“Χωρίς τη βοήθεια του Θεού, δεν μπορούμε να φτάσουμε πουθενά. Παίξαμε το χειρότερο παιχνίδι μας, αλλά η τύχη ήταν αποφασιστική. Τώρα έχω αρκετές ελπίδες ακόμα και για την κατάκτηση του Κυπέλλου Πρωταθλητριών”.
Αυτά τα λόγια χρησιμοποίησε ο Γιόχαν Κρόιφ, με ένα νευρικό χαμόγελο κολλημένο στα χείλη του, αποχωρώντας από το “Φριτς Βάλτερ Στάντιον”, μετά από ένα παιχνίδι για τον 2ο γύρο της πειραματικής χρονιάς στη διοργάνωση, προτού μετεξελιχθεί σε Champions League.
Όπου τύχη και “από μηχανής Θεός”, εννοούσε έναν ποδοσφαιριστή ύψους 172 εκατοστών, ο οποίος πήδηξε ενάντια σε δύο Γερμανούς αντιπάλους, τους πήρε την κεφαλιά κι έδωσε στην Μπαρτσελόνα την πρόκριση στη φάση των ομίλων του τουρνουά.
Αυτή ήταν η Μπαρτσελόνα του τότε, μία ομάδα που πανηγύριζε ακόμα και την πρόκριση από τον 2ο γύρο μιας ευρωπαϊκής διοργάνωσης. Που κινδύνευε να αποκλειστεί! Μετά από 195 ημέρες, οι “μπλαουγκράνα” είχαν αποτινάξει τον μανδύα του “αιωνίου δεύτερου”, του loser. Και όλα αυτά, χάρη στο ιστορικό γκολ του γεννηθέντα στις 11 Φεβρουαρίου 1963, Χοσέ Μάρι Μπακέρο…
Η Μπαρτσελόνα έπαιρνε τα ηνία λόγω… Βάσκων
Μετά από μία εποχή κυριαρχίας της Ρεάλ Μαδρίτης χάρη στη “γενιά του γύπα”, Εμίλιο Μπουτραγκένιο, και παίκτες όπως ο Ούγκο Σάντσες και ο Μίτσελ, η Μπαρτσελόνα είχε δώσει μία πρώτη απάντηση, επαναφέροντας στην ομάδα τον Κρόιφ, ο οποίος την είχε οδηγήσει στην κατάκτηση του Κυπέλλου Κυπελλούχων 1988-1989 και δύο Κυπέλλων Ισπανίας.
Το 1990-1991 ήρθε το πρώτο πρωτάθλημα της Dream Team του “ιπτάμενου Ολλανδού”, που οδήγησε την ομάδα ξανά στο ευρωπαϊκό παλκοσένικο με την υποχρέωση να πρωταγωνιστήσει.
Σε τέτοιες περιστάσεις, συνήθως σκόνταφτε, παραπατούσε, είτε νωρίς στον θεσμό είτε αργότερα, με πιο τρανό παράδειγμα την απώλεια του τελικού της διοργάνωσης το 1985-1986, όταν οι επεμβάσεις στα πέναλτι του Χέλμουτ Ντουκαντάμ της Στεάουα εφηύραν νέο τρόπο απώλειας ενός ευρωπαϊκού τίτλου.
Το σαράκι υπήρχε στους Καταλανούς, έστω κι αν το ρόστερ περιελάμβανε περισσότερους Βάσκους (ή προερχομένους από τη Ναβάρα, επίσης βασκική περιοχή).
“Ντόπιοι” από την ομάδα που κατέκτησε το πρωτάθλημα ήταν μόνο οι Αλμπέρτ Φερέρ, Μικέλ Σολέρ, Κάρλες Μπουσκέτς και Πεπ Γκουαρδιόλα, ενώ Βάσκοι ήταν οι Χοσέ Ραμόν Αλεσάνκο, Άντονι Θουμπιθαρέτα, Τσίκι Μπεγκιριστάιν, Χούλιο Σαλίνας, Γιον Άντονι Γκοϊκοετσέα και ο Μπακέρο.
