον Ολυμπιακό.
«Ο Καραπιάλης στον Παναθηναϊκό»
Του είπαμε πως ξέρουμε ότι υπάρχει συμφωνία με τον Γκμοχ και αυτός μας έδειξε το υπογεγραμμένο συμβόλαιό του, δηλώνοντας πρόθυμος να το σκίσει εκείνη τη στιγμή στο πλαίσιο της καλής συνεργασίας μεταξύ μας.
Εμείς δεν απαιτήσαμε φυσικά κάτι τέτοιο, αλλά πήραμε την απόφαση ότι μόλις η ομάδα κατακτούσε μαθηματικά τον τίτλο θα απολυόταν αυτόματα ο Γκμοχ. Έτσι κι έγινε μετά την προτελευταία αγωνιστική και τη νίκη με 1-0 επί του Ηρακλή».
Ξαναπήγα γήπεδο το 1999
Ήταν δηλαδή μία απόφαση-τιμωρία;
«Ναι, ακριβώς. Την πρώτη φορά το 1983 μας παράτησε και πήγε στον Παναθηναϊκό κι εμείς το μάθαμε τελευταίοι. Κάτι αντίστοιχο πήγε να γίνει και το 1988, αλλά δεν το δεχθήκαμε. Αν έλεγε ευθέως ότι ήθελε να πάει στον Ολυμπιακό, γιατί ας πούμε τα χρήματα ήταν περισσότερα, δεν θα τον εμπόδιζε κανείς, αλλά έπρεπε κι εμείς να δείξουμε ότι πλέον είμαστε μεγάλη ομάδα και δεν ανεχόμαστε τέτοιες συμπεριφορές.
Τονίζω ξανά, πάντως, πως είχαμε καταπληκτική συνεργασία με τον Γιάτσεκ Γκμοχ, σε βαθμό που και τώρα -που λέει ο λόγος- αν ασχολούμουν ξανά με την ΑΕΛ, αυτόν θα καλούσα να κάτσει στον πάγκο».
Το καλοκαίρι του 1988, όμως, αποχωρήσατε κι εσείς από την ΑΕΛ. Πώς βιώσατε το τέλος;
«Έφυγα με πόνο καρδιάς και την αίσθηση ότι μπορεί και να άφησα κάτι πολύ μεγάλο στη μέση. Δεν θέλω να πω γιατί αποχώρησα, δεν το έχω πει ποτέ, αλλά δεν έγινε ελαφρά τη καρδία. Στο γήπεδο να φανταστείτε πήγα ξανά το 1999.
Η ταυτόχρονη φυγή πολλών βασικών στελεχών μετά την κατάκτηση του πρωταθλήματος, στέρησε από την ομάδα τη σπονδυλική της στήλη, όπως μου είπε κάποια στιγμή αργότερα και ο Γκμοχ, όταν βρεθήκαμε ξανά σε ένα τραπέζι.
Είδα την ΑΕΛ να ξαναφτάνει ψηλά και να ξαναπέφτει στα τάρταρα πριν από μερικά χρόνια. Σήμερα το ποδόσφαιρο που παίζει η ομάδα δεν αρμόζει στην ιστορία της και με πονάει να τη βλέπω σε αυτήν την κατάσταση.
Δεν έχω παίξει ποτέ ποδόσφαιρο, όμως ήρθα όσο πιο κοντά μπορούσα, μέσω της θέσης του παράγοντα, με μοναδικό στόχο να δω την ΑΕΛ ψηλά και τα κατάφερα. Ελπίζω να προλάβω να την δω ξανά εκεί που της αξίζει».
«Αίμα για αίμα, με τη… χορηγία του κράτους». Ο θάνατος του Μπλιώνα δεν δίδαξε