Πελότα στα 14, πρωταθλητής στα 17
Οι δύο τελευταίοι προέρχονταν από τη Ναβάρα, με τον Μπακέρο να έχει γεννηθεί εκεί το 1963, να έχει μεγαλώσει με έντεκα αδέρφια υπό δύσκολες συνθήκες.
Δύο εξ αυτών (πλην του ιδίου) έγιναν επαγγελματίες ποδοσφαιριστές και δύο γυναίκες ακολούθησαν επίσης τον ίδιο δρόμο, την ώρα που ο ίδιος κέρδιζε πρωταθλήματα νέων στην πελότα!
Μετά από τρεις σερί στέψεις ως πρωταθλητής Γκιπούθκοα, αποφάσισε να ασχοληθεί με το ποδόσφαιρο και να ενταχθεί στη Ρεάλ Σοθιεδάδ, και έναν χρόνο αργότερα, στα 15 του, έκανε ντεμπούτο στην 3η τη τάξει κατηγορία του ισπανικού πρωταθλήματος με τη θυγατρική ομάδα του συλλόγου.
Τη σεζόν 1979-1980 έκανε σποραδικές προπονήσεις με την πρώτη ομάδα, η οποία πραγματοποιούσε πορεία πρωταθλητισμού, για να χάσει το τρόπαιο την τελευταία αγωνιστική, σε αγώνα απέναντι στη Σεβίλλη. Η θλίψη του ήταν μεγάλη, ωστόσο έναν χρόνο αργότερα θα βρισκόταν κι εκείνος στην πρώτη ομάδα, ίσως κάνοντας τη διαφορά σε σχέση με την προηγούμενη.
Ο τίτλος κρίθηκε ξανά την τελευταία αγωνιστική, ωστόσο αυτήν τη φορά οι Βάσκοι ήταν αυτοί που τον κέρδισαν, μετά από ανατροπή σε αγώνα απέναντι στη Σπόρτινγκ Χιχόν, με τον Μπακέρο παρόντα στον αγωνιστικό χώρο.
Επιθετικός που δεν σκοράρει
Από το ντεμπούτο του εκείνη τη σεζόν απέναντι στη Βαλένθια του Μάριο Κέμπες και την ήττα με 2-3 στο “Μεστάγια”, ο Μπακέρο έδειξε ότι δεν πρόκειται για έναν τυπικό επιθετικό. Ήταν βραχύσωμος, δυναμικός, έτρεχε διαρκώς χωρίς να χάνει ίχνος ενέργειας, άνοιγε χώρους, έπαιζε 1-2 με συμπαίκτες, τραβούσε αντιπάλους πάνω του και κυρίως… δεν σκόραρε. Ολοκλήρωσε την πρώτη σεζόν του σε επαγγελματικό επίπεδο με 29 αγώνες, 1.403 λεπτά συμμετοχής και κανένα τέρμα.
Η συμβολή του, όμως, ήταν σημαντική και γι’ αυτό ο Αλμπέρτο Ορμαετσέα εμπιστεύτηκε έναν 17χρονο στη βασική ενδεκάδα 12 φορές. Το ίδιο έδειχνε να κάνει και τη σεζόν 1981-1982, μέχρι που στην εντός έδρας ρεβάνς με αντίπαλο την ΤΣΣΚΑ Σόφιας για τον 1ο γύρο του Κυπέλλου Πρωταθλητριών, ήρθε η καταστροφή.
“Έκανα ένα από τα καλύτερα παιχνίδια μου. Κάποια στιγμή, ένας κεντρικός αμυντικός, το όνομα του οποίου δεν θυμάμαι και νομίζω είναι καλύτερα έτσι, μου έκανε ένα τρομακτικό τάκλιν και το γόνατό μου διαλύθηκε. Ο περίφημος χιαστός κόπηκε.
Έχασα όλη τη σεζόν και για να ανακτήσω τη θέση στην ενδεκάδα που μου πήρε ο Πέδρο Ουράλδε, έπρεπε να περιμένω να τραυματιστεί ο Χεσούς Μαρία Σατρούστεγκι τον Νοέμβριο του 1982”.
Άλλαξε θέση και έγινε οργανωτής
Τον καιρό που έμεινε εκτός δράσης, η Ρεάλ Σοθιεδάδ διατήρησε τα σκήπτρα στην Ισπανία, με συνέπεια στις δύο πρώτες σεζόν του στο ποδόσφαιρο, να έχει πανηγυρίσει τα μοναδικά πρωταθλήματα στην ιστορία του συλλόγου, παρότι δεν είχε σημειώσει ούτε ένα τέρμα.
Ο τραυματισμός, τον ανάγκασε να προχωρήσει σε κάποιες αποφάσεις. “Ως αποτέλεσμα του τραυματισμού μου, άλλαξα τον τρόπο παιχνιδιού, επειδή έχασα μερική ταχύτητα και έγινα περισσότερο οργανωτής. Τότε άρχισα να τα πάω καλά και στο σκοράρισμα”, δήλωσε.
Ύστερα από οκτώ σεζόν στην ομάδα και την κατάκτηση ενός κυπέλλου κι ενός supercopa, η πορεία του στο Σαν Σεμπαστιάν ολοκληρώθηκε. Μετά από 245 εμφανίσεις και 69 τέρματα, ο σύλλογος προσπάθησε αρχικά να τον πουλήσει στην Αθλέτικ Μπιλμπάο κι όταν αυτό δεν κατέστη εφικτό, μπήκε στο παιχνίδι η Μπαρτσελόνα.
Τον πήγε στην Μπαρτσελόνα μια εξέγερση
Οι Καταλανοί βρίσκονταν σε μία πολύ κρίσιμη καμπή της ιστορίας τους, λόγω της “Motí de l’Hesperia”.
Ήταν η εξέγερση των ποδοσφαιριστών της ομάδας ενάντια στον δις εκλεγέντα πρόεδρο Τζουζέπ Λουίς Νούνιεθ, με στόχο μεγαλύτερους μισθούς και αποπομπή του διοικητικού συμβουλίου.
Καταπνίγηκε με απομάκρυνση της συντριπτικής πλειονότητας των παικτών και του προπονητή Λουίς Αραγονές.
Ο σύλλογος βρισκόταν σε αναζήτηση νέου ρόστερ, το οποίο θα αναλάμβανε να συνθέσει ο Κρόιφ, άρτι αφιχθείς από τον πάγκο του Άγιαξ. Ο “ιπτάμενος Ολλανδός” είχε λάβει εντολή να αλλάξει τη φιλοσοφία της ομάδας και αυτό θα έπραττε, αξιοποιώντας τη Μασία και τις μεταγραφές που θα έκανε το καλοκαίρι του 1988.
Μία εξ αυτών ήταν και ο Μπακέρο, ο οποίος την προηγούμενη χρονιά είχε σημειώσει 17 γκολ, στην πιο παραγωγική σεζόν του. Αμέσως πήρε φανέλα βασικού, αγωνιζόμενος ως οργανωτής του παιχνιδιού της Μπαρτσελόνα.
Για τις επόμενες οκτώ σεζόν, αποτέλεσε ένα από τα σημεία αναφοράς στην ενδεκάδα της ομάδας, αφού δεν σταμάτησε ποτέ να είναι βασικός και να συνεισφέρει, κυρίως με τις πάσες και την ενέργειά του, στις επιτυχίες της Dream Team.
Ήθελε Σάντσες και Μπατιστούτα, πήρε Βίτσχε
Μαζί με παίκτες όπως ο Γκουαρδιόλα, ο Μπεγκιριστάιν, ο Γκοϊκοετσέα, ο Ρόναλντ Κούμαν, ο Μίκαελ Λάουντρουπ και ο Χρίστο Στόιτσκοφ, οι “μπλαουγκράνα” κατάφεραν να κατακτήσουν το Κύπελλο Κυπελλούχων του 1989 και να επιστρέψουν στα πρωταθλήματα το 1991.
Ως πρωταθλητής Ισπανίας, ο Νούνιεθ επιχείρησε να ενεργοποιήσει “βόμβα” το καλοκαίρι του 1991 και να “κλέψει” τον Σάντσες από τη Ρεάλ, ωστόσο ο Μεξικανός αρνήθηκε το συμβόλαιο του προέδρου της Μπαρτσελόνα, που στράφηκε στον Μιγκέλ Άνχελ Ναδάλ για την πρώτη μεταγραφή.
Μετά από την απόκτηση του αμυντικού από τη Μαγιόρκα, οι Καταλανοί έδωσαν μάχη για να επανασυνδέσουν τον Κρόιφ με τον Ρίτσαρντ Βίτσχε του Άγιαξ. Ο “Αίαντας” έκαμψε την αντίστασή του στα χρήματα των Καταλανών (που στο ίδιο διάστημα εξέταζαν τις περιπτώσεις των Ντιέγκο Λατόρε και Γκαμπριέλ Μπατιστούτα) και ο Ολλανδός μέσος φόρεσε τα “μπλαουγκράνα” χρώματα.
Η μεταγραφή αυτή πραγματοποιήθηκε κατόπιν αλλαγής στην αθλητική νομοθεσία, μετά από πρόταση της Μπαρτσελόνα στη λίγκα, ώστε να επιτραπεί η παρουσία και 4ου ξένου στα ρόστερ των ισπανικών ομάδων.
Παρά την ενίσχυση, όμως, ο Κρόιφ ήταν διστακτικός για την έκβαση της χρονιάς και τη δυνατότητα να κυνηγήσει δύο μεγάλους στόχους, υποστηρίζοντας κατά την παρουσίαση του ρόστερ της σεζόν μπροστά σε 30.000 φιλάθλους στο “Καμπ Νόου” ότι προτιμά “να κερδίσουμε ακόμα ένα πρωτάθλημα, παρά το Κύπελλο Πρωταθλητριών”.
Δεν μπορούσε να νικήσει κανέναν
Η κλήρωση στην κορυφαία διασυλλογική διοργάνωση έφερε την Μπαρτσελόνα αντιμέτωπη με την τελευταία πρωταθλήτρια Ανατολικής Γερμανίας στην ιστορία, τη Χάνζα Ρόστοκ. Ο πρώτος αγώνας διεξήχθη στο “Καμπ Νόου”, όπου μπροστά σε 65.000 θεατές, έφτασε σε νίκη 3-0, χάρη σε δύο τέρματα του Λάουντρουπ και άλλο ένα του Γκοϊκοετσέα.
Αυτή ήταν και η τελευταία νίκη του συλλόγου για πάνω από έναν μήνα, αφού στο πρωτάθλημα ακολούθησε ήττα 1-2 από τη Σπόρτινγκ στο Χιχόν, εντός έδρας ήττα με το ίδιο σκορ από την Οβιέδο και ισοπαλία 1-1 στο “Μπερναμπέου” απέναντι στη Ρεάλ. Ενδιάμεσα, ήρθε το ταξίδι στο Ροστόκ, χωρίς να αλλάξει το αρνητικό σερί.
Ο Κρόιφ παρέταξε μία ενδεκάδα με αρκετούς βασικούς, αλλά χωρίς τον Μπακέρο. Ο αγώνας κυλούσε ομαλά για τους Καταλανούς μέχρι το 63ο λεπτό, όταν ο Μίχαελ Σπιζ άνοιξε το σκορ για τους γηπεδούχους, που άρχισαν να πιστεύουν ότι μπορούν να τα καταφέρουν.
Το κλίμα, πάντως, δεν ήταν καλό ούτε στη Χάνζα, που δεν βρισκόταν σε καλή θέση στο πρωτάθλημα και με ποδοσφαιριστές να αξιώνουν μισθούς εφάμιλλους με εκείνους των Δυτικογερμανών συναδέλφων τους μετά από την επανένωση.
Το 1-0 διατηρήθηκε μέχρι τέλους κι άφησε την Μπαρτσελόνα σε αναζήτηση νίκης για αρκετές εβδομάδες ακόμα. Τη βρήκε στον 2ο γύρο της διοργάνωσης, που λειτουργούσε ως προπομπός της φάσης των ομίλων, οι οποίοι ταυτόχρονα αποτελούσαν και την ημιτελική φάση του Κυπέλλου Πρωταθλητριών. Απέναντί της, ακόμα μία γερμανική ομάδα, η πρωταθλήτρια Κάιζερσλαουτερν.
2-0 το πρώτο ματς, 0-3 το δεύτερο
Η Μπαρτσελόνα έδωσε ξανά το πρώτο παιχνίδι της εντός των τειχών. Ήταν πολύ καλύτερη και επικράτησε με 2-0, χάρη σε δύο τέρματα του Μπεγκιριστάιν στο τέλος του 1ου μέρους και στην αρχή του 2ου. Το σκορ θα μπορούσε να ήταν μεγαλύτερο, εάν ο Μπακέρο δεν έστελνε την κεφαλιά του στο οριζόντιο δοκάρι. Η μοίρα του φύλαγε κάτι καλύτερο στη συνέχεια…
“Η αυτοπεποίθησή μας πριν από τη ρεβάνς με την Κάιζερσλαουτερν δεν ήταν όσο ισχυρή έγινε στα χρόνια μετά από την κατάκτηση τεσσάρων σερί πρωταθλημάτων. Σίγουρα, στο πρώτο παιχνίδι είχαμε νικήσει κάπως άνετα, όμως κανείς μας δεν πίστευε ότι η Κάιζερσλαουτερν θα παραδιδόταν εύκολα. Οι γερμανικές ομάδες δεν το έκαναν αυτό τότε. Έτρεχαν και πάλευαν”.
“Καθώς οδηγούσαμε προς το στάδιο, ήμουν εκνευρισμένος. Έβρεχε και ο αγωνιστικός χώρος ήταν μαλακός, κάτι που δεν ευνοούσε το passing game μας. Για την Κάιζερσλαουτερν ήταν φανταστικές συνθήκες για να αρχίσει ο αγώνας.
Το γήπεδο ήταν μικρό και στενό, οι θεατές σχεδόν πάνω στον αγωνιστικό χώρο. Το γνώριζα από το Σαν Σεμπαστιάν και ήξερα πόσο μπορούν να επηρεάσουν τον αγώνα. Και ξαφνικά ήταν 3-0 το σκορ”, θυμάται ο Μπακέρο σε συνέντευξή του στο γερμανικό περιοδικό “11 freunde”.
Ο Θουμπιθαρέτα απέτρεψε τη συντριβή
Σε εκείνο το παιχνίδι της 6ης Νοεμβρίου 1991, η Κάιζερσλαουτερν ήταν εμφανώς ανώτερη, κάτι που αποτυπώθηκε και στο σκορ. Στο 35ο λεπτό, μετά από κόρνερ από δεξιά, ο Ντέμιρ Χότιτς έσπρωξε τον Θουμπιθαρέτα στη μικρή περιοχή και σε κενή εστία έκανε το 1-0.
Με την έναρξη του 2ου μέρους, πάλι κόρνερ από δεξιά, η μπάλα φτάνει στο 2ο δοκάρι που δεν υπάρχει κανένας άλλος πλην του Βόσνιου επιθετικού, ο οποίος με την πιο εύκολη κεφαλιά της ζωής του κάνει το 2-0. Στο 76′, μετά από λάθος πάσα του Γκουαρδιόλα, οι Γερμανοί βγαίνουν στην αντεπίθεση και ο Δανός Μπιάρνε Γκόλμπακ κάνει το 3-0.
Το “κολαστήριο” στον λόφο του Μπέτσενμπεργκ έγινε τόπος “μαρτυρίου” για τους Καταλανούς. Αν δεν υπήρχε ο Θουμπιθαρέτα να σώσει ακόμα δύο ευκαιρίες των Γερμανών, η ήττα θα μετατρεπόταν σε συντριβή. Η νοοτροπία του loser έκανε ξανά την εμφάνισή της σε κρίσιμο ευρωπαϊκό αγώνα της Μπαρτσελόνα.
Παρότι πρωταθλήτρια, παρότι διέθετε ένα από τα καλύτερα ρόστερ στον κόσμο, ετοιμαζόταν να υποταχθεί σε μία πρωταθλήτρια Γερμανίας “πυροτέχνημα”, αφού οι “κόκκινοι διάβολοι” του Καρλ Χάινς Φέλντκαμπ έκαναν την έκπληξη την προηγούμενη σεζόν.
“Μπορούμε να αφήσουμε τον νάνο”
Στο 90′, ο Κούμαν είχε στήσει την μπάλα περίπου 20 μέτρα έξω από την περιοχή των Γερμανών για να εκτελέσει φάουλ μετά από σπρώξιμο στον Ναδάλ.
Η απόσταση και οι συνθήκες ήταν απαγορευτικές ώστε να δοκιμάσει μία οβίδα με το δεξί του. Αντ’ αυτού, έβγαλε μία συστημένη σέντρα προς τον Μπακέρο, που παραμόνευε αμαρκάριστος έξω από τη μικρή περιοχή του Γκέραλντ Έρμαν.
“Θυμάμαι ακριβώς. Ένα φάουλ για εμάς, πολύ κεντρικά, ακριβώς μεταξύ της βούλας του πέναλτι και της βούλας της σέντρας. Ο Κούμαν, ο εκτελεστής των στημένων, σεντράρει στο 2ο δοκάρι. Ήμουν στη μεγάλη περιοχή. Όλοι ήμασταν εκεί. Τι άλλο έμενε για εμάς;
Χρειαζόμασταν ένα γκολ και ήταν ήδη το τελευταίο λεπτό. Η Κάιζερσλαουτερν ήταν μπροστά με 3-0. Είχαν ανατρέψει το δικό μας 2-0 στον 1ο αγώνα. Θα ήμασταν losers, απογοητευτικά αποκλεισμένοι στον 2ο γύρο”.
“Όμως η μπάλα ήρθε σε μένα κι εγώ πήδηξα ανάμεσα σε δύο αντιπάλους. Δεν ήταν πολύ κοντά σε μένα, ίσως λόγω του μεγέθους μου. Ήμουν 1,70μ., οπότε πιθανόν να σκέφτηκαν ‘μπορούμε να αφήσουμε τον νάνο’.
Παρά το μικρό μέγεθός μου, ήμουν καλός με το κεφάλι. Εξαρτάται κυρίως από τον σωστό χρονισμό. Και τότε έγιναν όλα: σηκώθηκα, η βρεγμένη μπάλα χαστούκισε το μέτωπό μου και κατέβηκε στην απέναντι γωνία, στα δίχτυα”.
Το ρολόι έδειχνε 89:45 και ο Μπακέρο είχε νικήσει στον αέρα τους Ούβε Σερ και Μάρκους Κραντς (τη μοναδική αλλαγή των Γερμανών, που είχε γίνει τρία λεπτά νωρίτερα). Η μπάλα πήρε ψιλοκρεμαστή τροχιά και κατέληξε στα δίχτυα του ανήμπορου να αντιδράσει Έρμαν.
“Όταν είδα ότι πέρασε τη γραμμή, άρχισα να τρέχω με χαρά. Μερικά δευτερόλεπτα αργότερα, οι συμπαίκτες μου με έφτασαν και ξάπλωσαν από πάνω μου, ένας τεράστιος σωρός από σώματα”, συνεχίζει ο Μπακέρο.
Οι σκηνές ήταν εκστασιακές για τους “μπλαουγκράνα”, με τον Γκουαρδιόλα, που είχε βγει αλλαγή μετά από το λάθος του, να τρέχει προς τους συμπαίκτες του που πανηγύριζαν, φορώντας ένα μπουφάν τρία νούμερα μεγαλύτερο. Ο Μπακέρο, από την πλευρά του, ρωτούσε τον πάγκο πόση ώρα χρειαζόταν ακόμα για να τελειώσει το ματς, όταν κόπασαν οι πανηγυρισμοί.
Η αλήθεια είναι πως υπήρχε αρκετή ώρα ακόμα, ώστε οι Γερμανοί να χάσουν ακόμα μία μεγάλη ευκαιρία, με κεφαλιά του Μάρκο Χάμπερ στο 92′. Ο Θουμπιθαρέτα προέβη σε ακόμα μία εκπληκτική επέμβαση στη βραδιά και παρότι δέχθηκε τρία γκολ σε επτά σουτ, ήταν κι αυτός από τους πρωταγωνιστές του αγώνα.
“Ο Κρόιφ θα είχε απολυθεί την επόμενη μέρα”
Όταν το ρολόι έδειξε 93:20, ο διαιτητής Έρικ Φρέντρικσον σφύριξε τη λήξη κι έδωσε την πρόκριση στην Μπαρτσελόνα. “Είναι μεγάλη χαρά, επειδή δουλέψαμε αρκετά γι’ αυτό. Μας έκαναν πολλή ζημιά στα στημένα και νομίζω ότι ποδοσφαιρικά ήμασταν καλύτεροι και έπρεπε να περάσουμε. Θαύμα; Όχι. Δεν υπάρχουν θαύματα εδώ, πρέπει πάντα να δουλεύεις μέχρι τέλους”, δήλωσε αμέσως μετά από τον αγώνα στο “TV3” ο Μπακέρο.
Η ιστορία από εκεί και πέρα, είναι γνωστή. Η Μπαρτσελόνα έκανε πάρτι στον όμιλο με Σπάρτα Πράγας, Μπενφίκα και Ντινάμο Κιέβου, την ώρα που στον άλλο όμιλο η Σαμπντόρια περνούσε ως πρωτοπόρος στον τελικό, με τον Παναθηναϊκό τελευταίο.
Στις 20 Μαΐου του 1992, η ομάδα του Κρόιφ χρειάστηκε ακόμα ένα γκολ στο τέλος, του ανθρώπου που έβγαλε την ασίστ στο Κάιζερσλαουτερν. Το φάουλ του Κούμαν έδωσε στην Μπαρτσελόνα τη νίκη στην παράταση και συνάμα το τρόπαιο, το πρώτο στη διοργάνωση. Ένα πολύ σημαντικό και ιστορικό τέρμα, όμως… δεύτερο χρονικά.
“Μερικοί δημοσιογράφοι λένε σήμερα ότι ο Κρόιφ θα είχε απολυθεί την επόμενη μέρα σε περίπτωση αποκλεισμού. Εάν αυτό είναι αληθές, το γκολ μου στην ουσία άλλαξε την ιστορία της Μπαρτσελόνα”, επεσήμανε χρόνια αργότερα ο Μπακέρο για το τέρμα του.
“Εκείνον τον καιρό, αυτό ήταν ένα γκολ σε ένα σημαντικό παιχνίδι και μας επηρέασε και στο πρωτάθλημα. Προϊόντος του χρόνου, είχαμε την τύχη να κατακτήσουμε το πρώτο Κύπελλο Πρωταθλητριών, μετά κατακτήσαμε το πρωτάθλημα και κάναμε μια αλλαγή, αφήνοντας πίσω την αρνητική νοοτροπία που είχε η Μπαρτσελόνα.
Αλλάξαμε νοοτροπία. Το γκολ είναι πολύ όμορφο. Όσο μεγαλύτερος γίνεσαι, ο κόσμος στη Βαρκελώνη συνεχίζει να στο θυμίζει σαν να έγινε χθες. Σε προσωπικό επίπεδο, δεν αφαιρείται ούτε με σειρά χειρουργικών επεμβάσεων”.
Διαβάστε ακόμη:
H αδικία της Ρεάλ, η απονομή του Φράνκο στην Μπαρτσελόνα, τα μπουκάλια και η αποκάλυψη του διαιτητή